Κολοσσός του Κωνσταντίνου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Κολοσσός του Κωνσταντίνου
Χάρτης
Είδοςcolossal statue και destroyed artwork
Γεωγραφικές συντεταγμένες41°53′30″N 12°29′18″E
ΤοποθεσίαΜουσεία Καπιτωλίου
ΧώραΙταλία
Έναρξη κατασκευής312 και 315[1]
Ύψος1.200 εκατοστά
Υλικάμάρμαρο
Commons page Πολυμέσα

Ο Κολοσσός του Κωνσταντίνου (ιταλικά: Statua Colossale di Costantino I‎‎) ήταν ένα τεράστιο ακρολιθικό άγαλμα του Ρωμαίου Αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Α΄ ( π. 280 - 337), που κάποτε καταλάμβανε τη δυτική αψίδα της βασιλικής του Μαξεντίου στην Ιερά Οδό (Via Sacra), κοντά στη Ρωμαϊκή Αγορά στη Ρώμη. Τμήματα του Κολοσσού βρίσκονται τώρα στην αυλή του παλάτσο ντέι Κονσερβατόρι των Mουσείων Καπιτωλίνου, στον λόφο του Καπιτωλίου, επάνω από το δυτικό άκρο της Αγοράς.

Περιγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το μεγάλο κεφάλι, τα χέρια και τα πόδια του Κολοσσού ήταν σκαλισμένα από λευκό μάρμαρο, ενώ το υπόλοιπο σώμα αποτελούνταν από πλίνθους και ξύλινο πλαίσιο, πιθανόν καλυμμένο με επιχρυσωμένο μπρούντζο (δηλ. ήταν ένας ακρολιθικός ανδριάντας). Κρίνοντας από το μέγεθος των υπολοίπων κομματιών, η καθιστή, ένθρονη φιγούρα θα ήταν περίπου 12 μ. υψηλή. Το κεφάλι είναι περίπου 2 μ. ύψος και κάθε πόδι έχει μήκος πάνω από 2 μ.

Το ένα από τα δύο δεξιά χέρια του Κολοσσού.

Το χέρι του αγάλματος μπορεί να κρατούσε ένα σκήπτρο με το ιερό μονόγραμμα XP επικολλημένο σε αυτό. Τα μετάλλια που έκοψε ο Κωνσταντίνος αυτή την εποχή, τον δείχνουν να φέρει ένα τέτοιο. Μία επιγραφή λέγεται ότι ήταν χαραγμένη κάτω από το άγαλμα:

ΜΕσω αυτοΥ του σημεΙου σωτηρΙας, που εΙναι το αληθινΟ σΥμβολο της καλοσΥνης, Εσωσα την πΟλη σας και την απελευθερωσα απΟ τον ζυγΟ του τυρΑννου, και με την πρΑξη της απελευθΕρωσΗς μου αποκατΕστησα τη ΣΥΓΚΛΗΤΟ και τοΝ ΛαΟ της ΡΩμης στην αρχαΙα φΗμη και λαμπρΟτητΑ τους. [2]

Το μεγάλο κεφάλι είναι λαξευμένο σε τυπική, αφηρημένη, κωνσταντίνεια τεχνοτροπία («ιερατική μορφή του αυτοκράτορα») των υστερορωμαϊκών πορτραίτων αγαλμάτων, ενώ τα άλλα μέρη του σώματος είναι νατουραλιστικά, ακόμη και με κάλους και με διογκωμένες φλέβες. Το κεφάλι προοριζόταν ίσως, για να δείξει την υπέρβαση της (αλλόκοτης) φύσης του Αυτοκράτορα επάνω από την ανθρώπινη σφαίρα. Αυτό δηλώνουν τα μεγαλύτερα από την πραγματικότητα μάτια του, που κοιτάζουν προς την αιωνιότητα από ένα άκαμπτο, απαθές, μετωπικό πρόσωπο. Η επεξεργασία του κεφαλιού δείχνει μία σύνθεση ατομικιστικού πορτραίτου: μύτη αετίσια, βαθύ σαγόνι και προεξέχον πηγούνι είναι τα χαρακτηριστικά όλων των εικόνων του Κωνσταντίνου, καθώς οι τάσεις της υστερορωμαϊκής προσωπογραφίας εστιάζουν στον συμβολισμό και την αφαίρεση και όχι στη λεπτομέρεια.

Ο Κωνσταντίνος είναι ενθρονισμένος σε αυτό το μεγάλο δημόσιο έργο με απροσπέλαστη μεγαλοπρέπεια, σαν ομοίωμα θεού, αν και πραγματικά προορίζεται να αντανακλά τη χριστιανική θεότητα. Σύμφωνα με τον Mάικλ Γκραντ: "εδώ είναι ο άνθρωπος, που στην Αυλή του οι συγγραφείς θεώρησαν σκόπιμο να μιλήσουν για το θείο πρόσωπο και το ιερό πρόσωπό του. Ο γλύπτης έχει συλλάβει αυτή την όψη ω μία ιερή μάσκα, λατρευτικό αντικείμενο, που ομοιάζει -σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα- με τις εικόνες του μελλοντικού Βυζαντίου: ένα είδωλο ζωοποιημένο με τη θεία παρουσία και με τη δύναμη να απωθεί τα κακά πνεύματα, που κρύβονται σε παγανιστικές εικόνες".

