Ωγκύστ ντε Μαρμόν

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αύγουστος ντε Μαρμόν
(γαλλ. Auguste Frédéric Louis
de Viesse Marmont
)
Δούκας της Ραγούσης
Γέννηση20 Ιουλίου 1744
Σατιγιόν-συρ-Σάιν, Βασίλειο της Γαλλίας
Θάνατος2 Μαρτίου 1852
Βενετία Βασίλειο της Λομβαρδίας και της Βενετίας (Αυστρία)
ΕνταφιασμόςΓενέτειρα πόλη
Χώρα Γαλλία
ΚλάδοςΠυροβολικό
Εν ενεργεία1789 - 1830
ΒαθμόςΣτρατάρχης της Αυτοκρατορίας
Μάχες/πόλεμοιΠόλεμοι της Γαλλικής Επανάστασης
Ναπολεόντειοι Πόλεμοι
ΤιμέςΟνόματα χαραγμένα στην Αψίδα του Θριάμβου
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Αύγουστος Φρειδερίκος Λουδοβίκος ντε Βις Μαρμόν (Auguste Frédéric Louis de Viesse Marmont) (1774 - 1852) ήταν Γάλλος ευγενής και στρατάρχης του Ναπολέοντα από τον οποίο έλαβε και τον τιμητικό τίτλο του Δούκα της Ραγούσης (Duc de Raguse) (Ντουμπρόβνικ). Παρά ταύτα εξελίχθηκε αποστάτης, εγκαταλείποντάς τον κατά τις δραματικές στιγμές του Παρισιού το 1814, αναλαμβάνοντας στη συνέχεια αρχηγός της βασιλικής φρουράς. Στην Ιστορία της Γαλλίας ο απονεμηθείς τίτλος του, φέρεται ως συνώνυμο της προδοσίας.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Αύγουστος ντε Μαρμόν καταγόταν από οικογένεια ευγενών, όχι ιδιαίτερα σημαντικών. Όταν εκδηλώθηκε η Γαλλική Επανάσταση το 1789 ήταν 15 ετών οι ιδέες της οποίας μάλλον τον επηρέασαν. Σπουδάζοντας αρχικά στη σχολή Ντιζόν είχε μια γνωριμία με τον Ναπολέοντα μετά την οποία και ακολούθησε στρατιωτικό επάγγελμα φοιτώντας στη σχολή πυροβολικού του Σαλόν. Αργότερα κατά την πολιορκία της Τουλόν ο Ναπολέων διακρίνοντας τις στρατιωτικές του αρετές τον προσέλαβε υπασπιστή του στην εκστρατεία της Ιταλίας. Ο Α. ντε Μαρμόν επιδεικνύοντας παντού ανδρεία αλλά και μεγάλη αντίληψη στρατηγικής προήχθη νεότατος σε στρατηγό με τον βαθμό τον οποίο και συνόδευσε τον Ναπολέοντα στην Αίγυπτο.
Επιστρέφοντας συμμετείχε στο πραξικόπημα της 18ης Μπρυμαίρ όπου και ανέλαβε σύμβουλος της επικρατείας, διατηρώντας τη διοίκηση του πυροβολικού στη μάχη του Μαρέγγου στην Ιταλία. Το 1801 ανέλαβε επιθεωρητής του πυροβολικού και το 1805 έγινε ανώτατος αξιωματικός στη Λεγεώνα της Τιμής. Με την εγκατάσταση της Γαλλικής Αυτοκρατορίας απεστάλη, το 1805, ως αρχηγός του γαλλικού αυτοκρατορικού στρατού στη κατάληψη της Ολλανδίας όπου και μετείχε στη μάχη της Ουλμ, καταλαμβάνοντας τη Στυρία. Ακολούθως ανέλαβε αρχηγός του γαλλικού εκστρατευτικού σώματος στη Δαλματία, καταλαμβάνοντας την περιοχή της Ραγκούσας εδιώκοντας από εκεί τους Ρώσους, παραμένοντας επί τετραετία διοικητής της περιοχής. Για την επιτυχία του αυτή ο Ναπολέων του απένειμε, το 1808, τον τίτλο του Δούκα της Ραγκούσας ή Ραγούσας.

