Πάνος Αραβαντινός

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πάνος Αραβαντινός
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1886[1][2]
Κέρκυρα[3]
Θάνατος4  Δεκεμβρίου 1930
Παρίσι
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΕλληνικά
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταζωγράφος
σκηνογράφος
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Πάνος Αραβαντινός (Κέρκυρα 1886Παρίσι 4 Δεκεμβρίου 1930) ήταν Έλληνας και Γερμανός ζωγράφος και σκηνογράφος όπερας.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αξιωματικοί της Εθνοφυλακής και της Πανεπιστημιακής Φάλαγγας κατά τη μεσοβασιλεία 1862–1863, έργο του Αραβαντινού

Ο Πάνος Αραβαντινός γεννήθηκε το 1886 στο νησί της Κέρκυρας, αλλά μεγάλωσε στην Αθήνα. Ξεκίνησε τις σπουδές του παρακολουθώντας απογευματινά μαθήματα ζωγραφικής στο Πολυτεχνείο. Συνέχισε τις σπουδές του στη Βασιλική Ακαδημία Καλών Τεχνών του Βερολίνου, από όπου αποφοίτησε με άριστα. Συνέχισε τις σπουδές του στο Παρίσι, όπου συναντήθηκε με τον Δημήτρη Γαλάνη, με την βοήθεια του οποίου άρχισε να δημοσιεύει σκίτσα του στα γαλλικά περιοδικά. Το 1908 επέστρεψε στην Αθήνα. Εδώ συνάντησε τον συνθέτη Σπύρο Σαμάρα. Ο Αραβαντινός δημιούργησε σκηνικά και κοστούμια για έναν αριθμό παραστάσεων. Ανάμεσά τους ήταν η γνωστή τότε επιθεώρηση «Ξιφίρ Φαλέρ». Ο Αραβαντινός σχεδίασε σκηνικά και κοστούμια για τρεις οπερέτες του Σαμάρα (τα σκηνικά για την οπερέτα «Ο πόλεμος στον πόλεμο» είχαν κατασκευαστεί στη Γερμανία, προκαλώντας το θαυμασμό και το ενδιαφέρον για το έργο του Αραβαντινού).

Το 1910, ο Αραβαντινός κέρδισε το βραβείο για το έργο «Το προσκύνημα των Μάγων» από τις Ακαδημίες του Βερολίνου και Μονάχου. Το 1912 ο Αραβαντινός επέστρεψε στην Ελλάδα και πήρε μέρος στις μάχες στα μέτωπα των Βαλκανικών πολέμων. Ως εκ τούτου, διορίστηκε για να σχεδιάσει στολές του στρατού[4] [5].

Σχολαί. Στρατιωτικές στολές των μαθητών των στρατιωτικών σχολών της ΑΘήνας. Καρτ ποστάλ του Ασπιώτη από υδατογραφία του Αραβαντινού.

Στη Γερμανία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πολιτική αναταραχή που συνδέονταν με τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και ο Εθνικός Διχασμός τον οδήγησε στην απόγνωση. Ως αποτέλεσμα πήγε στην Ελβετία, όπου δούλεψε ως ζωγράφος πορτρέτου. Το 1917 εγκαταστάθηκε στη Γερμανία. Η Όπερα του Μονάχου ανακοίνωσε διαγωνισμό για τα σκηνικά της όπερα του Ριχάρδου Στράους Μια γυναίκα χωρίς σκιά. Ο Αραβαντινός αποφάσισε να λάβει μέρος στο διαγωνισμό, παρά το γεγονός ότι συμμετείχαν εξέχοντες Γερμανοί σκηνογράφοι, και κέρδισε το πρώτο βραβείο. Μετά απο αυτό, δημιούργησε τα σκηνικά για άλλες παραστάσεις της Όπερας του Μονάχου. Στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στο Βερολίνο, όπου πέραν των άλλων παραστάσεων όπερας έχει δημιουργήσει σκηνικά για τον Ιπτάμενο Ολλανδό και Τριστάνο και Ιζόλδη. Το 1921, το γερμανικό Γραφείο Ευρεσιτεχνιών του απένειμε βραβείο για τα αρχιτεκτονικά του σχέδια για τα δημόσια θέατρα και αίθουσες συναυλιών, και η Κρατική Όπερα του Βερολίνου τον διόρισε ως καλλιτεχνικό της διευθυντή. Χάρη στον Αραβαντινό, ο Δημήτρης Μητρόπουλος έγινε ο μαέστρος της Όπερας του Βερολίνου. Το 1926, Αραβαντινός έλαβε τον τίτλο του «Καλλιτεχνικού Συμβουλου» των γερμανικών θεάτρων.

Λίγο πριν τον θάνατό του ο Αραβαντινός κλήθηκε να εργαστεί στο Εθνικό Θέατρο της Ελλάδας. Ο Αραβαντινός αποδέχθηκε την πρόσκληση, αλλά πέθανε στο Παρίσι εξαιτίας γρίπης στις 4 Δεκεμβρίου 1930[6].

Ο Αραβαντινός κληροδότησε 1.300 απο τα έργα του - πίνακες, τρισδιάστατες μακέτες, σκηνικά και μικρογραφίες, κοστούμια, σκίτσα, αφίσες, πορτρέτα - στον δήμο του Πειραιά. Η έκθεση βρίσκεται στο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά και αποτελεί το Μουσείο Ζωγραφικής και Σκηνογραφίας Πάνου Αραβαντινού[7].

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Artnet. panos-aravantinos. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  2. 2,0 2,1 NUKAT. n2014174467.
  3. Ανακτήθηκε στις 18  Ιουλίου 2017.
  4. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Ιανουαρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 4 Αυγούστου 2012. 
  5. Νίκος Δ. Καράμπελας, Σκίτσα του Πάνου Αραβαντινού σε έγχρωμα καρτ ποστάλ Ασπιώτη, συλλογές, τ. 168 (Ιούνιος 1998), σελ. 483-486.
  6. http://www2.rizospastis.gr/story.do?id=6509969&publDate=29/10/2011
  7. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25 Μαΐου 2012. Ανακτήθηκε στις 4 Αυγούστου 2012. 

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]