Οι τέσσερις φυγάδες
Οι τέσσερις φυγάδες Tutti a casa | |
---|---|
![]() | |
Σκηνοθεσία | Λουίτζι Κομεντσίνι[1][2][3] |
Παραγωγή | Ντίνο ντε Λαουρέντις |
Σενάριο | Άτζε & Σκαρπέλι, Λουίτζι Κομεντσίνι, Μαρτσέλο Φοντάτο, Ατζενόρε Κρότσι και Φούριο Σκαρπέλι |
Πρωταγωνιστές | Αλμπέρτο Σόρντι[2][3][4], Εντουάρντο Ντε Φιλίππο[2][4], Σερζ Ρετζιανί[2][4], Μάρτιν Μπάλσαμ[2][4], Νίνο Καστελνουόβο[2][4], Κάρλα Γκραβίνα[2][4], Κλάουντιο Γκόρα[2][4], Μίνο Ντόρο[2][4], Μάριο Φελιτσιάνι[2][4], Γκουίντο Τσελάνο[2], Ντίντι Περέγκο[2][4], Mac Ronay[2][4], Βινσένζο Μουσολίνο[2][4], Μάριο Φέρα[2][4], Ugo D'Alessio[2][4], Alex Nicol[2][4], Carlo D'Angelo[5], Γκαμπριέλα Τζορτζέλι[5] και Έντα Φερονάο[5] |
Μουσική | Άντζελο Φραντσέσκο Λαβανίνο |
Φωτογραφία | Carlo Carlini |
Μοντάζ | Νίνο Μπαράλι |
Ενδυματολόγος | Ugo Pericoli |
Πρώτη προβολή | 1960 |
Διάρκεια | 117 λεπτά |
Προέλευση | Γαλλία και Ιταλία |
Γλώσσα | Ιταλικά |
δεδομένα ( ) |
Οι τέσσερις φυγάδες (Πρωτότυπος τίτλος: Tutti a casa) είναι Ιταλική κωμική ταινία του 1960 σε σκηνοθεσία Λουίτζι Κομεντσίνι και σενάριο των Ατζ & Σκαρπέλι. Πρωταγωνιστούν οι Αλμπέρτο Σόρντι, Σερτζ Ρετζιανί, Μάρτιν Μπάλσαμ και Νίνο Καστελνουόβο.
Η ταινία διαδραματίζεται κατά την εισβολή των Συμμάχων στην Ιταλία το 1943. Είναι μια από τις πιο διάσημες ταινίες του είδους Κομέντια αλ'ιταλιάνα. Ανήκει επίσης σε ένα μεγάλο είδος ιταλικών ταινιών για την Ιταλία κατά τη διάρκεια του χάους μετά την εισβολή και τη διπλή κατοχή του Σεπτεμβρίου 1943. Το 2008, η ταινία συμπεριλήφθηκε στις 100 ιταλικές ταινίες του Ιταλικού Υπουργείου Πολιτιστικής Κληρονομιάς που πρέπει να διασωθούν, έναν κατάλογο με 100 ταινίες που άλλαξαν τη συλλογική μνήμη της χώρας μεταξύ 1942 και 1978.[6]
Πλοκή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κατά μήκος της βενετσιάνικης παραλίας, το πρωί της 8ης Σεπτεμβρίου 1943, ο Αλμπέρτο Ινοτσέντσι, κατώτερος υπαξιωματικός του Βασιλικού Ιταλικού Στρατού σοκάρεται όταν οι πρώην σύμμαχοι της Βέρμαχτ περικυκλώνουν και καταλαμβάνουν τη βάση όπου βρίσκεται. Ο Ινοτσέντσι, μαζί με μερικούς σκόρπιους στρατιώτες, καταφέρνει να απομακρύνει τα γερμανικά στρατεύματα και σοκάρεται τελείως όταν, σε αντίθεση με το σχέδιό του να βρει ένα υψηλόβαθμο αξιωματικό στον οποίο να αναφέρουν, οι περισσότεροι από τους άνδρες αποδέχονται το γεγονός ότι ο πόλεμος τελείωσε για αυτούς και όλοι πρέπει απλώς να πάνε σπίτι τους.
