Παντελεήμων Β. Σιναντίνο
| Παντελεήμων Β. Σιναντίνο Pantelimon V. Sinadino | |
|---|---|
| Γενικές πληροφορίες | |
| Γέννηση | 17 Ιουλίου 1875 Κισινάου |
| Θάνατος | 1940 Γκουλάγκ |
| Χώρα πολιτογράφησης | Ρωσική Αυτοκρατορία Βασίλειο της Ρουμανίας |
| Εκπαίδευση και γλώσσες | |
| Σπουδές | Πανεπιστήμιο του Κιέβου |
| Πληροφορίες ασχολίας | |
| Ιδιότητα | Δήμαρχος του Κισινάου (1903-1904, 1905-1907, 1909-1910) Μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων (1933-1934) |
| Πολιτική τοποθέτηση | |
| Πολιτικό κόμμα/Κίνημα | Εθνικό Φιλελεύθερο Κόμμα (Ρουμανία) |
| Συγγενείς | Παντελεήμων Ι. Σιναντίνο (παππούς) |
| Αξιώματα και βραβεύσεις | |
| Αξίωμα | μέλος της Κρατικής Δούμας της Ρωσικής Αυτοκρατορίας |
Ο Παντελεήμων Β. Σιναντίνο (ρουμανικά: Pantelimon V. Sinadino, Κισινάου, 17 Ιουλίου 1875 - Γκουλάγκ, 1940) ήταν πολιτικός, μέλος της Κρατικής Δούμας της Ρωσικής Αυτοκρατορίας από τη Βεσσαραβία, γιατρός και συγγραφέας Ελληνικής καταγωγής. Διετέλεσε επίσης δήμαρχος του Κισινάου το 1903–1904, 1905–1907 και 1909–1910.
Βιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Παντελεήμων Σιναντίνο γεννήθηκε σε οικογένεια Ελλήνων εμπόρων. Ο παππούς του, Παντελεήμων Ι. Σιναντίνο, ήταν δήμαρχος του Κισινάου τις περιόδους 1837-39 και 1840-42, και ο πατέρας του, Βίκτορ Σιναντίνο, επίτιμος πολίτης του Κισινάου, ίδρυσε πολλά σημαντικά κτίρια στην πόλη.
Σπούδασε στο 1ο Λύκειο του Κισινάου (τάξη 1894) και μετέπειτα στο Πανεπιστήμιο του Κιέβου με ειδίκευση στα χρηματοοικονομικά και την ιατρική.
Στις 25 Απριλίου 1903, έγινε δήμαρχος του Κισινάου, αντικαθιστώντας τον Κάρολ Σμιντ, ο οποίος είχε παραιτηθεί σε ένδειξη διαμαρτυρίας για το αντι-εβραϊκό Πογκρόμ του Κισινάου. Διετέλεσε δήμαρχος μέχρι τις 20 Ιανουαρίου 1904. Επέστρεψε στη θέση του δημάρχου του Κισινάου στις 11 Νοεμβρίου 1905, διοριζόμενος για τετραετή θητεία.
Στις 6 Φεβρουαρίου 1907, εξελέγη μέλος της Κρατικής Δούμας της Ρωσικής Αυτοκρατορίας όπου έμεινε μέχρι το 1917.[1] Στις 22 Οκτωβρίου 1909, εξελέγη δήμαρχος για τρίτη φορά, αλλά στις 15 Φεβρουαρίου 1910, παραιτήθηκε. Το 1917, έγινε μέλος του συμβουλίου της χώρας εκ μέρους της ελληνικής μειονότητας.
Στις αρχές του 1918, ως επικεφαλής αντιπροσωπείας γαιοκτημόνων της Βεσσαραβίας, συναντήθηκε με τον βασιλιά Φερδινάνδο στο Ιάσιο. Κατά τη διάρκεια αυτής της συνάντησης, οι γαιοκτήμονες, οι οποίοι κινδύνευαν να κατασχεθούν οι περιουσίες τους από τους μπολσεβίκους, δήλωσαν ότι είναι υποστηρικτές της ένωσης της Βεσσαραβίας με το Βασίλειο της Ρουμανίας, υπό την προϋπόθεση ότι για τις περιουσίες τους θα εγγυώνταν η Ρουμανική Κυβέρνηση.
Το 1933, κατόπιν πρόσκλησης του Ίον Ντούκα, έγινε μέλος του Εθνικού Φιλελεύθερου Κόμματος και εξελέγη στο Ρουμανικό Κοινοβούλιο.
Συνελήφθη στις 9 Ιουλίου 1940 από το Λαϊκό Επιτροπείο Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΣΣΔ και έκτοτε δεν είναι γνωστό τίποτα για την τύχη του.
Η σύζυγός του Ξένια και τα δύο παιδιά του, ο Αλεξάντρου και ο Βίκτορ, κατάφεραν να βρουν καταφύγιο στο Βουκουρέστι.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Deputatii Sfatului Tarii si Lavrenti Beria | Cultură< (στα ρουμανικά)
Βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Iurie Colesnic (1997). Chișinău: enciclopedie. Κισινάου: Editura Museum. ISBN 9789975906166. OCLC 883515156.
- Iurie Colesnic (2016). Generatia unirii. Κισινάου: Museum Cultura. ISBN 9789975128674. OCLC 1064481809.