Οχθοχελίδονο
Οχθοχελίδονο | ||||||||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Οχθοχελίδονο σε πτήση στη Σκωτία
| ||||||||||||||||||
Συστηματική ταξινόμηση | ||||||||||||||||||
| ||||||||||||||||||
Η γεωγραφική κατανομή του R. riparia: πορτοκαλί = αναπαραγωγή, κίτρινο = διαβατάρικο, μπλε = διαχείμανση
| ||||||||||||||||||
Υποείδη | ||||||||||||||||||
| ||||||||||||||||||
Συνώνυμα | ||||||||||||||||||
|
Το οχθοχελίδονο (επιστημονική-λατινική ονομασία Riparia riparia, αγγλ. ονομασία στις ΗΠΑ bank swallow, στη Μ. Βρετανία collared sand martin, common sand martin), είναι είδος αποδημητικού πτηνού, που ανήκει στην οικογένεια του χελιδονιού, τις χελιδονίδες. Το θέρος του Βόρειου Ημισφαιρίου συναντάται πρακτικώς παντού στην Ευρώπη και τις μεσογειακές χώρες, αλλά και κατά μήκος της Παλαιαρκτικής, μέχρι τις ακτές του Ειρηνικού Ωκεανού, όπως και στη Βόρεια Αμερική. Ξεχειμωνιάζει στη ανατολική και τη νοτίως του ισημερινού Αφρική, τη Νότια Αμερική και την Ινδική υποήπειρο.
Ταξινομική και ονομασία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το είδος περιγράφηκε για πρώτη φορά επιστημονικώς από τον Κάρολο Λινναίο στη 10η έκδοση (1758) του θεμελιώδους έργου του Systema Naturae. Αρχικώς το ονόμασε Hirundo riparia και η περιγραφή του ήταν απλώς «H[irundo] cinerea, gula abdomineque albis», δηλαδή «ένα σταχτί χελιδόνι με λευκό λαιμό και κοιλιά», ενώ η περιοχή όπου κυρίως συναντάται δινόταν απλώς ως «Ευρώπη».[2] Η ονομασία riparia σημαίνει «της όχθης» και προέρχεται από τη λατινική λέξη ripa = όχθη ποταμού.[3]
Το «χλομό οχθοχελίδονο» της βόρειας Ινδίας και της νοτιοανατολικής Κίνας θεωρείται σήμερα συνήθως ως διαφορετικό είδος, το Riparia diluta. Αυτό έχει πιο χλομό άνω μέρος στις ίδιες αποχρώσεις και λιγότερο έντονη/ευδιάκριτη ζώνη στο στήθος. Ξεχειμωνιάζει στο Πακιστάν και τη νότια Ινδία.[4]
Περιγραφή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το οχθοχελίδονο είναι καφετί στο επάνω μέρος του σώματος και λευκό στο κάτω, με μια στενή καφετί ζώνη στο στήθος. Το ράμφος του είναι μαύρο, ενώ τα πόδια καφετιά. Τα νεαρά οχθοχελίδονα έχουν κεραμιδί χρώμα στις άκρες των καλυπτήριων φτερών των πτερύγων και στο περίγραμμα των δευτερευόντων.
Η καφετιά ράχη του, ο λευκός λαιμός, το μικρότερο μέγεθος και η πιο γρήγορη και ακανόνιστη πτήση του το ξεχωρίζουν εύκολα από τα άλλα παρόμοια χελιδόνια, όπως το λευκοχελίδονο (Delichon urbicum), το αμερικανικό είδος Petrochelidon pyrrhonota ή άλλα είδη του γένους Riparia. Μόνο το είδος Neophedina cincta που ζει μόνο στην υποσαχάρια Αφρική είναι πολύ παρόμοιο, αλλά το οχθοχελίδονο συναντάται εκεί μόνο κατά τον χειμώνα του Βόρειου Ημισφαιρίου.
Διαστάσεις[5]
Το τιτίβισμα του οχθοχελίδονου είναι συνεχές όταν τα πουλιά πετούν και αποκτά έναν τόνο «συζητήσεως» αφότου έχουν τακτοποιηθεί στη φωλιά τους ή στο μέρος όπου κουρνιάζουν. Εκπέμπει μια τραχιά κραυγή όταν κάποιο περαστικό γεράκι, κοράκι ή άλλος πιθανός θηρευτής απαιτεί κοινή δράση για να απομακρυνθεί.
