Νικόλαος Σ. Δραγούμης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Νικόλαος Σ. Δραγούμης
Ο Νίκος Δραγούμης στο Παρίσι, περ. 1910
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Νικόλαος Δραγούμης (Ελληνικά)
Γέννηση29  Αυγούστου 1874
Αθήνα
Θάνατος1933 ή 6  Ιανουαρίου 1933
Αθήνα
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςνέα ελληνική γλώσσα
ΣπουδέςΑκαδημία Ζυλιάν
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταζωγράφος
τοπιογράφος
Οικογένεια
ΓονείςΣτέφανος Δραγούμης
ΑδέλφιαΑλέξανδρος Δραγούμης
Φίλιππος Δραγούμης
Ίων Δραγούμης
Αλεξάνδρα Δραγούμη
Μαρίκα Δραγούμη
Ναταλία Δραγούμη
ΟικογένειαΟικογένεια Δραγούμη
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Νικόλαος (Νίκος) Δραγούμης (Αθήνα 1874-Αθήνα 1933) ήταν ζωγράφος. Πρωτότοκος γιος του Στεφάνου Δραγούμη και της Ελισάβετ Κοντογιαννάκη (βλ. Οικογένεια Δραγούμη). Έχει χαρακτηριστεί, από τον Δημήτρη Πικιώνη, ως ο «Βαν Γκογκ της Ελλάδας», αφενός επειδή υπήρξε ένας εξαιρετικός μεταϊμπρεσιονιστής, και ένας από τους προδρόμους του Μεταϊμπρεσιονισμού στην Ελλάδα και αφετέρου εξαιτίας του γεγονότος ότι περιπλανήθηκε σε αρκετά ψυχιατρικά ιδρύματα της Ευρώπης, προτού βρεθεί νοσηλευόμενος στο Δρομοκαΐτειο Ίδρυμα, όπου και απεβίωσε.

Η ζωή του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε στις 29 Αυγούστου του 1874 στην Αθήνα, όπου και πέρασε τα παιδικά του χρόνια. Τον Σεπτέμβριο του 1891 πήγε για πρώτη φορά στο Παρίσι, προκειμένου να σπουδάσει στο Lycee Janson-de-Sailly, προετοιμαζόμενος για τη Ναυτική Σχολή της Γαλλίας και με σκοπό να ακολουθήσει στρατιωτική σταδιοδρομία. Κηδεμόνας του ορίστηκε ο Δημήτριος Βικέλας. Ωστόσο, τον Ιούνιο του 1893 απέτυχε στις εξετάσεις της Ναυτικής Σχολής και τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου γράφτηκε στη Νομική Σχολή της Σορβόννης. Το καλοκαίρι του 1896 βρέθηκε στο Μόναχο, προκειμένου να παρακολουθήσει μαθήματα Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Ludwig-Maximilans, ενώ παράλληλα συνδέθηκε φιλικά με τον ζωγράφο Δημήτριο Γερανιώτη, ο οποίος σπούδαζε στην Ακαδημία του Μονάχου. Τον Νοέμβριο του 1897 ο Νίκος Δραγούμης πήρε το πτυχίο του από το Πανεπιστήμιο της Σορβόννης και επέστρεψε στην Ελλάδα, για να ακολουθήσει σταδιοδρομία στο Υπουργείο Εξωτερικών. Ήρθε, όμως, σε ρήξη με την οικογένειά του και ο πατέρας του, Στέφανος, τον έστειλε στον Βόλο, για να εργαστεί ως βοηθός του διευθυντή της Εταιρίας Σιδηροδρόμων Θεσσαλίας. Αλλά ο Νίκος Δραγούμης τον Μάιο του 1899 έφυγε κρυφά από τον Βόλο και επέστρεψε στο Παρίσι για να σπουδάσει ζωγραφική[1].

Νίκος Δραγούμης, Η Μαρίκα Δραγούμη, αδελφή του ζωγράφου, 1909, μελάνι και γκουάς σε χαρτί, ιδιωτική συλλογή

