Παντελής Χορν

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Παντελής Χορν
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1  Ιανουαρίου 1881[1]
Τεργέστη
Θάνατος1  Νοεμβρίου 1941[1]
Αθήνα
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςνέα ελληνική γλώσσα[1]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταθεατρικός συγγραφέας
αξιωματικός
Οικογένεια
ΤέκναΔημήτρης Χορν
Γιάννης Χορν
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Βαθμός/στρατόςΕλληνικό Πολεμικό Ναυτικό

Ο Παντελής Χορν (1 Ιανουαρίου 18811 Νοεμβρίου 1941) υπήρξε θεατρικός συγγραφέας σημαντικών έργων του ελληνικού δραματολογίου του 20ού αιώνα και αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού και του Λιμενικού Σώματος.

Ο θεατρολόγος Βάλτερ Πούχνερ τον χαρακτήρισε πρωτεργάτη του νεοελληνικού θεάτρου του 20ού αιώνα. Μαζί με τον Γρηγόριο Ξενόπουλο και τον Σπύρο Μελά θεωρούνται οι αξιολογότεροι θεατρικοί συγγραφείς του πρώτου μισού του 20ού αιώνα.
Έχει γράψει πάνω από 30 θεατρικά έργα – αν και δεν σώζονται παρά μόνο 12 πολύπρακτα και 4 μονόπρακτά του- γνωστότερα των οποίων είναι «Οι Πετροχάρηδες», «Το φιντανάκι», «Το Μελτεμάκι», «Ο Σέντζας», έργα τα οποία παίζονται μέχρι και σήμερα. Τα έργα του ανέβασαν οι σημαντικότεροι θίασοι και ηθοποιοί, όπως ο Βασίλης Αργυρόπουλος, ο Αιμίλιος Βεάκης, η Μαρίκα Κοτοπούλη και φυσικά η Κυβέλη, με την οποία τους συνέδεε και βαθιά πολύχρονη φιλία.[2]
Συνεργάστηκε επίσης με τις μεγαλύτερες ελληνικές εφημερίδες της εποχής του ως χρονογράφος, και σποραδικά ως θεατρικός κριτικός.

Τα σωζόμενα έργα του, συγκεντρώθηκαν σε πέντε τόμους και εκδόθηκαν από το ίδρυμα “Γουλανδρή-Χορν”.[3]

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε στην Τεργέστη της Ιταλίας και ήταν γιος του Δημητρίου Χορν, χρηματιστή γερμανοεβραϊκής καταγωγής[4], και της Σταματίνας Κουντουριώτη. Από την πλευρά της μητέρας του καταγόταν από την γνωστή οικογένεια Κουντουριώτη και ήταν εγγονός του Παντελή Κουντουριώτη, δισέγγονος του Λάζαρου Κουντουριώτη και ανιψιός του Παύλου Κουντουριώτη (δεύτερος εξάδελφος της μητέρας του). Αδελφός του ήταν ο Λάζαρος Χορν. Το 1888 η οικογένειά του εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Ελλάδα.

Απεβίωσε στην Αθήνα την 1η Νοεμβρίου 1941. Ήταν παντρεμένος με την Ευτέρπη Αποστολίδου και είχαν αποκτήσει δύο παιδιά: τον Γιάννη, εκδότη, και τον Δημήτριο, ηθοποιό. [5]

Στρατιωτική σταδιοδρομία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ακολουθώντας την ναυτική οικογενειακή παράδοση εισήλθε τον Οκτώβριο του 1895 στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, από την οποία αποφοίτησε το 1899 με τον βαθμό του Σημαιοφόρου. Ακολούθως υπηρέτησε στο εύδρομο «Ναύαρχος Μιαούλης», στα θωρηκτά «Σπέτσαι» και «Ψαρά» ενώ την περίοδο 1901 - 1907 τοποθετήθηκε στο Κεντρικό Προγυμναστήριο του Πόρου υπηρετώντας στους ατμομυοδρόμωνες «Αλφειό», «Ευρώτα» και «Πηνειό», στην ατμοημιολία «Αφρόεσσα» και στα θωρηκτά «Ύδρα» και «Σπέτσαι». Το 1905 προήχθη σε Ανθυποπλοίαρχο.[6]

