Μετάβαση στο περιεχόμενο

Κολοκύθα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Κοινή κολοκυθιά (Cucurbita pepo).
Κολοκύθα (Cucurbita maxima).
Γλυκιά κολοκύθα (Cucurbita moschata).

Η κολοκύθα είναι ένα καλλιεργούμενο χειμερινό κολοκυνθοειδές του γένους Cucurbita (κολοκύνθη ή κολοκυθιά).[1][2] Eίναι ένα ετήσιο δικοτυλήδονο φυτό, με έρποντα ή αναρριχώμενα στελέχη (με ύψος έως 5 μέτρα) που φέρουν έλικες.[3]

Τα είδη του γένους Cucurbita περιλαμβάνουν την κοινή κολοκυθιά (C. pepo), την κολοκύθα (C. maxima), τη γλυκιά κολοκύθα (C. moschata), τη φλασκιά ή νεροκολοκύθα ή λαγηνοκολοκύνθη (Lagenaria siceraria, παλαιά ονομασία C. lagenaria), την C. argyrosperma, την C. ficifolia κ.α.[1][4] Ο όρος "κολοκύθα" χρησιμοποιείται πιο συχνά για τις στρογγυλές, πορτοκαλί ποικιλίες. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε σχέση με πολλές διαφορετικές κολοκύθες με ποικίλη εμφάνιση και που ανήκουν σε πολλά είδη του γένους Cucurbita (C. pepo, μερικές φορές C. moschata ή C. argyrosperma).[5][4]

Ιθαγενείς στη Βόρεια Αμερική (βορειοανατολικό Μεξικό και νότιες Ηνωμένες Πολιτείες), οι κολοκύθες είναι ένα από τα παλαιότερα καλλιεργούμενα φυτά που χρησιμοποιούνται από το 7500 π.Χ.[6] Καλλιεργούνται ευρέως για εμπορική και διατροφική χρήση, διακόσμηση και ψυχαγωγικούς σκοπούς. Η τάρτα κολοκύθας, για παράδειγμα, είναι ένα παραδοσιακό μέρος των γευμάτων για την Ημέρα των Ευχαριστιών στον Καναδά και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι κολοκύθες σκαλίζονται συχνά ως φαναράκια για τις αποκριάτικες διακοσμήσεις, αν και ο εμπορικός πουρές κολοκύθας σε κονσέρβα και οι γεμίσεις τάρτας κολοκύθας συνήθως φτιάχνονται με διαφορετικούς τύπους χειμωνιάτικης κολοκύθας.[5] Το 2019, η Κίνα αντιπροσώπευε το 37% της παγκόσμιας παραγωγής κολοκύθας.

Οι κολοκύθες, όπως και άλλα είδη του γένους Cucurbita, προέρχονται από το βορειοανατολικό Μεξικό και τις νότιες Ηνωμένες Πολιτείες. Η παλαιότερη απόδειξη για τη χρήση τους είναι τα απομεινάρια κολοκύθας που βρέθηκαν στο Μεξικό και χρονολογούνται μεταξύ 7000 και 5500 π.Χ.[6]

Οι κοινές κολοκυθιές C. pepo ζυγίζουν συνήθως μεταξύ 3 και 8 κιλών, αν και οι μεγαλύτερες ποικιλίες (του είδους C. maxima) φτάνουν τακτικά σε βάρος άνω των 34 κιλών.[5]

Το χρώμα της κολοκύθας προέρχεται από πορτοκαλί καροτενοειδή χρωστικές ουσίες, οι οποίες περιλαμβάνουν βήτα-κρυπτοξανθίνη, άλφα- και βήτα-καροτίνη, όλες ενώσεις προβιταμίνης Α που μεταβολίζονται σε βιταμίνη Α στο ανθρώπινο σώμα.[7]

  1. 1,0 1,1 Ferriol, María· Picó, Belén (2008). Prohens, Jaime, επιμ. Pumpkin and Winter Squash. New York, NY: Springer. σελίδες 317–349. ISBN 978-0-387-30443-4. 
  2. United States Agricultural Research Service. Crops Research Division (1969). Growing pumpkins and squashes [Rev. June 1969. National Agricultural Library U. S. Department of Agriculture. Washington, U.S. Govt. Print. Off. 
  3. Marie-Magdeleine, Carine· Mahieu, Maurice (1 Ιανουαρίου 2011). Preedy, Victor R., επιμ. Pumpkin (Cucurbita moschata Duchesne ex Poir.) Seeds as an Anthelmintic Agent?. San Diego: Academic Press. σελίδες 933–939. ISBN 978-0-12-375688-6. 
  4. 4,0 4,1 «List of plants in the family Cucurbitaceae | Edible, Gourds, Squashes | Britannica». www.britannica.com (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 23 Απριλίου 2025. 
  5. 5,0 5,1 5,2 «Pumpkin | Description, Plant, Types, Scientific Name, & Facts | Britannica». www.britannica.com (στα Αγγλικά). 9 Απριλίου 2025. Ανακτήθηκε στις 23 Απριλίου 2025. 
  6. 6,0 6,1 «Cucurbita pepo L. | Plants of the World Online | Kew Science». Plants of the World Online (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 23 Απριλίου 2025. 
  7. Provesi, João Gustavo; Dias, Carolinne Odebrecht; Amante, Edna Regina (2011-09-01). «Changes in carotenoids during processing and storage of pumpkin puree». Food Chemistry 128 (1): 195–202. doi:10.1016/j.foodchem.2011.03.027. ISSN 0308-8146. PMID 25214348. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/25214348.