Γιόχαν Χάινριχ Πεσταλότσι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Πεσταλότσι)
Γιόχαν Χάινριχ Πεσταλότσι
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Johann Heinrich Pestalozzi (Γερμανικά)
Γέννηση12  Ιανουαρίου 1746[1][2][3]
Ζυρίχη[4][5]
Θάνατος17  Φεβρουαρίου 1827[1][2][3]
Brugg[6][5]
Αιτία θανάτουκαρκίνος
Συνθήκες θανάτουφυσικά αίτια
Τόπος ταφήςBirr
Χώρα πολιτογράφησηςΕλβετία
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΓαλλικά
Γερμανικά[7][8]
ΣπουδέςΠανεπιστήμιο Ζυρίχης
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπαιδαγωγός
ΕργοδότηςΠανεπιστήμιο Ζυρίχης
Επηρεάστηκε απόΖαν Ζακ Ρουσσώ
Οικογένεια
ΣύζυγοςAnna Pestalozzi-Schulthess
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμακαθηγητής πανεπιστημίου
Θυρεός
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Γιόχαν Χάινριχ Πεσταλότσι (Johann Heinrich Pestalozzi, 12 Ιανουαρίου 174617 Φεβρουαρίου 1827) ήταν Ελβετός παιδαγωγός και μεταρρυθμιστής της εκπαιδεύσεως, πρότυπο του κινήματος του ρομαντισμού.

Ο Πεσταλότσι ίδρυσε αρκετά εκπαιδευτικά ιδρύματα, τόσο στις γερμανόφωνες, όσο και στις γαλλόφωνες περιοχές της Ελβετίας και συνέγραψε πολλά έργα που εξηγούσαν τις επαναστατικές νέες ιδέες και αρχές του για την εκπαίδευση. Σύνθημά του ήταν «Μάθηση με το κεφάλι, με το χέρι και με την καρδιά». Χάρη στον Πεσταλότσι ο αναλφαβητισμός στην Ελβετία εξαλείφθηκε σχεδόν τελείως μέχρι το 1830.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Νεαρή ηλικία, 1746–1765[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο θυρεός της οικογένειας των Πεσταλότσι

Ο Γιόχαν Χάινριχ Πεσταλότσι γεννήθηκε στη Ζυρίχη της Ελβετίας. Ο πατέρας του ήταν χειρουργός και οφθαλμίατρος, που πέθανε σε ηλικία 33 ετών, όταν ο Γιόχαν Χάινριχ (το μεσαίο από τα τρία τέκνα του) ήταν 5 ετών. Η οικογένειά του είχε διαφύγει από την περιοχή του Λοκάρνο εξαιτίας των προτεσταντικών θρησκευτικών τους φρονημάτων.[9] Η μητέρα του, της οποίας το οικογενειακό όνομα ήταν Χότσε (Hotze), ήταν από το Βέντενσβιλ, στις όχθες της λίμνης της Ζυρίχης[10]

Το 1761 ο Γιόχαν Χάινριχ πήγε στο γυμνάσιο (Collegium Humanitatis), όπου διδάχθηκε από τους Γιόχαν Γιάκομπ Μπόντμερ (δίδασκε ιστορία και πολιτική επιστήμη) και Γιόχαν Γιάκομπ Μπράιτινγκερ (δίδασκε ελληνική και εβραϊκή γλώσσα).

Στις σχολικές αργίες ο νεαρός Πεσταλότσι πήγαινε στον παππού του, που ήταν κληρικός στο χωριό Χενγκ (Höngg), σήμερα προάστιο της Ζυρίχης.[11] Μαζί επισκέπτονταν σχολεία και τα σπίτια των ενοριτών του. Μέσα από αυτές τις επισκέψεις ο Πεσταλότσι έμαθε «από πρώτο χέρι» τα προβλήματα φτώχειας των χωρικών. Είδε τις συνέπειες της παιδικής εργασίας στο εργοστάσιο και πόσο λίγα έκαναν τα Κατηχητικά σχολεία για αυτούς. Η άγνοιά τους και η ανικανότητα να βοηθήσουν τους εαυτούς τους άφησε στον Πεσταλότσι τις εντυπώσεις που θα καθοδηγούσαν τις μελλοντικές παιδαγωγικές του ιδέες.[12]

Ο Πεσταλότσι πήγε σε εκκλησιαστική σχολή. Ως κληρικός σκεπτόταν ότι θα είχε πολλές ευκαιρίες να εφαρμόσει τις ιδέες του για την εκπαίδευση. Ωστόσο, η αποτυχία του πρώτου του κηρύγματος και η επίδραση των ιδεών του συμπατριώτη του φιλοσόφου Ζαν-Ζακ Ρουσσώ τον οδήγησαν να επιδιώξει μια σταδιοδρομία στα νομικά και στην πολιτική δικαιοσύνη.

Επίσης, το ιδανικό σύστημα ελευθερίας, στο οποίο ο Ρουσσώ προσέδωσε νέα κινητικότητα, αύξησε μέσα μου τον οραματικό πόθο για μια περισσότερο εκτεταμένη σφαίρα δραστηριοτήτων, με τις οποίες θα μπορέσω ίσως να προωθήσω την κοινωνική πρόνοια και την ευτυχία των ανθρώπων. Οι ιδέες της νεότητάς μου ως προς το τι ήταν απαραίτητο και δυνατό να κάνω για τον σκοπό αυτό στη γενέθλια πόλη μου, με ώθησαν να εγκαταλείψω τη σταδιοδρομία κληρικού, προς την οποία είχα προσανατολισθεί προηγουμένως, και για την οποία προοριζόμουν, και έκαναν να ξεπηδήσει από μέσα μου ότι θα ήταν ίσως δυνατό με τη μελέτη του Δικαίουμ να βρω μια σταδιοδρομία που θα ήταν δυνατό να μου εξασφαλίσει κάποτε την ευκαιρία και τα μέσα να ασκήσω μια ενεργό επιρροή στις συνθήκες της γενέτειράς μου, ακόμη και της πατρίδας μου.