Το 1910 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι στο πλαίσιο υπηρεσιακής εκπαίδευσης και τον επόμενο χρόνο υπέβαλε την παραίτησή του προκειμένου να ασχοληθεί με την τέχνη. Τον Σεπτέμβριο του 1912 ανακαλείται στην ενεργό υπηρεσία λόγω της συμμετοχής της Ελλάδας στον Βαλκανικό πόλεμο. Τον Οκτώβριο του 1912, κατόπιν διαταγής του αρχηγού του στόλου και θείου του Παύλου Κουντουριώτη, κατέλαβε την Ίμβρο, της οποίας διετέλεσε διοικητής για μικρό χρονικό διάστημα. Για τις εξαιρετικές υπηρεσίες που προσέφερε, τον Ιούνιο του 1913 προβιβάστηκε σε Πλωτάρχη. Με το τέλος των Βαλκανικών Πολέμων, το 1913, επανήλθε σε κατάσταση εφεδρείας. Με το ξέσπασμα του Α' Παγκοσμίου πολέμου, το φθινόπωρο του 1915, ανακλήθηκε σε ενέργεια και τοποθετήθηκε στην Διοίκηση Άμυνας του Σαρωνικού. Τον επόμενο χρόνο προσχώρησε στο στρατιωτικοπολιτικό κίνημα της «Έθνικής Άμυνας» και τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου τοποθετήθηκε από την προσωρινή κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης επιθεωρητής του λιμανιού της Χίου και επικεφαλής της ναυτικής άμυνας του νησιού. Εκεί γνωρίστηκε με τους Νικόλαο Πλαστήρα και Γεώργιο Παπανδρέου.

Το 1918 προήχθη -κατ' εκλογήν- σε Αντιπλοίαρχο τοποθετούμενος στη θέση του τμηματάρχη προσωπικού του Υπουργείου των Ναυτικών. Το 1919 ιδρύθηκε το Λιμενικό Σώμα, για τις ανάγκες του οποίου μετήχθησαν τέσσερις αξιωματικοί του Π.Ν. μεταξύ των οποίων και ο Παντελής Χορν, ο οποίος έλαβε τον βαθμό του Επιλιμενάρχη Β΄ τάξεως. Διετέλεσε Επιθεωρητής των Λιμενικών Αρχών αλλά ένα χρόνο αργότερα, το 1920, παραιτήθηκε εκ νέου. Το 1922 ανακλήθηκε στην ενεργό υπηρεσία για να τοποθετηθεί ξανά Επιθεωρητής των Λιμενικών Αρχών, θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι το 1926, οπότε και αποστρατεύθηκε με τον βαθμό του Υποναυάρχου.

Εργογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παρά την επαγγελματική του ενασχόληση, ο Παντελής Χορν εκδήλωσε την προτίμησή του προς την συγγραφή και το θέατρο. Γράφει ο ίδιος χαρακτηριστικά :Εκεί λοιπόν που λαχταρούσα την αγκαλιά της Μελπομένης, ο Ποσειδών με κρατούσε αιχμάλωτο και δεν με άφηνε να κάνω βήμα. Όργωνα τη θάλασσα με τον “Πηνειό” και μέσα στις τρικυμίες της συλλογιζόμουν την «Τρικυμία» του Σαίξπηρ. Ήρθαν στιγμές που απογοητεύτηκα. Ήθελα την ελευθερία μου. Ξαπλωμένος στην κουκέτα μου, ονειρευόμουν θεατρικά παρασκήνια. [7]

Το 1905, σε ηλικία 24 ετών, αρχίζει να συνεργάζεται με το φιλολογικό περιοδικό «Ο Νουμάς». Εδώ θα γράψει μια παρουσίαση στο έργο του Ίψεν «Η κυρά της θάλασσας», ενόψει του ανεβάσματός του από τον θίασο του Θωμά Οικονόμου, και θα δημοσιεύσει και τα δύο πρώτα θεατρικά του έργα, τον «Ξένο» και «Το Ανεχτίμητο»
«Ο Ξένος» είναι ένα σύντομο (μονόπρακτο) συμβολικό δράμα γραμμένο στη δημοτική, το οποίο δεν έχει παιχτεί ποτέ.
«Το Ανεχτίμητο» - πάνω στο μύθο του Γεφυριού της Άρταςτο οποίο πρωτο-εκδόθηκε από τις εκδόσεις του Νουμά, - αφιερωμένο στον Ψυχάρη (φανατικός οπαδός του οποίου ήταν ο Χορν)-το φθινόπωρο του 1906, τράβηξε την προσοχή των φιλολογικών κύκλων της εποχής, τόσο με θετικό όσο και με αρνητικό τρόπο. Οι δημοτικιστές το επαινούν, οι καθαρευουσιάνοι, με προεξάρχουσα όλων την εφημερίδα «Αθήναι», του Γεώργιου Πωπ, το κατακεραυνώνουν. «...[έργο] γραμμένον εις την φρικαλεωτέραν δημοτικήν και παρουσιάζον μακράς σκηνάς χυδαιολογικής αισχρολογίας» [8]. Οι κατηγορίες αυτές οδηγουν σε καταγγελία του συγγραφέα στο Υπουργείο Ναυτικών όπου με την κατηγορία της προσβολής των ηθών παραπέμπεται από τον τότε υπουργο Ναυτικών, Κωνσταντίνο Τρικούπη στο Ναυτοδικείο. Τελικά αθώωθηκε και απαλλάχθηκε με βούλευμα. Ούτε αυτό το έργο παραστάθηκε ποτέ.

