Λίμφιορδ


Το Λίμφιορδ (δαν. Limfjorden) είναι αβαθής πορθμός στη Δανία, που από την εποχή των Βίκινγκ τον θεωρούσαν μακρόστενο κόλπο στο ανατολικό τμήμα του, που μοιάζει με ποτάμι (πρβλ. φιόρδ). Σήμερα ωστόσο, μετά από πλημμύρα και καθίζηση το 1825, αποτελεί ένα συνεχές υδάτινο σώμα, που συνδέει τον κατά πολύ ευρύτερο πορθμό Σκάγκερακ στη Βόρεια Θάλασσα με τον Κάτεγατ. Και από πλευράς ξηράς, χωρίζει τη Νήσο της Βόρειας Γιουτλάνδης (δαν. Nørrejyske Ø) από την καθαυτό Χερσόνησο της Γιουτλάνδης της ηπειρωτικής Δανίας και Ευρώπης. Το Λίμφιορδ έχει μήκος που φθάνει περίπου τα 180 χιλιόμετρα και ακανόνιστο σχήμα, με πολλούς κόλπους, ένα κάπως μεγάλο νησί (το Μορς) και αρκετά μικρά: το Φουρ, το Βένε, το Γιέγκιντο, το Έγκχελμ και το Λίβε. Το βαθύτερο σημείο του Λίμφιορδ, έξω από το Χβάλπσουντ, είναι 24 μέτρα.
Το κυριότερο λιμάνι του πορθμού είναι το Άλμποργκ (ορθή προφορά («Ώλμπορ»), όπου μια σιδηροδρομική και μια οδική γέφυρα ενώνουν τις απέναντι ακτές του Λίμφιορδ, ενώ ανατολικά αυτών η Ευρωπαϊκή Οδός 45 (Ε45) το διασχίζει από κάτω, περνώντας μέσα από μια σήραγγα. Εμπορικοί λιμένες στον πορθμό είναι επίσης οι Τίστεντ, Νύκεμπινγκ Μορς, Σκίβε, Λέγκστερ, Στρούερ, Λέμβιγκ και Τιούμπορεν. Εκτός από τις προαναφερθείσες, υπάρχουν γέφυρες στα στενά των Όντενσουντ, Σάλινγκσουντ (Sallingsund), Βίλσουντ, Άγκερσουντ και Σέμπερσουντ (Sebbersund), καθώς και μερικά πορθμεία.
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το δυτικό άνοιγμα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Από τον πρώιμο Μεσαίωνα μέχρι τον 19ο αιώνα το Λίμφιορδ ήταν ανοικτό μόνο από το ανατολικό πέρας του. Αλλά στην πλημμύρα του Φεβρουαρίου του 1825 η θάλασσα διεισέδυσε από τα δυτικά και δημιούργησε ένα δεύτερο άνοιγμα.
Μέχρι τότε ένας χαμηλός ισθμός από μετατοπιζόμενη άμμο διεχώριζε το Λίμφιορδ από τη Βόρεια Θάλασσα, τουλάχιστον κατά την καταγεγεγραμμένη ιστορική περίοδο, αν και κάποιο πέρασμα υπήρχε κατά την εποχή των Βίκινγκ. Με βάση τα τοπωνύμια και τη γεωγραφία, πιστεύεται ότι αυτό βρισκόταν νοτίως του σημερινού, ανάμεσα στο Φέρινγκ Σε (Ferring Sø, που τοπικά αποκαλείται ακόμα «το φιόρδ») και στο Χιούγκουμ Νορ. Ο Κανούτος ο Μέγας το διέπλευσε το έτος 1027 κατά την επιστροφή του από την Αγγλία, αλλά σύμφωνα με τον Σάξωνα τον Γραμματικό έκλεισε περί το 1200. Υπάρχουν αναφορές για αρκετές πλημμύρες που διεπέρασαν τον ισθμό από τον 16ο έως τον 19ο αιώνα, αλλά η άμμος τον ξανάκλεινε.
Στις 3 Φεβρουαρίου του 1825 όμως η πλημμύρα δημιούργησε ένα μόνιμο άνοιγμα, τον λεγόμενο «Δίαυλο του Άγκερ», στο βόρειο μέρος του μήκους 13 χιλιομέτρων και πλάτους 1 χιλιομέτρου ισθμού, τη «Γλώσσα του Άγκερ» (Agger Tange), που έως τότε συνέδεε το Διαμέρισμα του Τιου (Thy) με την υπόλοιπη Γιουτλάνδη. Το δυτικό μέρος της Βόρειας Γιουτλάνδης απώλεσε τη χερσαία σύνδεση με την κυρίως Γιουτλάνδη, αλλά οι πόλεις και τα λιμάνια στο δυτικό τμήμα του Λίμφιορδ μπορούσαν πλέον να επωφεληθούν από την άμεση πρόσβαση από τη Βόρεια Θάλασσα, προς λύπη του Άλμποργκ. Από τη δεκαετία του 1840 το δυτικό πέρασμα έγινε όλο και σημαντικότερο, καθώς η Μεγάλη Βρετανία είχε ανοίξει τις εισαγωγές σιτηρών και τα πλοία μπορούσαν να επιστρέφουν φορτωμένα με βρετανικό κάρβουνο. Ωστόσο η αστάθεια του Διαύλου Άγκερ προέτρεπε τους ναυτικούς του δυτικού Λίμφιορδ να αναζητούν και μια δεύτερη επιλογή.
