Θεωρία της παλαιολιθικής συνέχειας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η Θεωρία της παλαιολιθικής συνέχειας (PCT) προτείνει ότι οι ινδοευρωπαϊκές γλώσσες κατάγονται από την Ευρώπη και έχουν συνεχή παρουσία και εξέλιξη από την παλαιολιθική εποχή

Η θεωρία βασίζεται σε μια σύνθεση γλωσσολογικών μελετών, αρχαιογενετικών μελετών που υποδεικνύουν ότι το 80% της γενετικής δεξαμενής των Ευρωπαίων έχει παλαιολιθική προέλευση, καθώς και αρχαιολογικών δεδομένων που υποδεικνύουν ευρωπαϊκή πολιτισμική συνέχεια.

Οι βασικοί υποστηρικτές είναι οι Ιταλοί γλωσσολόγοι Μάριο Αλινέι (Mario Alinei), Γκαμπριέλε Κόστα (Gabriele Costa) και Τσιτσέρο Πόγκιρκ (Cicero Poghirc) καθώς και Γερμανοί και Βέλγοι αρχαιολόγοι Αλεξάντερ Χάουσλερ (Alexander Hausler) και Μαρσέλ Οτ (Marcel Otte).

Οι υποστηρικτές στιγματίζουν την ανεπάρκεια αποδείξεων μιας ινδοευρωπαϊκής εισβολής την εποχή του χαλκού, την έλλειψη γενετικής αλλαγής από την παλαιολιθική εποχή, καθώς και την αναλογία με την παλαιολιθική καταγωγή των Ουραλικών πληθυσμών και γλωσσών στην Ευρασία. Οι επικριτές απαντούν ότι η γενετική συνέχεια δεν σημαίνει γλωσσική συνέχεια.

Φαίνεται ότι η βασική διαφωνία είναι η χρονική κλίμακα. Οι περισσότεροι σύγχρονοι γλωσσολόγοι θεωρούν ότι σε δέκα χιλιάδες χρόνια θα πρέπει να έχει εκλείψει οποιοσδήποτε συσχετισμός μεταξύ των γλωσσών. Ως εκ τούτου η παλαιολιθική καταγωγή των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών δίνει στην εξέλιξη των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών παράλογα μεγάλη ιστορική διάρκεια. Αντίθετα, οι υποστηρικτές της συνέχειας φαίνεται να θεωρούν ότι η γλωσσολογικές μεταβολές έχουν κύρια αιτία κοινωνικοπολιτικές μεταβολές, διαφορετικά η εξέλιξή τους είναι πολύ περισσότερο συντηρητική. Ως εκ τούτου η καταγωγή των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών από την εποχή του χαλκού (4η π.Χ. χιλιετία) έχει ανεπαρκή ιστορική διάρκεια για να δικαιολογήσει την ποικιλία της ινδοευρωπαϊκής ομογλωσσίας.

Θεωρίες ασυνέχειας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χάρτης του ινδοευρωπαϊκου εποικισμού από το 4000 ως το 1000 π.Χ. σύμφωνα με την υπόθεση Κέργκαν. Η μωβ περιοχή αντιστοιχεί στην υποτιθέμενη κοιτίδα, η κόκκινη την εξάπλωση ως το 2500 π.Χ. και η πορτοκαλί την εξάπλωση ως το 1000 π.Χ..

Οι αντίπαλες θεωρίες είναι κατά βάση δύο. Η περισσότερο δημοφιλής είναι η υπόθεση των Κέργκαν ή Κούργκαν (kurgan) την οποία επεξεργάστηκε με λεπτομέρεια η Μαρίγια Γκιμπούτας (Marija Gimbutas). Σύμφωνα με αυτήν οι πρωτοϊνδοευρωπαίοι ήταν πολεμιστές ποιμένες που έκτιζαν κέργκαν (ταφικούς σωρούς), στις στέπες της Ουκρανίας. Από τις στέπες εισέβαλαν πρώτα στη νοτιοανατολική Ευρώπη και μετά έχοντας εξελιχθεί σε ισχυρούς πολεμιστές, με κάποιο τρόπο εξαφάνισαν τις περισσότερες προϋπάρχουσες γλώσσες, και διέδωσαν τις ινδοευρωπαϊκές σε όλη την Ευρώπη.

Τοποθετώντας την άφιξη των Ινδοευρωπαίων την 4η χιλιετία π.Χ. και την εξέλιξη σε ξεχωριστές γλωσσικές ομάδες την 3η χιλιετία π.Χ. το επόμενο βήμα της εξέλιξης των γλωσσικών ομάδων στις βασικές μαρτυρούμενες γλώσσες έλαβε χώρα την 2η και 1η π.Χ. χιλιετία που είναι η εποχή του μπρούντζου και του σιδήρου. Για τους οπαδούς της συνέχειας αυτή η χρονολόγηση είναι απαρχαιωμένη και αντίθετη στα αρχαιολογικά δεδομένα.