— Johann Heinrich Pestalozzi[13]

Πολιτικές φιλοδοξίες (1765–1767)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά τα μέσα του 18ου αιώνα η κυβέρνηση της Ελβετίας καταδίκασε τα έργα του Ρουσσώ Αιμίλιος, ή Περί αγωγής και Κοινωνικό Συμβόλαιο, ανακοινώνοντας ότι ήταν επικίνδυνα για το κράτος και για τη χριστιανική θρησκεία. Ο Ρουσσώ καταδικάστηκε. Ωστόσο, ο Μπόντμερ, ο παλαιός καθηγητής του Πεσταλότσι, υιοθέτησε τις ιδέες του Ρουσσώ και ίδρυσε την «Ελβετική Εταιρεία» με περίπου 20 άλλους φιλοσόφους το 1765. Σκοπός τους ήταν η προαγωγή της ελευθερίας. Ο 19χρονος Πεσταλότσι ήταν ενεργό μέλος της, συνεισφέροντας πολλά άρθρα στην εφημερίδα Der Erinnerer της Εταιρείας.

Ο Πεσταλότσι έφερε στο φως αρκετές περιπτώσεις διαφθοράς αξιωματούχων και πιστευόταν ότι υπήρξε συνεργός στην απόδραση ενός άλλου συνεργάτη της εφημερίδας. Παρά το ότι αποδείχθηκε αργότερα αθώος, βρέθηκε κρατούμενος επί τρεις ημέρες. Αυτά τα γεγονότα τον έκαναν να έχει πολιτικούς αντιπάλους, έναν δυσμενή παράγοντα για σταδιοδρομία νομικού.

Νόυχοφ (1769–1779)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά από προτάσεις αρκετών φίλων, ο Πεσταλότσι αποφάσισε να γίνει αγρότης. Εκείνο τον καιρό ο αγρονόμος Γιόχαν Ρούντολφ Τσιφφέλι (Johann Rudolf Tschiffeli, 1716-1780), επίσης μέλος της Ελβετικής Εταιρείας, είχε προκαλέσει εντύπωση με το επιτυχημένο μοντέλο της μετατροπής μεγάλης εκτάσεως αναξιοποίητης γης σε πολυάριθμα παραγωγικά αγροκτήματα. Το 1767 ο Πεσταλότσι τον επισκέφθηκε για να μάθει σχετικά με τη μέθοδό του και ένα έτος αργότερα αγόρασε 60 στρέμματα 15 αναξιοποίητης γης κοντά στη Ζυρίχη. Εξασφάλισε οικονομική υποστήριξη από έναν τραπεζίτη της Ζυρίχης, αγόρασε περισσότερη γη και το 1769 νυμφεύθηκε την Άννα Σούλτες (Anna Schulthess).

Ο Πεσταλότσι άρχισε να κτίζει ένα σπίτι στην ιδιοκτησία του και το ονόμασε «Νόυχοφ». Ωστόσο η γη ήταν ακατάλληλη για τη γεωργία. Ο Πεσταλότσι προσέθεσε το γνέσιμο μαλλιού στις δραστηριότητες, αλλά οι προκλήσει αυξάνονταν, όπως και το χρέος του. Το ζεύγος απέκτησε ένα τέκνο, τον Ζαν-Ζακ, που τον φώναζαν «Schaggeli» και εμφάνιζε κρίσεις επιληψίας, οι οποίες προκαλούσαν τη συνεχή ανησυχία των γονέων του για την υγεία του.[14]

Από αγρόκτημα σε βιοτεχνική σχολή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την αποτυχία της αγροτικής του επιχειρήσεως, ο Πεσταλότσι αποφάσισε να διδάξει τα παιδιά των φτωχών. Είχε παρατηρήσει ορφανά που μαθήτευαν ως αγρότες να πέφτουν θύματα εξοντωτικής εργασίας και υποσιτισμού. Επιθυμούσε να τα διδάξει πώς να ζήσουν με αξιοπρέπεια. Αυτό τον οδήγησε στην απόφαση να μετατρέψει το Νόυχοφ σε βιοτεχνική σχολή. Παρά τη θέληση της οικογένειας της συζύγου του, ο Πεσταλότσι κέρδισε την υποστήριξη του φιλοσόφου Ιζαάκ Ίζελιν από τη Βασιλεία, ο οποίος της έδωσε δημοσιότητα με την περιοδική του έκδοση Die Ephemerides, που ήταν αφιερωμένη σε κοινωνικά και οικονομικά ζητήματα. Αυτό έφερε εγγραφές και άτοκα δάνεια. Το νέο ίδρυμα γνώρισε μια σύντομη περίοδο ευημερίας, αλλά μετά από ένα έτος το πολιτικό παρελθόν του Πεσταλότσι το έθεσε σε περιπέτειες. Μια έκκληση για δημόσια στήριξη το 1777 έφερε αποτέλεσμα και ο Πεσταλότσι δημοσίευσε στο περιοδικό μια σειρά γραμμάτων για την εκπαίδευση των φτωχών. Ωστόσο, το 1779 αναγκάσθηκε να κλείσει το ίδρυμα. Με βοήθεια από τους φίλους του, ο Πεσταλότσι μπόρεσε να σώσει το σπίτι του Νόυχοφ για να μένει με την οικογένειά του. Παρά το γεγονός αυτό, ήταν οικονομικά κατεστραμμένοι. Οι συγγενείς του τον εγκατέλειψαν, όπως και οι περισσότεροι άνθρωποι που είχαν δείξει ενδιαφέρον για τις ιδέες του.[14]

