Ιάκωβος Ρίζος Ραγκαβής

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια


Ιάκωβος Ρίζος Ραγκαβής
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Ιάκωβος Ρίζος Ραγκαβής (Ελληνικά)
Γέννηση1779[1]
Κωνσταντινούπολη
Θάνατος22  Ιουλίου 1855
Αθήνα
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςνέα ελληνική γλώσσα
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταμεταφραστής
συγγραφέας
Οικογένεια
ΤέκναΑλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής
Ευφροσύνη Ρίζου Ραγκαβή
Ραλού Ρίζου Ραγκαβή[2]
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΦιλικός

Ο Ιάκωβος Ρίζος Ραγκαβής ήταν Έλληνας λόγιος του 19ου αιώνα.

Βιογραφικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1779. Η καταγωγή του ήταν από ιστορική οικογένεια. Πατέρας του ήταν ο Γεώργιος, γιος του Ιακώβου, και εγγονός του Εμμανουήλ, του λεγόμενου Μανέ. Προπάππος του ήταν ο Ανδρόνικος, μεγάλος Ρήτορας του Πατριαρχείου, για τον οποίο ο Καντεμίριος λέει «εκ του ευγενούς οίκου των Ραγκαβή» (« de la noble famille des Rangabé »), εννοώντας προφανώς τους απόγονους του Βυζαντινού Αυτοκράτορα του 10ου αιώνα που είχε ιδρύσει στην Αθήνα την εκκλησία του Αγίου Νικολάου του Ραγκαβή.

Μητέρα του Ιακώβου ήταν η Φαναριώτισσα Ραλού, αδελφή του ηγεμόνα «Αλέκο Βόδα», Αλέξανδρου Σούτσου.

Ο Ιάκωβος δέχτηκε άριστη ανατροφή και μόρφωση ελληνική. Έμαθε Γαλλικά και πολλές Ασιατικές γλώσσες, Τούρκικα, Πέρσικα, και Αραβικά. Ακολούθησε τον θείο του ηγεμόνα Σούτσο με βαθμό Κομίσσου. Επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη και παντρεύτηκε την Ζωή Λαπόθου, θυγατέρα προύχοντα της Θεσσαλίας που είχε εγκατασταθεί στην Κωνσταντινούπολη.

Όταν ο Αλέκο Βόδας ξανά κλήθηκε να ηγεμονεύσει στην Βλαχία, ο Ιωάννης παρέμεινε ένα χρόνο στην Κωνσταντινούπολη ως επιτετραμένος αντιπρόσωπός του (Καπού κεχαγιάς) και κατόπιν πήγε και αυτός στην Βλαχία, όπου διορίστηκε αρχικά Ποστέλνικος και μετά Σπαθάριος, τα δυό τότε ανώτατα αξιώματα στην Δακία.

Πρώτη μέριμνα του Ιακώβου ήταν να ιδρύσει στο Βουκουρέστι το μεγαλύτερο και αρτιότερο Ελληνικό Γυμνάσιο της εποχής του. Γυμνασιάρχη διόρισε τον Κων. Βαρδαλάχο από την Αίγυπτο. Καθηγητές διόρισε τον Γεννάδιο, τον Κλεόβουλο και άλλους ισάξιους διδασκάλους της εποχής του. Πολλοί των πρώτων φοιτητών του Γυμνασίου αυτού στελέχωσαν τον Ιερό Λόχο.

Ήταν μέλος της Φιλικής Εταιρείας. Μετά τον θάνατο του θείου του, ο Ιάκωβος οδήγησε την χήρα του θείου του σε ασφαλές μέρος και επέστρεψε για να καταταχτεί και αυτός στο στρατόπεδο του Υψηλάντη. Απογοητευμένος όμως διότι δεν εισακούστηκε, αποχώρησε και από μακρυά είδε την ηρωική θυσία του Ιερού Λόχου και την αποτυχία της Ελληνικής επανάστασης στην Μολδοβλαχία, όπως τα είχε από καιρό μαντέψει και προαναγγείλει. Κατέφυγε οικογενειακώς στην Οδησσό, και παρέμεινε εκεί όλο το διάστημα της επανάστασης. Συναντήθηκε με τον Καποδίστρια στο Παρίσι, αλλά δεν κατόρθωσε να τον πείσει για τις προθέσεις του, ούτε και βρήκε συνεργάσιμη ανταπόκριση από αυτόν. Τελικά ήρθε και εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα, και διορίστηκε για μια μικρή εποχή διερμηνέας στην Ελληνοτουρκική επιτροπή.

Απεβίωσε στην Αθήνα το 1855.

Συγγράμματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]