Καθεδρικός Ναός Αγίου Μιχαήλ (Βελιγράδι)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Καθεδρικός Ναός του Αγίου Μιχαήλ
Саборна Црква Св. Архангела Михаила
Άποψη του Καθεδρικού Ναού
Χάρτης
Γενικές πληροφορίες
Είδοςορθόδοξος καθεδρικός ναός
Αρχιτεκτονικήνεοκλασική με στοιχεία μπαρόκ
Γεωγραφικές συντεταγμένες44°49′5″N 20°27′8″E
ΘρήσκευμαΣερβική Ορθόδοξη Εκκλησία
Θρησκευτική υπαγωγήΑρχιεπαρχία του Βελιγραδίου και Κάρλοβτσι
Διοικητική υπαγωγήΒελιγράδι
ΤοποθεσίαΒελιγράδι
Χώρα Σερβία
Έναρξη κατασκευής1837
Ολοκλήρωση1840
Κατάστασησε λειτουργία
Χρήσηεκκλησία
Υλικάτούβλο
Σχεδιασμός και κατασκευή
ΑρχιτέκτοναςΆνταμ Φρίντριχ Κβέρφελντ
Προστασίαπολιτισμικό μνημείο εξαιρετικής σημασίας
Ιστότοπος
www.saborna-crkva.com
Commons page Πολυμέσα

Ο Καθεδρικός Ναός του Αγίου Μιχαήλ του Αρχαγγέλου (σερβικά: Саборна Црква Св. Архангела Михаила‎‎: Saborna Crkva Sv. Arhangela Mihaila) είναι Σερβορθόδοξος Χριστιανικός ναός στο κέντρο του Βελιγραδίου στη Σερβία. Βρίσκεται στην παλιά πόλη επί της διασταύρωσης των οδών Kralja Petra και Kneza Sime Markovica. Εκεί υπήρχε και παλαιότερος ναός, αφιερωμένος στην Αγία Αψίδα. Είναι ένα από τα σημαντικότερα σημεία λατρείας στη χώρα. Είναι ευρέως γνωστός στους κατοίκους ως Saborna crkva (Ο Καθεδρικός). Ο ναός είναι προστατευόμενο κτίριο 1ου βαθμού από το 1979.

Ο Καθεδρικός Ναός του Βελιγραδίου μαζί με την αρχιτεκτονική του, τα έργα τέχνης και τον πλούσιο θησαυρό του αποτελεί εντυπωσιακό πολιτιστικό μνημείο. Πρόκειται για ανεκτίμητο ιστορικό μνημείο του Σερβικού τομέα του Βελιγραδίου από το πρώτο μισό του 19ου αιώνα, και έγινε θρησκευτικό, διοικητικό και πολιτιστικό κέντρο της γύρω περιοχής. Την εποχή που οι νέες κοινωνικές και πολιτικές δομές αναπτυσσόταν αργά, ο Καθεδρικός ναός έγινε κέντρο υποστήριξης της ανεξαρτησίας από τον Τουρκικό συγκεντρωτισμό μέχρι την τελική απελευθέρωση από τον Οθωμανικό ζυγό.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παλαιότερος ναός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υπήρχε παλαιότερη εκκλησία, αφιερωμένη στον Αρχάγγελο Μιχαήλ, στον χώρο του σημερινού ναού. Ο Προτεστάντης ιερέας και περιηγητής Στιέπαν Γκέρλαχ καταγράφει πολύτιμες αναφορές της όψης του σε περιγραφές ταξιδιών των αντιπροσώπων του Αυτοκράτορα στην Κωνσταντινούπολη την περίοδο 1573-1578. Αν και ήταν ευρύχωρος και διέθετε όλα όσα χρειαζόταν για την τέλεση λειτουργίας, δεν ήταν αρκετά μεγάλος για να φιλοξενήσει όλους τους Χριστιανούς του Βελιγραδίου.

Η στέψη του βασιλιά Πέτρου Α΄ στις 21 Σεπτεμβρίου 1904

Μεταγενέστερες καταγραφές της εκκλησίας[note 1] διατηρούνται από περιηγητές του 17ου και 18ου αιώνα. Κατά τη διάρκεια των Τουρκοαυστριακών συγκρούσεων στις αρχές του 18ου αιώνα, ο ναός καταστράφηκε, και οι Αυστριακές αρχές δεν είχαν το δικαίωμα να αποκαταστήσουν τους κατεστραμμένους σερβικούς ναούς. Έτσι ο πρώην Μητροπολίτης Μοϊσίλε Πέτροβιτς, που περίμενε στήριξη από τον Ρώσο Τσάρο Πέτρο τον Μέγα (που εν τω μεταξύ είχε πεθάνει), άρχισε την αποκατάσταση του ναού από τα θεμέλια του, διακοσμώντας τον με νέο εικονοστάσιο. Οι σοβαρές ιστορικές περιστάσεις επηρέασαν και πάλι την εκκλησία οδηγώντας στην ανάγκη για εκ νέου χτίσιμό της.