Αυτή η αντίδραση στην αρχή τον εξοργίζει, αλλά στο τέλος ενώνεται με τον μηχανικό του στρατού Τσεκαρέλι και τον λοχία Φορνατσιάρι για να βγάλουν τις στρατιωτικές στολές τους και να βάλουν πολιτικά ρούχα. Η ομάδα κατευθύνεται προς τα νότια σε μια πραγματική οδύσσεια κατά μήκος της ιταλικής «μπότας», που κόπηκε στα δύο από τη γερμανική και συμμαχική κατοχή και προκάλεσε αιματηρά αντίποινα, γερμανικές συμμορίες και άλλους κινδύνους. Το τρίο συναντά μια ομάδα αντιφασιστών ανταρτών αλλά αρνείται να ενωθεί μαζί τους (ενώ ένας λοχαγός του ιταλικού στρατού που συνάντησαν στο δρόμο το κάνει). Αργότερα ο Ινοτσέντσι, παγιδευμένος στη νοοτροπία «καθένας για τον εαυτό του» που φαίνεται να κυριαρχεί στο τοπίο, υποκύπτει στον πειρασμό να εγκαταλείψει τους συντρόφους του για να βοηθήσει έναν μαυραγορίτη να μεταφέρει ένα φορτίο αλεύρι στη Ρώμη, καθώς χρειάζεται οδηγό και δεν έχει χώρο για άλλους επιβάτες. Η συμφωνία πάει στραβά λόγω μιας μηχανικής βλάβης σε μια πόλη γεμάτη ερείπια, όπου ο πεινασμένος λαός λεηλατεί το φορτηγό, και μετά από μερικές κατηγορίες και μια σύντομη συμπλοκή, ο Ινοσέτζι επανέρχεται με τους συντρόφους του. Γίνονται μάρτυρες της δολοφονίας ενός αφελούς Ιταλού στρατιώτη που προσπάθησε να προστατεύσει μια Εβραία κατά τη διάρκεια μιας γερμανικής σύλληψης. Τελικά καταφέρνουν να φτάσουν στο αγροτικό σπίτι του Φορνατσιάρι.
Ο πρώην λοχίας χαίρεται που επέστρεψε στη νεαρή σύζυγο του, τα παιδιά και τον γέρο πατέρα του και προσφέρει στον Ινοτσέντσι και τον Τσεκαρέλι φιλοξενία για τη νύχτα. Η σύζυγός του αποκαλύπτει ότι η οικογένεια έκρυβε έναν Αμερικανό πρώην αιχμάλωτο που δραπέτευσε από το στρατόπεδο φυλακών Φολπιάνο για να τον προστατεύσει από τις περιπολίες της φασιστικής πολιτοφυλακής και ο Φορνατσιάρι, αν και απρόθυμα, δέχεται να συνεχίσει να τον προστατεύει. Μετά από ένα χιουμοριστικό δείπνο με πολέντα πάνε όλοι για ύπνο, ωστόσο μια νυχτερινή φασιστική περίπολος εισβάλλει και καταφέρνει να βρει τον στρατιώτη των Συμμάχων. Μέσα στις κραυγές των παιδιών και το κλάμα της γυναίκας του, ο Φορνατσιάρι ανασύρεται σε μια ζοφερή μοίρα και ο Τσεκαρέλι και ο Ινοτσέντσι φεύγουν από το σπίτι χωρίς να μπορούν να βοηθήσουν.