Γράφτηκε στην ελεύθερη Ακαδημία Ζυλιάν τον Οκτώβριο του 1900 και σπούδασε εκεί μέχρι τον Δεκέμβριο του 1902, στο εργαστήριο του William Bouguereau (1825-1905). Παράλληλα, τα έτη 1900, 1901, 1902 γράφτηκε στις εισαγωγικές εξετάσεις της Σχολής Καλών Τεχνών (Ecole des Beaux-Arts) αλλά φαίνεται πως απέτυχε και στις τρεις του προσπάθειες. Τα χρόνια αυτά συνδέθηκε φιλικά με τον Δημήτρη Γαλάνη, ο οποίος απεικόνισε τον Δραγούμη σε ένα από τα πρώτα έργα που φιλοτέχνησε στο Παρίσι, τον πίνακά του Τροβαδούρος (1900, σήμερα στην Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου). Τον Ιούνιο του 1903 ο Δραγούμης πήγε για πρώτη φορά το χωριό Γκραβεζόν στην Προβηγκία, όπου πέρασε έκτοτε μεγάλα διαστήματα ζωγραφίζοντας. Τον Αύγουστο του 1904 επισκέφτηκε την Ελλάδα και την οικογένειά του στην Κηφισιά. Μάλιστα, ο Νίκος ήταν το τελευταίο μέλος της οικογένειας Δραγούμη που είδε ζωντανό τον Παύλο Μελά: έμεινε μαζί του τη νύχτα της 29ης Αυγούστου και το επόμενο πρωί τον συνόδευσε στον σιδηροδρομικό σταθμό, από όπου ο Μελάς έφυγε για το τελευταίο του ταξίδι στη Μακεδονία. Ο Δραγούμης γύρισε στο Παρίσι τον Ιούνιο του 1905, αν και ουσιαστικά έμενε στο Γκραβεζόν. Το 1908 ξεκίνησε ο δεσμός του με τη ρωσίδα ζωγράφο Λύντια Μπορζέκ. Στην Ελλάδα βρέθηκε ξανά από τον Οκτώβριο του 1909 και έως τον Ιούλιο του 1910, προτού επιστρέψει ξανά στο Παρίσι. Τον Οκτώβριο του 1911 και ενώ βρισκόταν στο Γκραβεζόν, εκδηλώθηκε η ψυχική του νόσος. Στις 2 Νοεμβρίου αναχώρησε από τη Μασσαλία για Πειραιά. Συνοδευόμενος από τον αδελφό του Ίωνα, λίγες μέρες αργότερα, μπήκε σε μια ιδιωτική κλινική για ψυχικά ασθενείς, στη Νάπολη της Ιταλίας. Ο Δραγούμης δεν έμεινε για μεγάλο διάστημα στη Νάπολη. Λίγο αργότερα η οικογένεια τον μετέφερε στην Κέρκυρα και το καλοκαίρι του 1913 μαζί με την Μπορζέκ επισκέφτηκε την Άνδρο. Τον Αύγουστο του 1913 εγκαταστάθηκε στην Κηφισιά, ωστόσο τον Μάιο του επόμενου χρόνου με τη συνοδεία του Ίωνα Δραγούμη ταξίδεψε στο χωριό Σεν, κοντά στη Γενεύη, και μπήκε σε ιδιωτικό ψυχιατρείο. Εκεί παρέμεινε για 18 χρόνια, μέχρι και το 1932, οπότε λόγω οικονομικών δυσκολιών η οικογένεια τον έφερε πίσω στην Ελλάδα. Τον Αύγουστο εισήλθε στο Δρομοκαΐτειο, στο Χαϊδάρι, όπου πέθανε μερικούς μήνες αργότερα, στις 6 Ιανουαρίου του 1933, πιθανώς από εγκεφαλικό επεισόδιο[2].

Το ζωγραφικό του έργο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πρώτη φορά που τα έργα του Νίκου Δραγούμη παρουσιάστηκαν στο κοινό ήταν μετά ο θάνατό του, το 1936, στην 6η έκθεση της Ομάδας Ανεξάρτητων Ζωγράφων της Αβινιόν (20-30 Μαρτίου, στο δημαρχείο της πόλης), με την ευθύνη του ζωγράφου και φίλου του Ζαν Μπαλτύς (Jean Baltus)[3]. Στην Ελλάδα, η πρώτη αναφορά στον ζωγράφο Δραγούμη έγινε από τον Δημήτρη Πικιώνη, το 1963, σε άρθρο του στο περιοδικό Ζυγός: «Τον είχα ανταμώσει την άνοιξη του 1911 στο Παρίσι, στον κήπο του Λουξεμβούργου. Μπρετόνικη φορεσιά, σκούφο και ξύλινα υποδήματα. […] Μου χάρισε ένα σκίτσο που παράσταινε την αδελφή του που χτενίζονταν. Την άλλη μέρα θα ξεκινούσε νωρίς το πρωί για να πάει στην Προβηγκία, πεζοπορώντας κάτω απ’ τις φλογερές ακτίνες του Απόλλωνα (ενν. του ήλιου), για να παρασταθεί στον τρύγο, ο Έλληνας αυτός Βαν Γκογκ![4]» Ουσιαστικά, το ελληνικό κοινό ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με το ζωγραφικό έργο του Δραγούμη μέσα από την έκθεση που διοργάνωσε το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης το 2015 (το διάστημα 7 Μαΐου-18 Ιουλίου)[5].