Συγγραφική δραστηριότητα (1780–1797)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

«Οι απογευματινές ώρες ενός ερημίτη»[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ωστόσο ο Ίζελιν παρέμεινε κοντά του και τον ενεθάρρυνε να συνεχίσει να γράφει. Το 1780 ο Πεσταλότσι δημοσίευσε ανωνύμως στο Die Ephemerides μία σειρά κειμένων με γενικό τίτλο Οι απογευματινές ώρες ενός ερημίτη. Πρόκειται για τα πρώτα κείμενά του που διατυπώνουν τις ιδέες οι οποίες αργότερα θα τον χαρακτήριζαν. Δεν τράβηξαν όμως τότε πολλή προσοχή.

Λεονάρδος και Γερτρούδη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Πεσταλότσι γνώριζε την αγροτική ζωή της υπαίθρου πολύ περισσότερο από τους άλλους συγγραφείς. Από αυτές τις εμπειρίες έγραψε 4 τόμους μιας ιστορίας με τίτλο Λεονάρδος και Γερτρούδη. Η υπόθεση περιστρέφεται γύρω από τις ζωές 4 χαρακτήρων: της Γερτρούδης, του Γκλύφι (Glüphi), ενός ανώνυμου εφημέριου κληρικού και του Άρνερ. Η Γερτρούδη είναι μια σύζυγος και μητέρα από το χωριό Μπόναλ, που διδάσκει τα τέκνα της πώς να ζουν ηθικές ζωές με την πίστη και την αγάπη στον Θεό. Ο δημοδιδάσκαλος Γκλύφι βλέπει την επιτυχία της Γερτρούδης με τα παιδιά της και επιχειρεί να εφαρμόσει τις διδαχές της στο σχολείο του. Ο εφημέριος επίσης τις υιοθετεί. Ο Γκλύφι και ο κληρικός βοηθούνται από τον Άρνερ, έναν πολιτικό που τους εξασφαλίζει κρατική υποστήριξη. Μέσα από τους 4 αυτούς θεσμούς (οικογένεια-σχολείο-εκκλησία-πολιτεία) επιτυγχάνεται αρμονία και εγκύκλιος παιδεία προσφέρεται σε όλους τους ανθρώπους.[15]

Ο πρώτος τόμος ήταν πολύ επιτυχημένος στη Γερμανία και στην Ελβετία, αλλά οι άλλοι τρεις δεν διαβάστηκαν πολύ. Ο Πεσταλότσι είχε σχεδιάσει και πέμπτο και έκτο τόμο, αλλά το χειρόγραφο του 5ου χάθηκε κατά το ταξίδι του στο Παρίσι το 1804 και δεν είναι γνωστό αν γράφτηκε ποτέ ο έκτος τόμος.[16]

Χριστόφορος και Ελισάβετ, Schweizerblatt (1782)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Πεσταλότσι έγραψε το Χριστόφορος και Ελισάβετ το 1782 ως μια σειρά βραδινών συζητήσεων για να θέσει θέματα κοινωνικής και πολιτικής διαφθοράς. Μια εβδομαδιαία εφημερίδα, η Schweizerblatt, ιδρύθηκε και έπαυσε να εκδίδεται το ίδιο έτος, με τον Πεσταλότσι να είναι για λίγο αρχισυντάκτης της.

Οι έρευνές μου πάνω στην πορεία της φύσεως στην ανάπτυξη του ανθρώπινου γένους[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1794 ο Πεσταλότσι επισκέφθηκε την αδελφή του στη Λειψία. Κατά την επίσκεψή του εκεί συνάντησε τον Γιόχαν Βόλφγκανγκ Γκαίτε, τον Κρίστοφ Μάρτιν Βίλαντ και τον Γιόχαν Γκότφριντ Χέρντερ.[17] Στο ταξίδι της επιστροφής γνώρισε και τον Γιόχαν Γκότλιμπ Φίχτε. Ο Φίχτε είδε στις ιδέες του Πεσταλότσι το κλειδί για την επίλυση του εκπαιδευτικού προβλήματος και τον προέτρεψε να γράψει για τις απόψεις του σχετικά με την ανθρώπινη φύση και το πρόβλημα της αναπτύξεώς της. Μετά από τρία χρόνια, το 1797, ο Πεσταλότσι έγραψε και δημοσίευσε το Οι έρευνές μου πάνω στην πορεία της φύσεως στην ανάπτυξη του ανθρώπινου γένους. Λίγοι διάβασαν και αυτό το βιβλίο.

Αυτό το έργο σημείωσε το τέλος της 18χρονης κύριας «συγγραφικής περιόδου» του παιδαγωγού, κατά την οποία ζούσε φτωχικά με την οικογένειά του. Η σύζυγός του ήταν συχνά άρρωστη και το 1797 ο γιος τους επέστρεψε σπίτι από τη μαθητεία του στη Βασιλεία σε παρόμοια κατάσταση υγείας.

