Ιτέα η λευκή

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ιτέα η λευκή
(Salix alba)
Φύλλωμα Ιτέας της λευκής· σημειώστε τις λευκές κάτω πλευρές των φύλλων.
Φύλλωμα Ιτέας της λευκής· σημειώστε τις λευκές κάτω πλευρές των φύλλων.
Συστηματική ταξινόμηση
Σύστημα: κατά APG III (2009)
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Κλάδος: Αγγειόσπερμα (Angiosperms)
Κλάδος: Ευδικοτυλήδονα (Eudicots)
Κλάδος: Ροδίδες (Rosids)
Τάξη: Μαλπιγκιώδη (Malpighiales)
Οικογένεια: Ιτεοειδή (Salicaceae)
Γένος: Ιτέα (Salix)
Είδος: S. alba
Διώνυμο
Ιτέα η λευκή
(L.)

Χάρτης κατανομής

Η λευκή ιτιά (Salix alba - Ιτέα η λευκή) είναι είδος ιτιάς αυτοφυούς στην Ευρώπη, τη δυτική και κεντρική Ασία.[1][2] Η ονομασία προέρχεται από το λευκό χρωματισμό στην κάτω πλευρά των φύλλων.[3]

Είναι ένα μεσαίου έως μεγάλου μεγέθους φυλλοβόλο δέντρο, που φτάνει σε ύψος τα 10–30 m, με έναν κορμό μέχρι 1 m διάμετρο και ακανόνιστη κορυφή που συχνά γέρνει. Ο φλοιός είναι γκρι-καφέ και βαθιά σχισμένος στα μεγαλύτερα δέντρα. Οι βλαστοί στα τυπικά είδη είναι γκρι-καφέ έως πράσινο-καφέ. Τα φύλλα είναι πιο ανοιχτόχρωμα από τις περισσότερες άλλες ιτιές, λόγω επικάλυψης πολύ λεπτών, μεταξένιων άσπρων τριχών, ιδίως στο κάτω μέρος· έχουν μήκος 5–10 cm και πλάτος 0,5–1,5 cm. Τα άνθη παράγονται σε ίουλους[Σημ. 1] νωρίς την άνοιξη και γονιμοποιούνται από έντομα. Είναι δίοικο, με αρσενικούς και θηλυκούς ίουλους σε ξεχωριστά δένδρα· οι αρσενικοί ίουλοι έχουν μήκος 4–5 cm, οι θηλυκοί ίουλοι μήκους 3–4 cm στην επικονίαση, το οποίο επιμηκύνεται, καθώς ωριμάζει ο καρπός. Όταν ωριμάζει στο κατακαλόκαιρο, οι θηλυκοί ίουλοι αποτελούνται από πολλές μικρές (4 mm) κάψουλες, που το καθένα περιέχει πολλούς μικροσκοπικούς σπόρους ενσωματωμένους σε λευκό πούπουλο, το οποίο βοηθά τη διασπορά με τον άνεμο.[1][2][4]

Οικολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δέντρο όπου φαίνεται το υπόλευκο φύλλωμα, συγκρινόμενο με τα περιβάλλοντα δέντρα.

Οι λευκές ιτιές αναπτύσσονται γρήγορα, αλλά είναι σχετικά βραχύβια, καθώς είναι ευπαθή σε διάφορες ασθένειες, συμπεριλαμβανομένης της «ασθένειας του υδατογραφήματος» που προκαλείται από το βακτήριο Brenneria salicis (που ονομάστηκε έτσι λόγω του χαρακτηριστικού «υδατογραφήματος» στη χρώση του ξύλου· συν. Erwinia salicis) και ανθράκωση ιτιάς (willow anthracnose), που προκαλείται από το μύκητα Marssonina salicicola. Οι ασθένειες αυτές μπορεί να είναι ένα σοβαρό πρόβλημα για τα δέντρα που καλλιεργούνται για ξυλεία ή καλλωπισμό.

Σχηματίζει εύκολα μορφές φυσικών υβριδίων με την ιτιά ρωγμής Salix fragilis, το υβρίδιο που ονομάζεται Salix × rubens Schrank.[1]

Χρήσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βάμμα Salix alba.

Το ξύλο είναι σκληρό, δυνατό και ελαφρύ σε βάρος, αλλά έχει ελάχιστη αντίσταση στη φθορά. Τα στελέχη (λύγινοι) από πρεμνοφυή (coppiced) και κλαδεμένα (pollarded) φυτά, χρησιμοποιούνται για την καλαθοποιΐα. Το κάρβουνο που γίνεται από το ξύλο ήταν σημαντικό για την παρασκευή του μπαρουτιού. Η τανίνη του φλοιού, στο παρελθόν, χρησιμοποιήθηκε για το μαύρισμα του δέρματος.[1][2] Το ξύλο του χρησιμοποιείται για να παρασκευή ροπάλων του κρίκετ. Το ξύλο της S. alba έχει χαμηλή πυκνότητα και μικρότερη εγκάρσια θλιπτική αντοχή. Αυτό επιτρέπει στο ξύλο να λυγίζει και γι' αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την παρασκευή καλαθιών. Ο φλοιός ιτιάς περιέχει Ινδολο-3-βουτυρικό οξύ, το οποίο είναι μια φυτική ορμόνη που τονώνει την ανάπτυξη της ρίζας· μερικές φορές, γαρνιτούρες ιτιάς χρησιμοποιούνται για την κλωνοποίηση ριζωμάτων στη θέση των συνθετικών διεγερτικών ριζών του εμπορίου.[5]

