Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μαμπέλ του Μπελέμ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μαμπέλ του Μπελέμ
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Mabel de Bellême (Γαλλικά)
Γέννηση1030 (περίπου)
Θάνατος2  Δεκεμβρίου 1077ή2  Δεκεμβρίου 1079
Μπυρ
Τόπος ταφήςΤροάρν
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητααριστοκράτης
Οικογένεια
ΣύζυγοςΡογήρος Β΄ του Μονγκομερύ[1]
ΤέκναΡοβέρτος του Σρούσμπερι
Ρογήρος του Πουατεβέν
Αρνoύλφ του Μονγκομερύ
Ούγος του Σρούσμπερι
Roger III de Montgomery
Matilda de Montgomery
Sibyl of Montgomery
Philip de Montgomery
ΓονείςΓουλιέλμος Β΄ Ταλβάς και Hildeburgis[2]
ΑδέλφιαArnold of Bellême
ΟικογένειαΟίκος του Μπελέμ
Θυρεός

Η Μαμπέλ ντε Μπελέμ, γαλλ.: Mabel de Bellême (δεκαετία του 1030 -1079) [3] από τον Οίκο του Μπελέμ, ήταν Νορμανδή ευγενής. Κληρονόμησε την κυριότητα του Μπελέμ από τον πατέρα της, και με τον γάμο της έγινε κόμισσα του Σρούσμπεριυ.

Η Μαμπέλ ήταν κόρη του Γουλιέλμου Β΄ Ταλβά κυρίου του Μπελέμ και της πρώτης συζύγου του, Χίλντεμπουργκ (Χιλδεβούργης). Ήταν κληρονόμος των ιδιοκτησιών τού πατέρα της, με τον ετεροθαλή αδελφό της Όλιβερ να αποκλείεται από ό,τι φαίνεται, που τις έλαβε μετά το τέλος του το 1060. Κληρονόμησε επίσης το υπόλοιπο του φέουδου (honour) του Μπελέμ το 1070 μετά το τέλος τού θείου της Υβ, επισκόπου του Σεέζ και κυρίου του Μπελέμ. Όταν ο πατέρας τους εξορίστηκε από τον αδελφό της Αρνούλφ το 1048, τον συνόδευσε μέχρι που και τους δύο δέχθηκε η οικογένεια Μονγκομερύ. Μεταξύ 1050-1054 παντρεύτηκε τον Ρογήρο Β΄ κύριο του Μονγκομερύ, αργότερα 1ο κόμη του Σρούσμπερι. Ο Ρογήρος Β΄ του Μονγκομερύ ήταν ήδη ευνοούμενος του Γουλιέλμου δούκα της Νορμανδίας και με το γάμο του με τη Μαμπέλ, η περιουσία του αυξήθηκε ακόμη περισσότερο.

Ο σύζυγός της, Ρογήρος Β΄, δεν είχε συμμετάσχει στην κατάκτηση της Αγγλίας από τους Νορμανδούς, αλλά είχε παραμείνει στη Νορμανδία ως επίτροπος μαζί με τη σύζυγο τού Γουλιέλμου, Ματθίλδη της Φλάνδρας. Είχε επίσης συνεισφέρει 60 πλοία στην εισβολή του δούκα Γουλιέλμου. Εντάχθηκε στον βασιλιά στην Αγγλία το 1067, και ανταμείφθηκε με την κομητεία του Σρούσμπερι και μία σειρά από κτήματα, σε σημείο που ήταν ένας από τους μεγαλύτερους γαιοκτήμονες στο Βιβλίο της Κρίσης.

Αυτή και ο σύζυγός της, Ρογήρος Β΄, μετέφεραν την εκκλησία του Σαιν-Μαρτίν του Σεέζ στο Σαιντ-Εβρού και υπέβαλαν αίτηση στον θείο της, Υβ επίσκοπο του Σεέζ, να κτίσει εκεί ένα μοναστήρι, σε γη από τα κτήματά της. Η καθαγίαση έγινε το 1061, οπότε η Μαμπέλ έκανε επιπλέον δωρεές.