«Οι Πετροχάρηδες» - θεατρικές αποτυχίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον ίδιο χρόνο γράφει την πρώτο του έργο που ανέβηκε στο θέατρο, τους «Πετροχάρηδες», που έγινε μεγάλη καλλιτεχνική επιτυχία. Το έργο, που το υπέγραψε με το ψευδώνυμο «Σ. Χαρλής», ανέβηκε στις 3 και 4 Ιουλίου του 1908 στο θέατρο Συντάγματος, από τον θίασο της Ροζαλίας Νίκα, σε σκηνοθεσία του Θωμά Οικονόμου και με τον Εδμόνδο Φυρστ στον πρωταγωνιστικό ρόλο.
Ύστερα από περίπου σαράντα μέρες, θα ανέβει στη σκηνή - διατηρώντας ακόμα το ψεύδωνυμό του- και το επόμενο έργο του, το μονόπρακτο «Το τίμιο σπίτι». Το έργο ανέβηκε στο θέατρο της Νέας Σκηνής στην Ομόνοια, στις 8 Αυγούστου του 1908 με πρωταγωνιστή τον Μήτσο Μυράτ, ενώ βασικό ρόλο κράτησε και η Μαρίκα Κοτοπούλη.
Το έργο ήταν αποτυχία, το θέμα δεν άρεσε στο κοινό που συνήθως παρακολουθούσε τις παραστάσεις της Νέας Σκηνής, και σύμφωνα με τους κριτικούς, το παίξιμο των ηθοποιών ήταν άτονο.
Στις 20 Ιουλίου του 1909 θα δεί ένα ακόμα έργο του να ανεβαίνει στο θέατρο. Πρόκειται για την «Μελάχρα», δράμα που ανέβηκε για μία μόνο παράσταση από τον θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη, με την ίδια στον επώνυμο ρόλο.

Το θωρηκτό «Ύδρα», στο οποίο υπηρέτησε ο Παντελής Χορν κατά το 1901 και πάλι το 1909

Στο θεατρικό σανίδι παρουσιάζεται ο μικρός μονόλογός του «Μες στο σκοτάδι», τον οποίο ερμήνευσε ο Ευτύχιος Βονασέρας, στο θέατρο Πανελλήνιον, στις 31 Ιανουαρίου του 1910. Το 1910 επίσης, ο Χορν συμμετέχει στον «Α' Αβερώφειο διαγωνισμό» θεατρικών έργων, με το τρίπρακτο δράμα του, «Ο άνθρωπός μας». Το έργο δεν διακρίθηκε στον διαγωνισμό, παρόλα αυτά όμως παραστάθηκε στο θέατρο «Βαριετέ», από τον θίασο Κυβέλης-Σαγιώρ, στις 21 και 22 Ιούνη του 1910. Ούτε εκεί είχε επιτυχία, γι' αυτό και ο συγγραφέας δεν έκανε κανέναν κόπο να διατηρήσει το κείμενο, και έτσι το έργο έχει κατά το μεγαλύτερο μέρος του χαθεί.
Τον Ιούλιο του ίδιου καλοκαιριού, ο Χορν θα δώσει δύο έργα του, στον σχετικά άγνωστο θίασο της εποχής του, της Βασιλείας Στεφάνου, το μονόπρακτο «Η Βασίλω του Χαρεντά», και το τρίπρακτο «Το κρίμα της μάνας», που ο θίασος ανέβασε στις 1 και 2 Ιουλίου στο απόμερο θέατρο «Νεαπόλεως», στην ίδια παράσταση. Ούτε αυτά τα δύο έργα, είχαν καμμιά επιτυχία, αγνοήθηκαν από κοινό και κριτικούς και μάλιστα έχουν και αυτά τα χειρόγραφα χαθεί.
Το 1911 θα γεννηθεί ο πρώτος του γιός, ο Γιάννης. Η υπηρεσία του τον στέλνει εκπαιδευτικό ταξίδι στη Γαλλία, για να ειδικευθεί στις τορπίλες. Θα παραμείνει στο Παρίσι μέχρι το 1912. Εκεί θα έρθει σε επαφή με τον πνευματικό κόσμο της Γαλλίας αλλά και με Έλληνες λογίους και θα αποφασίσει να εγκαταλείψει την στρατιωτική του καριέρα για χάρη της τέχνης. Υποβάλλει αίτηση παραίτησης από το βαθμό και τη θέση του, η οποία γίνεται δεκτή τον Αύγουστο του 1911. Θα συνεχίσει την παραμονή του στο Παρίσι ενώ τον χειμώνα του ίδιου έτους θα ανεβεί στο Δημοτικό θέατρο του Βόλου, από τον θίασο της Κυβέλης, το τετράπρακτο δράμα του, «Οι νικημένοι». Ύστερα από ένα μήνα περίπου το έργο θα ανέβει και στην Αθήνα, και πάλι από την Κυβέλη, στο Βασιλικό Θέατρο (Ελλάδα). Και αυτό πέρασε απαρατήρητο, και πλέον χαμένο.
Ενώ βρισκόταν στο Παρίσι, στέλνει το καλοκαίρι του 1912, στην συνεργάτιδα κα φίλη του πλέον, Κυβέλη, το μονόπρακτο δράμα του, «Φιορέλα». Με αυτό το έργο συμμετέχει στον «Β' Αβερώφειο διαγωνισμό», αφού η Κυβέλη το παρουσιάζει στο θέατρο της, στις 12 Αυγούστου. Στο έργο εμφανίζεται πρώτη φορά, μωρό, η κόρη της Κυβέλης και μετέπειτα ηθοποιός Μιράντα Μυράτ, ενώ πρωταγωνίστρια είναι η Κυβέλη. Το έργο είχε κακή υποδοχή από το κοινό, ενώ άρεσε στους κριτικούς, όμως δεν ξαναπαίχθηκε ποτέ, αφού κα αυτό το κείμενο ήταν χαμένο (το έργο βρέθηκε τελικά γύρω στα 1990, στο αρχείο του Παντελή Χορν, που διατήρησε ο γιός του, Δημήτρης).

Το 1915 θα εγκαινιάσει την συνεργασία του με τις εφημερίδες, δημοσιεύοντας στο «Έθνος».
Τρία έργα του θα δουν το φώς της σκηνής αυτήν τη χρονιά: Η «Παναγία η κατηφορίτισσα»- τρίπρακτο δράμα - πού παίχτηκε στο θέατρο Κοτοπούλη από τις 22 έως τις 26 Απρίλη του 1915, γνωρίζοντας μεγάλη επιτυχία. Στο έργο πρωταγωνίστησαν ο Αιμίλιος Βεάκης και η Μαρίκα Κοτοπούλη. Το έργο που ήταν η συμμετοχή του Χορν στον «Γ' Αβερώφειο διαγωνισμό», και που κριτικοί και κοινό βρήκαν εξαιρετικό, δεν σώζεται. Επόμενο, οι «Φλόγες», πατριωτικό δράμα τριών πράξεων, που ανεβαίνει από τις 23 ως τις 27 Μάη του 1915 στο θέατρο Συντάγματος από τον θίασο Ροζάν-Γαβριηλίδη-Ιακωβίδη. Στο έργο πρωταγωνιστούσαν η Μερόπη Ροζάν, ο Περικλής Γαβριηλίδης και άλλοι (άγνωστοι σήμερα) ηθοποιοί. Και αυτό το κείμενο έχει χαθεί. Και τελευταίο για το 1915, «Η κερένια κούκλα». Το έργο αποτελεί τη θεατρική διασκευή του γνωστού ομώνυμου μυθιστορήματος -«Η κερένια κούκλα» του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου, πνευματική φυσιογνωμία που ο Χορν θαύμαζε απεριόριστα. Ανέβηκε στις 14 και 15 Ιούλη του 1915 από τον θίασο της Κυβέλης, και ήταν το καλλιτεχνικό γεγονός της χρονιάς. Τους πρωταγωνιστικούς ρόλους κρατούσαν η Κυβέλη, η Βάσω Δημοπούλου και ο Νικόλαος Ροζάν.
Το 1915, ιδιαίτερα παραγωγική χρονιά για τον συγγραφέα, θα γράψει επίσης το τρίπρακτο δράμα «Η πλημμύρα». Το έργο δεν παίχτηκε ποτέ και μάλιστα ήταν άγνωστο μέχρι τη δεκαετία του 1990.[9]

Την ίδια χρονιά θα κάνει την εμφάνισή του και σαν ποιητής: θα δημοσιεύσει 4 ποιήματά του, στο πρώτο τεύχος του περιοδικού «Αρμονία».
Τον Σεπτέμβρη του 1917 θα παιχτεί από την Κυβέλη το τρίπρακτο δράμα του, το «Μαύρο Καράβι». Πρωταγωνιστούσαν εκτός από την Κυβέλη, ο Αιμίλιος Βεάκης αλλά και -σε μια από τις σπάνιες εμφανίσεις του- και ο Θωμάς Οικονόμου, που είχε αναλάβει και την σκηνοθεσία της παράστασης. Το έργο παίχτηκε μόνο 3 φορές και από τότε ξεχάστηκε. Ακόμα ένα κείμενο που έχει χαθεί.

Τον Ιούλιο, ένα ακόμη χαμένο σήμερα, τρίπρακτο δράμα του ανεβαίνει στη σκηνή και πάλι από την Κυβέλη. Πρόκειται για την Ανατολίτισσα, η πρεμιέρα της οποίας έγινε παρουσία του πρωθυπουργού Βενιζέλου, του Παύλου Κουντουριώτη και πολλών υπουργών. Το έργο θεωρήθηκε παταγώδη αποτυχία, και οι κριτικοί με προεξάρχοντα τον Φώτο Πολίτη, τον κατακεραύνωσαν.

«Το φιντανάκι» - θεατρικές επιτυχίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1921 , χρονιά που γεννήθηκε ο δεύτερος γιός του ο Δημήτρης Χορν και αφού προηγήθηκαν 10 (από άποψη αποδοχής) αποτυχίες (!!!), έρχεται η δεύτερη -μετά τους «Πετροχάρηδες»- διαχρονική επιτυχία του. «Το φιντανάκι», αθηναϊκή ηθογραφία 3 πράξεων, ανεβαίνει από το θίασο της Κυβέλης, (χωρίς όμως να παίξει εκείνη), τον Σεπτέμβρη του 1921. Πρωταγωνιστούσαν ο Αιμίλιος Βεάκης και η Σαπφώ Αλκαίου. Το έργο γνώρισε αμέσως και απο το κοινό και από τους κριτικούς θερμή υποδοχή. Βραβεύτηκε μάλιστα στον Αβέρωφειο διαγωνισμό του 1922. Το θεατρικό έργο το διασκεύασε αργότερα ο συγγραφέας του, σε μυθιστόρημα, το οποίο δημοσιεύτηκε σε συνέχειες στην εφημερίδα «Ελεύθερο Βήμα», τον χειμώνα του ίδιου χρόνου.
Τ Εγκαινιάζει τη συνεργασία του με την εφημερίδα «Ελεύθερο Βήμα» υπογράφοντας τη στήλη του με το ψευδώνυμο «Μώμος» και τον Αύγουστο του 1922 η Μαρίκα Κοτοπούλη ανεβάζει στο θέατρό της, την επόμενη αθηναϊκή ηθογραφία του, τη «Σταχτομπούτα». Το έργο έχει μια κάποια επιτυχία, όχι όμως αντίστοιχη του «Φυντανακίου». Και αυτό ανήκει στα χαμένα.

Στις 17 Σεπτέμβρη 1923 η Κυβέλη θα ανεβάσει το δίπρακτο δράμα του «Η Νταλμανοπούλα», έργο που θα γνωρίσει και αυτό την επιτυχία. Τον Νοέμβρη ο Χορν, βραβεύεται με το «Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών» για την προσφορά του στο θέατρο. Τον Αύγουστο του 1924 η Κυβέλη θα ανεβάσει στο θεάτρό της, ακόμα μια αθηναϊκή ηθογραφία του, τις «Γειτόνισσες». Η Σαπφώ Αλκαίου στο ρόλο μια λαϊκής γυναικούλας έδωσε μια εξαιρετική ερμηνεία, -ήταν ένας προσωπικός της θρίαμβος- το έργο άρεσε στο κοινό, αλλά δίχασε τους κριτικούς. Το 1925 είναι ιδιαίτερα παραγωγική χρονιά για τον Χορν. Θα παιχτούν δύο έργα του,τα οποία θεωρούνται από τα καλύτερά του. Πρώτο ανέβηκε η κωμωδία του, «Ο Σέντζας», τον Μάη του 1925, στο θέατρο «Κεντρικόν», από τον θίασο Αιμ. Βεάκη - Χρ. Νέζερ. Και ο «Ο Σέντζας», λόγω του τολμηρού για την εποχή του θέματος προκάλεσε δυσμενή σχόλια στον ημερήσιο Τύπο. Οι κριτικοί - με εξαίρεση τον Άλκη Θρύλο και τον Κωστή Μπαστιά, που θεώρησαν το έργο ένα από τα καλύτερα του συγγραφέα - το καταδίκασαν. Το έργο δεν ξαναπαρουσιάστηκε γιατί και αυτό το χειρόγραφο θεωρούνταν χαμένο. Το ανακάλυψε και αυτό μαζί με τα υπόλοιπα η επιμελήτρια των «Απάντων» του Χορν, Έφη Βαφειάδη. Το έργο ύστερα από 77 ολόκληρα χρόνια, ανέβηκε από την «Νέα Σκηνή» του Εθνικού θεάτρου το 2002, σε σκηνοθεσία του Κώστα Τσιάνου, και με πρωταγωνιστές τον Τάκη Χρυσικάκο και τον Τάσο Πεζιρκιανίδη.[10].
Δεύτερο έργο εκείνου του χρόνου, που ανέβηκε τον Ιούλη από την Μαρίκα Κοτοπούλη - με έναν ρόλο να κρατά και η νεαρή τότε Γεωργία Βασιλειάδου, «Η Φλαντρώ», «τραγωδία του πόθου», όπως την ονόμασε ο συγγραφέας. Οι κριτικοί, με επικεφαλής τον Φώτο Πολίτη, το καταδίκασαν και αυτό. Ωστόσο το έργο άντεξε στο χρόνο, θεωρείται από τα αρτιότερα του τεχνικά και το θέμα του (το ερωτικό ένστικτο και η ορμή του) σήμερα δεν ξενίζει κανέναν.
Το 1926 γράφει τη μονόπρακτη κωμωδία «Στη λαύρα του μεσημεριού» -και αυτό χαμένο σήμερα- το οποίο παίζεται τον Αύγουστο στο θέατρο Κοτοπούλη από τον θίασο της Τασίας Κύρου. Τον Δεκέμβρη του 1926 η Μαρίκα Κοτοπούλη ανεβάζει τη δίπρακτη νησιώτικη ηθογραφία του «Στο Πανηγύρι» - και αυτό χαμένο-. Στο έργο έπαιζε έναν από τους πρώτους ρόλους του ο Αλέξης Μινωτής. Το έργο άρεσε σε κοινό και κριτικούς.