Στανς (1799)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

«Ο Πεσταλότσι με τα ορφανά στο Στανς» (λεπτομέρεια), ελαιογραφία του Konrad Grob (1879)

Παράλληλα γίνονταν πολιτικές μεταβολές και όταν η δουλοπαροικία καταργήθηκε στην Ελβετία το 1798, ο Πεσταλότσι απεφάσισε να γίνει εκπαιδευτικός.[18][19] Συνέταξε ένα σχέδιο για ένα σχολείο και το υπέβαλε στον Φίλιπ Άλμπερτ Στάπφερ, τον νέο υπουργό Τεχνών και Επιστημών, ο οποίος το ενέκρινε. Ο Πεσταλότσι δεν μπόρεσε να εφαρμόσει το σχέδιο αμέσως, καθώς δεν στάθηκε δυνατή η εξεύρεση εγκαταστάσεων, οπότε στο μεταξύ του ζητήθηκε να αναλάβει την εφημερίδα Helvetisches Volksblatt.

Το 1798, όταν ο γαλλικός στρατός εισέβαλε στην πόλη Στανς, πολλά παιδιά έμειναν άστεγα και ορφανά. Η ελβετική κυβέρνηση ίδρυσε ορφανοτροφείο και προσέλαβε τον Πεσταλότσι στις 5 Δεκεμβρίου 1798 για να αναλάβει διευθυντής του. Δύο μόλις ημέρες αργότερα ο Πεσταλότσι έφθασε στο Στανς.

Τα κτίσματα του κοινοβίου των Ουρσουλίνων στο Στανς θα μετατρέπονταν στο ορφανοτροφείο. Στις 14 Ιανουαρίου 1799 έφθασε μια ομάδα ορφανών, που όπως γράφει ο Πεσταλότσι, «ήσαν σε απαίσια κατάσταση, τόσο στο σώμα, όσο και στον νου». Ανέλαβε πολλούς ρόλους: σχολάρχη, υπηρέτη, πατέρα, φύλακα, νοσοκόμου και δασκάλου. Δεν είχε σχολικά υλικά και μοναδική του βοηθός ήταν μία οικονόμος.

Από την προηγούμενη εμπειρία του έθεσε στόχο παρόμοιο με του Νόυχοφ: τον συνδυασμό εκπαιδεύσεως και πρακτικής εξασκήσεως με εργασία. Η κάθε δραστηριότητα θεωρείτο από αυτόν ως ένας τρόπος να εξασκήσει τη φυσική δεξιότητα, να προαγάγει την αποτελεσματικότητα και να ενθαρρύνει την αλληλοβοήθεια μεταξύ των παιδιών. Επιθυμούσε να καλλιεργήσει τις θεμελιώδεις δραστηριότητες του νου: «τις δυνάμεις τις προσοχής, της παρατηρητικότητας και της μνήμης, που πρέπει να προηγούνται της κρίσεως και να είναι καλώς εδραιωμένες προτού ασκηθεί η τελευταία».[20] Στο Στανς ο Πεσταλότσι αντιλήφθηκε τη σημασία μιας γενικής παιδαγωγικής μεθόδου, την οποία θα επιχειρούσε να εφαρμόσει σε άλλα ιδρύματα αργότερα.

Τον Ιούνιο του 1799 ο γαλλικός στρατός, μετά την ήττα του από τους Αυστριακούς, επανακατέλαβε το Στανς. Χρειαζόταν το κάθε διαθέσιμο κτίσμα για να στεγασθεί και έτσι κατάργησαν το ορφανοτροφείο-σχολείο του Πεσταλότσι. Ακόμα και σε αυτό το περιορισμένο χρονικό διάστημα, η επιτυχία του Πεσταλότσι ήταν προφανής. Αφήνοντας το Στανς, κοίταξε την υγεία του διαμένοντας στο Γκούρνιγκελ των Άλπεων, ελπίζοντας να επιστρέψει όταν θα ήταν και πάλι διαθέσιμα τα κτήρια, αλλά δεν του επιτράπηκε.

Μπούργκντορφ (1800–1804)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Πύργος του Μπούργκντορφ, όπου ο Πεσταλότσι διεύθυνε το «Εκπαιδευτικό Ινστιτούτο» του από το 1800 έως το 1804

Ο Στάπφερ μετέθεσε τον Πεσταλότσι σε δημοτικό σχολείο στο Μπούργκντορφ. Στο σχολείο αυτό δεν ευδοκίμησε, καθώς ο παπουτσής που το διοικούσε προηγουμένως δεν συμφωνούσε με τις ιδέες του, ωστόσο μπόρεσε σύντομα να μεταφερθεί σε ένα άλλο στην ίδια πόλη. Τα παιδιά ήταν πέντε ως οκτώ ετών. Εκεί ο Πεσταλότσι συνέχισε τις έρευνες και τα πειράματά του στην παιδαγωγική που είχε αρχίσει στο Στανς.

Κάποιος φίλος τού συνέστησε ένα βιβλίο, το Vous voulez mecaniser l'education, για την εφαρμογή της ψυχολογίας στην παιδαγωγική επιστήμη. Παρά το ότι ο Πεσταλότσι δεν γνώριζε καλά τη γαλλική, όσο μπόρεσε να καταλάβει «έρριξε μια πλημμύρα φωτός πάνω στην όλη προσπάθειά μου».[21] Βασικά το βιβλίο επιβεβαίωνε τις ιδέες που είχε αναπτύξει στο Νόυχοφ, στο Στανς και τώρα στο Μπούργκντορφ, σύμφωνα με τις οποίες όλη η κατανόηση από το παιδί μπορεί να επιτευχθεί μέσα από μία ψυχολογικώς διατεταγμένη ακολουθία.

