Ιτελμένοι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Ιτελμέν)
Ιτελμένοι
Итәмән
Ительмены
Ομάδα Ιτελμένων χορευτών, 2013
Συνολικός πληθυσμός
3.211
Περιοχές με σημαντικούς πληθυσμούς
Ρωσία
Κράι Καμτσάτκα
3.193[1]
Ουκρανία18[2]
Γλώσσες
ιτελμενικά, ρωσικά
Θρησκεία
Πολυθεϊσμός, Σαμανισμός, Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία
Σχετιζόμενες εθνικές ομάδες
Τσούκτσι, Κοριάκες

Οι Ιτελμένοι (ιτελμενικά: Итәнмән, ρωσικά: Ительмены‎‎) είναι μια εθνοτική ομάδα από τη χερσόνησο Καμτσάτκα στη Ρωσία. Η ιτελμενική γλώσσα σχετίζεται μακρινά με την τσουκοτική γλώσσα και την κοριακική, αλλά τώρα έχει σχεδόν εξαφανιστεί, ενώ η συντριπτική πλειονότητα των Ιτελμένων είναι γηγενείς ομιλητές της ρωσικής γλώσσας. Έχει δημοσιευτεί και γραμματική της ιτελμενικής γλώσσας[3].

Οι γηγενείς λαοί της Καμτσάτκα (Ιτελμένοι, Αϊνού, Κοριάκες και Τσουβάνοι), που αναφέρονται συλλογικά ως Καμτσαντάλ, είχαν μια σημαντική κοινωνία κυνηγών-τροφοσυλλεκτών και ψαράδων με έως και πενήντα χιλιάδες ιθαγενείς, που κατοικούσαν στη χερσόνησο, πριν αποδεκατιστούν από την κατάκτηση των Κοζάκων τον 18ο αιώνα.

Τόσες πολλές επιμειξίες έλαβαν χώρα μεταξύ γηγενών και Κοζάκων, που ο όρος Καμτσαντάλ αναφέρεται πλέον στην πλειοψηφία του μικτού πληθυσμού, ενώ ο όρος Ιτελμένοι παρέμεινε αποκλειστικά για ομιλητές της ιτελμένικης γλώσσας. Μέχρι το 1993, είχαν απομείνει λιγότεροι από 100 ηλικιωμένοι ομιλητές της γλώσσας, αλλά περίπου 2.400 άτομα αυτοχαρακτηρίζονταν Ιτελμένοι στην απογραφή του 1989. Μέχρι το 2002, ο αριθμός αυτός είχε αυξηθεί σε 3.180 και υπάρχουν προσπάθειες αναβίωσης της γλώσσας. Σύμφωνα με την απογραφή του 2010, υπήρχαν 3.193 Ιτελμένοι στη Ρωσία.

Οι Ιτελμένοι κατοικούσαν κυρίως στην κοιλάδα του ποταμού Καμτσάτκα στη μέση της χερσονήσου[4]. Μία από τις λίγες πηγές, που περιγράφουν τους Ιτελμένους πριν από την αφομοίωση, είναι ο Γκέοργκ Βίλχελμ Στέλερ, ο οποίος συνόδευσε τον Βίτους Μπέρινγκ στη Μεγάλη Βόρεια Εκστρατεία του (Δεύτερη εκστρατεία στην Καμτσάτκα).

Η κοινωνία προ κατάκτησης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δομή του χωριού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Ιτελμένοι έτειναν να εγκαθίστανται κατά μήκος των διαφόρων ποταμών της χερσονήσου Καμτσάτκα. Τη στιγμή της άφιξης των πρώτων Κοζάκων στη χερσόνησο στις αρχές του 1650, τα χωριά αριθμούσαν μεταξύ 200 και 300 κατοίκων, έναν αριθμό που είχε μειωθεί σε 40 ή 50 το πολύ τη στιγμή της αφήγησης του Στέλερ το 1744. Κάθε χωριό είχε ως επίκεντρο ένα μόνο πατριαρχικό νοικοκυριό. Γενικά, νεαροί άνδρες, που ήθελαν να παντρευτούν, προσχωρούσαν στο χωριό της συζύγου τους. Όταν ένα χωριό γινόταν πολύ μεγάλο για να διατηρηθεί, χωριζόταν και ένα μέρος των χωρικών δημιουργούσε έναν οικισμό σε άλλο σημείο κατά μήκος του ίδιου ποταμού. Ο Στέλερ περιγράφει μια μεγάλη ποικιλία διαλέκτων από ποτάμι σε ποτάμι, καθώς οι Ιτελμένοι επικοινωνούσαν κυρίως με κοινότητες, που μοιράζονταν το ποτάμι. [5]

Κατοικίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ιτελμένοι και χειμερινή τους κατοικία, 1774
Χειμερινές κατοικίες και θερινές κατοικίες

Οι Ιτελμένοι ζούσαν σε διαφορετικά σπίτια κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού και του χειμώνα. Το χειμερινό σπίτι, το οποίο κατοικούνταν στις αρχές Νοεμβρίου, σκαβόταν μες στο χώμα έως ενάμισι μέτρο σε σχήμα ορθογωνίου. Τα τοιχώματα στη συνέχεια καλύπτονταν με ραβδιά και άχυρο για να αποτραπεί η διείσδυση της υγρασίας στο εσωτερικό.

Τέσσερα δοκάρια στο κέντρο της κατοικίας στήριζαν την οροφή του σπιτιού, πάνω στην οποία τοποθετούνταν δοκάρια, συνδέοντας την κορυφή της γιούρτας με τα χωμάτινα τείχη. Πάνω από τις ξύλινες δοκούς, τοποθετούνταν άχυρο, πάνω από το οποίο τοποθετούνταν το σκαμμένο χώμα. Ένα άνοιγμα πάνω στη γιούρτα, από τη μία πλευρά των τεσσάρων στύλων και στηριζόμενο από τις δύο δοκούς, χρησίμευε ως τρύπα καπνού και είσοδος. Απέναντι από το τζάκι, έφτιαχναν ένα πέρασμα προς τα έξω με θέα στον ποταμό, το οποίο αφηνόταν ανοιχτό, μόνο όταν ήταν αναμμένες οι φωτιές. Διαφορετικοί χώροι ύπνου οριοθετούνταν από κομμάτια ξύλου, στα οποία χρησιμοποιούνταν στρώματα αχύρου και δέρματα ταράνδων ή φώκιας.

Τους καλοκαιρινούς μήνες, οι Ιτελμένοι ζούσαν σε υπερυψωμένα σπίτια ονόματι pehm ή pehmy. Καθώς το έδαφος ξεπαγώνει το καλοκαίρι, τα δάπεδα των χειμερινών σπιτιών άρχιζαν να πλημμυρίζουν. Τους καλοκαιρινούς μήνες, κάθε οικογένεια στο χωριό ζούσε στο σπίτι τους, αντί να μοιράζεται ένα μεγάλο σπίτι όπως το χειμώνα. Αυτά τα υπερυψωμένα σπίτια, ή μπαλαγκάν, όπως τα αποκαλούσαν οι Κοζάκοι, ήταν πυραμίδες σε υπερυψωμένες πλατφόρμες, με μια πόρτα στη νότια και τη βόρεια πλευρά. Η ακραία υγρασία του κλίματος απαιτούσε την ανύψωση των σπιτιών για να μπορούν να αποθηκεύουν αγαθά και να παραμένουν στεγνά.

Τα περισσότερα χωριά, εκτός από θερινές και χειμερινές κατοικίες, περιείχαν καλύβες από άχυρο χτισμένες στο έδαφος, οι οποίες χρησιμοποιούνταν για το μαγείρεμα τροφών για σκύλους, βράζοντας αλάτι από θαλασσινό νερό και λίπος. Τα χωριά περιβάλλονταν από ένα χωμάτινο τείχος ή περίφραγμα μέχρι την άφιξη των Ρώσων, μετά την οποία απαγορεύτηκε αυτή η πρακτική. [5]

Θρησκεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Ιτελμένοι ανήκαν σε μια πολυθεϊστική θρησκεία. Ο θεός της Δημιουργίας αποκαλείται Κούτκα ή Κούτγκα. Αν και θεωρείται ο δημιουργός των πάντων, ο Στέλερ περιγράφει πλήρη έλλειψη λατρείας και σεβασμού προς αυτόν. Οι Ιτελμένοι αποδίδουν τα προβλήματα και τις δυσκολίες της ζωής στην ηλιθιότητά του και εύκολα τον επιπλήττουν ή τον καταριούνται.[6] Πίστευαν ότι ο Κούτκα ήταν παντρεμένος με μια έξυπνη γυναίκα, την Τσάτσι, η οποία λέγεται ότι τον προφύλασσε από την πολλή ανοησία και ότι τον διόρθωνε συνεχώς. Ο Κούτκα πιστεύεται ότι έζησε στα μεγαλύτερα ποτάμια της χερσονήσου Καμτσάτκα και λέγεται ότι άφησε έναν γιο και μια κόρη για κάθε ποτάμι, κάτι που χρησιμοποιείται για να εξηγήσει τη μεγάλη ποικιλία των διαλέκτων στη χερσόνησο.