Το 1927 και συγκεκριμένα τον Ιούλιο ανεβαίνει από τον θίασο του Βασίλη Αργυρόπουλου η κωμωδία του «Η Ψωροκώσταινα». Το έργο άρεσε στο κοινό, ήταν εισπρακτική επιτυχία, ενώ οι θεατρικοί κριτικοί το βρήκαν μέτριο.

«Το Μελτεμάκι» - Προς το τέλος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

«Το Μελτεμάκι» είναι η πιο γνωστή κωμωδία του Χορν, ένα έργο-βάση των δραματολογίων των ελληνικών θιάσων γι' αυτό και έχει παρουσιαστεί στη σκηνή πάμπολλες φορές. Η πρώτη παράσταση ωστόσο, δόθηκε από τον θίασο της Κυβέλης, τον Οκτώβρη του 1927, με πρωταγωνίστρια την κόρη της Κυβέλης, Αλίκη. Το έργο έγινε μεγάλη επιτυχία αφού άρεσε ομόφωνα αυτή τη φορά και στο κοινό και στους κριτικούς. Δυο χρόνια μετά, το θεατρικό κείμενο δημοσιεύτηκε στην Νέα Εστία.
Τον Απρίλη του 1928 δόθηκαν τρεις μόνο παραστάσεις του έργου του «Σκραπ» και πάλι από τον θίασο της Κυβέλης. Το έργο όμως ήταν αποτυχία, δεν άρεσε ούτε στην κριτική ούτε και στο κοινό, και το κείμενο έχει και αυτό χαθεί. Τον Ιούνιο του 1928 ο Χορν θα δώσει την κομεντί του, «Γυναίκα-θάλασσα» στον θίασο «Καλλιτεχνική Ένωση» με πρωταγωνίστρια την Ελένη Παπαδάκη, και τον Χορν και υποδύεται και αυτός ένα από τα πρόσωπα του έργου, παρότι ο ίδιος παραδέχτηκε “...ότι αυτό ήταν ασέβεια για την τέχνη του ηθοποιού.”[11] Από το έργο αυτό, σώζονται σήμερα μόνο αποσπάσματα.
Το 1929 ο Χορν θα ταράξει και πάλι τα νερά της ηθικής τάξης. Ο θίασος του Βασίλη Αργυρόπουλου ανεβάζει τον Ιούλη, το σατιρικό έργο «Σιγανοπαπαδιές». Το έργο κατέβηκε ύστερα από τρεις παραστάσεις με εντολή της Αστυνομίας γιατί προσέβαλε τον κλήρο και τη θρησκεία. Ύστερα από τη γνωμοδότηση της επιτροπής που σχηματίστηκε για να εγκρίνει ή όχι την συνέχιση των παραστάσεων, μέλος της οποίας ήταν και ο πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων Νικόλαος Λάσκαρης, αποφασίστηκε να συνεχιστούν οι παραστάσεις αφού αναγραφεί ότι το έργο είναι ακατάλληλο για ανηλίκους και αφού αφαιρεθούν ορισμένες σκηνές. Όλα αυτά δεν είχαν σαν αποτέλεσμα παρά το έργο να γίνει επιτυχία, εισπρακτική κυρίως. Και αυτό το κείμενο δυστυχώς έχει χαθεί. Τον Οκτώβριο του 1929 - το χαμένο σήμερα έργο του - «Ο Σταθμός» ανεβαίνει για 4 μόλις παραστάσεις από τον θίασο της Κυβέλης. Οι σκηνογραφίες ήταν του πρωτοεμφανιζόμενου τότε σκηνογράφου Κλεόβουλου Κλώνη. Η παράσταση επαινέθηκε από την κριτική όχι όμως και από το κοινό.
Την ίδια χρονιά συνεργάζεται με την εφημερίδα «Εσπερινή», συνεργασία που κρατάει μέχρι το 1931, που αρχίζει την συνεργασία του με την εφημερίδα «Βραδυνή» -χρονογράφος της στήλης «Λογικά και Παράλογα», η οποία θα διαρκέσει μέχρι και το 1937. Το 1931 η θεατρική παραγωγή του θα περιοριστεί μόνο σε δύο μονόπρακτα. Το πρώτο που γράφτηκε σε συνεργασία με τον Δημήτρη Ευαγγελίδη -η μόνη συνεργασία του Χορν- έχει τίτλο «Ο κ. Πρόξενος» και παρουσιάστηκε τον Ιούνιο του 1931, από τον «Θίασο των Νέων Καλλιτεχνών», του Δημήτρη Ιωαννόπουλου. Το δεύτερο μονόπρακτο η «Εύα» δεν ανέβηκε ποτέ στη σκηνή, παρά μόνο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Μπουκέτο, την χρονιά που ο Χορν έγραφε για το περιοδικό την αυτοβιογραφία του, με τίτλο «Ανεμομαζώματα».
Το 1934 θα γράψει το έργο «Δεν αγαπάμε τον ίδιον». Το έργο είχε την τύχη να ανεβεί, τον Αύγουστο του 1931, από τον θίασο Κυβέλης - Μαρίκας, σε μια σπάνια από κοινού παράστασή τους. Εκτός από τις δύο πρωταγωνίστριες που ερμήνευαν τους βασικούς ρόλους, στο έργο εμφανίστηκαν επίσης οι νεαροί τότε Γιώργος Παππάς και Βασίλης Λογοθετίδης. Η κριτική ομόφωνα, το βρήκε κακό. Το 1936 , χρονιά που θα συνεργαστεί και με την εφημερίδα «Ελεύθερη Γνώμη», ο Χορν γράφει την τελευταία κωμωδία του, «Τα τσαλιμάκια». Το έργο ανέβηκε (δυο βδομάδες μετά την άνοδο του Μεταξά στην εξουσία) στο θέατρο Αλίκης, από τον θίασο Αλίκης - Μουσούρη - Νέζερ. Στο έργο θα παίξουν επίσης η Μαρίκα Νέζερ και η Ντόρα Βολανάκη. Ούτε αυτό το χειρόγραφο σώζεται, επομένως το έργο δεν επαναλήφθηκε ποτέ.
Το 1937 θα δεί για τελευταία χρονιά, έργο του να ανεβαίνει στη σκηνή. Πρόκεται για το μέχρι πρότινος χαμένο δράμα του «Ζωή και Παραμύθι» που ανέβασε ο θίασος της Κατερίνας Ανδρεάδη.
Τα υπόλοιπα χρόνια θα τα περάσει γράφοντας μόνο στις εφημερίδες, με τελευταία συνεργασία στο «Ελεύθερο Μέλλον».

Παραστασιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

[12]

«Οι Πετροχάρηδες», δράμα. Θίασος Ροζαλίας Νίκα, θέατρον «Συντάγματος»
«Το τίμιο σπίτι», τραγική σάτιρα. Θίασος «Νέα Σκηνή: Κυβέλη, Σαγιώρ, Μυράτ», θέατρο «Νέα Σκηνή» (Ομόνοια)
«Μελάχρα», δράμα. Θίασος «Νέα Σκηνή: Κυβέλη, Σαγιώρ, Μυράτ», θέατρο «Νέα Σκηνή»(Ομόνοια)
«Μες στο σκοτάδι», δραματικός μονόλογος. Θέατρο «Πανελλήνιον», Ευτύχιος Βονασέρας
«Ο άνθρωπός μας», δράμα. θίασος «Νέα Σκηνή: Κυβέλη, Σαγιώρ, Μυράτ», θέατρο «Νέα Σκηνή» (Ομόνοια)
«Το κρίμα της μάνας». Θίασος Βασιλείας Στεφάνου, θέατρο «Νεαπόλεως»
«Η Βασίλω του Χαρεντά». Θίασος Βασιλείας Στεφάνου, θέατρο «Νεαπόλεως»
«Οι νικημένοι». Θίασος Κυβέλης, – «Δημοτικό θέατρο» Βόλου
«Φιορέλα». Θίασος – θέατρο «Κυβέλης»
«Η Παναγία η κατηφορήτισσα», δράμα. Θίασος Κοτοπούλη – θέατρο «Κοτοπούλη»
«Φλόγες», δράμα. Θίασος Ροζάν-Γαβριηλίδη-Ιακωβίδη, θέατρο «Συντάγματος»
«Η κερένια κούκλα» (διασκευή του μυθιστορήματος Η κερένια κούκλα του Χρηστομάνου), δράμα. Θίασος - θέατρο «Κυβέλης»
«Το μαύρο καράβι», δράμα. Θίασος – θέατρο «Κυβέλης»
«Ανατολίτισσα», δράμα. Θίασος – θέατρο «Κυβέλης»
«Το φιντανάκι», αθηναϊκή ηθογραφία. Θίασος -θέατρο «Κυβέλης»
«Η σταχτομπούτα», αθηναϊκή ηθογραφία. Θίασος – θέατρο «Κοτοπούλη»
«Η νταλμανοπούλα», δράμα. Θίασος – θέατρο «Κυβέλης»

