Ναπολιτάνικη φάτνη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η ναπολιτάνικη φάτνη του βασιλικού ανακτόρου της Καζέρτα.
Η Φάτνη του Πιέτρο Αλεμάνο (Pietro Alemanno), από την εκκλησία Σαν Τζιοβάνι στο τέλος της οδού Καρμπονάρα (San Giovanni a Carbonara), Νάπολη.

Η ναπολιτάνικη φάτνη αποτελεί μια αναπαράσταση της γέννησης του Ιησού που κατά παράδοση διαδραματίζεται στη Νάπολη του 18ου αιώνα.

Η ναπολιτάνικη τεχνική κατασκευής φατνών διατηρήθηκε αναλλοίωτη στους αιώνες μέχρι σήμερα, αποτελώντας κομμάτι των πιο σταθερών και τηρούμενων χριστουγεννιάτικων παραδόσεων της πόλης. 

Απαρχές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πρώτη αναφορά σε ναπολιτάνικη φάτνη εμφανίζεται σε μια συμβολαιογραφική πράξη του 1021 στην οποία αναφέρεται η εκκλησία της Σάντα Μαρία στη φάτνηSanta Maria ad praesepe», Correra, Luigi: Il presepe a Napoli, L' arte: rivista di storia dell'arte medievale e moderna, 1899, τευχ. IV, σ. 325, Πανεπιστήμιο του Παλέρμου).[1] Σε ένα κείμενο του 1324 γίνεται αναφορά σε «ένα παρεκκλήσι της φάτνης της οικίας Αλάγνι (Alagni)» στο Αμάλφι (Stefano de Caro et al., Patrimoni intangibili dell'umanità. Il distretto culturale del presepe a Napoli, Εκδόσεις Guida ). Το 1340 η βασίλισσα Σάντσα της Μαγιόρκας (σύζυγος του Ροβέρτου του Ανζού) δώρισε στις μοναχές του Τάγματος των Κλαρισσών (Ordine di Santa Chiara) μια φάτνη για τη νέα τους εκκλησία, από την οποία σήμερα σώζεται το άγαλμα της Παναγίας στο Εθνικό Μουσείο του Σαν Μαρτίνο (Museo nazionale di San Martino).

Ιδιαίτερα, η ναπολιτάνικη φάτνη στο βασιλικό Παλάτι της Καζέρτα
Ιδιαίτερα, η ναπολιτάνικη φάτνη στο βασιλικό Παλάτι της Καζέρτα

Λεπτομέρεια από τη φάτνη του βασιλικού ανακτόρου της Καζέρτα.

Άλλες αναφορές καταγράφονται το 1478, καθώς και το 1475.

Τον 15ο αιώνα έχουμε τους πρώτους αληθινούς γλύπτες μορφών, όπως οι αδερφοί Τζοβάννι και Πιέτρο Αλεμάννο οι οποίοι το 1470 σκάλισαν τις ξύλινες μορφές για την αναπαράσταση της Γέννησης. Το 1507 και για πρώτη φορά έγινε αναπαράσταση της φάτνης σε μια σπηλιά από πέτρες οι οποίες κατά πάσα πιθανότητα προήλθαν από την Παλαιστίνη και εμπλουτίστηκε με ένα καπηλειό. 

Το 1532 καταγράφεται μια καινοτομία. Ο Ντομένικο Ιμπιτσάτι (Domenico Impicciati) ήταν ο πρώτος που δημιούργησε πήλινα αγαλματίδια για ιδιωτική χρήση. 

Το 1640, ο Μικέλε Περόνε (Michele Perrone) διατήρησε το κεφάλι και τα άκρα από ξύλο στις φιγούρες, όμως για τον κορμό χρησιμοποίησε σύρμα με επένδυση από στουπί γεγονός που επέτρεψε στις μορφές να αποκτήσουν μεγαλύτερη πλαστικότητα. Προς τα τέλη του αιώνα γεννήθηκε η θεατρικότητα της ναπολιτάνικης φάτνης καθώς το όλο σκηνικό εμπλουτίστηκε με την αναπαράσταση σκηνών της καθημερινότητας, αναμιγνύοντας με τον τρόπο αυτό το ιερό με το βέβηλο.  

Η χρυσή εποχή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον 17ο αιώνα η φάτνη διεύρυνε τη σκηνογραφία της, καθώς δεν γινόταν αναπαράσταση μόνο της σπηλιάς της Γέννησης, αλλά και ο βέβηλος εξωτερικός κόσμος, κατόπιν των επιρροών και της τέχνης του Μπαρόκ

Ο χρυσός αιώνας της ναπολιτάνικης φάτνης είναι ο 18ος αι. όταν βασίλευε ο Κάρολος Γ’ των Βουρβόνων. Εξαιτίας της καλλιτεχνικής και πολιτιστικής άνθησης εκείνης της περιόδου ακόμα και οι βοσκοί άλλαξαν την εμφάνισή τους, ενώ κομιστές δεν ήταν πλέον μόνο τα θρησκευτικά τάγματα, αλλά και οι πλούσιοι και ευγενείς. 

Κατά τον 20ο αι. αυτή η τέχνη σταδιακά εξέλειψε, όμως σήμερα μεγάλες φάτνες εξακολουθούν να στήνονται σε όλες τις κεντρικές εκκλησίες της πρωτεύουσας της Καμπανίας και πολλοί είναι οι Ναπολιτάνοι που τις στήνουν στα σπίτια τους. 

