Πάουλους Μπορ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πάουλους Μπορ
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Paulus Bor (Ολλανδικά)
Γέννηση1601[1][2][3]
Άμερσφοορτ
Θάνατος10  Αυγούστου 1669[4][2][5]
Άμερσφοορτ
Χώρα πολιτογράφησηςΟλλανδία
Ιδιότηταζωγράφος
Είδος τέχνηςέργο ιστορικής θεματολογίας, προσωπογραφία, ρωπογραφία, θρησκευτική τέχνη και Νεκρή φύση
Σημαντικά έργαPharao's daughter discovers Moses in the rush basket, Cydippe with the Apple of Acontius και The Flower Vendor
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Πάουλους Μπορ (ολλανδικά: Paulus Bor, ΄Άμερσφοορτ, π. 1601 - Άμερσφοορτ, 10 Αυγούστου 1669) ήταν Ολλανδός ζωγράφος της Χρυσής Ολλανδικής Εποχής στη ζωγραφική.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μπορ γεννήθηκε στο Άμερσφοορτ γύρω στο 1601 και προερχόταν από εύπορη καθολική οικογένεια. Ο παππούς του, Γιανς Μπορ, ήταν ένας από τους επιφανέστερους πολίτες του Άμερσφοορτ και ο πατέρας του, που επίσης λεγόταν Πάουλους Μπορ, ήταν εύπορος έμπορος ενδυμάτων στην πόλη.[6] Ωστόσο, δεν είναι γνωστά στοιχεία σχετικά με τη νεανική ζωή και την εκπαίδευσή του, αν και είναι σαφές ότι ήταν εξοικειωμένος με έργα μεγάλων ζωγράφων από την Ουτρέχτη, όπως των Άμπραχαμ Μπλούμερτ και Γιαν φαν Μπάιλερτ.[6]

Το 1620 πραγματοποίησε ταξίδι στη Ρώμη, όπου παρέμεινε ως το 1626,[7] αν και σε άλλες πηγές αναγράφεται ότι παρέμεινε ως το 1623,[8] που μάλλον δεν αληθεύει, καθώς ο Liedke αναγράφει ότι το 1624 διέμενε στην Πιάτσα ντι Σπάνια μαζί με δύο συμπατριώτες του και τον Ιταλό ζωγράφο Μικελάντζελό Τσερκουότσι (Michelangelo Cerquozzi),[6] ενώ άλλη πηγή αναφέρει ότι στην πόλη πήγε το 1623.[9] Στη Ρώμη έγινε ένας από τους ιδρυτές των Bentvueghels, συνδέσμου που συστάθηκε από τους Ολλανδούς και Φλαμανδούς ζωγράφους που δραστηριοποιούνταν καλλιτεχνικά στην πόλη, όπως οι Ντιρκ φαν Μπαμπούρεν, Κορνέλις φαν Πούλενμπουρχ και, πιθανότατα ο Γιαν φαν Μπάιλερτ. Εκεί του απονεμήθηκε, κατά τη συνήθεια του συνδέσμου, το προσωνύμιο "Orlando", πιθανόν από το έργο του Αριόστο Orlando Furioso.[6]

Το 1626 επέστρεψε στο Άμερσφοορτ και έγινε μέλος στην εκεί Συντεχνία του Αγίου Λουκά. Το ίδιο έτος συμμετέχει στη δημιουργία διακοσμήσεων στο κυνηγετικό περίπτερο Huis Honselaarsdijk, που ανήκε στον Φρέντερικ - Χένρι της Οράγγης, υπό την καθοδήγηση του Γιάκομπ φαν Κάμπεν (το περίπτερο σήμερα έχει καταστραφεί)[9]. Συμμετείχε, επίσης, στη διακόσμηση του Huis ten-Bosch.[7]