Με την επανάληψη του γαλλο-αυστριακού πολέμου, το 1809, διατάχθηκε να προελάσει στην Κροατία και να συμπράξει με το στρατό της Ιταλίας. Μετά τη νικηφόρα έκβαση στη μάχη του Βαγκράμ (5-6 Ιουλίου) καταδίωξε τους Αυστριακούς μέχρι Σνάια πλην όμως δεν κατάφερε να τους καταβάλει ευρισκόμενος σε σχετική αποσύνθεση λόγω απωλειών αναμένοντας ενισχύσεις του Ναπολέοντα όπου και προήχθη χαριστικά στρατάρχης της Γαλλίας. Στη συνέχεια ανέλαβε διοικητής της Ιλλυρίας και λίγο αργότερα (Ιούλιος 1810) διατάχθηκε να μεταβεί στην Πορτογαλία σε αντικατάσταση του διοικητή Αντρέ Μασσενά όπου και εκεί είχε αρκετές επιτυχίες κατά των Άγγλων, όπως στη μάχη της Σαλαμάνκας, υποχρεώνοντας τον στρατηγό Ουέλιγκτον σε υποχώρηση. Θέλοντας όμως μόνος του να διεξάγει τη μάχη της Αραπίλης, μη περιμένοντας τις ενισχύσεις που έφθαναν από τον Βασιλέα Ιωσήφ Βοναπάρτη υπέστη μεγάλη καταστροφή, όπου και αναγκάσθηκε μετά από τραυματισμό του να εγκαταλείψει την αρχηγία των εκεί δυνάμεων. Ακολούθως μετακλήθηκε από τον Ναπολέοντα και ορίσθηκε αρχηγός σώματος στρατού σε επιχειρήσεις στη Γερμανία που συνετέλεσε σε αρκετές νίκες. Μετά όμως την ολέθρια μάχη της Λειψίας, περνώντας τον Ρήνο υποχώρησε στη Γαλλία (1813).

Κατά τη μάχη του Παρισιού (1814) έπαιξε σπουδαίο ρόλο στη συνθηκολόγηση και παράδοση της πόλης στις δυνάμεις του λεγόμενου έκτου συνασπισμού των ηγεμόνων της Ευρώπης, χαρακτηρισθείσα η πράξη του λιποταξία. Αμέσως μετά την παράδοση του Παρισιού υποστήριξε την άμεση σύσταση προσωρινής κυβέρνησης μέχρι την άφιξη και ανάληψη Βασιλέως του Οίκου των Βουρβόνων οι οποίοι στη συνέχεια τον αντάμειψαν. Όταν ανήλθε στο θρόνο ο Λουδοβίκος ΙΗ΄ διορίσθηκε αρχηγός της βασιλικής φρουράς και το 1820 χρίστηκε Ιππότης του Τάγματος του Αγίου Πνεύματος και Ανώτατος Αξιωματικός του Τάγματος του Αγίου Λουδοβίκου. Το 1826 μετέβη στη Ρωσία ως έκτακτος πρέσβης
Η επανάσταση όμως που ακολούθησε το 1830 και ανέτρεψε τους Βουρβόνους τον διέγραψε από τους στρατιωτικούς καταλόγους. Μετά από αυτή την εξέλιξη αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει τη Γαλλία συνοδεύοντας τον βασιλέα στην εξορία και ο ίδιος να περάσει το υπόλοιπο της ζωής του περιπλανώμενος σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, τη Μικρά Ασία και την Αίγυπτο καταλήγοντας στη Βιέννη όπου και έγινε ιδιαίτερα δεκτός και με τιμές. Λίγο πριν το τέλος της ζωής του ασχολήθηκε με συγγραφή βιβλίων στρατιωτικών αναμνήσεων καθώς και των εντυπώσεων από τις διάφορες περιηγήσεις του.

Ο Αύγουστος ντε Μαρμόν είχε νυμφευθεί το 1798 την Ορτάνς ντε Περεγκώ, κόρη μεγαλοτραπεζίτη την οποία και χώρισε το 1817, χωρίς ν' αποκτήσουν παιδιά. Πέθανε στις 2 Μαρτίου του 1852 διαμένοντας στη Βενετία. Τάφηκε στην ιδιαίτερη πατρίδα του Σατιγιόν-συρ-Σάιν. Το όνομά του φέρεται στην Αψίδα του Θριάμβου στο Παρίσι ενώ μνημείο του υφίσταται στη Λειψία.

Παρατηρήσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Συγγραφικό έργο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ταξίδι στην Ουγγαρία (1837)
  • Ταξίδι στη Σικελία (1838)
  • Καίσαρ
  • Ξενοφών
  • "Αναμνήσεις" (Απομνημονεύματα), "Esprit des institutions militaires" 8 τόμοι, ιδιαίτερης στρατιωτικής αξίας στην έρευνα για τα γεγονότα της εποχής, δημοσιεύτηκαν τέσσερα χρόνια μετά το θάνατό του.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια τ.ΙΣΤ΄, σ.711.