Ιστορία του Απολλώνιου της Τύρου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ιστορία του Απολλώνιου της Τύρου
Μεσαιωνικό χειρόγραφο (γύρω στο 1000)
ΓλώσσαΜεσαιωνικά Λατινικά
Μορφήnovella
ΧαρακτήρεςΑπολλώνιος της Τύρου
ΤόποςΑντάκια

Η Ιστορία του Απολλώνιου της Τύρου ( τίτλος στα λατινικά: Historia Apollonii regis Tyri) είναι μυθιστόρημα της λατινικής γραμματείας αγνώστου συγγραφέα, που θεωρείται ότι γράφτηκε μεταξύ του τέλους του 2ου αιώνα και των αρχών του 3ου αιώνα μ.Χ. Το κείμενο αποτελείται από 51 κεφάλαια. Από τα τρία λατινικά μυθιστορήματα που έχουν σωθεί – τα άλλα είναι το Σατυρικόν του Πετρώνιου και οι Μεταμορφώσεις του Απουλήιου – είναι το τελευταίο και το μόνο του οποίου ο συγγραφέας δεν μπορεί να προσδιοριστεί.[1]

Η πλοκή είναι περιπετειώδης: ο Απολλώνιος, βασιλιάς της Τύρου, η γυναίκα του και η κόρη του περνούν διάφορες περιπέτειες, αποχωρίζονται, πιστεύουν ο ένας τον άλλο για νεκρό και τελικά ξαναβρίσκονται και ζουν ευτυχισμένοι. Η δράση εκτυλίσσεται στην ανατολική Μεσόγειο.

Το έργο γνώρισε τεράστια επιτυχία κατά τον Μεσαίωνα και την Αναγέννηση και έγινε αντικείμενο πολλαπλών μεταφράσεων και διασκευών σε πολλές ευρωπαϊκές γλώσσες. Η πιο γνωστή διασκευή είναι το έργο του Ουίλιαμ Σαίξπηρ με τίτλο Περικλής, ο πρίγκιπας της Τύρου, όπου αλλάζει το όνομα του κύριου χαρακτήρα.[2]

Το λατινικό κείμενο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ιστορία αναφέρεται για πρώτη φορά στα λατινικά από τον Βενάντιο Φορτουνάτους στο έργο του Carmina, στα τέλη του 6ου αιώνα. Έχει σωθεί μεγάλος αριθμός μεσαιωνικών χειρογράφων του μυθιστορήματος στα λατινικά, σε πολλές παραλλαγές και διαφοροποιήσεις στις λεπτομέρειες. Το παλαιότερο χειρόγραφο, που σώζεται στη Φλωρεντία, χρονολογείται από τον 9ο ή 10ο αιώνα. Πρόκειται για ένα σύντομο κείμενο, γραμμένο σε πολύ απλά λατινικά, πιθανότατα έργο ενός δασκάλου της Ύστερης Αρχαιότητας. Η ιστορία είναι παγανιστική, αλλά σε ορισμένες παραλλαγές το κείμενο έχει κάπως εκχριστιανιστεί (για παράδειγμα αναφέρεται συχνά η λέξη Θεός στον ενικό, ή η παρέμβαση ενός αγγέλου) παρουσιάζοντας μια διασταύρωση ελληνικών, ρωμαϊκών και χριστιανικών επιρροών.[3]

Λόγω της παρουσίας εκφράσεων ασυνήθιστων στα λατινικά αλλά τυπικών στα ελληνικά, το κείμενο θεωρείται ότι μεταφράστηκε από αρχαίο ελληνικό πρωτότυπο, που σήμερα έχει χαθεί: δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία γι' αυτό, αλλά η ιστορία έχει πολλά κοινά σημεία κυρίως με τα Εφεσιακά του Ξενοφώντα της Εφέσου.

