Μάρκος Τίτιος
Μάρκος Τίτιος | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Marcus Titius (Λατινικά) |
Γέννηση | 0ος αιώνας π.Χ. Αρχαία Ρώμη |
Θάνατος | 0ος αιώνας π.Χ. |
Χώρα πολιτογράφησης | Αρχαία Ρώμη |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | Ρωμαίος πολιτικός Ρωμαίος στρατιωτικός |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Fabia Paullina |
Γονείς | Lucius Titius και Munatia |
Αδέλφια | Lucius Titius |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Ύπατος στην αρχαία Ρώμη |
Ο Μάρκος Τίτιος, λατιν.: Marcus Titius, ήταν Ρωμαίος πολιτικός (αντικαταστάτης ύπατος το 31 π.Χ.) και διοικητής στο τέλος της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας .
Καταγωγή και προγραφή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Μάρκος Τίτιος ήταν γιος ενός Λεύκιου Τίτιου και ανιψιός του Λεύκιου Μουνάτιου Πλάνκου. Τα αξιώματα που κατείχε ο Λεύκιος Τίτιος δεν είναι γνωστά, αλλά προγράφτηκε στα τέλη του 43 π.Χ. και διέφυγε στον Σέξτο Πομπήιο. Έπειτα από καιρό, ο γιος του Μάρκος Τίτιος κατασκεύασε έναν στόλο, και λεηλάτησε τις ακτές της Ετρουρίας. Το 40 π.Χ. συνελήφθη στην Πέραν των Άλπεων (Ναρβωνική) Γαλατία από τον Μηνόδωρο, στρατηγό του Σέξτου Πομπήιου, αλλά του δόθηκε χάρη ένεκα τού πατέρα του. Όταν οι της Τριανδρίας Μάρκος Αντώνιος και Οκταβιανός θέλησαν να διευθετήσουν τη σύγκρουσή τους με τον Σέξτο Πομπήιο στη συνθήκη του Μισηνού το καλοκαίρι του 39 π.Χ., σε πολλούς εξόριστους επετράπη να επιστρέψουν στη Ρώμη, και έτσι ο Μάρκος Τίτιος και ο πατέρας του έκαναν το ίδιο.
Σταδιοδρομία υπό τον Mάρκο Αντώνιο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παρθικός πόλεμος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Πιθανώς υπό την επιρροή του Mουνάτιου Πλάνκου, ο ανιψιός του Tίτιος έγινε σύντομα οπαδός του Mάρκου Αντωνίου. Το 36 π.Χ. ο Τίτιος έλαβε μέρος ως ταμίας (quaestor) στην εκστρατεία του Μ. Αντώνιου κατά της Παρθίας. Αφού οι Ρωμαίοι προσπάθησαν μάταια να καταλάβουν τη Φραάσπα, την πρωτεύουσα της Μηδίας Ατροπατηνής, αποσύρθηκαν στην Αρμενία, αλλά στον δρόμο τους παρενοχλήθηκαν από τον παρθικό στρατό. Κατά τη διάρκεια μίας τέτοιας επίθεσης, ο Τίτιος προσπάθησε μάταια να σταματήσει τον τριβούνο Φλάβιο Γάλλο να καταδιώκει τον εχθρό. Ο στρατός του Γάλλου περικυκλώθηκε σύντομα, και σώθηκε μόνο από τον Αντώνιο, όταν έφτασε με την κύρια δύναμη.
Πόλεμος κατά του Σέξτου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στο μεταξύ ο Σέξτος Πομπήιος είχε διαφύγει στη Λέσβο, μετά την τελική ήττα του από τον Οκταβιανό στα τέλη του 36 π.Χ. Εκεί συγκέντρωσε νέο στρατό και στόλο. Μετά την επιστροφή του από τον πόλεμο των Πάρθων, ο Αντώνιος έμαθε την άφιξη του Πομπήιου, και δέχθηκε τους απεσταλμένους του για να διαπραγματευτούν για μία συμμαχία. Ωστόσο ο ανήρ της Τριανδρίας ήταν δύσπιστος, και έδωσε εντολή στον Τίτιο να προχωρήσει με στρατό και στόλο εναντίον του Πομπήιου, και εάν χρειαζόταν, να πολεμήσει εναντίον του, αλλά εάν ο Πομπήιος ήταν πρόθυμος να υποταχθεί, ο Τίτιος θα έπρεπε να τον συνοδεύσει στην Αλεξάνδρεια. Στο μεταξύ ο Πομπήιος είχε αποβιβαστεί στη βορειοδυτική Μικρά Ασία στις αρχές του 35 π.Χ., χωρίς αντίσταση από τον Γάιο Φούρνιο, τον κυβερνήτη της ρωμαϊκής επαρχίας της Ασίας, επειδή ο Φούρνιος δεν είχε αρκετές δυνάμεις, και δεν είχε λάβει διαταγές από τον Αντώνιο. Κατά συνέπεια ο Πομπήιος μπόρεσε να καταλάβει τη Λάμψακο, τη Νίκαια και τη Νικομήδεια, αλλά στη συνέχεια ο Τίτιος έφτασε από τη Συρία με τον στρατό του και έναν στόλο 120 πλοίων. Ο στόλος του Τιτίου ενισχύθηκε με 70 πλοία που έφθασαν από τη Σικελία, όπου προηγουμένως είχαν υποστηρίξει τον στόλο του Οκταβιανού εναντίον του Πομπήιου. Ο Τίτιος έστησε τη διοίκηση του στόλου του στην Προκόννησο.