Σε αδημοσίευτο κείμενό του, ο αδελφός του, Φίλιππος Δραγούμης σημείωνε: «Ο Νίκος ποτέ δε θέλησε να πουλήσει κανένα του πίνακα, γιατί πίστευε πως η αληθινή τέχνη είναι ιερή και μη εμπορεύσιμη. […] Ήταν οπαδός της αρχής L’art pour l’art (=Η τέχνη για την τέχνη), του ότι η δηλαδή η τέχνη αποτελεί απλήν έκφραση του ψυχικού αισθητικού κόσμου του καλλιτέχνη και τίποτε περισσότερο[6]».

Νίκος Δραγούμης, Η οροσειρά Λεζ Αλπίν στο Σεν Ρεμύ της Προβηγκίας, γκουάς σε χαρτί, ιδιωτική συλλογή
Νίκος Δραγούμης, Η Λύντια στον Κοκκιναρά, στο βάθος η χιονισμένη Πεντέλη, 1913, μολύβι και γκουάς σε χαρτί, ιδιωτική συλλογή

Δεδομένου ότι ο ίδιος ο Δραγούμης έκαψε αρκετά έργα του το 1911, με την εκδήλωση της ψυχικής του νόσου, σήμερα στο αρχείο της οικογένειας σώζονται κατά βάση σχέδια με ελαφρές ύλες (μολύβι, κάρβουνο, υδροχρώματα) σε χαρτί[7]. Από αυτά γίνονται αντιληπτές οι προθέσεις και οι επιδιώξεις του, οι υφολογικές του επιδράσεις και το πνεύμα στο οποίο διαμορφώθηκε η εικαστική του δημιουργία[8]. Ο Δραγούμης, που δεν έκανε συστηματικές σπουδές ζωγραφικής, γαλουχήθηκε ως ζωγράφος στο Παρίσι των αρχών του 20ού αιώνα, σε μια περίοδο που ο ιμπρεσιονισμός και τα μεταϊμπρεσιονιστικά κινήματα κυριαρχούσαν στη γαλλική τέχνη, ενώ στα Σαλόν της πρωτοπορίας εμφανίζονταν οι ανατρεπτικοί νέοι του Μοντερνισμού: οι φωβιστές, οι κυβιστές. Ο Δραγούμης μάλλον αδιαφόρησε για τον Μοντερνισμό και τους πειραματισμούς του Ματίς, του Μπρακ, του Πικάσο, στρέφοντας το ενδιαφέρον του ουσιαστικά στον κύκλο των Ναμπί και ευρύτερα του Συμβολισμού. Σε μεγάλο βαθμό επηρεάστηκε και από τη ζωγραφική του Βαν Γκογκ, τόσο θεματικά όσο και υφολογικά, και δευτερευόντως του Γκωγκέν και της Σχολής της Ποντ Αβέν (Προβηγκία). Τον ενδιέφερε η απεικόνιση της (γαλλικής και λιγότερο, της ελληνικής) υπαίθρου [πρβλ. το έργο: Η οροσειρά Λεζ Αλπίν στο Σεν Ρεμύ της Προβηγκίας], η σχέση της ανθρώπινης μορφής και τοπίου (ιδίως η γυναίκα μέσα στο τοπίο), αλλά και η ζωή των ανθρώπων του μόχθου (των αγροτών, των εργατών). Στο έργο του, βέβαια, δεν εντοπίζει κανείς τις κοινωνικές ανησυχίες που χαρακτηρίζουν για παράδειγμα τον Κουρμπέ, αλλά μάλλον τις συμβολικές προεκτάσεις που διακρίνουν τον Γκωγκέν, τον Βαν Γκογκ και τους Ναμπί. Ανάλογες παρατηρήσεις μπορούν να γίνουν και σε επίπεδο ύφους: ο Δραγούμης δεν εντάσσεται στον ιμπρεσιονισμό αλλά μάλλον στις μεταϊμπρεσιονιστικές αναζητήσεις[9]. Τα έργα του δεν δονούνται από το δυνατό φως, αλλά χαρακτηρίζονται από τα σκληρά περιγράμματα, την αγάπη για τη γραμμή, τις σκληρές φόρμες [πρβλ. το έργο: Η Μαρίκα Δραγούμη, αδελφή του ζωγράφου]. Τέλος, ορισμένα ανοίγματα προς τον εξπρεσιονισμό θα πρέπει επίσης να γίνουν αντιληπτά ως δάνεια από τον Βαν Γκογκ. Από την άλλη πλευρά, ο Δραγούμης έμεινε μακριά από τα προβλήματα που απασχολούσαν τους Έλληνες εικαστικούς καλλιτέχνες στις αρχές του 20ού αιώνα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και τα λιγοστά έργα που φιλοτέχνησε στην Ελλάδα, αποπνέουν σαφέστερα μια γαλλική αύρα [πρβλ. το έργο: Η Λύντια στον Κοκκιναρά] – με εξαίρεση ίσως τα σχέδιά του από την Άνδρο (καλοκαίρι 1913).

