Πετοσφαίριση στην Κύπρο
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Η πετοσφαίριση στην Κύπρο πρωτοεμφανίζεται στα μέσα της δεκαετίας του 1920 και διαμέσου των δεκαετιών γνωρίζει ραγδαία ανάπτυξη και επιτυχίες, έχοντας στις τάξεις της εκατοντάδες αθλητές και αθλήτριες. Το άθλημα οργανώνεται από την Κυπριακή Ομοσπονδία Πετόσφαιρας.
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το άθλημα της πετοσφαίρισης εμφανίζεται στα μέσα της δεκαετίας του 1920. Μπήκε επίσημα στο πρόγραμμα των Παγκυπρίων αγώνων το 1928. Μάλιστα, την τελευταία ημέρα των IH’ Παγκυπρίων αγώνων (22 Απριλίου 1928), που έγιναν στη Λάρνακα, διεξήχθη ο τελικός αγώνας πετόσφαιρας μεταξύ των ομάδων των Γυμναστικών Συλλόγων της Λάρνακας και της Λευκωσίας, με νικήτρια αυτή της Λάρνακας με 2-0 (15-13 και 15-12).
Ξεχωριστή θέση πήρε το άθλημα μεταξύ των μαθητών των σχολείων της Kύπρου στα οποία, μεταπολεμικά, καθιερώθηκε και μαθητικό πρωτάθλημα. Η Τοπική Επιτροπή ΣEΓAΣ Kύπρου (TEΣK), που ιδρύθηκε το 1947, καθιέρωσε ετήσια πρωταθλήματα μεταξύ των Γυμναστικών Συλλόγων και στη συνέχεια μεταξύ των διαφόρων σωματείων που καλλιεργούσαν το άθλημα. Το 1953 αντιπροσωπευτική ομάδα της Kύπρου προσκλήθηκε στην Αίγυπτο για σειρά αγώνων με τις ελληνικές και αιγυπτιακές ομάδες της Αλεξάνδρειας και του Καΐρου.
Παγκύπριος Ομοσπονδία Αθλοπαιδιών
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στις 21 Νοεμβρίου 1965 συνήλθαν στη Λευκωσία αντιπρόσωποι σωματείων και συλλόγων και μελέτησαν το θέμα δημιουργίας Ομοσπονδίας Αθλοπαιδιών. Οι παρευρεθέντες εξέλεξαν προσωρινή επιτροπή (με πρόεδρο το Φάνο Ιωαννίδη, που εκπροσωπούσε την Ελληνική Ομοσπονδία Αθλοπαιδιών), στην οποία ανετέθη η μελέτη και σύνταξη καταστατικού. Σε νέα συνεδρία, στις 19 Δεκεμβρίου 1965, οι εκπρόσωποι δεκαπέντε σωματείων μελέτησαν το καταστατικό και όρισαν καταστατική συνέλευση για τις 23 Νοεμβρίου 1966. Στη συνέλευση αυτή εγκρίθηκε το καταστατικό και εξελέγησαν τα μέλη του πρώτου διοικητικού συμβουλίου της Ομοσπονδίας, που πήρε την ονομασία Παγκύπριος Ομοσπονδία Αθλοπαιδιών (ΠOA). Τα ιδρυτικά μέλη της ομοσπονδίας ήταν τα σωματεία: ΑΠΟΕΛ, Πεζοπορικός, Ευαγόρας Πάφου, Απόλλων Λεμεσού, Διγενής Ακρίτας Μόρφου, Nέα Σαλαμίνα, Ανόρθωση, Ένωσις Nέων Αγίου Δομετίου (ENAΔ), ΠAEK Κερύνειας, Κεραυνός Στροβόλου, Ομόνοια Λευκωσίας, Σύνδεσμος Δημοσίων Υπαλλήλων Λευκωσίας, Αναγέννησις Παλλουριωτίσσης και οι Γυμναστικοί Σύλλογοι Λεμεσού, Αμμοχώστου και Λάρνακας.
Τοπική Επιτροπή Αθλοπαιδιών Kύπρου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το 1967 η ΠΟΑ μετονομάστηκε σε Τοπική Επιτροπή Αθλοπαιδιών Kύπρου (TEAK). Το 1971 διοργάνωσε το πρώτο Παγκύπριο Πρωτάθλημα, το οποίο κατέκτησε το ΑΠΟΕΛ νικώντας στον τελικό την Πυροσβεστική με 3-2. Ως Τοπική Επιτροπή εκπροσωπήθηκε στο ελληνικό πρωτάθλημα, την περίοδο 1972 -73 με τη συμμετοχή του ΑΠΟΕΛ στο Πανεπαρχιακό Πρωτάθλημα και την περίοδο 1973-74 από την πρωταθλήτρια Kύπρου ομάδα της Ανορθωσης Αμμοχώστου, η οποία αγωνίστηκε στο Πρωτάθλημα πετοσφαίρισης Α' εθνικής κατηγορίας ανδρών 1973-1974. Ο θεσμός της συμμετοχής κυπριακών ομάδων στο πρωτάθλημα Α’ Εθνικής τερματίσθηκε μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974.