Επειδή ο Τίτιος αρνήθηκε τις διαπραγματεύσεις και απολάμβανε τη συντριπτική ναυτική υπεροχή, ο Σέξτος Πομπήιος έκαψε τον στόλο του και ενσωμάτωσε το πλήρωμά του στις χερσαίες δυνάμεις του, σκοπεύοντας να βαδίσει μέσω της Βιθυνίας στην Αρμενία. Τον καταδίωξαν οι στρατιές του Τίτιου, του Φούρνιου και του Αμύντα, του βασιλιά της εκεί Γαλατίας. Ο Πομπήιος μπόρεσε να προκαλέσει απώλειες στους εχθρούς του με μία επίθεση, αλλά σύντομα η κατάστασή του έγινε αρκετά απελπιστική. Πρότεινε στον Φούρνιο, ο οποίος ήταν φίλος τού πατέρα του Πομπήιου Μάγνου, να παραδοθεί, εάν ο Φούρνιος τον συνόδευε στον Αντώνιο. Ωστόσο ο Φούρνιος τον παρέπεμψε στον Tίτιο, προφανώς επειδή δεν ήταν εξουσιοδοτημένος να συνάψει συμφωνία, οπότε φαίνεται ότι ο Τίτιος ήταν ο ανώτατος αρχηγός του στρατού, και ως εκ τούτου, από τις αρχές του 35 π.Χ., ο νέος κυβερνήτης της Ασίας. Ο Πομπήιος αρνήθηκε να παραδοθεί στον Τίτιο, επειδή κάποτε τον είχε συγχωρέσει ως αιχμάλωτο, και γι' αυτό τον θεωρούσε αχάριστο. Τη νύχτα ο Πομπήιος προσπάθησε να φθάσει στην ακτή με ελαφρά οπλισμένα στρατεύματα για να κάψει τον στόλο του Τίτιου, αλλά ο ετεροθαλής αδελφός του Μάρκος Αιμίλιος Σκαύρος πρόδωσε το σχέδιο. Ως αποτέλεσμα, ο Αμύντας και οι 1500 ιππείς του κατάφεραν να πιάσουν τον Πομπήιο κοντά στο Μιδαίο της Φρυγίας, και να τον αιχμαλωτίσουν. Ο Πομπήιος μεταφέρθηκε στη Μίλητο, και εκεί εκτελέστηκε το καλοκαίρι του 35 π.Χ. με εντολή του Τίτιου.
Το αν ο Τίτιος εκτέλεσε τον Πομπήιο με δική του πρωτοβουλία, ή με εντολή του Αντώνιου, ή του Μουνάτιου Πλάνκου, είναι αβέβαιο, και αμφισβητήθηκε ήδη στην αρχαιότητα. Ο Ρωμαίος ιστορικός Δίων Κάσσιος ισχυρίζεται, ότι ο Αντώνιος διέταξε τη θανατική ποινή σε μία πρώτη επιστολή που απευθυνόταν στον Τίτιο, αλλά ακύρωσε αυτή τη διαταγή σε μία δεύτερη επιστολή. Ωστόσο ο Πομπήιος εκτελέστηκε είτε επειδή ο Τίτιος συμμορφώθηκε με την επιστολή με τη θανατική ποινή σκόπιμα, είτε επειδή το πέρασε για τη δεύτερη επιστολή. Η δεύτερη πιθανότητα είναι απίθανη, ενόψει των συνθηκών του αρχαίου ταχυδρομικού συστήματος. Σύμφωνα με τον στρατιωτικό ιστορικό Αππιανό, ο Τίτιος εκτέλεσε τον Πομπήιο είτε επειδή ήταν θυμωμένος για μία πρώην προσβολή, είτε με οδηγίες του Αντώνιου. Στην τελευταία περίπτωση, πιθανότατα δεν ήταν ο ίδιος ο Αντώνιος, αλλά ο Mουνάτιος Πλάνκος που έδωσε την εντολή, καθώς ο Αντώνιος δεν ήθελε να αναλάβει την αποκλειστική ευθύνη, αφού η ερωμένη του, η βασίλισσα της Αιγύπτου Κλεοπάτρα Ζ΄, ήταν ευγενική απέναντι στον Πομπήιο, και λόγω της φήμης του. Παρά τις αντικρουόμενες πηγές φαίνεται αρκετά βέβαιο, ότι η θανατική ποινή επιβλήθηκε εν γνώσει, και με τη σύμφωνη γνώμη του Αντώνιου.
