Καταρίνα Κονσταντίνοβιτς

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Καταρίνα Κονσταντίνοβιτς
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1848
Οθωμανική Αυτοκρατορία
Θάνατος1910
Νις
ΘρησκείαΣερβική Ορθόδοξη Εκκλησία
Πληροφορίες ασχολίας
Οικογένεια
ΣύζυγοςΜιλόγιε Πέτροβιτς Μπλάζναβακ (από 1868)
ΓονείςΆνκα Ομπρένοβιτς

Η Καταρίνα Κονσταντίνοβιτς (σέρβικα κυριλικά, yrатарина Константиновић; 1848–1910) ήταν Σέρβα ευγενής και απόγονος της δυναστείας Ομπρένοβιτς ως κόρη της πριγκίπισσας Άνκα Ομπρένοβιτς. Ήταν επίσης η πρώτη ξαδέλφη του Βασιλιά Μιλάν Α' για τον οποίο ενήργησε ως εκ των πραγμάτων πρώτη κυρία της βασιλικής αυλής, αφού η Βασίλισσα, Ναταλί Κέσκο, χώρισε από αυτόν.

Η Καταρίνα παντρεύτηκε δύο φορές. Πριν από τον πρώτο της γάμο, ήταν η ερωμένη του ξαδέλφου της, του Σέρβου κυβερνήτη, πρίγκιπα Μιχαήλ Ομπρενόβιτς Γ', ο οποίος σκεφτόταν να πάρει διαζύγιο από την άτεκνη σύζυγό του Ιουλία Ουνιάδη ντε Κέτελι για να κάνει την Καταρίνα σύζυγό του. Στις 10 Ιουνίου 1868, ενώ εκείνη, ο πρίγκιπας Μιχαήλ και η πριγκίπισσα Άνκα περπατούσαν στο πάρκο Κοσούντζιακ κοντά στη βασιλική κατοικία, δολοφόνοι πυροβόλησαν και σκότωσαν τον εραστή και τη μητέρα της και άφησαν την ίδια τραυματισμένη. Την ίδια χρονιά (1868) παντρεύτηκε το στρατηγό Μιλιβογιε Μπλάζναβακ, από τον οποίο απέκτησε δύο παιδιά. Μετά το θάνατό του το 1873, παντρεύτηκε τον ξάδελφό της Μιζχαήλο Μπογκίσεβιτς.

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Καταρίνα γεννήθηκε το 1848, κόρη του Αλεξάντερ Κωνσταντίνοβιτς και της πολυμαθούς ηγέτιδας της κοινωνίας Πριγκίπισσα Άνκα Ομπρενόβιτς, ανιψιά του Μίλος Ομπρένοβιτς Α' Πρίγκιπα της Σερβίας και ιδρυτή της δυναστείας Ομπρενόβιτς. Είχε έναν αδερφό, τον συνταγματάρχη Αλεξάντερ Κωνσταντίνοβιτς (πέθανε το 1914) και μια ετεροθαλή αδελφή, τη Συμεόνα (πέθανε το 1915), που γεννήθηκε από τη σχέση της μητέρας της με τον κουνιάδο της, Γιόβαν Γκερμάνι.

Πρίγκιπας Μιχαήλ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κάποια στιγμή μετά το θάνατο του πατέρα της, η Καταρίνα και η μητέρα της προσκλήθηκαν από τον πρώτο ξάδερφό της τελευταίας, τον πρίγκιπα Μιχαήλ για να ζήσουν στη βασιλική αυλή.[1] Από τον Σεπτέμβριο του 1860, είχε αναλάβει τη διοίκηση ως ηγέτης της Σερβίας για δεύτερη φορά, έχοντας καθαιρεθεί το 1842 μετά από μια τριετή βασιλεία. Ήταν σε ένα δυστυχισμένο γάμο με την Ουγγαρέζα κόμισσα, Ιουλία Ουνιάδη ντε Κέτελι, η οποία δεν μπορούσε να αποκτήσει παιδιά. Ο πρίγκιπας Μιχαήλ και η Καταρίνα έγιναν εραστές. Η Καταρίνα δεν μπήκε στον κόπο να κρύψει την περιφρόνησή της για την Πριγκίπισσα Γιούλια και επιδείκνυε ανοιχτά τη σχέση της με τον πρίγκιπα. Ο Μιχαήλ ήθελε να χωρίσει τη Γιούλια και να παντρευτεί την Καταρίνα, [2] ειδικά καθώς η Γιούλια είχε τότε τον δικό της εραστή, Δούκα Καρλ φον Άρενμπεργκ. Ενώ οι Σέρβοι δεν έκρυβαν της δυσπιστίας τους απέναντι στη Γιούλια λόγω της καθολικής της θρησκείας και της ουγγρικής της καταγωγής, όταν εξαπλώθηκε η είδηση για την επιθυμία του Μιχαήλ να ζητήσει διαζύγιο για να την αντικαταστήσει με τη δεύτερη ξαδέλφη του, την Καταρίνα, τόσο οι απλοί άνθρωποι όσο και οι πολιτικούς και οι κληρικοί ήταν εξίσου εξοργισμένοι με την προοπτική.[3] Ένας από τους πιο ένθερμους αντιπάλους του διαζυγίου ήταν ο διακεκριμένος πρωθυπουργός της Σερβίας, Ίλιγια Γκαράσιν, ο οποίος απολύθηκε από τη θέση του το 1867 γιατί δημοσιοποίησε τις αντιρρήσεις του σχετικά με το προτεινόμενο διαζύγιο του Μιχαήλ από την Γιούλια και τον γάμο με την Καταρίνα. Η απόλυση του προκάλεσε μία οργισμένη διαμαρτυρία από τη Ρωσία.

