Κώδικας της Νυρεμβέργης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ο Κώδικας της Νυρεμβέργης (γερμανικά: Nürnberger Kodex‎‎) είναι ένα σύνολο αρχών έρευνας όσον αφορά τα ζητήματα ηθικής που θίγουν το θέμα των επιστημονικών πειραμάτων με υποκείμενο το ανθρώπινο είδος. Δημιουργήθηκε ως αποτέλεσμα των Δικών της Νυρεμβέργης μετά το πέρας του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.

Ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η σύνταξη του Κώδικα της Νυρεμβέργης έχει τις ρίζες του στην Γερμανική κυβέρνηση προ Β 'Παγκοσμίου Πολέμου, ιδιαίτερα στην χρονική περίοδο κατά την διάρκεια των δεκαετιών του 1930 και 1940. Ο προπολεμικός Γερμανικός Ιατρικός Σύλλογος θεωρούνταν ως προοδευτικός αλλά και δημοκρατικός. Είχε μεγάλες ανησυχίες για την δημόσια υγεία. Ένα παράδειγμα είναι η νομοθεσία της υποχρεωτικής παροχής ασφάλισης ασθενείας για τους Γερμανούς εργαζόμενους. Ωστόσο, οι ανήθικες πρακτικές ιατρών που επικρατούσαν, ξεκινώντας από τα μέσα της δεκαετίας του 1920, συνήθως βασιζόμενες στην ιδεολογία της φυλετικής υγιεινής, οδήγησαν στην καταγγελία από τους πολίτες και την ιατρική κοινωνία. Η διατήρηση της φυλετικής υγιεινής υποστηρίχθηκε από την Γερμανική κυβέρνηση ως μέσο προκειμένου να δημιουργηθεί μια «Άρια φυλή» με αποτέλεσμα την εξόντωση εκείνων που δεν εντάσσονταν στα κριτήρια τους. Οι εξτρεμιστές φυλετικής υγιεινής συγχωνεύθηκαν με τον Εθνικό Σοσιαλισμό για να προωθήσουν την άσκηση της βιολογίας με σκοπό την επίτευξη της φυλετικής αγνότητας η οποία είναι βασικό σκέλος της ναζιστικής ιδεολογίας. Οι γιατροί που προσελκύονταν από την εξής επιστημονική ιδεολογία συνέβαλαν στην ίδρυση της Ένωσης Εθνικών Σοσιαλιστών Ιατρών το 1929 για να «καθαρίσουν τη Γερμανική ιατρική κοινότητα από τον 'Εβραϊκό Μπολσεβικισμό'». Η κριτική των συμβάντων όμως επικρατούσε. Ο Alfons Stauder, μέλος της Υπηρεσίας Υγείας του Ράιχ, ισχυριζόταν ότι τα "αμφίβολα πειράματα δεν έχουν θεραπευτικό σκοπό" και ο Fredrich von Muller, ιατρός και πρόεδρος της Deutsche Akademie, προσχώρησε στην κριτική του. [1]

Ως απάντηση στην αναφορά της κατάκρισης περί του θέματος του ανήθικου πειραματισμού, η κυβέρνηση του Ράιχ εξέδωσε "Νέες Οδηγίες για την Θεραπεία και των Επιστημονικών Πειραμάτων με Υποκείμενο το Ανθρώπινο Είδος" στη Βαϊμάρη της Γερμανίας. Οι οδηγίες διέκριναν σαφώς τη διαφορά μεταξύ θεραπευτικής και μη θεραπευτικής έρευνας. Για θεραπευτικούς σκοπούς, οι οδηγίες επέτρεπαν την άσκηση χωρίς την συγκατάθεση ασθενών μόνο σε ειδικές περιπτώσεις. Απαγορεύτηκε αυστηρά οποιαδήποτε άσκηση χωρίς συγκατάθεση. Οι οδηγίες βασίστηκαν στην Ευεργετικότητα και то «ὠφελέειν, ἢ μὴ βλάπτειν», αλλά επίσης τόνισαν το ζήτημα της ενημερωμένης συναίνεσης. Оι οδηγίες από τη Βαϊμάρη καταρρίφθηκαν από τον Adolf Hitler και μέχρι το 1942 στο ναζιστικό κόμμα στελεχώθηκαν περισσότεροι από 38.000 ιατροί, οι οποίοι πραγματοποιούσαν ιατρικά προγράμματα, όπως και την εφαρμογή του νόμου περί στείρωσης.[2]