Ποικιλίες και υβρίδια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μια σειρά από ποικιλίες και υβρίδια έχουν επιλεγεί για δασοκομική και κηπευτική χρήση:[1][2]

  • Salix alba ΄Caerulea΄ (cricket-bat willowιτιά ροπάλου κρίκετ· συν. Salix alba ποικ. caerulea (Sm.) Sm.· Salix caerulea Sm.), καλλιεργείται ως ειδική ξυλεία καλλιέργειας στη Βρετανία, κυρίως για την παραγωγή ροπάλων του κρίκετ και για άλλες χρήσεις όπου απαιτείται ένα ανθεκτικό, ελαφρύ ξύλο που δεν σχίζεται εύκολα. Διακρίνεται κυρίως από την φόρμα της ανάπτυξης, πολύ γρήγορα αναπτυσσόμενο με ένα μοναδικό ευθύ στέλεχος και επίσης, από τα ελαφρώς μεγαλύτερα φύλλα του (10–11 cm μήκος, 1,5–2 cm πλάτος), με ένα πιο μπλε-πράσινο χρώμα. Η προέλευσή του είναι άγνωστη, μπορεί να είναι ένα υβρίδιο μεταξύ λευκής ιτιάς και crack willow, αλλά αυτό δεν επιβεβαιώνεται.[1]
  • Salix alba ΄Vitellina΄ (golden willowχρυσή ιτιά· συν. Salix alba ποικ. vitellina (L.) Stokes), είναι μια ποικιλία που καλλιεργείται για τους βλαστούς του σε κήπους, που είναι χρυσό-κίτρινοι για ένα ή δύο χρόνια πριν πάρουν καφέ χρώμα. Είναι ιδιαίτερα διακοσμητικό το χειμώνα, το καλύτερο αποτέλεσμα επιτυγχάνεται με την πρεμνοφυΐα κάθε δύο με τρία χρόνια για να διεγείρουν την παραγωγή για μακρύτερους νέους βλαστούς με καλύτερο χρώμα. Άλλες παρόμοιες ποικιλίες είναι οι ΄Britzensis΄, ΄Cardinal΄ και ΄Chermesina΄, που επιλέγονται για ακόμα πιο λαμπερούς πορτοκαλοκόκκινους βλαστούς.
  • Salix alba ΄Sericea΄ (silver willowασημένια ιτιά), είναι μια ποικιλία όπου οι λευκές τρίχες στα φύλλα είναι ιδιαίτερα πυκνές, δίνοντας πιο έντονα αργυροειδές-λευκό φύλλωμα. Αυτή η ποικιλία έχει αποκτήσει τη Royal Horticultural Society's Award of Garden Merit.[6]
  • Salix alba ΄Vitellina-Tristis΄ (golden weeping willowχρυσή κλαίουσα ιτιά, συνώνυμο ΄Tristis΄), είναι μια κλαίουσα ποικιλία με κίτρινα κλαδιά τα οποία γίνονται κοκκινωπά-πορτοκαλί το χειμώνα. Είναι πλέον σπάνιο στην καλλιέργεια και έχει αντικατασταθεί σε μεγάλο βαθμό από τη Salix x sepulcralis ΄Chrysocoma΄. Ωστόσο, είναι ακόμα η καλύτερη επιλογή στα πολύ κρύα μέρη του κόσμου, όπως ο Καναδάς, οι βόρειες ΗΠΑ και η Ρωσία.
  • Η χρυσή υβριδική κλαίουσα ιτιά (golden hybrid weeping willow–Salix x sepulcralis ΄Chrysocoma΄), είναι ένα υβρίδιο μεταξύ λευκής ιτιάς και της ιτιάς Πεκίνου Salix babylonica.

Θεραπευτικές χρήσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Φύλλα ιτέας της λευκής.