Τον Ιανουάριο του 1800, ένας νεαρός βοηθός διδασκαλίας, ο Χέρμαν Κρύζι (Hermann Krüsi), προσφέρθηκε να τον βοηθήσει, έχοντας ήδη κάποια πρακτική εμπειρία στη διδασκαλία και ακολουθώντας το παράδειγμά του.[21] Μετά από οκτώ μήνες διδασκαλίας, ο Πεσταλότσι αξιολογήθηκε από τις αρχές, που τον επαίνεσαν για την πρόοδο των μαθητών του: δεν τους είχε απλώς μάθει μέσα στο διάστημα αυτό να διαβάζουν τέλεια, αλλά και να γράφουν, να σχεδιάζουν και να κατανοούν την αριθμητική. Η διεύθυνση εκπαιδεύσεως τον προήγαγε σε διευθυντή στο «ανώτερο» δημοτικό αρρένων, όπου συνέχισε τα παιδαγωγικά του πειράματα.

Ενθαρρυμένος από την επιτυχία του, τον Οκτώβριο του 1800 ο Πεσταλότσι πήρε την απόφαση να ανοίξει ένα άλλο σχολείο στο Μπούργκντορφ, το «Εκπαιδευτικό Ινστιτούτο για παιδιά των μεσαίων τάξεων», με έδρα τον Πύργο του Μπούργκντορφ, που του παραχωρήθηκε από την πολιτεία. Εκεί προσλήφθηκαν δύο ακόμα εκπαιδευτικοί, οι Γιόχαν Γκέοργκ Τόμπλερ και Γιόχαν Κρίστοφ Μπυς (Büss). Στο ίδρυμα αυτό ο Πεσταλότσι συστηματοποίησε και κωδικοποίησε πολλες από τις μεθόδους και ιδέες του για την εκπαίδευση.[22]

Πώς η Γερτρούδη διδάσκει τα παιδιά της (1801)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Για δεύτερη φορά ο Πεσταλότσι προσέλκυσε ως συγγραφέας έναν ευρύ κύκλο αναγνωστών με την έκδοση του Πώς η Γερτρούδη διδάσκει τα παιδιά της. Το βιβλίο αυτό άσκησε μεγάλη επίδραση στη γνώμη για την εκπαίδευση και στην πρακτική της.[22] Είναι γραμμένο με τη μορφή 14 επιστολών του Πεσταλότσι προς τον φίλο του Χάινριχ Γκέσνερ, έναν βιβλιοδέτη στη Βέρνη. Τα τρία πρώτα γράμματα περιγράφουν το πώς ο ίδιος, ο Κρύζι, ο Τόμπλερ και ο Μπυς έφθασαν στη σημερινή τους θέση στο Μπούργκντορφ. Οι επιστολές από την τέταρτη μέχρι την ενδέκατη παρέχουν τις σκέψεις και τις εμπειρίες του στην παιδαγωγική διδασκαλία και την εκπαιδευτική θεωρία. Η δωδέκατη αφορά τη φυσική αγωγή και οι δύο τελευταίες την ηθική και θρησκευτική εκπαίδευση. Ο σκοπός του Πεσταλότσι στο βιβλίο αυτό ήταν να δείξει ότι, ανάγοντας τη γνώση στα στοιχεία της και κατασκευάζοντας μία σειρά από ψυχολογικώς διατεταγμένες ασκήσεις, ο καθένας μπορούσε να διδάξει τα παιδιά του αποτελεσματικά.[23]

Εξαιτίας της επιτυχίας του βιβλίου, άνθρωποι από όλη την Ελβετία και τη Γερμανία έρχονταν να δουν το σχολείο του Πύργου. Το «Εκπαιδευτικό Ινστιτούτο» μεγάλωσε, αλλά ο Πεσταλότσι ακόμα αισθανόταν ότι δεν έπραττε αρκετά. Αν και οικονομικώς επιτυχημένο, το σχολείο δεν μπορούσε να πραγματοποιήσει αυτό που ποθούσε ο Πεσταλότσι: να εκπαιδεύσει τα παιδιά των φτωχών. Προς τούτο έγραψε στην ελβετική κυβέρνηση ότι επιθυμούσε περισσότερες ευκαιρίες να εκπαιδεύσει τα φτωχά παιδιά. Αφού έστειλε δύο επιτρόπους να ερευνήσουν το έργο του και μετά από τη θετική τους αναφορά, η κυβέρνηση μετέτρεψε το σχολείο σε εθνικό ίδρυμα. Το κράτος θα πλήρωνε το προσωπικό και θα χρηματοδοτούσε την έκδοση συγγραμμάτων του. Με αυτή τη βοήθεια ο Πεσταλότσι δημοσίευσε το 1803 τρία βιβλία: Το αλφαβητάριο της αισθητηριακής αντιλήψεως, Μαθήματα στην παρατήρηση των αριθμητικών σχέσεων και Το βιβλίο των μητέρων.[24]

Δύο προσθήκες έγιναν στο προσωπικό του ιδρύματος στη δεύτερη περίοδο: ο Γιόχαν Γιόζεφ Σμιντ (1785-1851) και ο Γιοχάνες Νήντερερ (1779-1843). Ο πρώτος είχε διατελέσει μαθητής στο ίδρυμα, ενώ ο δεύτερος ήταν πρώην πάστορας.