Σύμφωνα με τη Συνθήκη του Βελιγραδίου το 1739 οι Τούρκοι κατέλαβαν και πάλι το Βελιγράδι μεταξύ άλλων και σε μικρό διάστημα από την είσοδό τους στην πόλη έδειξαν την οργή τους προς τους Σέρβους.[1] Η κατοικία του Σέρβου Μητροπολίτη κατεδαφίστηκε, ενώ οι Τούρκοι αφαίρεσαν αντικείμενα της εκκλησίας και έριξαν την οροφή της.[1] Μερικές δεκαετίες αργότερα, στις αρχές του 1798 η εκκλησία επλήγη και πάλι, αυτή τη φορά από πυρκαγιά. Επισκευάστηκε και πάλι και χρησιμοποιήθηκε μέχρι το 1813, όταν στο ξέσπασμα της Πρώτης Σερβικής Επανάστασης οι Τούρκοι τη λήστεψαν και τη βεβήλωσαν. Οι αναγκαίες εργασίες αναστήλωσης έγιναν μετά τη Δεύτερη Σερβική Επανάσταση.

Στη διακήρυξη του Χαττ-ι-Σερίφ την ημέρα εορτής του Αγίου Ανδρέα, το 1830, σύμφωνα με την οποία η Σερβία απέκτησε το δικαίωμα ελεύθερης θρησκευτικής άσκησης, και υπό τις εντολές του πρίγκιπα Μίλος, ανακατασκευάστηκε ο παλιός ναός με την προσθήκη ενός νέου καμπαναριού.[2]

Για τον σκοπό της χύτευσης των καμπανών του ναού, άναψε μια μεγάλη φωτιά που έκαψε για τρεις ημέρες. Οι περαστικοί έριχναν διάφορα υλικά από ασήμι, τα οποία πλαθόταν με χαλκό, και ώστε οι καμπάνες που θα κατασκευαζόταν να έχουν καλύτερο ήχο. Οι κάτοικοι του Βελιγραδίου ανέμεναν για το γεγονός «ως κάτι μεγάλο και ανεπανάληπτο», μιας και για αυτούς το χτύπημα της καμπάνας σήμαινε την απελευθέρωση τους.[3] Η απόφαση αυτή έγινε δεκτή από τους Τούρκους με αμφιβολίες και απειλές. Υπάρχει ανέκδοτο που αναφέρει πως ο βεζίρης του Βελιγραδίου Χουσεΐν Πασά Γκαβανόζ Ογλου (1827-1833) ζήτησε την τιμωρία του δούκα Πέταρ Τσούκιτς που ήταν υπεύθυνος για την κατασκευή. Ο δούκας απάντησε πως αν δεν κατασκευάσει το καμπαναριό θα πεθάνει στα χέρια του πρίγκιπα Μίλος, αλλά αν το κατασκευάσει θα πεθάνει στα χέρια των Τούρκων, προτιμώντας τη δεύτερη επιλογή.[4]

Σήμερα, οι καμπάνες του παλαιού Καθεδρικού Ναού βρίσκονται στο καμπαναριό του Ναού της Αναλήψεως (1863). Οι πέντε καμπάνες του ναού αυτού είχαν διαφορετικό μέγεθος και διαφορετική προέλευση. Το κωδωνοστάσιο ήχησε για πρώτη φορά στις 15 Φεβρουαρίου 1830 όταν το Πριγκιπάτο της Σερβίας απέκτησε την αυτονομία του. Η κατεστραμμένη και ανακατασκευασμένη εκκλησία αντιμετώπισε δυσκολίες και πάλι μέχρι τις 22 Ιουνίου 1836, όταν μετά από αρκετές συζητήσεις ο πρίγκιπας Μίλος Ομπρένοβιτς διέταξε την κατεδάφιση του ναού και το χτίσιμο ενός νέου. Η κατασκευή του νέου Καθεδρικού Ναού ξεκίνησε στις 28 Απριλίου 1837. Η καθαγίαση των θεμελίων του ναού στις 15 Ιουλίου 1837, έγινε από τον Μητροπολίτη Πέταρ Γιοβάνοβιτς, υψηλόβαθμους αξιωματούχους της εκκλησίας, την πριγκίπισσα Λιούμπιτσα και τους διαδόχους Μίλαν και Μιχάηλο. Την τελετή παρακολούθησε πλήθος κόσμου.[5] Πραγματοποιήθηκαν βολές κανονιών και ο κόσμος ήταν ενθουσιασμένος.[5] Την ημέρα της εορτής του ναού στις 8 Νοεμβρίου, του 1845, ο Μητροπολίτης Πέταρ Γιοβάνοβιτς πραγματοποίησε τα θυρανοίξια του ναού και πραγματοποίησε την πρώτη λειτουργία σε αυτόν.

Άποψη από το Στάρι Γκραντ του Βελιγραδίου

Αν και ο αρχιτέκτονας και οι κτίστες παραμένουν άνγωστοι, θεωρείται πιθανότερο πως ο ναός κατασκευάστηκε από κτίστες από το Πάντσεβο, με βάση σχέδιο του Φρίντριχ Άνταμ Κβέρφιλντ.

Σημερινός ναός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο καθεδρικός κτίστηκε την περίοδο 1837-40. Το επικαλυμμένο με χρυσό εικονοστάσιο κατασκευάστηκε από τον γλύπτη Ντιμίτριε Πέτροβιτς, ενώ το εσωτερικό του ναού εικονογραφήθηκε από τον Ντιμίτριε Αβράμοβιτς, έναν από τους γνωστότερους Σέρβους ζωγράφους του 19ου αιώνα.[6]

Ο Καθεδρικός ναός ήταν ένα από τα μεγαλύτερα θρησκευτικά κτίρια στη Σερβία, και μετά το Ναό των Πέτρου και Παύλου στο Τοπτσιντέρ (1832/34), ο παλαιότερος στο Βελιγράδι.

Ο κύριος ναός έχει απλή κατασκευή με ημικυκλική αψίδα στην ανατολική πλευρά και νάρθηκα στη δυτική, πάνω από τον οποίο βρίσκεται το καμπαναριό. Ο εσωτερικός χώρος χωρίζεται στο ιερό, τον κύριο ναό και τον νάρθηκα όπου βρίσκονται το βαπτιστήριον και οι σκάλες που οδηγούν στο καμπαναριό. Η νότια πρόσοψη που είναι διαφορετική από τη βόρεια, έχει απλό σχέδιο και για τον ίδιο σκοπό η δυτική πρόσοψη τονίζεται από διακριτή πύλη και πλατιά σκαλοπάτια. Η αρχιτεκτονική του Καθεδρικού ναού υιοθέτησε τις αναλογίες και τις προδιαγραφές των νεοκλασικών ναών με ξεχωριστό καμπαναριό που κτίστηκαν την ίδια περίοδο στην Αυστρία. Ο λίγο παλαιότερος Καθεδρικός Ναός του Σρέμσκι Καρλόβτσι (1758), που ανήκει στην ίδια κατηγορία, μπορεί να θεωρηθεί πως ήταν πρότυπο. Η αρχιτεκτονική του ναού αυτού χρησιμοποιήθηκε αρκετά ως μοντέλο για τα θρησκευτικά κτίρια κατά τη βασιλεία του Μίλος.

Η διακόσμηση των εσωτερικών χώρων έγιναν μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής του ναού. Ο δήμος του Βελιγραδίου προσέλαβε γλύπτη, χαράκτη και χύτη, τον Ντιμίτριε Πέτροβιτς (1799-1852), με σπουδές στην Ακαδημία της Βιέννης, για να σχεδιάσει το εσωτερικό του ναού.

Η εικονογράφηση του Καθεδρικού Ναού ανατέθηκε σε έναν από τους γνωστότερους Σέρβους ζωγράφους, τον Ντιμίτριε Αβράμοβιτς (1815-1855), ο οποίος εικονογράφησε 18 μεγάλες συνθέσεις και περίπου 15 αγιογραφίες κατά την περίοδο από το 1841 έως το 1845. Ο καλλιτέχνης είχε εμπνευστεί από την ιστορική σχολή της Βιέννης και των Γερμανών Ναζαρηνών, αλλά η επιθυμία του για πιο δραματικά χρώματα δημιούργησε τον σερβικό ρυθμό.

Επίσης σημαντικής αξίας είναι τα χαρακτικά έργα στο εικονοστάσιο, στον άμβωνα και το θησαυροφυλάκιο, όπου φυλάσσονται αντικείμενα από τον 18ο και 19ο αιώνα με σημαντική ιστορική και πολιτιστική αξία.

Πλησίον του Ναού, πιο κοντά στη σημερινή θέση της οδού Zadarska βρίσκεται ένα παλαιό σερβικό κοιμητήριο. Η σταδιακή επέκταση του έφτασε μέχρι το προαύλιο του Καθεδρικού ναού, το οποίο δεν περιφρασσόταν κατά τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Στο νεκροταφείο αυτό έχουν ταφεί γνωστοί Σέρβοι.