Συνήθειες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Λινναίος είχε ήδη σχολιάσει τις συνήθειες του φωλιάσματος αυτού του είδους: «ζει στην Ευρώπη, μέσα σε οπές που σκάπτει σε απότομους αμμόλοφους». Τα οχθοχελίδονα προτιμούν τον τύπο εδάφους λες (loess) για το σκάψιμο της φωλιάς τους.[6] Γενικώς συναντώνται κοντά σε κάπως μεγάλα υδάτινα σώματα, όπως ποταμούς, λίμνες ή και τη θάλασσα, είτε στις χώρες φωλιάσματος, είτε στις χώρες όπου απλώς ξεχειμωνιάζει.[2][7]
Σε πολλά μέρη το οχθοχελίδονο εμφανίζεται ως το πρώτο χελιδόνι που επιστρέφει την άνοιξη, ιδίως στους βορειότερους τόπους, όπως στη Βρετανία, αρχίζοντας από τα τέλη Μαρτίου, προηγούμενο του κοινού χελιδονιού (σταβλοχελίδονου). Μόλις φθάσουν, τα οχθοχελίδονα πετούν φευγαλέα πάνω από τα μεγαλύτερα υδάτινα σώματα, αναζητώντας τα πρώτα κουνούπια. Αυτά που έρχονται μετέπειτα συνοδεύουν άλλα είδη χελιδονιών, αλλά για κάποιο διάστημα, που εξαρτάται από τις καιρικές συνθήκες, τα πουλιά παραμένουν σε αυτά τα υδάτινα σώματα και δεν επισκέπτονται τους τόπους φωλιάσματος. Από την άλλη, το ορθοχελίδονο, αναχωρεί επίσης νωρίς για τους τόπους ξεχειμωνιάσματος, τουλάχιστον από τα βορειότερα μέρη. Ουσιαστικά έχουν φύγει από τους τόπους αναπαραγωγής μέχρι τα τέλη Σεπτεμβρίου.
Η τροφή του οχθοχελίδονου αποτελείται από μικρά έντομα, ιδίως νηματόκερα δίπτερα, δηλαδή κουνούπια και γένη συγγενικά της μύγας, των οποίων οι προνύμφες είναι επίσης υδρόβιες.
Το οχθοχελίδονο είναι κοινωνικό ως προς το φώλιασμά του: από δέκα μέχρι πολλές εκατοντάδες ζευγάρια φωλιάζουν κοντά-κοντά στην ίδια τοποθεσία, ανάλογα με τον διαθέσιμο χώρο. Οι φωλιές τους βρίσκονται στο τέρμα μικρών σηράγγων, που έχουν μήκος από δέκα περίπου εκατοστόμετρα μέχρι και 1,2 μέτρο, σκαμμένων σε αμμώδες έδαφος. Η πραγματική φωλιά είναι στρωμένη με άχυρα και πούπουλα, σε έναν μικρό θάλαμο στο τέλος της σήραγγας, αλλά σύντομα γίνεται άντρο παρασίτων. Το οχθοχελίδονο γεννά 4 ή 5 λευκά αβγά στα μέσα ή στα τέλη Μαΐου, ενώ μια δεύτερη γέννα στο ίδιο έτος είναι συνηθισμένη σε όλες εκτός από τις βορειότερες περιοχές αναπαραγωγής.
Παγκοσμίως δεν είναι σπάνιο πτηνό και ταξινομείται ως «ελάχιστης ανησυχίας» (αλλά με τη σημείωση ότι ο πληθυσμός του μειώνεται)[8] από τη Διεθνή Ένωση Προστασίας της Φύσεως (IUCN). Προστατεύεται πάντως από ορισμένες χώρες και τοπικές διοικήσεις, καθώς ορισμένοι πληθυσμοί έχουν παρακμάσει ή αντιμετωπίζουν απειλές από την απώλεια ενδιαιτήματος και τον κατακερματισμό τους. Στον Καναδά καταχωρήθηκε ως «απειλούμενο» στο «Schedule 1» της ομοσπονδιακής Species at Risk Act (SARA) εξαιτίας της απώλειας του 98% του καναδικού πληθυσμού του κατά την προηγηθείσα τεσσαρακονταετία.[9] Επίσης θεωρείται απειλούμενο στην Καλιφόρνια, όπου υπάρχουν πληθυσμοί στην κοιλάδα του Σακραμέντο[10] και σε δύο παραλιακές τοποθεσίες.[11]
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Bonhote, J. Lewis (1907). Birds of Britain. Λονδίνο: Adam and Charles Black. σελίδες 113/4. OCLC 1451688.