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η δυτική αψίδα της Βασιλικής του Μαξεντίου —όπου η αρχική τοποθεσία του Κολοσσού— υποδεικνύεται με κόκκινο χρώμα.
Ένα χαρακτικό του 18ου αι. της βόρειας πλευράς της Βασιλικής του Μαξεντίου· η δυτική αψίδα θα ήταν στα αριστερά.

Η Βασιλική, στο βόρειο όριο της Αγοράς, ξεκίνησε το 307 από τον συναυτοκράτορα Μαξέντιο. Ο Κωνσταντίνος Α΄ ολοκλήρωσε τη Βασιλική, αφού νίκησε τον Μαξέντιο στη Μάχη της Μιλβίας Γέφυρας το 312. Ο Κωνσταντίνος φαίνεται να έχει αναπροσανατολίσει το κτήριο, αλλάζοντας τη θέση της κύριας εισόδου και προσθέτοντας μία νέα αψίδα στη βόρεια πλευρά. [3] Με αυτές τις αλλαγές, συμπεριλαμβανομένου του μεγάλου αγάλματος στη δυτική αψίδα, ο Κωνσταντίνος δήλωνε δημόσια και εμφανώς την ανατροπή του νικημένου αντιπάλου του. Η ακριβής χρονολόγηση τού αγάλματος είναι προβληματική. Έχει προταθεί ότι η ημερομηνία 312-315 για την αρχική δημιουργία του αγάλματος είναι πιθανή για πολιτικούς λόγους, ενώ μία ουσιαστική επανεπεξεργασία των χαρακτηριστικών λίγο μετά το 325 υποδεικνύεται για λόγους ιστορίας τέχνης. [4]

Ο Κολοσσός λεηλατήθηκε κάποια στιγμή στην Ύστερη Αρχαιότητα, πιθανότατα για τα χάλκινα τμήματα του σώματος. Τα μαρμάρινα τμήματα του αγάλματος ήρθαν στο φως το 1486. Τα σωζόμενα απομεινάρια απομακρύνθηκαν αργότερα από τη Βασιλική και τοποθετήθηκαν στην γειτονική αυλή του παλάτσο ντέι Κονσερβατόρι από τον Mιχαήλ-Άγγελο, ο οποίος εργαζόταν στην περιοχή. [5] Περιέργως, ανάμεσα στα υπολείμματα του αγάλματος υπάρχουν δύο δεξιά χέρια (με σηκωμένους δείκτες), τα οποία διαφέρουν ελαφρώς. Έχει προταθεί ότι το άγαλμα ξαναδουλεύτηκε κάποια στιγμή αργά στη βασιλεία του Κωνσταντίνου Α΄ και το ένα χέρι που κρατούσε το σκήπτρο, αντικαταστάθηκε από ένα χέρι που κρατούσε ένα χριστιανικό σύμβολο. [6]

Τα μαρμάρινα θραύσματα υποβλήθηκαν σε αποκατάσταση κατά την περίοδο 2000-2001. Μεταξύ 6 με 10 Φεβρουαρίου 2006 πραγματοποιήθηκε τρισδιάστατη σάρωση με λέιζερ των θραυσμάτων για λογαριασμό του κρατιδίου της Ρηνανίας-Παλατινάτου σε συνεργασία με τα Μουσεία Καπιτωλίου στη Ρώμη. Τόσο η ανακατασκευή, όσο και η χύτευση παρουσιάστηκαν από τις 2 Ιουνίου έως τις 4 Νοεμβρίου 2007 ως μέρος της μεγάλης πολιτιστικής και ιστορικής έκθεσης «Μέγας Κωνσταντίνος» στο Τρηρ της Γερμανίας.

Θραύσματα του Κολοσσού του Κωνσταντίνου Α΄. Τα θραύσματα είναι διατεταγμένα ως εξής από αριστερά προς τα δεξιά: το δεξί χέρι (με τον αγκώνα), το κεφάλι, το δεξί επιγονάτιο, ένα δεξί χέρι, (η με κίονες είσοδος του μουσείου), η αριστερή κνήμη, το δεξί πόδι, το αριστερό επιγονάτιο, (ένα διακοσμημένο υπόλειμμα στήλης), το αριστερό πόδι. Το δεύτερο δεξί χέρι βρίσκεται πέρα από τη -με κίονες- είσοδο, προς τα αριστερά.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. (Αγγλικά) Make Lists, Not War. beckchris.wordpress.com/visual-arts/art-history-101-part-ia-prehistoric-era-399-ce/.
  2. Eusebius, Ecclesiae Historia; IX, 9, 11.
  3. Pohlsander, H. A. (1996), The Emperor Constantine, Routledge, (ISBN 0-415-13178-2), p. 34.
  4. Pohlsander, Op. cit., pg 80.
  5. Grant, Op. cit., pg 194.
  6. Pohlsander, Op. cit., pg 79–80.

Περαιτέρω ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]