Πιθανώς ο Τίτιος κατείχε το αξίωμα του ποντίφικα από το 34 π.Χ.
Πόλεμος του Άκτιου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το 33 π.Χ. έγινε εμφανής η επικείμενη σύγκρουση των ανδρών της Τριανδρίας για την αποκλειστική κυριαρχία της Δημοκρατίας. Στην αρχή των πολεμικών προετοιμασιών, ο Αντώνιος συγκέντρωσε τα στρατεύματά του στην Έφεσο (χειμώνας 33/32 π.Χ.). Εκεί, ο Τίτιος, μαζί με τον θείο του Mουνάτιο Πλάνκο, τον Γναίο Δομίτιο Αηνόβαρβο και άλλους κορυφαίους οπαδούς του Αντώνιου, προσπάθησαν μάταια να πείσουν τον Αντώνιο να στείλει την Κλεοπάτρα Ζ΄ πίσω στην Αίγυπτο. Σύντομα ο Αντώνιος μετέφερε την έδρα του στη Σάμο. Προφανώς, ο Τίτιος συνόδευσε τον αρχιστράτηγό του στο νησί αυτό, διότι εκεί βρέθηκε μία επιγραφή αφιερωμένη σε αυτόν.
Αποστασία στον Οκταβιανό
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τον Ιούνιο ή τον Ιούλιο του 32 π.Χ. ο Mουνάτιος Πλάνκος και ο ανιψιός του Τίτιος αυτομόλησαν στον Οκταβιανό. Σύμφωνα με τον αρχαίο βιογράφο Πλούταρχο, οι δύο άνδρες άλλαξαν μερίδα, επειδή αντιμετωπίστηκαν προσβλητικά από την Κλεοπάτρα Ζ΄, λόγω της άρνησής τους να συμμετάσχουν στον πόλεμο. Ο αληθινός λόγος της αποστασίας τους μπορεί να βρεθεί στον οπορτουνισμό τους. Στο παρελθόν ήταν φίλοι της Κλεοπάτρας Ζ΄, η οποία ονόμασε την πόλη Τιτιούυπολη στην Κιλικία από τον Τίτιο. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια των προπαγανδιστικών και στρατιωτικών προετοιμασιών του πολέμου, ο θείος και ο ανιψιός του μπορεί να αμφέβαλλαν ολοένα και περισσότερο ότι ο Αντώνιος θα κέρδιζε τον πόλεμο, και ως εκ τούτου άλλαξαν πλευρά. Η απόφασή τους μπορεί επίσης να επηρεάστηκε από έριδες με άλλους κορυφαίους οπαδούς του Αντώνιου, τις σχέσεις του Πλάνκου με τον Αντώνιο που είχαν ψυχρανθεί, και άλλους λόγους που συγκαλύφθηκαν από την προπαγάνδα του Οκταβιανού.
Οι δύο λιποτάκτες ενημέρωσαν τον Οκταβιανό για το περιεχόμενο της διαθήκης του Αντώνιου, και τον τόπο όπου φυλάσσονταν με ασφάλεια των Εστιάδων Παρθένων: και οι δύο την είχαν υπογράψει νωρίτερα ως μάρτυρες. Ο μετέπειτα Αυτοκράτορας άρπαξε παράνομα το έγγραφο, και βρήκε στις (ίσως πλαστές) διατάξεις του –ειδικά την επιβεβαίωση του Αντώνιου για τα εδαφικά δώρα στα παιδιά της Κλεοπάτρας Ζ΄ και την επιθυμία του να ταφεί στην Αίγυπτο– επιπλέον λόγους για να λάβει την πλήρη υποστήριξη της Συγκλήτου και του λαού, για τον πόλεμο του εναντίον του Αντώνιου.