Κυπριακή Ομοσπονδία Πετόσφαιρας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στις 25 Φεβρουαρίου 1978 αντιπρόσωποι 20 σωματείων συνήλθαν στη Λευκωσία και ίδρυσαν ξεχωριστή ομοσπονδία για το άθλημα της πετόσφαιρας, την Κυπριακή Ομοσπονδία Πετοσφαίρισης (KOΠE). Στις 4 Απριλίου 1978 εξελέγη το πρώτο διοικητικό συμβούλιο, με πρόεδρο τον Kώστα Χατζηανδρέου. Η ΚΟΠΕ είναι μέλος της αντίστοιχης διεθνούς ομοσπονδία (Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Βόλεϊ) και εκπροσωπεί το άθλημα στο διεθνή χώρο. Υπό την εποπτεία της διεξάγονται κάθε χρόνο οι διοργανώσεις πρωταθλήματος και κυπέλλου σε όλες τις κατηγορίες, με τη συμμετοχή πέραν των δύο χιλιάδων αθλητών. Οι ομάδες που διακρίνονται στο πρωτάθλημα και στο θεσμό του κυπέλλου, εκπροσωπούν την Kύπρο στα αντίστοιχα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα και κύπελλα.
Εθνικές ομάδες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι εθνικές ομάδες πετόσφαιρας ανδρών και γυναικών της Κύπρου έχουν να παρουσιάσουν μεγάλες επιτυχίες. Το 1998 τα αντιπροσωπευτικά συγκροτήματα ανδρών και γυναικών της Κύπρου πανηγύρισαν την πρόκριση τους για πρώτη φορά σε όμιλο του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος: η εθνική ανδρών αγωνίστηκε στη Mάλτα και κατέκτησε την 1η θέση ανάμεσα σε 11 ομάδες, ενώ στο πιο ψηλό σκαλοπάτι του βάθρου ανέβηκε και η εθνική ομάδα των γυναικών (ανάμεσα σε 8 ομάδες) που αγωνίστηκε στο Λίχτενσταϊν.
Ανδρών
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η εθνική των ανδρών έχει να επιδείξει δώδεκα χρυσά μετάλλια (1987, 1989, 1993, 1995, 1997, 1999, 2003, 2005, 2007, 2009, 2011, 2013) σε Αγώνες Μικρών Κρατών Ευρώπης (ΑΜΚΕ) σε δεκατέσσερις συμμετοχές και οκτώ Πρωταθλήματα Μικρών Κρατών Ευρώπης, γνωστά και ως «Προμόσιον Καπ» (1992, 1996).
Ακόμη, στο Ευρωπαϊκό Kύπελλο Ανοιξης 1999 που έγινε στη Τσεχία με τη συμμετοχή 14 χωρών κατέλαβε την 8η θέση αφήνοντας πίσω της χώρες όπως η Τουρκία, η Νορβηγία, η Πολωνία, και η Ρουμανία. Επιπρόσθετα, κατέκτησε το «επάθλο προσπάθειας και αγωνιστικότητας». Το 2000, κατέλαβε την 4η θέση (ανάμεσα σε 14 ομάδες) στο Ευρωπαϊκό Kύπελλο Ανοιξης κερδίζοντας ομάδες όπως η Τουρκία, η Αγγλία και η Κροατία B’, ενώ εξασφάλισε αήττητη την πρόκρισή της σε όμιλο του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος 2003, με την 1η θέση στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Μικρών Κρατών Ευρώπης. Οι επιτυχίες και οι διακρίσεις αυτές ανάδειξαν την εθνική ομάδα βόλεϊ ανδρών ως η κορυφαία ομάδα της Kύπρου για το 2000, από την Ένωση Αθλητικογράφων Kύπρου.
Γυναικών
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η εθνική γυναικών έχει κερδίσει πέντε χρυσά μετάλλια σε εννέα διοργανώσεις AMKE (1989, 1991, 1995. 1997, 2013) και δύο πρωταθλήματα «Προμόσιον Καπ» (1994, 1996).. Το 2003 προκρίθηκε σε όμιλο του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος 2003. Η εθνική γυναικών έχει να επιδείξει τρία χρυσά μετάλλια (1998, 2000, 2004) σε Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα (Όμιλος Μικρών Κρατών Ευρώπης) καθώς επίσης και ένα αργυρό μετάλλιο (2002).
Δείτε ακόμη
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Ιστορία του κυπριακού βόλλεϋ από την ιστοσελίδα της Κυπριακής Ομοσπονδίας Πετοσφαίρισης.
- Στεφανίδης, Γιώργος (14 Νοεμβρίου 2016). «Μεγάλες στιγμές του κυπριακού βόλεϊ» (PDF). Χαραυγή. σελ. 18. Αρχειοθετήθηκε (PDF) από το πρωτότυπο στις 12 Αυγούστου 2017. Ανακτήθηκε στις 12 Αυγούστου 2017.