Μια σειρά δικών ακολούθησε μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η οποία οδήγησε στην καταδίκη μελών του ναζιστικού κόμματος υπεύθυνων για ένα πλήθος εγκλημάτων πολέμου. Εγκρίθηκαν από τον Πρόεδρο Harry Truman στις 2 Μαΐου του 1945 και διεξήχθη από τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Μεγάλη Βρετανία και την Σοβιετική Ένωση. Ξεκίνησαν στις 20 Νοεμβρίου του 1945 στην Νυρεμβέργη της Γερμανίας, και έγιναν γνωστές ως οι Δίκες της Νυρεμβέργης. Μία από αυτές έγινε γνωστή ως «Δίκη των Ιατρών». Δικάστηκαν οι υπεύθυνοι ιατροί για τη πράξη ανήθικων ιατρικών πειραμάτων σε ανθρώπους κατά τη διάρκεια του πολέμου. Επικεντρώθηκε όχι μόνο σε ιατρούς που έκαναν απάνθρωπα και ανήθικα πειράματα σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, όμως και σε εκείνους που συμμετείχαν σε 3.500.000 στειρώσεις Γερμανών πολιτών. [3] [4]

Αρκετοί από τους κατηγορούμενους υποστήριξαν ότι οι πρακτικές τους δεν διέφεραν πολύ από εκείνες που χρησιμοποιούταν πριν από τον πόλεμο και ότι δεν υπήρχε κανένας νόμος που να διαφοροποιεί μεταξύ νόμιμων και παράνομων πειραμάτων. Αυτό ανησύχησε τους Dr. Andrew Ivy και Dr. Leo Alexander, οι οποίοι συνεργάστηκαν με την δίωξη κατά την διάρκεια της δίκης. Τον Απρίλιο του 1947, ο Dr. Alexander υπέβαλε μνημόνιο στο Συμβούλιο των Ηνωμένων Πολιτειών για Εγκλήματα Πολέμου παρουσιάζοντας έξι ρυθμίσεις για έννομη ιατρική έρευνα. [5]

Στις 20 Αυγούστου του 1947, οι δικαστές εξέδωσαν την ετυμηγορία τους εναντίον του Karl Brandt και 22 άλλων εμπλεκόμενων. [6] Η ετυμηγορία επανέλαβε τις ρυθμίσεις του μνημονίου και, ως απάντηση στους ειδικούς ιατρικούς σύμβουλους της δίωξης, επέκτεινε τις αρχικά έξι σε δέκα. Οι δέκα ρυθμίσεις έγιναν γνωστές ως ο "Κώδικας της Νυρεμβέργης", ο οποίος περιλαμβάνει τέτοιες αρχές όπως την συναίνεση του ενημερωμένου ασθενή, την απουσία εξαναγκασμού, τον κατάλληλα διατυπωμένο επιστημονικό πειραματισμό και την ευεργεσία απέναντι στους συμμετέχοντες σε πειράματα. Θεωρείται ότι βασίστηκε κυρίως στις αρχές του Όρκου του Ιπποκράτη, ο οποίος ερμηνεύθηκε ως πρεσβέυων της πειραματικής προσέγγισης της ιατρικής, που συμπεριλαμβάνει παράλληλα και την προστασία του ασθενή. [7]

Οι δέκα κανόνες του Κώδικα της Νυρεμβέργης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι δέκα κανόνες του κώδικα δηλώθηκαν στο τμήμα της ετυμηγορίας με τίτλο "Επιτρεπόμενα Ιατρικά Πειράματα": [5]