Μια δεύτερη υπόθεση υπόθεση ασυνέχειας είναι αυτή του αρχαιολόγου Κόλιν Ρένφριου (Colin Renfrew), ο οποίος στο βιβλίο του The IE puzzle (1987) καταρρίπτoντας την παραδοσιακή θεωρία με αρχαιολογικά δεδομένα πρότεινε μια νέα θεωρία καταγωγής των Ινδοευρωπαίων, την ινδοευρωπαϊκή νεολιθική διασπορά, η οποία βασίζεται στην παρατήρηση ότι η μόνη πιθανή στιγμή στην ευρωπαϊκή προϊστορία που μπορεί να συμπίπτει με μια γιγάντια μεταβολή είναι η αρχή της γεωργίας την 7η π.Χ. χιλιετία. Καθώς κατάγεται από τη μέση ανατολή και η αρχαιολογία ανιχνεύει στη νότια Ευρώπη μια μικρή μεταναστευτική συνεισφορά από εκεί, ο Ρένφριου συμπέρανε ότι οι αγρότες ήταν υπεύθυνοι για την εξάπλωση των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών.

Η φιλοσοφία τής θεωρίας είναι ότι οι πρωτοϊνδοευρωπαίοι, αντί για πολεμιστές που εισέβαλαν και κατέλαβαν στρατιωτικά την Ευρώπη, ήταν εφευρέτες της γεωργίας που κατέλαβαν την Ευρώπη με πολιτισμική και διανοητική ανωτερότητα. Για τους οπαδούς της συνέχειας αυτή η θεωρία δεχόμενη ουσιαστικά νεολιθική πολιτισμική ασυνέχεια δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από όσα λύνει:

  1. Η αρχαιολογία αποδεικνύει ότι οι ευρωπαϊκοί νεολιθικοί πολιτισμοί συνεχίζουν τους προγενέστερους μεσολιθικούς πολιτισμούς χωρίς πραγματική ασυνέχεια
  2. Οι δυο νοτιοευρωπαϊκές περιοχές όπου οι νεολιθικοί πολιτισμοί επιδεικνύουν διεισδύσεις από τη Μέση Ανατολή είναι ακριβώς οι περιοχές όπου τα μη ινδοευρωπαϊκά χαρακτηριστικά είναι περισσότερο φανερά και σημαντικά. Για να εξηγήσει την πραγματική γλωσσική κατάσταση η υπόθεση θα πρέπει να αντιστραφεί. Οι αγρότες πρέπει να είναι υπεύθυνοι για το μη ινδοευρωπαϊκό στοιχείο της περιοχής.
  3. Η θεωρία αναγκάζεται να υποθέσει ότι οι ινδοευρωπαίοι έφθασαν στη βόρεια και δυτική Ευρώπη πολύ αργότερα από τους πρώτους νεολιθικούς πολιτισμούς. Αυτή η περίοδος είναι ακριβώς εκείνη που η αρχαιολογία δεν ανιχνεύει οποιαδήποτε ασυνέχεια: Για παράδειγμα δεν υπάρχει ίχνος της άφιξης των Κελτών (γεγονός που σημαίνει ότι ήταν πάντα εκεί).
  4. Η νεολιθική ορολογία διαφέρει από ομάδα σε ομάδα. Αυτό είναι εντελώς αντίθετο με την ιδέα των πρωτοευρωπαίων ως εφευρετών της γεωργίας.

Η θεωρία της συνέχειας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η θεωρία της συνέχειας απορρίπτει τις προηγούμενες ως ανεπαρκείς, ενώ η νέα θεωρία πρέπει να συμφιλιώσει τις ακόμα θεμελιώδεις κατακτήσεις της παραδοσιακής ιστορικής και συγκριτικής γλωσσολογίας με την ανάπτυξη της σύγχρονης επιστήμης. Στο πρόβλημα εμπλέκονται τουλάχιστον πέντε διαφορετικοί επιστημονικοί κλάδοι.

  1. γενική γλωσσολογία
  2. παλαιοανθρωπολογία
  3. γνωστικές επιστήμες
  4. γενετική
  5. αρχαιολογία

Για τους οπαδούς της θεωρίας η σύγκλιση των συμπερασμάτων είναι αξιoσημείωτη.

Στη γενική γλωσσολογία η κεντρική ιδέα της θεωρίας του Νόαμ Τσόμσκυ βασίζεται στον ισχυρισμό ότι η γλώσσα είναι έμφυτη. Αυτό θεωρείτο μέγιστο εμπόδιο για την ενοποίηση με τη θεωρία του Δαρβίνου αλλά οι συνεχιστές ισχυρίζονται ότι έχουν μια απροσδόκητη λύση στο πρόβλημα.