1924

«Οι γειτόνισσες», αθηναϊκή ηθογραφία. Θίασος – θέατρο «Κυβέλης»
«Ο Σέντζας», κωμωδία. Θίασος ΒεάκηΝέζερ, θέατρο «Κεντρικόν»
«Φλαντρώ», τραγωδία του πόθου. Θίασος – θέατρο «Κοτοπούλη»
«Στη λαύρα του μεσημεριού». Θίασος Τασίας Κύρου, θέατρο «Κοτοπούλη»
«Στο πανηγύρι», νησιώτικη ηθογραφία. Θίασος – θέατρο «Κοτοπούλη»
«Η ψωροκώσταινα», σκηνική γελοιογραφία σε 3 μέρη. Θίασος Βασίλη Αργυρόπουλου, θέατρο «Αλάμπρα»
«Το μελτεμάκι», κωμωδία. Θίασος Κυβέλη, θέατρο «Απόλλων»
«Σκραπ», φαντασία τρίπρακτη. Θίασος Κυβέλης -Νέο θέατρο «Κυβέλης» (πρώην «Διονύσια»)
«Γυναίκα-θάλασσα», κομεντί. Θίασος «Καλλιτεχνική Ένωσις», με Ελένη Παπαδάκη και τον ίδιο τον Χορν ως ηθοποιό, θέατρο «Αλάμπρα»
«Σιγανοπαπαδιές», σατιρική κωμωδία. Θίασος Αργυρόπουλου, θέατρο «Κεντρικόν»
«Σταθμός». Θίασος-θέατρο «Κυβέλης»
«Ο κ. πρόξενος». Θίασος «Νέοι καλλιτέχναι», θέατρο «Ατλαντίς»
«Δεν αγαπάμε τον ίδιο». Θίασος Κυβέλης – Μαρίκας, θέατρο «Κοτοπούλη»
«Τα τσαλιμάκια», κωμωδία. Θίασος Αλίκης, Μουσούρη, Νέζερ – θέατρο «Αλίκης»
«Ζωή και Παραμύθι». Θίασος Κατερίνας, θέατρο «Κεντρικόν»

[13]

Κατάλογος θεατρικών παραστάσεων που βασίζονται σε θεατρικά έργα του Π. Χορν

Παραπομπές - σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb15088641p. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  2. https://kyveli.eu/kyveli/biography/the-modern-greek-theatre/
  3. https://www.biblionet.gr/titleinfo/?titleid=43746/
  4. Ξενόπουλος, περιοδικό Νέα Εστία, τεύχος 6, σελ.357
  5. Μπορδόκας, Κωνσταντίνος (21 Νοεμβρίου 2022). «Tο οικογενειακό «δέντρο» των Ελλήνων καλλιτεχνών». eleftherostypos.gr. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Οκτωβρίου 2023. Ανακτήθηκε στις 3 Οκτωβρίου 2023. 
  6. Ευτέρπη Βαφειάδου: Εισαγωγή στη δραματουργία του Παντελή Χορν, σελ.34-35
  7. Περιοδικό «Μπουκέτο», στην αυτοβιογραφία του με τίτλο «Ανεμομαζώματα», τόμος 8, τεύχος 400, σελ.1144
  8. Εφημερίδα «Αθήναι» της 7ης Οκτωβρίου του 1906
  9. Το έργο βρέθηκε κατά τη διάρκεια της επιμέλειας του αρχείου του συγγραφέα από την Ευτέρπη Βαφειάδη. Αναφέρεται στη διδακτορική διατριβή της που εκπόνησε το 1994.
  10. http://www.kathimerini.gr/134023/article/politismos/arxeio-politismoy/o-kosmogyrismenos-sentzas-toy-p-xorn-sth-nea-skhnh-toy-e8nikoy
  11. Εισαγωγή στη δραματουργία του Παντελή Χορν, σελ. 78
  12. Αναφέρονται οι πρώτες παραστάσεις των έργων του
  13. Πηγή: Βαφειάδου Ευτέρπη, «Εισαγωγή στη δραματουργία του Παντελή Χορ»ν, (διδακτορική διατριβή για το ΑΠΘ, 1994)

Πηγές - βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Βιογραφικό του συγγραφέα[νεκρός σύνδεσμος] από το ΕΚΕΒΙ.
  • Έργα του συγγραφέα και κριτικές των έργων του είναι διαθέσιμα σε περιοδικά των αρχών του 20ού αιώνα από τις ψηφιακές συλλογές "Κοσμόπολις" και "Πλειάς" του Πανεπιστημίου Πατρών.
  • Σπάθης Δ., «Το Νεοελληνικό Θέατρο», Ελλάδα - Ιστορία και Πολιτισμός, Αθήνα, 1983.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]