  1. Η εθελοντική συναίνεση του εξεταζόμενου είναι απολύτως απαραίτητη.
  2. Το πείραμα πρέπει να είναι τέτοιο ώστε να παράγει καρποφόρα αποτελέσματα για το καλό της κοινωνίας, απροσέγγιστο μέσω άλλων μεθόδων ή μέσω μελέτης και όχι τυχαίο και περιττό.
  3. Το πείραμα θα πρέπει να σχεδιαστεί και να βασίζεται σε αποτελέσματα πειραμάτων σε ζώα, στην γνώση του φυσικού ιστορικού της νόσου ή άλλον προβλημάτων υπό μελέτη για να διασφαλιστεί ότι τα αναμενόμενα αποτελέσματα θα δικαιολογήσουν την εκτέλεση του πειράματος.
  4. Το πείραμα πρέπει να διεξάγεται έτσι ώστε να αποφεύγεται κάθε περιττή σωματική και ψυχική οδύνη και τραυματισμός.
  5. Δεν πρέπει να διεξάγεται πείραμα όταν υπάρχει εκ των προτέρων υποψία θανάτου ή τραυματισμού ως αποτέλεσμα. Εκτός, ίσως, σε εκείνα τα πειράματα όπου οι πειραματικοί γιατροί χρησιμεύουν επίσης ως υποκείμενα.
  6. Ο βαθμός κινδύνου, δεν πρέπει να υπερβαίνει εκείνον που καθορίζεται από την ανθρωπιστική σημασία του προβλήματος που καλείται να επιλυθεί από το πείραμα.
  7. Θα πρέπει να γίνουν οι κατάλληλες προετοιμασίες και να παρεχθούν οι κατάλληλες εγκαταστάσεις για την προστασία του εξεταζόμενου, ακόμη και από τις ελάχιστες πιθανότητες τραυματισμού, αναπηρίας ή θανάτου.
  8. Το πείραμα πρέπει να διεξάγεται μόνο από επιστημονικά εγκεκριμένα πρόσωπα. Ο υψηλότερος βαθμός εμπειρίας και φροντίδας θα πρέπει να απαιτείται σε όλα τα στάδια του πειράματος από εκείνους που διεξάγουν ή συμμετέχουν σε αυτό.
  9. Κατά τη διάρκεια του πειράματος ο εξεταζόμενος είναι ελεύθερος να τερματίσει το πείραμα εάν έχει φτάσει στη φυσική ή ψυχική κατάσταση όπου η συνέχιση του πειράματος του φαίνεται αδύνατη.
  10. Κατά τη διάρκεια του πειράματος, ο υπεύθυνος επιστήμονας πρέπει να είναι προετοιμασμένος να τερματίσει το πείραμα σε οποιοδήποτε στάδιο, εάν έχει πιθανό λόγο να πιστεύει κατά την άσκηση της καλής πίστης, την ανώτερη ικανότητα και την προσεκτική κρίση που απαιτείται από αυτόν, ότι η συνέχιση του πειράματος είναι πιθανό να οδηγήσει σε τραυματισμό, αναπηρία ή θάνατο του εξεταζόμενου.

Συγγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αρχικά ο Κώδικας της Νυρεμβέργης αγνοήθηκε, αλλά η σημασία του πήρε μεγαλύτερη έκταση περίπου 20 χρόνια μετά τη γραφή του. Ως αποτέλεσμα, υπήρχαν σημαντικοί ανταγωνιστικοί ισχυρισμοί για την δημιουργία του Κώδικα. Κάποιοι υποστήριζαν ότι ο συντάκτης ήταν ο Harold Sebring, ένας από τους τρεις Αμερικανούς δικαστές που προέδρευε την Δίκη των Ιατρών. Οι Leo Alexander, MD και ο Andrew Ivy, MD, κύριοι ιατρικοί μάρτυρες της εισαγγελικής αρχής, επίσης προσδιορίστηκαν ως συντάκτες. Στην επιστολή του προς τον Maurice H. Pappworth, ο Άγγλος ιατρός και συγγραφέας του βιβλίου Human Guinea Pigs, Andrew Ivy ισχυρίστηκε ότι ήταν ο μοναδικός δημιουργός του Κώδικα. Ο Leo Alexander, περίπου 30 χρόνια μετά τη δίκη, διεκδικούσε επίσης την αποκλειστική επιμέλεια. [8] Ωστόσο, μετά από προσεκτική ανάγνωση του καταγραφικού κειμένου της Δίκης των Ιατρών, των εγγράφων ιστορικού και των τελικών κρίσεων, είναι περισσότερο αποδεκτό ότι η συγγραφική ταυτότητα ήταν κοινή και ότι ο Κώδικας εξελίχθηκε από την ίδια τη δίκη. [9]

