Ναυταπάτη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Με τον όρο ναυταπάτη (barratry) χαρακτηρίζεται οποιαδήποτε ζημία που προκαλείται στο πλοίο ή στο μεταφερόμενο φορτίο εκ προθέσεως (δόλος) από τον Πλοίαρχο ή το πλήρωμα, που έχει ως σκοπό την πρόκληση βλάβης στον πλοιοκτήτη ή τον εφοπλιστή, ή τον ναυλωτή (φορτωτή) ή τον ασφαλιστή. Ενίοτε περιλαμβάνεται και η εξ αμελείας πρόκληση βλαβών επί των παραπάνω.

Υπάρχουν ορισμένοι τύποι και συνδυασμοί των ναυταπατών που συναντώνται κατά τη διεξαγωγή του εμπορίου και των μεταφορών. Ωστόσο μια ναυταπάτη είναι δυνατόν να πάρει μία από τις ακόλουθες μορφές ή συνδυασμό τους :

  • Ναυταπάτη στηριζόμενη σε έγγραφα.
  • Πρόκληση ναυαγίου, παρέκκλιση πορείας και κλοπή φορτίου.
  • Εμπρησμός.
  • Απάτη στη ναύλωση.
  • Απάτη αναφερόμενη στην ασφάλιση του φορτίου.

Ναυταπάτη στηριζόμενη σε έγγραφα.[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Για την αποφυγή ναυταπάτης τέτοιας μορφής είναι απαραίτητος ο έλεγχος αξιοπιστίας των συμβαλλομένων. Φορείς που μπορούν να συμβάλλουν στην κατεύθυνση αυτή είναι :

Εμπορικά Τμήματα Πρεσβειών, Εμπορικά Επιμελητήρια, Εμπορικές Τράπεζες, αναγνωρισμένοι πράκτορες, εκτελωνιστές, επιθεωρητές φορτίου κ.α..

Ειδικά οι πλοιοκτήτες που εμπλέκονται στη μεταφορική διαδικασία θα πρέπει να συμβουλεύονται τα Ρ & Ι clubs και, βέβαια, να εφιστούν την προσοχή των πλοιάρχων στο θέμα της φορτωτικής.

Πρόκληση ναυαγίου, παρέκκλιση πορείας και κλοπή φορτίου.[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα περισσότερα περιστατικά πρόκλησης ναυαγίου λαμβάνουν χώρα κατά τη διάρκεια υφέσεων που επικρατούν στη ναυλαγορά, όταν εφοπλιστές που έχουν περιέλθει σε οικονομικό αδιέξοδο πείθουν το πλήρωμα του πλοίου ή μέρος αυτού να προκαλέσει ζημιές με σκοπό τη βύθιση του πλοίου. Η μορφή αυτή της ναυταπάτης είναι γνωστή και ως Hull Fraud.

Η πρόκληση ναυαγίου είναι δυνατόν, επίσης, να συνδυαστεί είτε με απάτη σχετικά με το φορτίο όταν το πλοίο είναι έμφορτο με εμπορεύματα μεγάλης αξίας, είτε με παρέκκλιση από την κανονική πορεία και την πώληση του φορτίου.

Οι προϋποθέσεις για ναυταπάτη αυτού του είδους είναι :

  • ένα πλοίο που είναι ασφαλισμένο
  • άτομα αποφασισμένα να συνεργήσουν στη ναυταπάτη
  • ένας πλοιοκτήτης που δε φημίζεται για την εντιμότητά του

Εμπρησμός.[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πράξη του εμπρησμού συνδέεται στενά με την πρόκληση ναυαγίου και ακριβέστερα με την πρόκληση "ολικής απώλειας" (Total Loss) προσφέρει στον πλοιοκτήτη έναν εναλλακτικό τρόπο καταστροφής του πλοίου με σκοπό να εγείρει απαίτηση έναντι της ασφαλιστικής εταιρείας.

Απάτη στη ναύλωση.[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η εμπορική λειτουργία ενός ταξιδιού που διεξάγεται με ναυλοσύμφωνο συμπεριλαμβάνει τις συμβατικές υποχρεώσεις μεταξύ των μερών που εμπλέκονται και που πηγάζουν από την υπογραφή του ναυλοσύμφωνου, καθώς και τη ροή των χρηματικών κεφαλαίων και των απαραίτητων εγγράφων.

Οι δύο βασικές μορφές ναυταπάτης είναι ανάλογες με τις μορφές ναύλωσης. Έτσι διακρίνουμε :

  1. Ναυταπάτη στις χρονοναυλώσεις.
  2. Ναυταπάτη σε ναυλοσύμφωνο εκτέλεσης ορισμένου ταξιδιού.

Απάτη αναφερόμενη στο φορτίο.[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χαρακτηρίζεται από την ασφάλιση των εμπορευμάτων ή του πλοίου, σε βαθμό υπερβολικό σε σχέση με την πραγματική τους αξία, με αντικειμενικό σκοπό το κέρδος που θα προκύψει από μια απώλεια ή ζημιά του φορτίου.

Αυτού του είδους η απάτη γενικά συναντάται σε χώρες όπου υπάρχουν συναλλαγματικοί περιορισμοί και η μέθοδος των υπερτιμολογήσεων χρησιμοποιείται σαν μέσο για τη μετατροπή του εγχωρίου νομίσματος σε "σκληρό" συνάλλαγμα.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Γεωργαντόπουλος Ε., Βλάχος Γεώργιος Π., "Ναυτιλιακή Οικονομική", Τζέι & Τζέι Ελλάς, 2003