Η οικογένεια του Πεσταλότσι ήρθε τελικά από το Νόυχοφ να ζήσει και να εργασθεί στο ίδρυμα. Το 1801 ο γιος του πέθανε σε ηλικία 31 ετών, αλλά η νύφη του και ο εγγονός του ο Γκότλημπ, έζησαν στον Πύργο.[25]

Ταξίδι στο Παρίσι (1804)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πολιτική μεταβολή που επέφερε ο Ναπολέων Α΄ εκείνη την εποχή έθεσε σε κίνδυνο το ίδρυμα του Πεσταλότσι μέσω μεταρρυθμίσεων στο ελβετικό κράτος. Μια εθνική αντιπροσωπεία στάλθηκε από την Ελβετία στο Παρίσι να ενημερωθεί από τον Ναπολέοντα και ο Πεσταλότσι εκλέχθηκε ως μέλος της. Προτού αναχωρήσει, δημοσίευσε τις ιδέες του για την πολιτική προσπάθεια, ένα μοναδικό κείμενο στο έργο του, που δείχνει τον σύνδεσμο της πολιτικής με το κοινωνικό και εκπαιδευτικό γίγνεσθαι. Ο Ναπολέων πάντως δεν έδειξε ενδιαφέρον για το έργο του Πεσταλότσι.

Επιστρέφοντας στη χώρα του, ο Πεσταλότσι βρήκε τη νέα κυβέρνηση της Ελβετίας να αμφισβητεί το δικαίωμά του να χρησιμοποιεί τον Πύργο του Μπούργκντορφ. Τον ειδοποίησαν ότι οι υπηρεσίες του δεν χρειάζονταν πλέον, διότι ο πύργος χρειαζόταν για τους δικούς τους υπαλλήλους. Για να μην επικριθούν από τους πολίτες, οι αρχές προσέφεραν στον Πεσταλότσι τη χρήση ενός παλιού μοναστηριού στο Μυνχενμπούχζε. Ο παιδαγωγός είχε προτάσεις και από άλλες πόλεις να ιδρύσει εκεί σχολή, αλλά στο τέλος απεφάσισε να δεχθεί την κρατική πρόταση. Τον Ιούνιο του 1804 το έργο του στο Μπούργκντορφ έλαβε τέλος.[26]

Μυνχενμπούχζε (1804-1805)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η διαμονή του Πεσταλότσι στο Μυνχενμπούχζε ήταν σύντομη. Στο κοντινό χωριό Χόφβιλ υπήρχε ένα άλλο εκπαιδευτικό ίδρυμα υπό τη διεύθυνση του Φίλιπ Εμάνουελ φον Φέλενμπεργκ. Οι συνάδελφοι του Πεσταλότσι τον έπεισαν να συνεργασθεί με τον Φέλενμπεργκ για να σχεδιάσουν το νέο ίδρυμα στο Μυνχενμπούχζε. Ο Πεσταλότσι όμως διαφώνησε με τον Φέλενμπεργκ και μετά από μήνες σχεδιασμών αποφασίσθηκε η μεταφορά του ιδρύματος στο Υβερντόν.

Υβερντόν (1805-1825)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το ίδρυμα στο Υβερντόν ήταν το πλέον μακρόχρονη από τις προσπάθειες του Πεσταλότσι. Πέρασε τους πρώτους μήνες του εκεί με ήσυχο συγγραφικό έργο, χάρη σε ένα χρηματικό δώρο από τον Βασιλιά της Δανίας Χριστιανό Ζ΄. Τότε έγραψε το Απόψεις και εμπειρίες σχετικά με την ιδέα της Στοιχειώδους Εκπαιδεύσεως.

Τον Ιούλιο του 1805 άνοιξε το ίδρυμα του Υβερντόν, προσελκύοντας επισκέπτες και μαθητές από όλη την Ευρώπη. Πολλές κυβερνήσεις απέστειλαν τους δικούς τους εκπαιδευτικούς για να μάθουν από τον Πεσταλότσι, ώστε να εφαρμόσουν ένα παρόμοιο σύστημα στις δικές τους χώρες. Τον Μάιο του 1807 άρχισε να εκδίδεται το Die Wochenschrift fur Menschenbildung, έντυπο που εξέδιδε το ίδρυμα, με τακτικές φιλοσοφικές συζητήσεις για την παιδεία και αναφορές προς τους γονείς και το κοινό σχετικά με την πρόοδο του ιδρύματος. Στο ίδρυμα του Υβερντόν τα πράγματα διέφεραν στο ότι εκπαιδεύονταν και μαθητές γυμνασίου, ενώ διδάσκονταν εκτός της γερμανικής η γαλλική, η λατινική και η αρχαία ελληνική γλώσσα, μαζί με γεωγραφία, φυσική ιστορία, ιστορία, λογοτεχνία, γεωμετρία, αγρονομία, σχέδιο, συγγραφή και τραγούδι.[27]