Από όλες τις γυναίκες που αναφέρει του Ορδέρικ, η Μαμπέλ ήταν η πιο πονηρή και ύπουλη. Αν όχι αποκλειστικά για τις δικές της αδικίες, τότε ως μητέρα του Ροβέρτου του Μπελέμ, ο οποίος είχε φήμη για την αγριότητά του, αλλά και για τη σκληρότητά του. Σε ένα απόσπασμα, ο Ορδέρικ την περιγράφει ως «μικρή, πολύ ομιλητική, αρκετά έτοιμη να κάνει το κακό, έξυπνη και αστεία, εξαιρετικά σκληρή και τολμηρή».

Διαιωνίζοντας τη διαμάχη τής οικογένειάς της με την οικογένεια Ζιρουέ, έστρεψε το βλέμμα της στον Aρνόλ ντε Εσωφούρ, γιο του Γουλιέλμου ΦιτζΖιρουέ, τον οποίο ο πατέρας της είχε φυλακίσει και ακρωτηριάσει. Απέκτησε μέρος των κτημάτων του, όταν αυτή και ο σύζυγός της Ρογήρος Β΄ έπεισαν τον δούκα Γουλιέλμο να κατασχέσει τις γαίες του. Το 1063, ωστόσο, ο δούκας υποσχέθηκε στον Aρνόλ συγχώρεση, και ότι οι γαίες του θα επιστρέφονταν. Για να το αποτρέψει αυτό, η Mαμπέλ σχεδίασε να σκοτώσει τον Aρνόλ. Προσπάθησε να τον δολοφονήσει δηλητηριάζοντας ένα ποτήρι κρασί, αλλά εκείνος αρνήθηκε να πιει. Ο αδελφός τού συζύγου της, θέλοντας να αναζωογονηθεί μετά από μία μακρά διαδρομή, ήπιε το κρασί και πέθανε. Αργότερα δωροδόκησε τον θαλαμηπόλο του Aρνόλ και του έδωσε δηλητήριο, και αυτή τη φορά τα κατάφερε.

Εκτός από τον Θεοδώριχο, ηγούμενο της μονής του Σαιντ-Εβρού, τον οποίο άκουγε κατά καιρούς, η Mαμπέλ ήταν εχθρική προς τα περισσότερα μέλη του κλήρου. Αλλά ο σύζυγός της αγαπούσε τους μοναχούς στο Σαιντ-Εβρού, γι' αυτό θεώρησε απαραίτητο να είναι πιο διακριτική. Σε ένα περιστατικό το 1064, επιβάρυνε σκόπιμα τους περιορισμένους πόρους τους επισκεπτόμενη τη μονή για παρατεταμένες διαμονές με μία μεγάλη συνοδεία στρατιωτών της. Όταν ο Θεοδώριχος, ο ηγούμενος, την επέπληξε για την αναλγησία της, απάντησε απότομα ότι την επόμενη φορά θα την επισκεπτόταν με μία ακόμη μεγαλύτερη ομάδα. Ο ηγούμενος προέβλεψε ότι αν δεν μετανοούσε για την κακία της, θα υπέφερε μεγάλους πόνους, και το ίδιο βράδυ το έπαθε. Έφυγε από τη μονή με μεγάλη βιασύνη, καθώς και με μεγάλο πόνο, και δεν καταχράστηκε ξανά τη φιλοξενία τους.

Η Μαμπέλ συνέχισε την κακία της, με αποτέλεσμα πολλοί ευγενείς να χάσουν τις γαίες τους και να μείνουν άποροι. Το 1077 πήρε με τη βία τις κληρονομικές γαίες του Ούγου Μπυνέλ. Δύο χρόνια αργότερα, ενώ έβγαινε από το λουτρό της, σκοτώθηκε από κάποιους άνδρες, που είχαν εισβάλει κρυφά στο κάστρο. Ο Ούγος είχε ζητήσει τη βοήθεια των τριών αδελφών του, είχε εισέλθει στο κάστρο του Μπυρ επί του Ντιβ, και της έκοψε το κεφάλι με το σπαθί του. Οι δολοφόνοι καταδιώχθηκαν, αλλά διέφυγαν καταστρέφοντας μία γέφυρα πίσω τους. [4] Η δολοφονία της Μαμπέλ έγινε στις 2 Δεκεμβρίου 1079, και τάφηκε τρεις ημέρες αργότερα στο Τρόαρν.

Επιτάφιο επίγραμμα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η επιτάφια επιγραφή της είναι αξιοσημείωτη, ως παράδειγμα μοναχών που υποκλίνονται περισσότερο στην «μεροληψία των φίλων της, παρά στις δικές της αρετές»:

Προερχόμενη από τους ευγενείς και τους γενναίους, Εδώ η Μαμπέλ βρίσκει έναν στενό τάφο.
Αλλά, περισσότερο απ' όλα η γυναικεία δόξα, Γεμίζει μία σελίδα με διάσημη ιστορία.
Επιβλητική, εύγλωττη και σοφή, Και ορμητική σε τολμηρές επιχειρήσεις·
Αν και η σωματική της διάπλαση ήταν μικρή, Και, περήφανα φουσκωμένη στην ιδιότητά της,
Με πλούσια ενδυμασία, μεγαλοπρέπεια και συνοδεία, Έλαβε τη χάρη και τις τιμές που της άξιζαν.
Η φρουρός των συνόρων, η ασπίδα της χώρας, Τόσο η αγάπη όσο και ο φόβος αποκάλυψαν τη δύναμή της,
Μέχρι που ο Ούγος, εκδικητικός, εισήλθε στο καταφύγιό της, Μέσα στη σκοτεινή νύχτα του Δεκεμβρίου.
Τότε είδε το ρέμα του Ντιβ να ξεχειλίζει Την οδυνηρή λάμψη του αδίστακτου δολοφόνου.
Τώρα φίλοι, μερικές στιγμές ευγενικά διαθέστε, Για να αναπαυθεί η ψυχή της, κάνετε μία προσευχή!

Η Μαμπέλ και ο σύζυγός της, Ρογήρος Β΄ κύριος του Μονγκομερύ, απέκτησαν τα εξής παιδιά:

  • Ρότζερ του Μονγκομερύ, ο μεγαλύτερος γιος, παπεβ. νέος.
  • Ροβέρτος του Μπελέμ, κόμης του Αλανσόν το 1082, διαδέχθηκε τον νεότερο αδελφό του Ούγο ως 3ος κόμης του Σρούσμπερι. Νυμφεύτηκε την Αγνή, κόμισσα του Ποντιέ και απεβ. το 1131.
  • Ούγος του Μονγκομερύ, 2ος κόμης του Σρούσμπερι, απεβ. χωρίς απογόνους το 1098.
  • Ρογήρος του Πουατεβέν, υποκόμης του Ιεμουά, παντρεύτηκε την Aδελμόδη του Λα Μαρς.
  • Φίλιππος του Μονγκομερύ.
  • Αρνούλφ του Μονγκομερύ, [5] νυμφεύτηκε τη Λαφρακότα, κόρη του Muirchertach Ua Briain.
  • Σίβυλλα του Μονγκομερύ, παντρεύτηκε τον Ρόμπερτ ΦιτζΆμον, κύριο του Κρεϊγύ.
  • Έμμα, ηγουμένη του Αλμενές.
  • Ματίλντα (Μωντ) του Μονγκομερύ, παντρεύτηκε τον Ρόμπερτ, κόμη του Μορταίν και απεβ. π. το 1085.
  • Μαμπέλ του Μονγκομερύ, παντρεύτηκε τον Ούγο ντε Σατωνέφ. [5]
    1. p10671.htm#i106701. Ανακτήθηκε στις 7  Αυγούστου 2020.
    2. Leo van de Pas: (Αγγλικά) Genealogics. 2003.
    3. Pennington, Reina (2003). Amazons to Fighter Pilots: A Biographical Dictionary of Military Women (Volume 2). Westport, Connecticut: Greenwood Press. σελ. 539. ISBN 0-313-29197-7.
    4. Geoffrey H. White, 'The First House of Bellême', Transactions of the Royal Historical Society, Fourth Series, Vol. 22 (1940), p. 88
    5. 1 2 K.S.B. Keats-Rohan, Domesday People, Vol. I, Domesday Book (The Boydell Press, Woodbridge, UK, 1999), p. 399

    Εξωτερικοί σύνδεσμοι

    [Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]