Οι πιο διαδεδομένες λατινικές εκδοχές είναι αυτές του Γκότφριντ του Βιτέρμπο, ο οποίος το ενσωμάτωσε στο έργο του Πάνθεον το 1185 σαν να ήταν αληθινή ιστορία και μια παραλλαγή στη συλλογή λαϊκών παραμυθιών του 14ου αιώνα Gesta Romanorum.

Μεταφράσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η παλαιότερη μετάφραση είναι ένα ημιτελές κείμενο, γραμμένο στα παλαιά αγγλικά, που χρονολογείται από τον 11ο αιώνα και θεωρείται το πρώτο μυθιστόρημα της αγγλικής λογοτεχνίας. Η ύπαρξη αυτού του μοναδικού κειμένου είναι ασυνήθιστη, καθώς η κοσμική πεζογραφία εκείνη την εποχή είναι εξαιρετικά σπάνια. Αρκετές μεταφράσεις γράφτηκαν αργότερα σε άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες.[4]

Οι πολυάριθμες μεταφράσεις, μαζί με τις λατινικές, μαρτυρούν τη δημοτικότητά του στον Μεσαίωνα. Μια αξιοσημείωτη εκδοχή στα αγγλικά είναι η όγδοη ποιητική συλλογή του Τζον Γκάουερ: Confessio Amantis (1380), όπου η ιστορία χρησιμοποιείται ως παράδειγμα ενάντια στη λαγνεία και το The Pattern of Painfull Adventures του Λόρενς Τουάιν. Εμφανίζεται επίσης σε γαλλικούς στίχους του 12ου αιώνα και σε επεισόδια ενσωματωμένα σε άλλα κείμενα, για παράδειγμα στα γαλλικά επικά άσματα, σε μια παλιά δανέζικη μπαλάντα. Στα ισπανικά ως Libre de Apolonio σε στίχους περίπου το 1200, στα γερμανικά ως Apollonius von Tyrland, ποίημα σε 20.000 στίχους του Heinrich von Neustadt, περίπου το 1400, στα ιταλικά, στα ολλανδικά, στα ελληνικά: Η διήγηση του Απολλώνιου και Η ριμάδα του Απολλώνιου (15.αι.), διασκευή του κρητικού Γαβριήλ Ακοντιάνου από ιταλική μετάφραση λατινικής διασκευής [5] και σε άλλες γλώσσες.[6]

Περίληψη της λατινικής αφήγησης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι πόλεις που επισκέφθηκε ο Απολλώνιος στις περιπλανήσεις του.

Ο βασιλιάς της Αντιόχειας Αντίοχος έχει αιμομικτική σχέση με την κόρη του. Στους υποψήφιους μνηστήρες της, ο βασιλιάς παρουσιάζει ένα αίνιγμα και αν δεν το λύσουν, τους αποκεφαλίζει και τα κεφάλια τους κρέμονται πάνω από την πύλη της πόλης. Η λύση είναι στην πραγματικότητα η αποκάλυψη της εγκληματικής σχέσης πατέρα και κόρης. Ο Απολλώνιος, ο νεαρός βασιλιάς της Τύρου, εμφανίζεται, λύνει το αίνιγμα και έτσι αρχίζει η οδύσσειά του. Ο Απολλώνιος φεύγει για την πατρίδα του, ο Αντίοχος διατάζει τον υπηρέτη του Ταλίαρχο να τον ακολουθήσει και να τον δολοφονήσει. Ωστόσο, ο Απολλώνιος το πληροφορήθηκε και γεμίζει ένα καράβι με πλούτη και φεύγει τη νύχτα με λίγους υπηρέτες. Διαπιστώνοντας την εξαφάνισή του, ο Ταλίαρχος επιστρέφει και πληροφορεί τον Αντίοχο, ο οποίος επικηρύσσει τον νεαρό βασιλιά.[7]