Με την πάροδο του χρόνου ο Πεσταλότσι αισθανόταν πως οι συνάδελφοί του απομακρύνονταν από αυτόν και τις ιδέες του. Διαφορετικές απόψεις εκδηλώθηκαν από τους Νήντερερ και Σμιντ. Ο πρώτος είχε κερδίσει σε επιρροή μέσα στο ίδρυμα και προσέθεσε διδακτικά αντικείμενα που οι διδάσκοντες δεν ήταν σε θέση να διδάξουν. Ο δεύτερος διετύπωνε ανοικτά τις επικρίσεις του και οι διαφωνίες αυξάνονταν στο προσωπικό του ιδρύματος. Το 1809 και το 1810 οι επικρίσεις ήταν τόσες, ώστε ο Νήντερερ εισηγήθηκε στον Πεσταλότσι να έρθει μια αντικειμενική επιτροπή από το υπουργείο για να αποτιμήσει την αποδοτικότητα του ιδρύματος. Ο Πεσταλότσι συμφώνησε, παρά τις αντιρρήσεις του Σμιντ, και το 1810 η επιτροπή επισκέφθηκε το ίδρυμα. Η αναφορά της έκρινε ευνοϊκά τις ιδέες του Πεσταλότσι, αλλά όχι τις πρακτικές του ιδρύματος.

Ο Πεσταλότσι αισθάνθηκε ότι δεν είχε αποδοθεί δικαιοσύνη. Ο Σμιντ παραιτήθηκε από τη θέση του και ούτε ο Πεσταλότσι, ούτε ο Νήντερερ μπορούσαν να καλύψουν τη θέση του ως καθηγητή των μαθηματικών. Παρά την εκτύπωση και πώληση βιβλίων, μόνο με τη βοήθεια φίλων μπόρεσε το ίδρυμα να σταθεί στα πόδια του μέχρι το 1815, οπότε επέστρεψε ο Σμιντ. Στο μεταξύ ο Πεσταλότσι είχε γράψει τα αυτοβιογραφικά έργα Κύκνειο άσμα και Πεπρωμένο της ζωής, που εκδόθηκαν το 1826 σε έναν τόμο με τίτλο Το Κύκνειο άσμα του Πεσταλότσι.

Μετά τον θάνατο της συζύγου του Πεσταλότσι το 1815, ο Κρύζι παραιτήθηκε από το ίδρυμα και ακολούθησε ο Νήντερερ το 1817. Ο Πεσταλότσι τότε ζήτησε τη βοήθεια του Σμιντ. Ο Σμιντ μπόρεσε να βγάλει 2.500 λίρες εκδίδοντας έναν συγκεντρωτικό τόμο έργων του Πεσταλότσι. Το ίδρυμα παρέμεινε ενεργό για μια δεκαετία ακόμη, κατά την οποία ο Πεσταλότσι προσπαθούσε να πείσει τους Νήντερερ και Κρύζι να επιστρέψουν. Το 1825 το ίδρυμα έκλεισε εξαιτίας ελλείψεως πόρων.

Θάνατος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ανδριάντας του παιδαγωγού στο Pestalozziwiese (Bahnhofstrasse) στη Ζυρίχη

Ο Πεσταλότσι επέστρεψε στο παλιό του σπίτι στο Νόυχοφ και εξέδωσε το Το Κύκνειο άσμα του Πεσταλότσι. Αυτό προκάλεσε πικρές αντιδράσεις από τους Φέλενμπεργκ και Νήντερερ. Ο Πεσταλότσι αρρώστησε και δύο ημέρες αργότερα πέθανε στο Μπρουγκ της Ελβετίας σε ηλικία 81 ετών. Οι τελευταίες του λέξεις ήταν: «Συγχωρώ τους εχθρούς μου. Ας βρουν τώρα ειρήνη, στην οποία εγώ τώρα πηγαίνω για πάντα.»[28]

Επιγραφή στον τάφο του
Χάινριχ Πεσταλότσι:
γεννήθηκε στη Ζυρίχη στις 12 Ιανουαρίου 1746
απεβίωσε στο Μπρουγκ στις 17 Φεβρουαρίου 1827
Σωτήρας των φτωχών στο Νόυχοφ.
Κήρυκας προς τον λαό στο «Λεονάρδος και Γερτρούδη».
Στο Στανς, πατέρας των ορφανών.
Στο Μπούργκντορφ και στο Μυνχενμπούχζε,
ιδρυτής της Νέας Στοιχειώδους Εκπαιδεύσεως.
Στο Υβερντόν, Παιδαγωγός της Ανθρωπότητας.
Υπήρξε άνθρωπος, Χριστιανός και πολίτης.
Έκανε τα πάντα για τους άλλους, τίποτε για τον εαυτό του!
Ευλογημένο το όνομά του!

Ιδέες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Πεσταλότσι ήταν ένας ρομαντικός, που πίστευε ότι η εκπαίδευση πρέπει να κατανέμεται στα στοιχεία της ώστε να κατανοείται πλήρως. Με βάση τα όσα έμαθε στο Νόυχοφ, στο Στανς, στο Μπούργκντορφ και στο Υβερντόν, τόνιζε ότι κάθε πλευρά της ζωής του παιδιού συνεισέφερε στη διάπλαση της προσωπικότητάς του, του χαρακτήρα του και της ικανότητάς του για ορθό λόγο. Οι εκπαιδευτικές του μέθοδοι ήταν με κέντρο το παιδί και βασίζονταν πάνω στις ατομικές διαφορές, στην αισθητηριακή αντίληψη και στη δραστηριότητα του μαθητή. Εργάσθηκε στο Υβερντόν για να προσαρμόσει στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση τη διδασκαλία αρχαίων γλωσσών, κυρίως της λατινικής, αλλά και της ελληνικής και της εβραϊκής. Το 1819 ο Στέφαν Λούντβιχ Ροτ ήρθε να μαθητεύσει κοντά του και ο νέος του ανθρωπισμός συνεισέφερε στην ανάπτυξη της μεθόδου της διδασκαλίας γλωσσών. Οι Πεσταλότσι και Νήντερερ άσκησαν επίσης σημαντική επίδραση στη θεωρία της φυσικής αγωγής: ανέπτυξαν ένα σύστημα φυσικής ασκήσεως και υπαίθριων δραστηριοτήτων συνδεδεμένο με τη γενική, ηθική και διανοητική εκπαίδευση, το οποίο αντανακλούσε το ιδεώδες του Πεσταλότσι για την αρμονία και την ανθρώπινη αυτονομία.[29]