Το ζευγάρι καταφέρνει να φτάσει στη Λιτόρια (σημερινή Λατίνα), όπου ο χήρος πατέρας του Ινοτσέντσι μένει μόνος και προσφέρει στον Τσεκαρέλι (που είναι Ναπολιτάνος) να μείνει λίγες μέρες πριν συνεχίσει το ταξίδι του προς τα νότια. Ο Ινοτσέντσι σοκάρεται όταν ο πατέρας του τον συστήνει σε έναν αρχηγό φασιστικού κόμματος που στρατολογεί άντρες για τον στρατό της Repubblica Sociale Italiana, του φασιστικού κράτους-μαριονέτα που ίδρυσαν οι Γερμανοί μετά την απελευθέρωση του Μπενίτο Μουσολίνι από την εξορία του στο Γκραν Σάσο. Ο πατέρας του απαντά θυμομένος στις αντιρρήσεις του, αναφέροντας τη δυστυχία που ζει και όλες τις θυσίες που έκανε για να τον κάνει να σπουδάσει και να γίνει αξιωματικός του στρατού. Δημιουργείται ένα βαθύ ρήγμα μεταξύ πατέρα και γιου και ο Ινοτσέντσι ζητά από τον Τσεκαρέλι να τον πάει νότια στη Νάπολη, στο οποίο ο Ινοτσέντσι συναινεί ευτυχώς.
Ωστόσο, η Νάπολη βρίσκεται σε πιο ζοφερές συνθήκες από τη Ρώμη, ακριβώς στη γραμμή του πυρός μετά την απόβαση των Συμμάχων στο Σαλέρνο, που μετά βίας κρατήθηκε υπό έλεγχο από γερμανικά αποσπάσματα που συγκεντρώνουν ικανούς άνδρες για να τους στείλουν στη Γερμανία ως σκλάβους εργάτες. Για να φτάσει στην πόλη το δίδυμο περνά μέσα από ένα οδόφραγμα που επανδρώνεται από φανατικούς, πεινασμένους φασίστες. Ο Τσεκαρέλι, επιλέγει γενναιόδωρα να θυσιάσει μια βαλίτσα με λιχουδιές που επρόκειτο να παραδώσει στη σύζυγο του διοικητή του. Η κατάσταση προκαλεί μεγάλο πανικό στον Ινοτσέντσι, αφού είχε ανοίξει την βαλίτσα κατά τη διάρκεια νυχτερινού ταξιδιού με τρένο και αντικατέστησε τα εμπορεύματα με πέτρες και φύλλα εφημερίδων. Ο Ινοτσέντσι παροτρύνει τον σύντροφό του να τρέξει μακριά πριν το ανοίξουν οι φασίστες, αλλά δεν τα καταφέρνουν.
Ο Ινοτσέντσι και ο Τσεκαρέλι μπαίνουν σε μια συμμορία καθαρισμού ερειπίων της Organisation Todt και καταφέρνουν να δραπετεύσουν όταν η πόλη ξεσηκώνεται ενάντια στους κατακτητές. Προσπαθώντας απεγνωσμένα να φτάσει στο σπίτι του, το οποίο είναι μόλις λίγα τετράγωνα μακριά, ο Τσεκαρέλι σκοτώνεται από μια ομοβροντία γερμανικών πυρών, οπότε ο Ινοτσέντσι αποφασίζει ότι ο πραγματικός πόλεμος που πρέπει να γίνει είναι αυτός κατά των ναζί κατακτητών και συμμετέχει σε μια προσφορά από αντάρτες για να επανδρώσει το πολυβόλο που έχουν απόσπασει αλλά δεν μπορούν να λειτουργήσουν. Με ένα ανανεωμένο αυστηρό βλέμμα στο πρόσωπό του, ο Ινοτσέντσι ανοίγει πυρ εναντίον των Γερμανών, φέρνοντας την ταινία στο τέλος της.