Το κρανίο του Δούκα Καραγιώργη, τάφηκε στο νότιο τμήμα του προαυλίου του ναού μέχρι το 1837, όταν σύμφωνα με την επιθυμία της πριγκίπισσας Λιούμπιτσα εκτάφηκε και μεταφέρθηκε στο Τόπολα. Τα λείψανα των Αγίου Τσάρου Ούρος και Αγίου Δεσπότη Στέβαν Σιλγιάνοβιτς (†1540), τάφοι Σέρβων ηγεμόνων όπως του πρίγκιπα Μίλος (1780-1860) και του Μιχάηλο Ομπρένοβιτς (1823-1868), αλλά και τάφοι αξιωματούχων της εκκλησίας βρίσκονται στο Ναό. Ο Σέρβος συγγραφέας και εκπαιδευτικός Ντοσιντέι Ομπράντοβιτς (1742-1811) και ο αναμορφωτής της σερβικής γλώσσας Βουκ Κάρατζιτς (1787-1864) έχουν ταφεί μπροστά από την κύρια είσοδο του ναού.

Η πρώτη Χορωδιακή Εταιρεία του Βελιγραδίου που εκτελεί σερβική εκκλησιαστική μουσική, ιδρύθηκε το 1853 και λειτουργεί μέχρι και σήμερα στον Καθεδρικό ναό. Η χορωδία έχει εκτελέσει έργα αναγνωρισμένων Σέρβων συνθετών όπως ο Γιόζιφ Μαρίνκοβιτς, ο Στέβαν Μοκράνιατς και ο Κορνέλιε Στάνκοβιτς.[7]

Πατριαρχείο της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Καθεδρικός Ναός

Το σημερινό κτίριο του Πατριαρχείου κτίστηκε μεταξύ 1934 και 1935 σε σχέδια του αρχιτέκτονα Βίκτορ Λουκόμσκι. Βρίσκεται απέναντι από τον Καθεδρικό Ναό. Το κτίριο έχει τετράγωνη βάση, είναι μονόχρωμο και έχει μνημειακή μορφή. Στην κύρια πρόσοψη, απέναντι από τον Καθεδρικό Ναό, βρίσκεται μια εντυπωσιακή στοά, με χαμηλές στήλες και αψιδωτή πύλη όπου βρίσκεται σε γλυπτή μορφή ο θυρεός της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Στην κορυφή αυτής της πρόσοψης, εντός μιας κόγχης βρίσκεται μωσαϊκό το οποίο αναπαριστά τον Άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή. Στο ανατολικό τμήμα του κτιρίου υπάρχει παρεκκλήσι αφιερωμένο στον Άγιο Συμεών. Έχει γλυπτό εικονοστάσιο, έργο μαστόρων από την Οχρίδα, και αγιογραφίες του Βλάντιμιρ Πρεντόγιεβιτς από το 1935. Ο Καθεδρικός Ναός του Αγίου Μιχαήλ του Αρχαγγέλου είναι Μνημείο Πολιτιστικής Σημασίας από το 1979, και προστατεύεται από τη Δημοκρατία της Σερβίας. Η Βιβλιοθήκη και το Μουσείο της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας βρίσκονται στο κτίριο αυτό.[8]


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Joakim Vujic, Putesestvije po Srbiji, I knjiga, 1828. godina, Beograd, 1901, σελ. 23.
  2. Nikola Nestorovic, Gradjevine i arhitekti u Begradu proslog stoleca, Beograd, 1937, σελ. 22.
  3. Spomenica Saborne crkve u Beogradu, σελ. 41.
  4. Dragan J. Rankovic, Iz Beogradske proslosti, BON, 1938. σελ. 3, 210
  5. 5,0 5,1 Milan Dj. Milicevic, Uspomene, 1831-1855, Beograd, 1952, σελ. 61.
  6. Matovic, D. (18 Ιανουαρίου 2013). «Obnovljene freske u Sabornoj crkvi». www.novosti.rs (στα Σερβικά). Ανακτήθηκε στις 26 Ιουλίου 2017. 
  7. «ПБПД». www.pbpd.info. Ανακτήθηκε στις 26 Ιουλίου 2017. 
  8. «Serbian Orthodox Church». www.beograd.rs. Ανακτήθηκε στις 26 Ιουλίου 2017. 

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Εκτός από τον Καθεδρικό Ναό που ήταν αφιερωμένος στον Αρχάγγελο Μιχαήλ, μερικές πηγές (όπως η Spomenica Saborne crkve u Beogradu), αναφέρονται στην ύπαρξη ενός ακόμη ναού στο παλιό Βελιγράδι, που ήταν αφιερωμένος στον Άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή, αλλά χωρίς να αναφέρουν κάτι περισσότερο.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]