Σταδιοδρομία υπό τον Οκταβιανό Αύγουστο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στη Ρώμη ο Τίτιος προώθησε παιχνίδια στο θέατρο του Πομπήιου (που είχε κτίστεί από τον Πομπήιο Μάγνος περί το 55 π.Χ.), αλλά ο Σέξτος εξακολουθούσε να απολαμβάνει μεγάλη δημοτικότητα. Το πλήθος αποδοκίμασε τον Τίτιο από τη σκηνή, επειδή είχε εκτελέσει τον Σέξτο, και ο Τίτιος έπρεπε να φύγει γρήγορα από το θέατρο, επειδή φοβόταν για τη ζωή του. Από τον Μάιο έως τον Οκτώβριο του 31 π.Χ. ο Τίτιος ήταν ύπατος. Σε αυτή τη λειτουργία συμμετείχε στις τελευταίες μάχες πριν από την αποφασιστική μάχη του Άκτιου. Μαζί με τον Τίτο Στατίλιο Ταύρο νίκησε το ιππικό τού Αντώνιου. Ο Δειόταρος ο Φιλάδελφος, βασιλιάς της Παφλαγονίας, άδραξε αυτή την ευκαιρία για να εγκαταλείψει τον Οκταβιανό.
Περίπου το 13/12 π.Χ. ο Τίτιος έγινε κυβερνήτης της Συρίας, ως διάδοχος τού στενού φίλου και ναυάρχου τού Οκταβιανού, Μάρκου Βιψάνιου Αγρίππα. Ο Εβραίος βασιλιάς Ηρώδης Α΄ ο Μέγας μπόρεσε να διευθετήσει τη διαμάχη μεταξύ του Τίτιου και του βασιλιά Αρχέλαου της Καππαδοκίας, όταν συνόδευσε τον Αρχέλαο στην Αντιόχεια, και εκεί συνάντησε τον Τίτιο. Ο Τίτιος έλαβε επίσης ως ομήρους τέσσερα παιδιά, τέσσερα εγγόνια και δύο νύφες του βασιλιά Φραάτη Δ' των Πάρθων. Είναι άγνωστο πότε απεβίωσε ο Τίτιος.
Οικογένεια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Τίτιος ήταν νυμφευμένος με τη Φαβία Παυλίνα, κόρη του Κόιντου Φάβιου Μάξιμου, του αντικαταστάτη υπάτου του 45 π.Χ. Υπήρξαν εικασίες ότι οι δύο τους μπορεί να ήταν γονείς μίας κόρης, που παντρεύτηκε τον Mάρκο Σάλβιο Όθωνα [1], αλλά μία επιγραφή ονομάζει τη σύζυγο του Σάλβιου, την Τιτία ως «κόρη του Λεύκιου», οπότε μπορεί να ήταν ανιψιά του Mάρκου. [2] [3]
Ο Τίτιος μπορεί να είναι ο πατέρας του Τίτιου που αναφέρεται στον Οράτιο, Επιστολές 1.3.9, ο οποίος ήταν ένας από τη συνοδεία νεαρών ανδρών που συνόδευαν τον μελλοντικό Αυτοκράτορα Τιβέριο σε μία αποστολή στην Αρμενία το 21–20 π.Χ. Αυτός ο νεότερος Τίτιος, ο οποίος σύμφωνα με τον Οράτιο έγραψε ποίηση σε πινδαρικό ύφος, μπορεί με τη σειρά του να είναι ο φίλος του ποιητή Τίβουλλου, που αναφέρεται στον Τίβουλλο 1.4.73. Μπορεί επίσης να είναι ο ίδιος με τον Ρούφο, που αναφέρεται ως πινδαρικός ποιητής στον Οβίδιο, Ex Ponto 4.16.28.
Σημειώσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Antiquitas: Abhandlungen zur alten Geschichte. 31. R. Habelt Verlag. 1982. σελ. 443.
- ↑ Adriana, Emiliozzi (1983). «Sull'epitaffio del 67 a. C. nel sepolcro dei Salvii a Ferento» (στα Italian). Mélanges de l'école française de Rome 95 (2): 701–717. doi:. https://www.persee.fr/doc/mefr_0223-5102_1983_num_95_2_1388.
- ↑ Ottavianelli, Giovanna (2019). «Sulle tracce di un imperatore di origini ferentiensi: Marcus Salvius Otho» (PDF). Archeotuscia.com (στα Italian). σελίδες 25–29. Ανακτήθηκε στις 15 Νοεμβρίου 2021.
Αναφορές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Rudolf Hanslik: Titius 18) . Στο: Realencyclopädie der Classischen Altertumswissenschaft (RE). Τομ. VI Α,2, 1937, col. 1559–1562.
- PIR 1 T 196