Το 1632 ο Πάουλους νυμφεύτηκε την Αλέιντα φαν Κραχτβάιχ (Aleijda van Crachtwijck), προερχόμενη από οικογένεια πατρικίων της γενέτειράς του. Η περιουσία και των δύο ανερχόταν σε 10.000 γκίλντερς, ποσόν που αντιστοιχούσε στις δαπάνες ενός ευκατάστατου ζεύγους της μεσαίας τάξης για δέκα ή δώδεκα χρόνια. Έχοντας προσόδους από επενδύσεις και ενοίκια, ο Μπορ ασφαλώς δεν ζωγράφιζε για λόγους βιοπορισμού, γι' αυτό και η παραγωγή πινάκων από πλευράς του είναι σχετικά μικρή: Γνωστοί είναι περίπου 25 πίνακές του.[6]

Τα έργα που δημιούργησε αμέσως μετά την επιστροφή του στην Ολλανδία είναι σαφώς επηρεασμένα από τον Οράτσιο Τζεντιλέσκι και ασφαλώς τον κατατάσσουν ανάμεσα στους Καραβατζιστές της Ουτρέχτης. Αργότερα το ύφος του άλλαξε, προσομοιάζοντας με αυτό του Κάμπεν. Τα έργα του διέθεταν ποιητική γοητεία και αφηγηματική απλότητα, όπου κυριαρχεί το γκρίζο και το λευκό[7] και, μολονότι λίγο απλοϊκά ως προς την τεχνική τους, αποπνέουν κάποιο μυστήριο. Η πλειονότητα των έργων του απεικονίζει μια και μοναδική μορφή και λίγα στοιχεία νεκρής φύσης, πολύ όμορφα δοσμένα, ώστε να τονίζουν το κυρίως θέμα. Είναι, επίσης, εκλεπτυσμένα και στοχαστικά, θα έλεγε κανείς προορισμένα για τη μορφωμένη ολλανδική αριστοκρατία. Παρά το ότι ήταν καθολικός, ο Μπορ ζωγράφισε λίγα θρησκευτικά θέματα, ανάμεσα στα οποία Ο Ιησούς ανάμεσα στους ιατρούς (σήμερα στο Κεντρικό Μουσείο της Ουτρέχτης, χρονολογημένο από τον ιστορικό τέχνης Λέοναρντ Σλάτκες (Leonard J. Slatkes) περί το 1635)[9]

Ένα από τα πρώτα έργα του Μπορ είναι ομαδικό πορτρέτο με δεκατρείς μορφές (ασυνήθιστο για τον καλλιτέχνη) που απεικονίζει την Οικογένεια φαν Φάνεφελντ με τη Χάρη του Θεού (σήμερα στο νοσοκομείο Saint Pieters en-Blockland του Άμερσφοορτ), χρονολογούμενο το 1628.[6] Το ώριμο ύφος του ο καλλιτέχνης άρχισε να το αναπτύσσει τη δεκαετία του 1630 και είναι επηρεασμένο από τους κλασικιστές του Χάαρλεμ, όπως οι Σάλομον ντε Μπράι, Γιάκομπ φαν Κάμπεν και Πίτερ ντε Χρέμπερ.[6]

Φωτοθήκη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά, Αγγλικά) Gemeinsame Normdatei. 13274175X. Ανακτήθηκε στις 14  Οκτωβρίου 2015.
  2. 2,0 2,1 «Paulus Bor». Biografisch Portaal. 05545389.
  3. (Ολλανδικά) RKDartists. 10675. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  4. (Ολλανδικά) RKDartists. rkd.nl/explore/artists/10675. Ανακτήθηκε στις 27  Αυγούστου 2017.
  5. «Bor, Paulus» 12  Δεκεμβρίου 2017.
  6. 6,0 6,1 6,2 6,3 6,4 6,5 6,6 Walter A. Liedtke, Metropolitan Museum of Art (New York, N.Y.), Dutch Paintings in the Metropolitan Museum of Art, Metropolitan Museum of Art, 2007 στα Google Books, τ. Α΄ σελ. 53
  7. 7,0 7,1 7,2 Encyclopedie Larousse (γαλλικά)
  8. Essential Vermeer
  9. 9,0 9,1 9,2 Artnet: Paulus Bor called Orlando

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Paulus Bor στο Wikimedia Commons