Η φιλοσοφία του για την εκπαίδευση βασιζόταν σε μία θεώρηση «τεσσάρων σφαιρών» για τη ζωή και στο ότι η ανθρώπινη φύση είναι κατά βάθος καλή. Οι πρώτες τρεις «εξωτερικές» σφαίρες (οικογένεια, επαγγελματική και ατομική αυτοπραγμάτωση, κράτος και έθνος) είχαν ως κέντρο την εφαρμογή της σχέσεως γονέα-παιδιού στην κοινωνία με τη διαμόρφωση του χαρακτήρα, της στάσεως προς τη μάθηση και της αίσθησης του καθήκοντος. Η τελευταία σφαίρα ήταν η εσωτερική ειρήνη και πίστη στον Θεό, που προκύπτει από την εκπαίδευση που έχει παράσχει το μέσο για την ικανοποίηση των βασικών υλικών αναγκών.[30]


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά, Αγγλικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 26  Απριλίου 2014.
  2. 2,0 2,1 2,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb12388114h. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  3. 3,0 3,1 3,2 «Encyclopædia Britannica» (Αγγλικά) biography/Johann-Heinrich-Pestalozzi. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  4. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά, Αγγλικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 11  Δεκεμβρίου 2014.
  5. 5,0 5,1 «Большая советская энциклопедия» (Ρωσικά) Η Μεγάλη Ρωσική Εγκυκλοπαίδεια. Μόσχα. 1969. Ανακτήθηκε στις 28  Σεπτεμβρίου 2015.
  6. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά, Αγγλικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 30  Δεκεμβρίου 2014.
  7. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb12388114h. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  8. CONOR.SI. 42817635.
  9. Michael Ruddy (10 Δεκεμβρίου 2000). «Pestalozzi and The Oswego Movement» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 27 Οκτωβρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 28 Ιουνίου 2015. 
  10. Barnard & Pestalozzi 1859, σελ. 14.
  11. Brühlmeier, Haller & Rubi, σελ. 1.
  12. Pinloche 1901, σελ. 15.
  13. Barnard & Pestalozzi 1859, σελ. 49.
  14. 14,0 14,1 Brühlmeier & Pestalozzi 1859, σελ. 1.
  15. Pestalozzi 1787.
  16. Pinloche 1901, σελ. 47.
  17. Pinloche 1901, σελ. 53.
  18. Atkin, Biddiss & Tallett 2011, σελ. 385.
  19. Barnard & Pestalozzi 1859, σελ. 60.
  20. Green 1905, σελ. 42.
  21. 21,0 21,1 Green 1905, σελ. 48.
  22. 22,0 22,1 Green 1905, σελ. 50.
  23. Green 1905, σελ. 51.
  24. Green 1905, σελ. 55.
  25. Brühlmeier, Haller & Rubi.
  26. Green 1905, σελ. 57.
  27. Pinloche 1901, σελ. 70.
  28. Green 1905, σελίδες 67–68.
  29. Dieter 1990, σελ. 115–32.
  30. Silvia 1997, σελίδες 143–46.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Atkin, Nicholas; Biddiss, Michael; Tallett, Frank (2011), The Wiley-Blackwell Dictionary of Modern European History since 1789, John Wiley & Sons .
  • Barnard, Henry; Pestalozzi, Johann (1859), Pestalozzi and Pestalozzianism: Life, Educational Principles, and Methods of Johann Heinrich Pestalozzi, FC Brownell .
  • Brühlmeier, Arthur; Haller, Adolf; Rubi, Heinrich, Pestalozzi's Biography, http://www.bruehlmeier.info/biography.htm .
  • Dieter, Jedan (1990), «Theory and Practice: Johann Heinrich Pestalozzi», Vitae Scholasticae .
  • Green, John Alfred (1905), The Educational Ideas of Pestalozzi, WB Clive .
  • Isaacson, Walter (2007), Einstein: His Life and Universe, Νέα Υόρκη: Simon & Schuster .
  • Pestalozzi, Johann Heinrich (1787), Leonard & Gertrude .
  • Pestalozzi, Johann Heinrich (1821), Enquiries into the Course of Nature in the Development of the Human Race .
  • Pinloche, Auguste (1901), Pestalozzi and the Foundation of the Modern Elementary School, C Scribner's Sons .
  • Postiglione, Gennaro (Μάρτιος 2004), One Hundred Houses for One Hundred European Architects of the Twentieth Century, Taschen, ISBN 978-3-8228-6312-1 .
  • von Raumer, Karl von (1855), The Life and System of Pestalozzi, Λονδίνο: Longman, Brown, Green & Longmans .
  • Silvia, Schmid (1997), «Pestalozzi's Spheres of Life», Journal of the Midwest History of Education Society .