σχετικά με τη γενετική σημειώνουν ότι:

  1. η κατανομή των γενετικών τύπων σε μεγάλο βαθμό αντιστοιχεί στις γλώσσες του κόσμου
  2. Η διαφοροποίηση της γλώσσας πρέπει να προχώρησε βήμα βήμα με τη διασπορά των ανθρώπων (των Homo sapiens sapiens)
  3. Ανεξάρτητοι γενετιστές βεβαιώνουν ότι το 80% της γενετικής δεξαμενής των ευρωπαίων έχει παλαιολιθική προέλευση.

Παρόλο που ο Καβάλι Σφόρτζα (Cavalli Sforza) προσπάθησε πρώτα να να ταιριάξει τα δεδομένα με τη θεωρία της πολεμικής εισβολής και μετά με τη θεωρία Ρένφριου, κατέληξε ότι η γονιδιακή δεξαμενή των σύγχρονων ευρωπαίων προέρχεται κυρίως κυρίως από τους κατοίκους της παλαιολιθικής Ευρώπης.

σχετικά με την αρχαιολογία σημειώνουν ότι:

  1. δεν υπάρχει ίχνος μαζικής πολεμικής εισβολής
  2. όλοι οι νεολιθικοί πολιτισμοί είναι κατευθείαν συνέχειες των μεσολιθικών ή φτιάχτηκαν από μεσολιθικές ομάδες μετά από νεολιθικοποίηση από λίγους αγρότες της μέσης ανατολής.

Οι συνεχιστές θεωρούν ότι η θεωρία τους έρχεται σε αναλογία και συμφωνία με τη θεωρία της Ουραλικής συνέχειας που αναπτύχθηκε τη δεκαετία του '70 από αρχαιολόγους και γλωσσολόγους ειδικευμένους στην ουραλική περιοχή της Ευρώπης. Αυτή η θεωρία αξιώνει αδιάλειπτη συνέχεια των ουραλικών πληθυσμών και γλωσσών από την παλαιολιθική εποχή.

Οι συνεχιστές, επίσης, σημειώνουν ότι η κλασσική ινδοευρωπαϊκή θεωρία του 19ου αιώνα είναι βαθιά επηρεασμένη από ρατσιστικές, παγγερμανικές και αποικιοκρατικές αντιλήψεις. Η επιλογή της εποχής του χαλκού ήταν αναγκαστική ώστε η ανώτερη φυλή που θα κυριαρχούσε να είναι εξοπλισμένη με όπλα και άλογα. Μετά το τέλος του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου μια νέα εκδοχή του παραδοσιακού σεναρίου παρουσιάστηκε από τη Μαρίγια Γκιμπούτας (την οποία οι συνεχιστές κατηγορούν για Βαλτικό εθνικισμό) που θεωρούσε ότι οι υπερπολεμιστές εκφράζονται καλύτερα από τους βαλτικούς ελίτ αντί των γερμανικών και έγινε η κανονική ινδοευρωπαϊκή θεωρία.

Οι συνεχιστές διαπιστώνουν το πρωτοϊνδοευρωπαϊκό λεξιλόγιο κοινό σε όλες τις ινδοευρωπαϊκές γλώσσες αποτελείται από έννοιες που σχετίζονται με τον πολιτισμό της παλαιολιθικής εποχής. Λέξεις που σχετίζονται με την τεχνολογία της μεσολιθικής εποχής είναι διαφοροποιημένες για τις διάφορες ομάδες γλωσσών (πράγμα που σημαίνει ότι είχαν ήδη διαχωριστεί) και το γεγονός ότι λέξεις σχετικές με τη γεωργική ορολογία είναι διαφορετικές για τις διάφορες γλώσσες (γεγονός που καταρρίπτει πολύ καθαρά τη θεωρία του Ρένφριου)

Οι συνεχιστές γενικά θεωρούν ότι τα σύνορα, όπως προκύπτουν από την αρχαιολογία, ουσιαστικά συμπίπτουν με τα γλωσσικά σύνορα και ανάλογα με το χρονικό βάθος, τη σπουδαιότητα και τη σταθερότητα αυτών των πολιτισμικών συνόρων μπορούν να ειδωθούν ως σύνορα γλωσσικών οικογενειών, ομάδων ή διαλέκτων. Η κοιτίδα των κέργκαν (οι ινδοευρωπαίοι της Γκιμπούτας) σύμφωνα με τους συνεχιστές είναι ένα μη ινδοευρωπαϊκό φύλο και συγκεκριμένα το αναγνωρίζουν ως Τουρκικό. Για τους συνεχιστές η αδιάλειπτη συνέχεια των αλταϊκών πολιτισμών στις στέπες μπορεί να συμβολιστεί από τους ίδιους τους κέργκαν, καθώς το συνήθειο να εγείρουν ταφικούς σωρούς ήταν πάντα από τα πιο χαρακτηριστικά στοιχεία των Αλταϊκών νομάδων.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]