Μαντί (φαγητό)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μαντί
Προέλευση
Τόπος προέλευσηςΥεμένη
ΠεριοχήΧαντραμαούτ
Πληροφορίες
ΠιάτοΜεσημεριανό ή βραδινό
Κύρια συστατικάΡύζι, κρέας (αρνί ή κοτόπουλο), σαφράνι και ένα μίγμα από χαουαΐτζ[1]
Commons page Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα (π)
A whole chicken suspended above rice and charcoal.
Το κοτόπουλο κρέμεται στον αέρα και μαγειρεύεται από τον ατμό και θερμαίνεται κάτω από αυτό.
A pit made from brick and mortar built for Mandi cooking.
Ένας λάκκος που χτίστηκε για το μαγείρεμα μαντί.

Το μαντί (αραβικά: مندي‎‎) είναι ένα παραδοσιακό πιάτο που προέρχεται από τη Χαντραμαούτ της Υεμένης,[2] το οποίο αποτελείται κυρίως από κρέας και ρύζι με ένα ειδικό μείγμα μπαχαρικών, μαγειρεμένο σε έναν υπόγειο λάκκο. Είναι εξαιρετικά δημοφιλές και διαδεδομένο στις περισσότερες περιοχές της Αραβικής Χερσονήσου και μάλιστα θεωρείται βασικό πιάτο σε πολλές περιοχές. Μπορεί να βρεθεί επίσης στην Αίγυπτο, τον Λεβάντε και στην Τουρκία.

Είναι επίσης δημοφιλές στους Χαντραμί στην Ακτή Μαλαμπάρ της Κεράλας, στο Μπατκάλ της Καρνάτακα, καθώς και στο Μπάρκας και σε περιοχές γύρω από το Χαϊντεραμπάντ της Ινδίας.

Το μαντί παρασκευάζεται συνήθως από ρύζι, κρέας (αρνί, καμήλα, κατσικίσιο ή κοτόπουλο) και από ένα μείγμα μπαχαρικών που ονομάζεται χαουαΐτζ. Το κρέας που χρησιμοποιείται είναι συνήθως ένα νεαρό και μικρό αρνί για να ενισχύσει περαιτέρω τη γεύση.

Η κύρια τεχνική που διαφοροποιεί το μαντί από άλλα πιάτα κρέατος είναι ότι το κρέας μαγειρεύεται στο ταντούρ (ταμπούν στα αραβικά), που είναι ένας ειδικός φούρνος ο οποίος είναι συνήθως ένας λάκκο σκαμμένος στο έδαφος και καλύπτεται με πηλό στις πλευρές του.[3]

Το μαντί θεωρείται το κύριο πιάτο που σερβίρεται κατά τη διάρκεια ειδικών εκδηλώσεων, όπως το Ιντ αλ-φιτρ, καθώς και σε γάμους και γιορτές στην Υεμένη και τη νότια Σαουδική Αραβία.

Ετυμολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η λέξη «μαντί» προέρχεται από την αραβική λέξη «νάντα», που σημαίνει «δροσιά» και αντικατοπτρίζει την υγρή «δροσερή» υφή του κρέατος.[4]

Τεχνική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ξηρά ξύλα (παραδοσιακά, Σάμερ ή Γκάντα) τοποθετούνται στο ταντούρ και καίγονται για να παράγουν πολλή θερμότητα που μετατρέπεται σε κάρβουνο.

Το κρέας στη συνέχεια βράζεται με ολόκληρα μπαχαρικά μέχρι να μαλακώσει, και το μπαχαρικό απόθεμα στη συνέχεια χρησιμοποιείται για να μαγειρευτεί το ρύζι μπασμάτι στο κάτω μέρος του ταντούρ. Στη συνέχεια το κρέας κρέμεται μέσα στο ταντούρ πάνω από το ρύζι και χωρίς να αγγίξει το κάρβουνο. Ακολούθως, ολόκληρο το ταντούρ στη συνέχεια σφραγίζεται με πηλό για έως και 8 ώρες.

Σταφίδες, κουκουνάρια ή φιστίκια μπορούν να προστεθούν στο ρύζι ανάλογα με τη γεύση του καθενός.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 9 Μαΐου 2019. Ανακτήθηκε στις 28 Νοεμβρίου 2020. 
  2. Σαλούμ, Χαμπίμπ (28 Φεβρουαρίου 2012). Arabian Nights Cookbook: From Lamb Kebabs to Baba Ghanouj, Delicious Homestyle Arabian Cooking (στα Αγγλικά). Tuttle Publishing. ISBN 9781462905249. 
  3. Τρέισι, Κάθλιν (31 Μαρτίου 2011). We Visit Saudi Arabia (στα Αγγλικά). Mitchell Lane Publishers, Inc. σελ. 37. ISBN 9781612280851. mandi saudi arabia. 
  4. «Mandi on my mind». gulfnews.com (στα Αγγλικά). 11 Ιουλίου 2013. Ανακτήθηκε στις 3 Μαρτίου 2024. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]