Η αντιμετώπιση του Δραγούμη μετά την «ανακάλυψή του»[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο ταφικός οίκος της οικογένειας Δραγούμη στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών

Η μυθιστορηματική, τραγική ζωή του Δραγούμη, ο ξεπεσμός του στη λήθη, η αίγλη της οικογένειάς του συνέβαλαν στην εκ των υστέρων καλλιέργεια ενός μύθου που σιγά-σιγά αρχίζει να αποκτά ρεαλιστική βάση. Φυσικά, η σύνδεση που επιχείρησε ο Πικιώνης του Δραγούμη με τον Βαν Γκογκ συνέβαλε επιπλέον σε αυτό το γεγονός [βλ. για παράδειγμα τα κείμενα Ελισσάβετ Γκρούη, «Ο άγνωστος Έλληνας Βαν Γκογκ», εφημ. Ελευθεροτυπία (περ. Έψιλον), 19 Σεπτεμβρίου 1995· Βασιλική Τζεβελέκου, «Θεατρικό έργο για τον άγνωστο Νικόλαο Δραγούμη. Ο Βαν Γκογκ στο Δρομοκαΐτειο», εφημ. Εφημερίδα των Συντακτών, 7 Ιανουαρίου 2013], ενώ όχι τυχαία ο βίος του άτυχου καλλιτέχνη αποτέλεσε την αφορμή για τη συγγραφή ενός θεατρικού έργου: το έργο του Γρηγόρη Χαλιακόπουλου με τίτλο «Η σκιά του ειδώλου» βασίστηκε στη ζωή του Νίκου Δραγούμη και ανέβηκε τον Ιανουάριο του 2013 στο Θέατρο της Ημέρας, σε σκηνοθεσία της Μαρίκας Θωμαδάκη και με τον Βασίλη Παπαδημητρίου στον ρόλο του ζωγράφου. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια της έκθεσης των έργων του Δραγούμη στο Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, προβλήθηκε, στο χώρο της έκθεσης, και το ντοκυμαντέρ της Κλεώνης Φλέσσα «Νίκος Δραγούμης, ένας ζωγράφος στη σκιά της ιστορίας»[10].

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. "Χρονολόγιο", στο: Νίκος Δραγούμης, ο ζωγράφος (1874-1933), εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2015, σελ. 163-194.
  2. "Χρονολόγιο", στο: Νίκος Δραγούμης, ο ζωγράφος (1874-1933), εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2015, σελ. 194-199.
  3. "Χρονολόγιο", στο: Νίκος Δραγούμης, ο ζωγράφος (1874-1933), εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2015, σελ. 198.
  4. Δημήτρη Πικιώνης, "Η έκθεση της γλύπτριας Ναταλίας Κωνσταντινίδη", περ. Ζυγός, τεύχ. 87-88 (Φεβρουάριος-Μάρτιος 1963), σελ. 20 (αναδημοσιεύεται στο: Νίκος Δραγούμης, ο ζωγράφος (1874-1933), εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2015, σελ. 215).
  5. «Νίκος Δραγούμης. Ο ζωγράφος, 1874-1933». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 16 Μαΐου 2015. 
  6. Φίλιππος Στ. Δραγούμης, "Ο αδελφός μου ο ζωγράφος", δημοσιεύεται στο: Νίκος Δραγούμης ο ζωγράφος (1874-1933), Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2015, σελ. 17.
  7. Νίκος Π. Παΐσιος, "Νίκος Δραγούμης", στο: Νίκος Δραγούμης ο ζωγράφος (1874-1933), Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2015, σελ. 19.
  8. Γενικά για το ζωγραφικό έργο του Ν. Δραγούμη βλ. Νίκος Π. Παΐσιος, "Νίκος Δραγούμης", στο: Νίκος Δραγούμης ο ζωγράφος (1874-1933), Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2015, σελ. 19-48.
  9. Ευγένιος Δ., Ματθιόπουλος, Η Τέχνη Πτεροφυεί εν Οδύνη. Η πρόσληψη του νεορομαντισμού στην Ελλάδα, Αθήνα 2005, σελ. 628.
  10. «Κλεώνη Φλέσσα, "Νίκος Δραγούμης, ένας ζωγράφος στη σκιά της ιστορίας"». Ανακτήθηκε στις 16 Μαΐου 2015.