Ο Κώδικας της Νυρεμβέργης δεν έχει γίνει επίσημα δεκτός ως νόμος ή ως επίσημη οδηγία ηθικής ιατρικής δεοντολογίας από οποιοδήποτε έθνος ή ένωση. Η αναφορά του Κώδικα στον Όρκο του Ιπποκράτη προς τον ασθενή και η ανάγκη της παροχής πληροφοριών δεν ευνοήθηκε από την Αμερικανική Ιατρική Ένωση. Ο Δυτικός κόσμος απέρριψε τον Κώδικα της Νυρεμβέργης χαρακτηρίζοντάς τον ως «κώδικας για βάρβαρους» και όχι για τους πολιτισμένους ιατρούς και ερευνητές. Επιπλέον, στην τελική απόφαση δεν διευκρινίστηκε εάν ο κώδικας της Νυρεμβέργης θα πρέπει να εφαρμόζεται σε περιπτώσεις πολιτικών κρατούμενων, καταδικασμένων εγκληματιών και υγιή εθελοντών. Η έλλειψη σαφήνειας, η βαρβαρότητα των ανήθικων ιατρικών πειραμάτων και η ασυμβίβαστη γλώσσα του Κώδικα της Νυρεμβέργης δημιούργησαν μια εικόνα ότι ο Κώδικας σχεδιάστηκε για μοναδικές παραβιάσεις. [10]

Ωστόσο, ο Κώδικας θεωρείται το πιο σημαντικό έγγραφο στην ιστορία της ηθικής δεοντολογίας της κλινικής έρευνας, η οποία είχε μαζική επιρροή στα παγκόσμια ανθρώπινα δικαιώματα. Ο Κώδικας της Νυρεμβέργης και η σχετική Δήλωση του Ελσίνκι αποτελούν την βάση του Κώδικα Ομοσπονδιακών Κανονισμών Αρ. 45 Παρ. 46, [11] [12] οι οποίοι είναι και οι κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργείο Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών των Ηνωμένων Πολιτειών για την ηθική δεοντολογική μεταχείριση των ανθρώπινων υποκειμένων και χρησιμοποιούνται στα Θεσμικά Όργανα Αξιολόγησης (IRBs). Επιπλέον, η ιδέα της ενημερωμένης συγκατάθεσης έχει γίνει παγκοσμίως αποδεκτή και αποτελεί σήμερα το άρθρο 7 του Διεθνούς Συμφώνου των Ηνωμένων Εθνών για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα. Χρησίμευσε επίσης ως βάση για τις Διεθνείς Οδηγίες Δεοντολογίας για την Βιοϊατρική Έρευνα με Ανθρώπινο Υποκείμενο που πρότεινε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Grodin MA. "Historical origins of the Nuremberg Code". In: The Nazi Doctors and the Nuremberg Code: Human Rights in Human Experimentation. Annas, GJ and Grodin, MA (eds.). Oxford University Press, Oxford, 1992.
  2. Vollmann, Jochen, and Rolf Winau. "Informed consent in human experimentation before the Nuremberg code". BMJ: British Medical Journal 313.7070 (1996): 1445.
  3. «Eugenics/Euthanasia». ABC-CLIO. Ανακτήθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου 2013. 
  4. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Οκτωβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 23 Δεκεμβρίου 2019. 
  5. 5,0 5,1 «Nuremberg Code». The Doctor's Trial: The Medical Case of the Subsequent Nuremberg Proceedings. United States Holocaust Memorial Museum Online Exhibitions. Ανακτήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 2019. 
  6. Annas, George J., and Michael A. Grodin. The Nazi Doctors and the Nuremberg Code. New York: Oxford University Press, 1992.
  7. Weindling, Paul. "The origins of informed consent: The international scientific commission on medical war crimes, and the Nuremberg code". Bulletin of the History of Medicine 75.1 (2001): 37–71.
  8. Gaw, Allan. "Reality and revisionism: new evidence for Andrew C Ivy's claim to authorship of the Nuremberg Code." Journal of the Royal Society of Medicine 107.4 (2014): 138-143.
  9. Shuster, Evelyne. "Fifty years later: the significance of the Nuremberg Code." New England Journal of Medicine 337.20 (1997): 1436-1440.
  10. Katz, Jay. "The Nuremberg code and the Nuremberg trial: A reappraisal." Jama 276.20 (1996): 1662-1666.
  11. Hurren, Elizabeth (Μαΐου 2002). «Patients' rights: from Alder Hey to the Nuremberg Code». History & Policy. United Kingdom: History & Policy. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Δεκεμβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 9 Δεκεμβρίου 2010. 
  12. «Public Welfare». Access.gpo.gov. 1 Οκτωβρίου 2000. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Φεβρουαρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 31 Αυγούστου 2013.