Πατριάρχης Βουλγαρίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Πατριάρχης Πάσης Βουλγαρίας)
Πατριάρχης Βουλγαρίας
Επισκοπή
Ορθόδοξη
Έμβλημα του Πατριαρχείου Βουλγαρίας
ΠροσφώνησηΜακαριώτατος
Πρώτος επίσκοποςΛεόντιος (Μεσαιωνικός)
Κύριλλος (Νεότερος)
Ίδρυση918/919 (Μεσαιωνικός)
1953 (Νεότερος)
Ιστότοποςbg-patriarshia.bg

Ο Πατριάρχης Βουλγαρίας είναι προκαθήμενος της Βουλγαρικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ο Πατριάρχης, επισήμως, προσφωνείται ως Πατριάρχης Βουλγαρίας και Μητροπολίτης Σόφιας.

Μετά τον θάνατο του Πατριάρχη Νεοφύτου, στις 13 Μαρτίου 2024, ο θρόνος διατελεί σε χηρεία. Τοποτηρητής, έκτοτε, είναι o Μητροπολίτης Βράτζης Γρηγόριος.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μεσαιωνική περίοδος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Έπειτα από δύο καθοριστικής σημασίας νίκες εναντίον των Βυζαντινών στον Αχελώο (πλησίον της σημερινής πόλεως του Μπουργκάς) και τους Κατασύρτες (πλησίον της Κωνσταντινούπολης), η αυτόνομη Βουλγαρική Αρχιεπισκοπή διακηρύχθηκε αυτοκέφαλη και αναβαθμίστηκε στον βαθμό του Πατριαρχείου στην διάρκεια εκκλησιαστικής και εθνικής συνόδου η οποία έλαβε χώρα το 918 ή το 919. Ως συνέπεια της Συνθήκης του 927, η οποία επικύρωνε τη νίκη των Βουλγάρων στον Βυζαντινό-Βουλγαρικό Πόλεμο του 913-927, το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως αναγνώρισε την αυτοκεφαλία της Βουλγαρικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, καθώς και το πατριαρχικό της αξίωμα.[1][2] Ως αποτέλεσμα, το Βουλγαρικό Πατριαρχείο κατέστη η πέμπτη αυτοκέφαλη Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία μετά τα πατριαρχεία Κωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων. Έδρα του Πατριαρχείου ήταν η νέα βουλγαρική πρωτεύουσα, Πρέσλαβ, αν και θεωρείται πιθανό, ο Πατριάρχης να διέμενε στην πόλη Ντράσταρ (Σιλίστρα), παλαιοχριστιανικό κέντρο ιδιαιτέρως γνωστό για τους μάρτυρες και την χριστιανική του ιστορία.

Οθωμανική κατάκτηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την άλωση της πρωτεύουσας της Β΄ Βουλγαρικής Αυτοκρατορίας, Τάρνοβο, από τους Οθωμανούς το 1393 και τον εξορισμό του Πατριάρχη Ευθυμίου, η αυτοκέφαλη Βουλγαρική Εκκλησία διαλύθηκε. Η Βουλγαρική εκκλησιαστική ιεραρχία βρέθηκε εκ νέου υπό τον έλεγχο του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως.

Νεότερη περίοδος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι προϋποθέσεις για την παλινόρθωση του Βουλγαρικού Πατριαρχείου δημιουργήθηκαν μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν το 1945 το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως αναγνώρισε την αυτοκεφαλία της Βουλγαρικής Εκκλησίας. Το 1950, η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου υιοθέτησε νέο Καταστατικό Χάρτη, με τον οποίο άνοιξε ο δρόμος για την παλινόρθωση του Πατριαρχείου Βουλγαρίας και το 1953 εξέλεξε τον Μητροπολίτη Φιλιππουπόλεως, Κύριλλο, ως Πατριάρχη.

Μετά τον θάνατο του Πατριάρχη Κυρίλλου το 1971, η Εκκλησία εξέλεξε στην θέση του τον Μητροπολίτη Λόβετς, Μάξιμο,[3] ο οποίος και διατήρησε το αξίωμα έως τον θάνατό του το 2012.

Στις 24 Φεβρουαρίου 2013, ο Νεόφυτος Βουλγαρίας εξελέγη ως νέος προκαθήμενος, ο οποίος διετέλεσε Πατριάρχης ως τον θάνατο του το 2024.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. [1] Kiminas, D. (2009). The Ecumenical Patriarchate. Wildside Press LLC. p. 15
  2. [2] GENOV, R., & KALKANDJIEVA, D. (2007). Religion and Irreligion in Bulgaria: How Religious Are the Bulgarians? Religion and power in Europe: conflict and convergence, 257.
  3. Daniela Kalkandjieva, 26. Balgarskata pravoslavna tsarkva i darzhavata, 1944-1953 [The Bulgarian Orthodox Church and the State], (Sofia: Albatros, 1997).