Διανομή ρόλων
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Αλμπέρτο Σόρντι - Αλμπέρτο Ινοτσέντσι
- Σερτζ Ρετζιανί - Τσεκαρέλι
- Μάρτιν Μπάλσαμ - Κουιντίνο Φορνατσιάρι
- Νίνο Καστελνουόβο - Κοντεγκάτο
- Εντουάρντο ντε Φιλίππο - πατέρας του Ινοτσέντσι
- Κάρλα Γκραβίνα - Σίλβια
- Κλαούντιο Γκόρα - Συνταγματάρχης
- Αλεξ Νίκολ - Αμερικανός κρατούμενος
Κυκλοφορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η ταινία έκανε πρεμιέρα στις 27 Οκτωβρίου 1960 στους Ιταλικούς κινηματογράφους. Στην Ελλάδα κυκλοφόρησε στις 16 Απριλίου 1962 και προβλήθηκε στους κινηματογράφους Αθηνά και Μαξίμ της Αθήνας.[7]
Υποδοχή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κριτικές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κατά τη διάρκεια προβολής της ταινίας στους κινηματογράφους, η εφημερίδα Έθνος, έδωσε μια θετική κριτική στην ταινία αναφέροντας χαρακτηριστικά δείγμα θαυμάσιο της αναγεννήσεως του ιταλικού κινηματογράφου το ασπρόμαυρο αυτό φιλμ, βαθύτατα ανθρώπινο, γεμάτο αλήθεια και ζωντάνια συναρπάζει με την αμεσότητα του και τον πιο απλό θεατή, ακόμη κι εκείνον που αποζητά μόνο την εύκολη ψυχαγωγία...[] Ο Αλμπέρτο Σόρντι διαπλάθει τον πολύπλευρο ρόλο του, εξ ίσου θαυμάσια και στις κωμικές πλευρές του, όσο και στις δραματικές. Ο Σερτζ Ρετζιανί, ο Εντουάρντο ντε Φιλίππο και οι άλλοι καλλιτέχνες συμπληρώνουν το επιτελείο των ερμηνευτών της ωραίας αυτής ταινίας.[8]
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ www
.imdb .com /title /tt0054413 /. Ανακτήθηκε στις 13 Μαΐου 2016. - ↑ 2,00 2,01 2,02 2,03 2,04 2,05 2,06 2,07 2,08 2,09 2,10 2,11 2,12 2,13 2,14 2,15 2,16 www
.cinematografo .it /cinedatabase /film /tutti-a-casa /7754 /. Ανακτήθηκε στις 13 Μαΐου 2016. - ↑ 3,0 3,1 www
.filmaffinity .com /es /film761949 .html. Ανακτήθηκε στις 13 Μαΐου 2016. - ↑ 4,00 4,01 4,02 4,03 4,04 4,05 4,06 4,07 4,08 4,09 4,10 4,11 4,12 4,13 4,14 www
.imdb .com /title /tt0054413 /fullcredits. Ανακτήθηκε στις 13 Μαΐου 2016. - ↑ 5,0 5,1 5,2 (Τσεχικά) Česko-Slovenská filmová databáze. 2001.
- ↑ «Ecco i cento film italiani da salvare Corriere della Sera». www.corriere.it. Ανακτήθηκε στις 11 Μαρτίου 2021.
- ↑ «Η ζωή της πόλεως» (PDF). Ψηφιακό Αρχείο Εφημερίδων και Περιοδικού Τύπου - Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος. Εφημερίδα Ελευθερία. 15 Απριλίου 1962. σελ. 2η. Ανακτήθηκε στις 1 Δεκεμβρίου 2024.
- ↑ «ΑΘΗΝΑΙΚΑ ΕΙΚΟΣΙΤΕΤΡΑΩΡΑ» (PDF). Ψηφιακό Αρχείο Εφημερίδων και Περιοδικού Τύπου - Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος. Εφημερίδα Έθνος. 17 Απριλίου 1962. σελ. 2η. Ανακτήθηκε στις 1 Δεκεμβρίου 2024.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Οι τέσσερις φυγάδες στην IMDb (Αγγλικά)
- Οι τέσσερις φυγάδες στο AllMovie (Αγγλικά)
- Οι τέσσερις φυγάδες στο Rotten Tomatoes (Αγγλικά)
- Οι τέσσερις φυγάδες στο TCMDB (Αγγλικά)
- Οι τέσσερις φυγάδες στο AlloCine (Γαλλικά)
- Οι τέσσερις φυγάδες στο Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου