Μεγάλη πυρκαγιά του Τάρτου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Το Τάρτου το 1870 μετά την ανοικοδόμηση της πόλης

Η μεγάλη πυρκαγιά του Τάρτου έλαβε χώρα στις 6 Ιουλίου 1775 και κατέστρεψε το μεγαλύτερο μέρος της πόλης Τάρτου στη σημερινή Εσθονία. Η φωτιά κατέστρεψε το κέντρο της πόλης.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Τάρτου είχε χάσει τα περισσότερα από τα μεγάλα πέτρινα κτήριά του, όταν ανατινάχτηκαν τον Σεπτέμβριο του 1708 με εντολή του Μεγάλου Πέτρου κατά τη διάρκεια του Μεγάλου Βόρειου Πολέμου. Ο Ρώσος τσάρος διέταξε ότι τα κτήρια στο Τάρτου (τότε ονομαζόταν Ντόπρατ) έπρεπε να καταστραφούν, για να αποτρέψουν τους Σουηδούς από το να χρησιμοποιήσουν την πόλη ως στρατιωτική βάση. [1] Αυτή ήταν μόνο μία από τις πολιορκίες, που υπέστη το Τάρτου κατά τη διάρκεια της ιστορίας του, αλλά αυτή τη φορά η πόλη έμεινε καμένη και σε ερείπια. [2] Όταν τελείωσε ο πόλεμος, ο πληθυσμός επέστρεψε στο Τάρτου και η απελπισμένη ανάγκη για σπίτια δημιούργησε μια πληθώρα νέων ξύλινων κτηρίων. Τα κτήρια έπρεπε να χτιστούν από ξύλο καθώς ο Τσάρος είχε δώσει εντολή να μην χτιστούν πέτρινα κτήρια πουθενά εκτός από τη νέα ρωσική πρωτεύουσα Αγία Πετρούπολη. [1]

Η πρώτη μεγάλη πυρκαγιά εκδηλώθηκε το 1763. Τον επόμενο χρόνο επισκέφτηκε η Μεγάλη Αικατερίνη και πραγματοποιήθηκε κάποια ανοικοδόμηση. Η «Μεγάλη Φωτιά» εκδηλώθηκε το 1775. Ξεκίνησε στην πίσω αυλή της οδού Ιπποτών (Rüütli tänav) κοντά στην εκκλησία του Αγίου Ιωάννη. Ένας δυνατός άνεμος επέτρεψε στη φωτιά να εξαπλωθεί από κτήριο σε κτήριο και οι ξύλινες γέφυρες επέτρεψαν στη φωτιά να διασχίσει το ποτάμι, για να προκαλέσει περαιτέρω ζημιές. Σχεδόν 200 ξύλινα κτήρια καταστράφηκαν και πάνω από 40 πέτρινα κτήρια. Η πόλη υπέστη περαιτέρω ζημιές, όταν δεκαοκτώ κτήρια καταστράφηκαν σκόπιμα, για να προκληθούν πυρκαγιές. [1]

Στο τέλος της πυρκαγιάς παρέμειναν μόνο 160 κτήρια: τα περισσότερα από αυτά βρίσκονταν στα βόρεια της πόλης. Έμειναν μόνο σαράντα όρθια στο πρώην κέντρο της πόλης. Το Σπίτι της Ουπσάλα, το οποίο βρίσκεται κοντά στην εκκλησία του Αγίου Ιωάννη, είναι ένα από τα λίγα κτήρια, που έχουν απομείνει σήμερα, που χρονολογούνται πριν από την πυρκαγιά. Ορισμένα από τα ξύλα του έχουν χρονολογηθεί στο 1750. [3]

Μετά τη φωτιά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την πυρκαγιά η πόλη ξαναχτίστηκε. Μετά την πυρκαγιά οι κανόνες, που απαιτούσαν να μην υπάρχουν νέα πέτρινα κτήρια αντιστράφηκαν και τώρα έπρεπε να κατασκευαστούν όχι μόνο νέα κτήρια αλλά και φράχτες και βοηθητικά κτήρια χωρίς τη χρήση ξύλου. [1] Ο ακρογωνιαίος λίθος του Δημαρχείου του Τάρτου τοποθετήθηκε το 1782 και ολοκληρώθηκε υπό τη διοίκηση του Γιόχαν Χάινριχ Μπαρτολομέους Βάλτερ. [3]

Η Μεγάλη Αικατερίνη βρήκε 25.000 ρούβλια, για να διευκολύνει την κατάσταση στο Τάρτου μετά την πυρκαγιά και τα χρήματα χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή μιας πέτρινης γέφυρας στο ποτάμι. Τα ερείπια αυτής της γέφυρας φαίνονται ακόμα κάτω από τον ποταμό Εμαγιόγκι, αλλά το κύριο μέρος της γέφυρας καταστράφηκε κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. [4]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 Metz, M (2013). Pile Foundations Baltic Piling Days 2012. CRC Pr I Llc. σελ. 38. ISBN 0415643341. 
  2. Laidre, Margus (2010). The great Northern War and Estonia : the trials of Dorpat, 1700–1708. Tallinn: Argo. σελ. blurb – see url. ISBN 978-9949-438-94-5. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Δεκεμβρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 31 Μαρτίου 2022. 
  3. 3,0 3,1 The Town Hall of Tartu, tartu.ee, retrieved 30 December 2013
  4. Tartu in your Pocket