Οι Ιτελμένοι λάτρευαν επίσης πολλά πνεύματα, τα Μίτγ, που κατοικούσαν στον ωκεανό και ζούσαν με τη μορφή ψαριού. Πίστευαν στα ξωτικά των δασών, τα οποία αποκαλούσαν ουσάχτσου, και έλεγαν ότι αυτά μοιάζουν με ανθρώπους. Οι ορεινοί θεοί ονομάζονταν γκαμούλι ή μικρές ψυχές, που κατοικούσαν στα ψηλά βουνά, ειδικά στα ηφαίστεια. Τα σύννεφα πιστεύεται ότι κατοικούνται από τον θεό Μπιλουκάι, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για τις βροντές, τους κεραυνούς και τις καταιγίδες. Πίστευαν επίσης και σε έναν διάβολο, ο οποίος ονομαζόταν Κάμμα και λέγεται ότι ζούσε σε ένα δέντρο έξω από το χωριό Νιζνόι, ο οποίος ετησίως βαλλόταν με βέλη. [5]

Καταμερισμός της εργασίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σε γενικές γραμμές, η εργασία κατανεμούνταν πολύ σαφώς βάσει φύλου, αν και πολλά καθήκοντα ήταν κοινά. Κατά την αλιεία, οι άνδρες και οι γυναίκες κωπηλατούσαν μαζί, ωστόσο μόνο οι άνδρες ψάρευαν, ενώ οι γυναίκες εκτελούσαν όλες τις σχετικές εργασίες, όπως καθαρισμό και ξήρανση των ψαριών και συλλογή των αυγών.

Στην κατασκευή σπιτιού, οι άνδρες έκαναν όλη την ξυλουργική εργασία και σκάψιμο, ενώ οι γυναίκες είχαν καθήκον να σκαρφαλώσουν στην αχυρένια οροφή και να κόψουν το άχυρο με κοκάλινο δρεπάνι φτιαγμένο από ωμοπλάτες αρκούδας.

Οι γυναίκες ετοιμάζουν ολόκληρη την προμήθεια ψαριών, εκτός από την τροφή για σκύλους, η οποία αφήνεται στους άντρες. Οι γυναίκες εκτελούν όλα τα καθήκοντα της συλλογής σπόρων, μούρων και σενέκιου, που χρησιμοποιείται ως είδος τσαγιού. Από τα ψηλά χόρτα κατασκευάζουν χαλιά, τσάντες, καλάθια και κουτιά για αποθήκευση και μεταφορά. Τα δέρματα σκύλου και ταράνδου βάφονται και ράβονται στα διάφορα ρούχα, που φορούν άντρες και γυναίκες. [5]

Τροφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

1862

Οι Ιτελμένοι σπάνια είχαν καθορισμένο χρόνο φαγητού εκτός από τη διασκέδαση. Επίσης, έτρωγαν σπάνια ως οικογένεια, εκτός εάν τρώγανε opana (ζεστό φαγητό) ή φρέσκο ψάρι. Σε αντίθεση με τους γηγενείς νησιώτες συγγενείς τους, Τουνγκούς και Γιακούτους, δεν απολαμβάνουν τηγανητό φαγητό, προτιμώντας κυρίως διατροφή με κρύα φαγητά. Ένα συνηθισμένο βασικό στοιχείο ήταν τα αυγά ψαριών με φλοιό ιτιάς ή σημύδας. Στο Λοπατκάν, καταναλωνόταν ένα ποτό από μούρα, που είχε υποστεί ζύμωση, αν και δεν υπάρχει ένδειξη ότι οποιοσδήποτε άλλος οικισμός Ιτελμένων δημιουργούσε ποτά από ζύμωση. [5]