Ο συμβολισμός της ναπολιτάνικης φάτνης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σε κάθε φιγούρα της φάτνης καθώς και στα μεμονωμένα στοιχεία που απαρτίζουν την όλη σύνθεση μπορεί να αποδοθεί μια ιδιαίτερη ερμηνεία. 

Η πωλήτρια αυγών.

Οι τυπικοί χαρακτήρες της ναπολιτάνικης φάτνης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μπενίνο ή Μπενίτο: στη ναπολιτάνικη παράδοση πρόκειται για τη μορφή εκείνη που ονειρεύεται τη φάτνη και αλίμονο σε όποιον θα τον ξυπνούσε: η φάτνη θα εξαφανιζόταν. 

Ο οινοπώλης / Cicci Bacco: πρόκειται για τη μορφή που οδηγεί ένα κάρο που σέρνουν ένα ή δύο βόδια ή αναπαρίσταται μπροστά σε ένα κελάρι με ένα φλασκί στο χέρι και ανακαλεί την αρχαία παγανιστική θεότητα του κρασιού. Σε χριστιανικό περιβάλλον, πλέον, παραπέμπει στα δώρα της Θείας Ευχαριστίας, τον άρτο και τον οίνο.

Ο ψαράς: συμβολίζει τον ψαρά των ψυχών.

Οι δυο φίλοι: ο θείος Vicienzo και ο θείος Pascale αποτελούν την προσωποποίηση της Αποκριάς και του Θανάτου.

Ο καλόγερος: αποτελεί το σύμβολο της ένωσης μεταξύ ιερού και βέβηλου που λαμβάνει χώρα στη ναπολιτάνικη φάτνη.

Η τσιγγάνα: μια κοπέλα με σκισμένα αλλά φανταχτερά ρούχα στην οποία αποδίδεται είτε ο συμβολισμός του θείου δράματος γιατί φέρεται να κουβαλάει ένα καλάθι με μεταλλικά εργαλεία, είτε εκείνος της μητρότητας όταν εμφανίζεται με ένα μωρό στην αγκαλιά. 

Στεφανία: μια νεαρή παρθένα η οποία περπάτησε μέχρι τη φάτνη για να προσκυνήσει τον Σωτήρα. 

Η πόρνη: το κατεξοχήν ερωτικό σύμβολο που αντιπαρατίθεται στην αγνότητα της Παρθένου.

Οι τρεις Μάγοι: οι τρεις σοφοί βασιλείς και ιερείς που ξεκίνησαν από την Ανατολή ακολουθώντας το άστρο της Βηθλεέμ για να προσκυνήσουν τον Χριστό. Αρχικά παρουσιάζονταν ως αναβάτες σε τρία διαφορετικά ζώα, ένα άλογο, μια καμήλα και έναν ελέφαντα συμβολίζοντας αντίστοιχα την Ευρώπη, την Αφρική και την Ασία και έφεραν μαζί τα δώρα τους που ήταν χρυσός, θυμίαμα και μύρο. 

Οι Πωλητές: πρόκειται για αναπαραστάσεις των πωλητών των διαφόρων προϊόντων που πωλούνταν κατά τη διάρκεια του έτους στη Νάπολη. 

Οι χώροι αναπαράστασης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η αγορά: Παρουσιάζει τις ποικίλες εμπορικές δραστηριότητες.

Η γέφυρα: Η γέφυρα: σύμβολο της διέλευσης και συνδέεται με τη μαγεία, αντιπροσωπεύοντας το πέρασμα ανάμεσα στον κόσμο των ζωντανών και των νεκρών. 

Στο φούρνο: σαφής αναφορά στο χριστιανικό δόγμα και στη Θεία Ευχαριστία.

Η εκκλησία και ο σταυρός: αποτελούν έναν αναχρονισμό του 18ου αι.

Η ταβέρνα: παραπέμπει αρχικά στους κινδύνους του ταξιδιού και συμβολίζει την κακία του κόσμου εξαιτίας της άρνησης φιλοξενίας της Αγίας Οικογένειας.

Το ποτάμι: συνδέεται με το θάνατο και τη θεϊκή γέννηση. 

Το πηγάδι: σημείο σύνδεσης του κόσμου με τα υπόγεια ύδατα. 

Η φάτνη σήμερα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο δρόμος της οδού Σαν Γκρεγκόριο Αρμένο (San Gregorio Armeno).

Στη σημερινή εποχή η ‘‘κλασική’’ ναπολιτάνικη φάτνη έχει εξελιχθεί. Νέοι καλλιτέχνες έχουν εκμοντερνίσει και εξελίξει την τέχνη της κατασκευής φατνών. Η οδός Σαν Γκρεγκόριο Αρμένο (San Gregorio Armeno) στη Νάπολη φιλοξενεί μόνιμες εκθέσεις και εργαστήρια κατασκευαστών αποτελώντας έναν μόνιμο τόπο έλξης επισκεπτών. 

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «L' arte: rivista di storia dell'arte medievale e moderna (2.1899)». digi.ub.uni-heidelberg.de (στα Γερμανικά). Ανακτήθηκε στις 24 Ιουνίου 2022.