Κάρφωμα (καλαθοσφαίριση)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο Ντουάιτ Χάουαρντ λυγίζει προς τα κάτω τη στεφάνη καθώς καρφώνει την μπάλα, σε αγώνα στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2008.
Κόμπι Μπράιαντ.
ΛεΜπρόν Τζέιμς 2012.
Μάικλ Τζόρνταν 1987.

Το κάρφωμα στην καλαθοσφαίριση συμβαίνει όταν ένας παίκτης που κρατάει την μπάλα και με άλμα φτάνει το ένα ή και τα δύο χέρια του πάνω από την στεφάνη, βάζει απευθείας την μπάλα μέσα στη στεφάνη (σαν να την «καρφώνει» μέσα από τη στεφάνη, εξ ου και ο όρος «κάρφωμα»), δηλαδή χωρίς να αφήσει την μπάλα να διανύσει κάποια απόσταση στον αέρα. Το κάρφωμα μπορεί να συμβεί είτε με το ένα είτε και με τα δύο χέρια. Πρόκειται για ιδιαίτερα θεαματική κίνηση, η οποία μάλιστα έχει και το υψηλότερο ποσοστό επιτυχίας επίτευξης 2 πόντων ανάμεσα στους πιθανούς τρόπους επίθεσης,[1] ιδιαίτερα σε σύγκριση με το σουτ, αλλά ακόμα μεγαλύτερο και από το ποσοστό επιτυχίας του λέι απ, καθώς στην πράξη όταν ένας παίκτης επιχειρεί κάρφωμα, σπάνια χάνεται ο στόχος της επίτευξης 2 πόντων.

Στις πρώτες μέρες του μπάσκετ, το κάρφωμα εθεωρείτο ως αγενές και σπάνια χρησιμοποιούνταν εκτός προπόνησης ή προθέρμανσης, αλλά στη νεότερη ιστορία έχει γίνει εξαιρετικά συχνό φαινόμενο στους αγώνες μπάσκετ. Επίσης, στο παρελθόν υπήρχε ένα επικίνδυνο ενδεχόμενο, να συμβεί σπάσιμο του ταμπλό, όταν ένας παίκτης κάρφωνε την μπάλα μέσα στη στεφάνη με τόσο μεγάλη δύναμη που να σπάσει το γυαλί ασφαλείας του ταμπλό, είτε πάνω από τη στεφάνη είτε (σπανιότερα) ολόκληρου του ταμπλό. Στα νεότερα χρόνια όμως, έχει καθιερωθεί η λεγόμενη αποσπώμενη στεφάνη, που είναι μια στεφάνη καλαθοσφαίρισης που περιέχει έναν μεντεσέ και ένα ελατήριο στο σημείο όπου συνδέεται με το ταμπλό, έτσι ώστε η στεφάνη να μπορεί να λυγίσει προς τα κάτω όταν ένας παίκτης καρφώνει μια μπάλα μπάσκετ και στη συνέχεια να επανέλθει γρήγορα σε οριζόντια θέση όταν ο παίκτης την αφήσει. Με την πατέντα αυτή, δεν απορροφά το γυαλί πάνω από τη στεφάνη οποιοδήποτε βάρος, έτσι ώστε να αποφεύγεται ο κίνδυνος να συμβεί σπάσιμο του γυαλιού και του ταμπλό στο σύνολό του.[2] Ως αποτέλεσμα, το σπάσιμο του ταμπλό έχει γίνει πλέον εξαιρετικά σπάνιο φαινόμενο στο σύγχρονο μπάσκετ και σχεδόν αδύνατο στο μπάσκετ υψηλού επιπέδου. Ο Άρθουρ Έχρατ αναγνωρίζεται ως ο εφευρέτης της αποσπώμενης στεφάνης από το Κέντρο Μελέτης Εφεύρεσης και Καινοτομίας Λέμελσον του ιδρύματος Σμιθσόνιαν.[3]

Αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. One Way to Play Basketball. United States: Beta Books, 1977.
  2. Your Discovery Science (2017-11-24), Sports Science puts NBA backboards to the test!, https://www.youtube.com/watch?v=OlosgsHfhT8, ανακτήθηκε στις 2021-07-25 
  3. John Keilman. «This gadget really was a slam-dunk ; In 1976, Arthur Ehrat invented a basketball rim that didn't break wrists or backboards». Chicago Tribune. April 4, 2005. 1.