Κατάκτηση των Κοζάκων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Στέλερ αναφέρει ανεκδοτικά στοιχεία πολλών ρωσικών εισβολών στην Καμτσάτκα πριν από την άφιξη του Βλαντιμίρ Ατλάσοφ. Ο Ατλάσοφ ξεκίνησε την κατάκτησή του στην Καμτσάτκα στέλνοντας τον Λούκα Μορόζκο σε εισβολή αναγνώρισης το 1695 και ξεκίνησε ένα χρόνο αργότερα με 120 άνδρες, οι μισοί από τους οποίους ήταν βοηθοί Γιουκαγκίρ, για να συγκεντρώσουν φόρο υποτέλειας και να προσαρτήσουν την περιοχή για το στέμμα.[7] Φεύγοντας από τον κόλπο Αναντίρσκ πάνω σε ταράνδους, εξερεύνησαν μεγάλο μέρος της δυτικής ακτής και διέσχισαν τα βουνά προς τα ανατολικά για να υποτάξουν τον πληθυσμό εκεί. Μέχρι τα μέσα του Ιουλίου του 1696, είχε φτάσει στον ποταμό Καμτσάτκα, οπότε χώρισε την ομάδα του στα δύο: μια υποομάδα που επέστρεφε προς τα δυτικά και η άλλη που παρέμεινε στην ανατολική ακτή. Σε αυτό το σημείο οι βοηθοί Γιουκαγκίρ εξεγέρθηκαν, σκοτώνοντας 6 Ρώσους και τραυματίζοντας 6. Μια ομάδα Κοριάκων έφυγε επίσης με το κοπάδι ταράνδων του Ατλάσοφ, αλλά κυνηγήθηκε από τους Ρώσους και σκοτώθηκαν όλοι εκτός από έναν άνδρα.

Στις πηγές του ποταμού Καμτσάτκα, αντιμετώπισαν για πρώτη φορά αρκετούς οχυρωμένους οικισμούς Ιτελμένων. Εδώ, έγιναν δεκτοί αρχικά εγκάρδια από τους ντόπιους και έλαβαν φόρο υποτέλειας. Προχώρησαν στην διάλυση ενός ορεινού χωριού, αντίπαλου των Ιτελμένων, εδραιώνοντας τη συμμαχία μαζί τους[7]. Ο πρώτος οικισμός Κοζάκων στην περιοχή ήταν το Μπολσερέτσκ, το οποίο ιδρύθηκε το 1703 από τον Ατλάσοφ, παρόλο που ο Στέλερ σημειώνει ότι ήταν ήδη ένα εξέχον χωριό κατά την άφιξή του.[5]

Οι Ιτελμένοι, που βρήκε εκεί, είχαν στην κατοχή τους έναν αιχμάλωτο Ιάπωνα εμποροϋπάλληλο, ο οποίος ήταν μέρος μιας αποστολής που ναυάγησε. Ο Ατλάσοφ, ο οποίος αρχικά νόμισε ότι ο κρατούμενος ήταν Ινδός, με αποτέλεσμα τη σύγχυση σχετικά με τη λέξη "Χόντο" ή Τόκιο, τον έστειλε στη Μόσχα, όπου ο τσάρος Πέτρος ο Μέγας τον ζήτησε για την ίδρυση σχολής ιαπωνικής γλώσσας. [7]

Το 1706, ανώτεροι κυβερνητικοί αξιωματούχοι σκοτώθηκαν από μια ομάδα Κοριάκων και ξεκίνησε μια περίοδος γενικής ανομίας. Οι Κοζάκοι άρχισαν να έχουν πολλές ελευθερίες και ξεκίνησαν την πρακτική να παίρνουν τους Ιτελμένους ως σκλάβους.[5] Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, οι εξεγέρσεις ήταν συχνές. Ο Ατλάσοφ επανέλαβε τον νομικό έλεγχο, σε μια προσπάθεια να επιβάλει εκ νέου νόμο και τάξη στη χερσόνησο, μετά από κάθειρξη στη φυλακή. Το 1711, οι άντρες του εξεγέρθηκαν και δολοφονήθηκε στο κρεβάτι του, μετά τη φυγή του στο Νιζνεκαμτσάτσκ, όπου του χορηγήθηκε άσυλο. Οι εξεγερθέντες γλίτωσαν τη θανατική ποινή, υπό τον όρο ότι θα συνέχιζαν το κυβερνητικό έργο. Έτσι, πραγματοποιήθηκε μια αποστολή στο νότιο άκρο της χερσονήσου και στις Κουρίλες Νήσους, με επικεφαλής τον Ντανίλα Αντσιφέροφ και τον Ιβάν Κοζιρέφσκι. [7]