Ο Απολλώνιος καταφεύγει στην Ταρσό, όπου εξασφαλίζει την ευγνωμοσύνη των κατοίκων και του ηγεμόνα Στραγκουίλιου, αφιερώνοντας τα πλούτη του για τον τερματισμό του λιμού. Ειδοποιημένος ότι οι δολοφόνοι του Αντίοχου βρίσκονται στα ίχνη του, ξεκινά για την Πεντάπολη, αλλά ξεσπά μια σφοδρή καταιγίδα και το πλοίο ναυαγεί. Η θάλασσα τον βγάζει σε μια ακτή, ο Απολλώνιος σώζεται από έναν φτωχό ψαρά. Πηγαίνοντας στη γειτονική πόλη, παίρνει μέρος στους αθλητικούς αγώνες και προσελκύει τον θαυμασμό του βασιλιά Αρχιστράτη, που τον προσκαλεί στο παλάτι του. Ένα ειδύλλιο πλέκεται με την κόρη του βασιλιά, που οδηγεί σε γάμο. Στη συνέχεια μαθαίνει ότι ο βασιλιάς Αντίοχος και η κόρη του σκοτώθηκαν από τον Θεό, οπότε δεν υπάρχει πλέον κανένας κίνδυνος γι' αυτόν και αποφασίζει να επιστρέψει στην Τύρο με την έγκυο γυναίκα του.

Στο ταξίδι, η γυναίκα του πεθαίνει αφού γέννησε ένα κοριτσάκι. Οι δεισιδαίμονες ναύτες δεν θέλουν πτώμα στο σκάφος, και η πριγκίπισσα τοποθετείται σε ένα ξύλινο κιβώτιο που το ρίχνουν στη θάλασσα. Δύο μέρες αργότερα, το κιβώτιο ξεβράζεται στην ακτή κοντά στην Έφεσο, κοντά στο σπίτι ενός γιατρού. Η νεαρή γυναίκα, που επανήλθε στη ζωή επειδή δεν ήταν νεκρή, γίνεται ιέρεια στο ναό της Αρτέμιδος.

Ο Απολλώνιος, κυριευμένος από τη θλίψη, οδηγεί το πλοίο στην Ταρσό, όπου εμπιστεύεται την κόρη του, που έλαβε το όνομα Ταρσία, στον Στραγκουίλιο και τη σύζυγό του Διονυσία. Στη συνέχεια, φεύγει για την Αίγυπτο και μακρινές περιοχές. Όταν η Ταρσία φτάνει στα 14, η τροφός της, που ήταν και τροφός της μητέρας της, της αποκαλύπτει πριν πεθάνει την καταγωγή της. Ωστόσο, η ομορφιά της Ταρσίας έρχεται σε αντίθεση με την ασχήμια της Φιλομουσίας, κόρης του Στραγκουλλίωνα και της Διονυσίας, και η τελευταία, οργισμένη από τα απαξιωτικά σχόλια που ακούγονταν, διατάζει έναν δούλο, τον Θεόφιλο, να κρυφτεί κοντά στον τάφο της τροφού, δίπλα στη θάλασσα, και να δολοφονήσει την Ταρσία όταν αυτή εμφανισθεί. Την ίδια στιγμή που η νεαρή κοπέλα παρακαλεί τον Θεόφιλο να την αφήσει να ζήσει, εμφανίζονται πειρατές και την απαγάγουν.

Οι πειρατές πηγαίνουν την Ταρσία στη Μυτιλήνη και την πουλούν σε έναν ιδιοκτήτη οίκου ανοχής. Αυτός ορίζει μια τιμή για την παρθενία της και άλλη μικρότερη για τις ακόλουθες συναντήσεις. Αλλά όποτε εμφανίζονται άντρες, με πρώτο τον βασιλιά του νησιού Αθηναγόρα, η κοπέλα τους διηγείται τις κακοτυχίες της και τους συγκινεί ώστε της δίνουν χρηματικά ποσά μεγαλύτερα από την προκαθορισμένη τιμή χωρίς να τολμούν να την αγγίξουν. Τέλος, η έξυπνη νεαρή παίζει μουσική και απαγγέλει ποίηση, προς όφελος του μαστροπού, ενώ παραμένει ανέγγιχτη.