Το 1862 μια νέα πλυμμύρα άνοιξε ένα ακόμα θαλάσσιο πέρασμα, τον Δίαυλο του Τιούμπορεν, νοτίως του Άγκερ (δείτε εικόνα από το διάστημα εδώ). Ο Δίαυλος του Άγκερ γέμιζε συνεχώς με άμμο και τελικώς έκλεισε το 1877. Από τότε ο Δίαυλος του Τιούμπορεν έχει διατηρηθεί ανοικτός και πλωτός για τα πλοία με τεχνητές εκβαθύνσεις. Το λιμάνι του Τιούμπορεν κατασκευάσθηκε από το 1914 έως το 1918 και η ομώνυμη πόλη αναπτύχθηκε δίπλα του. Από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα οι δύο ισθμοί έχουν μετατοπισθεί προς τα ανατολικά.
Οι πάγκοι του Λέγκστερ και το Κανάλι Φρειδερίκου Ζ΄
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στο Λέγκστερ (Løgstør), όπου το ευρύ δυτικό τμήμα του Λίμφιορδ συναντά το στενό ανατολικό τμήμα, οι πάγκοι (αμμώδεις ξέρες) Løgstør Grunde ήταν ένα εμπόδιο για τη ναυσιπλοΐα. Τα μεγαλύτερα πλοία χρειαζόταν να ξεφορτώνονται πριν περάσουν τις ξέρες και να επαναφορτώνονται μετά το πέρασμά τους. Το Κανάλι του Φρειδερίκου Ζ΄ στο Λέγκστερ ολοκληρώθηκε το 1861 με σκοπό την ευκολότερη διέλευση των πάγκων. Τα επόμενα χρόνια η κίνηση των πλοίων αυξήθηκε μετά το άνοιγμα του Διαύλου του Τιούμπορεν. Τελικώς οι ίδιοι οι πάγκοι εκβαθύνθηκαν με βυθοκόρους το 1901, οπότε το κανάλι έχασε τη σημασία του, ωστόσο διατηρείται ακόμα ως τεχνικό μνημείο.
Σχέδια για το ξανακλείσιμο της δυτικής εξόδου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μια νομική διάταξη του 1946 παρείχε τη δυνατότητα να ξανακλειστεί ο Δίαυλος του Τιούμπορεν με φράγματα και υδατοφράκτες, ωστόσο αυτό δεν έγινε. Η ιδέα συζητήθηκε και πάλι το 2005. Πιστεύεται ότι οι ισθμοί θα διατηρούνταν ευκολότερα και ότι η στάθμη του νερου στο Λίμφιορδ θα μπορούσε να ελεγχθεί καλύτερα: όταν φυσούν επίμονοι δυτικοί άνεμοι συμβαίνουν πλημμύρες στα χαμηλά εδάφη και λιμάνια του δυτικού Λίμφιορδ, καθώς το νερό δεν μπορεί να διαφύγει από το στενό ανατολικό τμήμα.[1]
Βιολογία και κλίμα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το άνοιγμα του δυτικού περάσματος το 1825 μετάβαλε τα νερά του Λίμφιορδ από from υφάλμυρο σε αλμυρό, με αξιοσημείωτο ρεύμα από τα δυτικά προς τα ανατολικά. Μερικές φορές, σε σχετικώς μακρές θερμές περιόδους νηνεμίας το καλοκαίρι ή εξαιτίας πάγου τον χειμώνα, παρατηρούνται συνθήκες υποξίας στο νερό.
Σήμερα το νερό του πορθμού έχει αλμυρότητα ίση με εκείνη του θαλάσσιου νερού, με περιεκτικότητα σε αλάτι περίπου 3,0% σε όλα τα βάθη. Πολλά θαλάσσια ζώα και φυτά που βρίσκονται στις γειτονικές θάλασσες συναντώνται έτσι και στο Λίμφιορδ.
Εξαιτίας του μικρού βάθους του νερού, η επιφάνεια μπορεί να παγώσει γρήγορα σε ψυχρές περιόδους, ιδίως σε κόλπους όπου δεν υπάρχουν σχεδόν ρεύματα. Οι πάγοι ωστόσο δεν προκαλούν προβλήματα κάθε χειμώνα.
Το Λίμφιορδ είναι γνωστό για τα νόστιμα μύδια του, του κοινού είδους (Mytilus edulis).[2] Οι γευσιγνώστες εκτιμούν και τα στρείδια του πορθμού, που θεωρούνται ασυνήθιστα ως προς το μέγεθος. Αν δεν είχε ανοίξει ο Δίαυλος του Τιούμπορεν το 1825, τα μύδια δεν θα μπορούσαν να αναπτυχθούν σχεδόν καθόλου, εξαιτίας της ελλείψεως αρκετού αλατιού στο νερό.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Torben Larsen: «Flood in the Limfjord» Αρχειοθετήθηκε 2012-08-02 at Archive.is, από διάλεξη στο Πανεπιστήμιο του Άλμποργκ, 7 Απριλίου 2010
- ↑ «Page:workplan - the MaBenE research project». www.nioo.knaw.nl. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Μαΐου 2005. Ανακτήθηκε στις 15 Ιανουαρίου 2022.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Πληροφορίες (στη δανική γλώσσα)
- Το Μουσείο του Λίμφιορδ