Ουδέν εξ ουδενός

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ο όρος ουδέν εξ ουδενός (ex nihilo nihil) αποτελεί ένα από τα αξιώματα που διατύπωσε ο Παρμενίδης της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας, συμφώνως προς το οποίο τίποτε δεν γεννάται από το τίποτε και τίποτε δεν ανάγεται εις το τίποτε. Ο Κόσμος δημιουργήθηκε αφ' εαυτού, χωρίς την ανάγκη κάποιου εξωτερικού αιτίου, είναι δε εφήμερος και ασταθής η ύπαρξη μόνον των ιδιαιτέρων πραγμάτων, σε αντίθεση προς την αρχική ύλη, πραγματική, δεδομένη, αιωνία και πάντοτε νέα, η οποία αν και μπορεί να υφίσταται διαρκείς μεταμορφώσεις, παραμένει μόνιμη και σταθερή. Η αρχική ύλη (στην οποία κατά τους αρχαίους Υλοζωιστές συμπεριλαμβάνεται και αυτό που σήμερα θεωρείται "ενέργεια") είναι πάντοτε και απομένει η αυτή διαμέσου όλων των αλλαγών, και δεν παύει να υπάρχει υπό τη μία μορφή παρά μόνον για να ξαναεμφανισθεί υπό μία άλλη.

Μολονότι στα νεότερα χρόνια, και με την επικράτηση του Χριστιανισμού, ο Κόσμος στο σύνολό του θεωρήθηκε κτιστός και όχι αυθύπαρκτος, η ιδέα αναβίωσε στη φυσική φιλοσοφία. Η ιδέα σχετίζεται με την αφθαρσία της ύλης, την αρχή διατήρησης της μάζας και την αρχή διατήρησης της ενέργειας. Σύμφωνα με τη διατύπωση του χημικού Αντουάν Λωράν Λαβουαζιέ: Rien ne se crée, rien ne se perd, tout se transforme (τίποτε δεν δημιουργείται, τίποτε δεν καταστρέφεται, τα πάντα μεταμορφώνονται).