Εν τω μεταξύ, ο Απολλώνιος επιστρέφει στην Ταρσό, μετά από 14 χρόνια απουσίας, για να αναζητήσει την κόρη του. Η Διονυσία και ο σύζυγός της, τον κάνουν να πιστέψει ότι είναι νεκρή και του δείχνουν τον τάφο της. Απελπισμένος, ο βασιλιάς διατάζει το πλήρωμα του πλοίου του να πλεύσει στην Τύρο και κλειδώνεται στο αμπάρι. Ξεσπά μια καταιγίδα και καταλήγουν στη Μυτιλήνη, όπου γιορτάζονται οι γιορτές του Ποσειδώνα. Ο βασιλιάς επιτρέπει στο πλήρωμα να συμμετάσχει, αλλά ο ίδιος μένει κλεισμένος στο αμπάρι και απαγορεύει να τον ενοχλήσουν απειλώντας με αυστηρές ποινές. Ο βασιλιάς Αθηναγόρας, περνώντας από το λιμάνι, παρατηρεί το πλοίο, το οποίο είναι υπέροχα διακοσμημένο, και ρωτά για τον ιδιοκτήτη του. Θέλει να τον βγάλει από την απομόνωση, αλλά δεν τα καταφέρνει. Στη συνέχεια, φέρνει τη νεαρή Ταρσία από τον οίκο ανοχής και της λέει να πάει στο αμπάρι για να παρηγορήσει τον απελπισμένο ταξιδιώτη με τα τραγούδια της. Μη μπορώντας να τον βγάλει από τη θλίψη του τραγουδώντας, του λέει μια σειρά από αινίγματα, αυτός τα λύνει όλα και την παρακαλεί να τον αφήσει ήσυχο. Απελπισμένη που δεν μπορεί να τον συγκινήσει, η κοπέλα αρχίζει να κλαίει και να παραπονιέται για την πικρή μοίρα της, αναπολώντας το παρελθόν της, έτσι αναγνωρίζονται.

Ο μαστροπός συλλαμβάνεται, δικάζεται και καίγεται ζωντανός. Στη συνέχεια, ο Αθηναγόρας ζητά την Ταρσία σε γάμο. Ο Απολλώνιος, συνοδευόμενος από τους δύο αρραβωνιασμένους, πλέει στη συνέχεια για την Τύρο. Στη θάλασσα, βλέπει στον ύπνο έναν άγγελο που του λέει να σταματήσει στην Έφεσο και να επισκεφθεί τον ναό της Αρτέμιδος. Εκεί βρίσκει τη γυναίκα του. Στην Έφεσο γιορτάζεται ο γάμος του Αθηναγόρα και της Ταρσίας. Στη συνέχεια, περνώντας από την Ταρσό, συλλαμβάνουν και δικάζουν τον Στραγκουίλιο και τη Διονυσία, που λιθοβολούνται και τα πτώματά τους εγκαταλείπονται στα άγρια ​​θηρία. Συναντούν επίσης τον βασιλιά Αρχιστράτη, ο οποίος πεθαίνει αφήνοντας το μισό βασίλειό του στον Απολλώνιο και το μισό στην Ταρσία. Ο Απολλώνιος γίνεται τότε βασιλιάς της Τύρου, της Αντιόχειας και της Κυρήνης και αποκτά έναν γιο από τη γυναίκα του.[8]

Μεταφράσεις στα ελληνικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Η ιστορία του Απολλώνιου, βασιλιά της Τύρου, μετάφραση: Στέλιος Παναγιωτάκης, εκδόσεις Πατάκης, 1996[9]
  • Απολλώνιος της Τύρου, τρίτομο. Συγγραφέας: Γιώργος Κεχαγιόγλου, εκδόσεις Ίδρυμα Τριανταφυλλίδη, 2004[10]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]