Κάτω από την κυριαρχία του, οι Ιτελμένοι συμμάχησαν με τους βόρειους γείτονές τους, τους Κοριάκους, και έκαψαν τον Αντσίφεροφ. Οι εξεγέρσεις δεν σταμάτησαν μέχρι το ξέσπασμα της ευλογιάς στη χερσόνησο το 1715. Μέχρι τότε το ρωσικό στέμμα είχε χάσει 5 χρόνια φόρου υποτέλειας και τις ζωές τουλάχιστον 200 Ρώσων. [7]

Με την πάροδο του χρόνου, οι υπόλοιποι πληθυσμοί αφομοιώθηκαν. Λόγω των αυξανόμενων ποσοστών αυτοκτονίας, το Στέμμα θέσπισε νόμο, που απαγόρευε την αυτοκτονία στους ντόπιους.[8] Ένας μεγάλος μικτός πληθυσμός εμφανίστηκε, οι οποίοι ήταν Ρώσοι Ορθόδοξοι, αλλά ξεκάθαρα Ιτελμένοι σε εμφάνιση και έθιμα. Η κυβέρνηση παραχώρησε εύκολα το νομικό καθεστώς σε αυτά τα παιδιά από μεικτούς γάμους και οι Ιτελμένες γυναίκες μπορούσαν νόμιμα να παντρευτούν και να ανήκουν στην Ορθόδοξη Θρησκεία. Με την άφιξη της δεύτερης αποστολής του Μπέρινγκ στην Καμτσάτκα, ο πληθυσμός είχε συρρικνωθεί περίπου στο 10% όσων υπήρχαν πριν από την άφιξη των Κοζάκων. [5]

Μεταγενέστερη ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εμπορεύματα όπως όπλα, καπνός, τσάι, ζάχαρη και βότκα έγιναν ευρέως προσβάσιμα στους Ιτελμένους τον 19ο αιώνα. Με την πάροδο του χρόνου, πολλοί Ιτελμένοι δέχτηκαν το βάπτισμα στη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία, αν και ο ανιμισμός παρέμεινε διαδεδομένος στην πράξη.

Ο πληθυσμός των Ιτελμένων ήταν 4.029 κατά την απογραφή του 1889. Μέχρι το 1959, είχε μειωθεί στους 1.109. Η ρωσική εκπαίδευση έγινε ο κανόνας τη δεκαετία του '30 και στην απογραφή του 1989, λιγότερο από ένας στους πέντε Ιτελμένους μπορούσαν να μιλήσουν την ιτελμενική γλώσσα. [9]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Russian Census 2010: Population by ethnicity Αρχειοθετήθηκε 2012-04-24 στο Wayback Machine. (in ρωσική)
  2. State statistics committee of Ukraine - National composition of population, 2001 (Ουκρανικά)
  3. «Itelmen language, alphabet and pronunciation». omniglot.com. Ανακτήθηκε στις 13 Νοεμβρίου 2020. 
  4. «Map 3.7 (Kamchatka)». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Ιουλίου 2007. Ανακτήθηκε στις 13 Νοεμβρίου 2020. 
  5. 5,0 5,1 5,2 5,3 5,4 5,5 5,6 5,7 Engel, Magritt· Willmore, Karen (2003). Steller's History of Kamchatka. Fairbanks: University of Alaska Press. 
  6. RD[?] (1829). «Anthropology: Opinions of Various Rude Nations regarding the Origin of Mankind». Virginia Literary Museum and Journal of Belles Lettres, Arts, &c. (University of Virginia) 1: 194. https://books.google.com/books?id=E2gAAAAAYAAJ&pg=PA194. 
  7. 7,0 7,1 7,2 7,3 7,4 Benson Bobrick (1993). East of the Sun: The Conquest and Settlement of Siberia. Mandarin. ISBN 978-0-7493-0612-0. 
  8. Stephan, John (1994). The Russian Far East. Stanford, CA: Stanford University Press. 
  9. Ants Viires, επιμ. (2001). «The Itelmens». The Red Book of the Peoples of the Russian Empire. Tallinn: NGO Red Book. ISBN 9985-936922. 

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]