Οι Ιπποκράτης, Γαληνός, Πλίνιος ο Πρεσβύτερος και άλλοι ήξεραν ότι ο φλοιός της ιτιάς θα μπορούσε να έχει αναλγητική και αντιπυρετική δράση.[7] Έχει χρησιμοποιηθεί από καιρό στην Ευρώπη και την Κίνα για τη θεραπεία αυτών των περιστάσεων.[8] Επίσης, αυτό το φάρμακο αναφέρεται σε κείμενα από την αρχαία Αίγυπτο, Σουμερία και Ασσυρία.[9] Την πρώτη «κλινική δοκιμή» ανέφερε το 1763 ο Αιδεσιμότατος Έντουαρντ Στόουν, εφημέριος από το Chipping Norton, στο Oxfordshire, Αγγλία, με την επιτυχή θεραπεία του πυρετού της ελονοσίας με τον φλοιό ιτιάς.[7][10] Συχνά, ο φλοιός εμβαπτίζεται σε αιθανόλη, για να παραγάγει ένα βάμμα.

Το ενεργό εκχύλισμα από το φλοιό, που ονομάζεται σαλικίνη, μετά από τη Λατινική ονομασία του Salix, ήταν απομονωμένη στην κρυσταλλική του μορφή το 1828 από τον Henri Leroux, ένα Γάλλο φαρμακοποιό και τον Raffaele Piria, έναν Ιταλό χημικό, ο οποίος στη συνέχεια κατάφερε να ξεχωρίσει το οξύ στην καθαρή του κατάσταση. Το σαλικυλικό οξύ, όπως η ασπιρίνη, είναι ένα χημικό παράγωγο της σαλικίνης.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Ένας ίουλος (catkin ή ament), είναι μια λεπτή, κυλινδρική συστάδα άνθους, με δυσδιάκριτα ή χωρίς πέταλα, που συνήθως γονιμοποιούνται μέσω του ανέμου (anemophilous), αλλά μερικές φορές είναι και εντομογαμή (όπως στο Salix). Η Αγγλική λέξη «ίουλος» (catkin) είναι δάνεια λέξη από την παλαιά Ολλανδική «katteken», που σημαίνει «γατάκι», λόγω της ομοιότητας με την ουρά από ένα γατάκι. Η Αγγλική λέξη «ίουλος» (ament) προέρχεται από το Λατινικό amentum, που σημαίνει «λουρί» ή «λουρίδα».[Παρ. Σημ. 1]
Παραπομπές σημειώσεων
  1. «Catkin», Oxford English Dictionary, 1989, http://dictionary.oed.com/cgi/entry/50034696, ανακτήθηκε στις 30 November 2009 «Ament», Oxford English Dictionary, 1989, http://dictionary.oed.com/cgi/entry/50007124, ανακτήθηκε στις 30 November 2009 

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 1,5 Meikle, R. D. (1984). Willows and Poplars of Great Britain and Ireland. BSBI Handbook No. 4. ISBN 0-901158-07-0.
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 Rushforth, K. (1999). Trees of Britain and Europe. Collins ISBN 0-00-220013-9.
  3. «Salix alba» (στα αγγλικά). Βοτανική. http://votaniki.gr/xlorida/eidi/ksilodi-eidi-tis-elladas/salix-alba/. Ανακτήθηκε στις 2018-07-24. 
  4. Mitchell, A. F. (1974). A Field Guide to the Trees of Britain and Northern Europe. Collins ISBN 0-00-212035-6
  5. «How to Make a Rooting Tonic». Ανακτήθηκε στις 23 Αυγούστου 2015. 
  6. «RHS Plant Selector - Salix alba 'Sericea'». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Ιανουαρίου 2014. Ανακτήθηκε στις 2 Ιουνίου 2013. 
  7. 7,0 7,1 Norn, S.; Permin, H.; Kruse, P. R.; Kruse, E. (2009). «[From willow bark to acetylsalicylic acid]» (στα Danish). Dansk Medicinhistorisk Årbog 37: 79–98. PMID 20509453. 
  8. «Willow bark». University of Maryland Medical Center. University of Maryland. Ανακτήθηκε στις 19 Δεκεμβρίου 2011. 
  9. Seaman, David R. (19 Ιουλίου 2011). «White Willow Bark: The Oldest New Natural Anti-Inflammatory/Analgesic Agent». The American Chiropractor. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 21 Απριλίου 2012. Ανακτήθηκε στις 19 Δεκεμβρίου 2011. 
  10. Stone, E. (1763). An Account of the Success of the Bark of the Willow in the Cure of Agues. Philosophical Transactions of the Royal Society of London 53.

Επιπρόσθετη ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • (Αγγλικά) Morader, H. L.; Prego, I. A.; Facciuto, G. R.; Maldonado, S. B. (November 2000). «Storage Behavior of Salix alba and Salix matsudana Seeds». Annals of Botany 86 (5): 1017–1021. doi:10.1006/anbo.2000.1265. 
  • (Αγγλικά) van Casteren, A.; Sellers, W. I.; Thorpe, S. K. S. (23 November 2011). «Why don’t branches snap? The mechanics of bending failure in three temperate angiosperm trees». Trees 26 (3): 789–797. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • (Αγγλικά) EUFORGEN species page on Salix alba. Πληροφορίες, μονάδων διατήρησης γενετικού υλικού και σχετικών πόρων.