- ↑ 2,0 2,1 Linnaeus, Carl (1758). Laurentius Salvius, επιμ. 101.4. Hirundo riparia. Systema naturae per regna tria naturae, secundum classes, ordines, genera, species, cum characteribus, differentiis, synonymis, locis. 1 (10η έκδοση). Holmius [Stockholm]. σελ. 192.
- ↑ Jobling, James A. (2010). The Helm Dictionary of Scientific Bird Names. Λονδίνο: Christopher Helm. σελ. 336. ISBN 978-1-4081-2501-4.
- ↑ Turner, Angela· Rose, Chris (1989). Swallows and martins: an identification guide and handbook. Houghton Mifflin. ISBN 978-0-395-51174-9.
- ↑ «Bank Swallow Identification, All About Birds, Cornell Lab of Ornithology». www.allaboutbirds.org. Ανακτήθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου 2020.
- ↑ Smalley, I.J., Smalley, G.J., O'Hara-Dhand, K., Jary, Z.: «Sand martins favour loess: how the properties of loess ground facilitate the nesting of Sand Martins/Bank Swallows/Uferschwalben (Riparia riparia L1758)», Quaternary International, τόμ. 296 (έτος 2013), σσ. 216-219, https://dx.doi.org/10.1016/j.quaint2012.03.059
- ↑ Accordi & Barcellos (2006)
- ↑ Η Riparia riparia στη [https://www.iucnredlist.org/en IUCN Red List of Threatened Species από τη BirdLife International
- ↑ «Species Profile (Bank Swallow) - Species at Risk Public Registry». wildlife-species.canada.ca. Ανακτήθηκε στις 25 Ιουνίου 2021.
- ↑ Garrison, B.A. (1998). «Bank Swallow (Riparia riparia)». The Riparian Bird Conservation Plan: A Strategy for Reversing the Decline of Riparian-associated Birds in California. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2007-09-28. https://web.archive.org/web/20070928100210/http://www.prbo.org/calpif/htmldocs/species/riparian/bank_swallow_acct2.html. Ανακτήθηκε στις 2022-11-12.
- ↑ Fish, Allen (Απρίλιος 2012). «Bank Swallows of Fort Funston». Golden Gate National Parks Conservancy. Ανακτήθηκε στις 26 Οκτωβρίου 2014.
Βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Heneberg, P. (2003). «Soil particle composition affects the physical characteristics of Sand Martin Riparia riparia holes». Ibis 145 (3): 392-399. doi: .
- Heneberg, P. (2001). «Size of sand grains as a significant factor affecting the nesting of bank swallows (Riparia riparia). Soil particle composition affects the physical characteristics of Sand Martin Riparia riparia holes». Biologia 56 (2): 205-210. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2007-08-14. https://web.archive.org/web/20070814092224/http://www.zoo.sav.sk/b56-2.htm#11. Ανακτήθηκε στις 2005-12-29.
- Heneberg, Petr; Šírek, Jiří; Škorpíková, Vlasta; Šimeček, Karel; Šafránek, Jiří; Mazánek, Daniel; Hubálek, Zdeněk; Jeřábková, Eva (2006). «Overview of sand martin (Riparia riparia) localities in the Czech Republic». Linzer Biologische Beiträge 38 (2): 1413–1447. http://www.biologiezentrum.at/biophp/arti_det.php?litnr=23939&artinr=43969.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Η Riparia_riparia στα Wikispecies
- «Sand Martin», κείμενο για το είδος στον «Άτλαντα των νοτιοαφρικανικών πτηνών»
- Λεπτομέρειες για την εμφάνιση (PDF; 1.4 MB), από τους Javier Blasco-Zumeta και Gerd-Michael Heinze