Οι ελπίδες της Καταρίνα για να γίνει πριγκιπική σύζυγος ποτέ δεν υλοποιήθηκαν. Στις 10 Ιουνίου 1868, ενώ εκείνη, ο πρίγκιπας Μιχαήλ και η μητέρα της περπατούσαν στο πάρκο Κοσούτνιακ κοντά στην εξοχική κατοικία του Μιχαήλο στα περίχωρα του Βελιγραδίου, δέχθηκαν πυροβολισμούς από δολοφόνους, φερόμενους ως στη δούλεψη των Καραγεώργεβιτς, που ήταν οι δυναστικοί αντίπαλοι των Ομπρέντοβιτς για το σερβικό θρόνο, αν και δεν αποδείχθηκε ποτέ. Ο πρίγκιπας Μιχαήλ σκοτώθηκε αμέσως, η Καταρίνα απλώς τραυματίστηκε, αλλά η μητέρα της, αφού πολέμησε γενναία με τους ένοπλους επιτιθέμενους, σκοτώθηκε επίσης.

Γάμοι και απόγονοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Την ίδια χρονιά του 1868, η Καταρίνα, που ήταν 20 χρονών τότε, παντρεύτηκε τον Στρατηγό Μιλίβογιε Μπλάζναβατς (16 Μαΐου 1824 - 5 Απριλίου 1873), ο οποίος υπηρέτησε ως Υπουργός Πολέμου της Σερβίας και έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαδοχή στο σερβικό θρόνο για τον 14χρονο ξάδερφό της Καταρίνα, τον Μιλάν, αφού έδωσε εντολή στο στρατό να υποστηρίξει τον νεαρό πρίγκιπα. Ο στρατηγός, ο οποίος ενήργησε ως αντιβασιλέας του Μιλάνο, ήταν 24 ετών μεγαλύτερος της Καταρίνα και μαζί είχαν έναν γιο, τον Βόισλαβ (1869-1910) και μία κόρη, τη Μίλιτσα, η οποία πέθανε όταν ήταν παιδί.

Χρόνια αργότερα, όταν ο πρίγκιπας Μίλαν έγινε βασιλιάς της Σερβίας, ενήργησε ως η πρώτη κυρία της αυλής λόγω του χωρισμού του από τη σύζυγό του, Ναταλί.

Ο στρατηγός Μπλάζναβατς πέθανε τον Απρίλιο του 1873 και παντρεύτηκε στη συνέχεια τον ξάδελφό της, Μιχαήλο Μπόγκισεβιτς (1843-1899). Έφυγαν από τη Σερβία και ξεκίνησαν μία τυχοδιωκτική ζωή, ζώντας σε διάφορα μέρη σε όλη την Αυστροουγγρική αυτοκρατορία. Ωστόσο, επέστρεψαν αργότερα στο Βελιγράδι, όπου ο Μπογκίσεβιτς υπηρέτησε ως δήμαρχος από τις 4 Απριλίου 1886 έως τις 4 Φεβρουαρίου 1887. Ερωτεύτηκε έναν φίλο του γιου της, Βόισλαβ, ο οποίος ήταν 18 χρόνια νεότερος από αυτήν. Στη συνέχεια άφησε τον σύζυγό της για τον νεαρό εραστή της και έλαβε οικονομική στήριξη από τον γιο της, καθώς και από την πλούσια ετεροθαλή αδερφή της, τη Συμεόνα, η οποία ήταν παντρεμένη με έναν σημαντικό Ρουμάνο πολιτικό, τον Αλεξάντερ Λάχοβαρι (1841-1897) και είχε θέση ως κυρία επί των τιμών στη Βασίλισσα Ελισάβετ της Ρουμανίας .

Η Καταρίνα πέθανε το 1910 στο Νις, στη νότια Σερβία, όπου ο γιος της, Βόισλαβ, ήταν υπηρετούσε ως στρατιώτης και θάφτηκε στο Βελιγράδι. Ο Βόισλαβ πέθανε τον ίδιο χρόνο.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Cox, John K. (2002). The History of Serbia. Westport, Connecticut: Greenwood Press. ISBN 9780313312908. 9780313312908
  • Hawkesworth, Celia (2000) (Google). ''Voices in the shadows: women and verbal art in Serbia and Bosnia''. Budapest: Central European University Press

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Celia Hawkesworth, Voices in the shadows: women and verbal art in Serbia and Bosnia, p.101
  2. John K. Cox, The History of Serbia, p.47
  3. Cox,p.47