Θέατρο Μάσιμο Βιτόριο Εμανουέλε

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Θέατρο Μάσιμο Βιτόριο Εμανουέλε
Teatro Massimo Vittorio Emanuele
Χάρτης
Γενικές πληροφορίες
Αρχιτεκτονικήνεοκλασική
ΔιεύθυνσηPiazza Giuseppe Verdi - 90138
Γεωγραφικές συντεταγμένες38°7′20″N 13°21′4″E
Διοικητική υπαγωγήΜπουένος Άιρες
ΤοποθεσίαΠαλέρμο
ΧώραΙταλία
Έναρξη κατασκευής1875
Ολοκλήρωση1891
ΧρήσηΛυρική σκηνή
Τεχνικές λεπτομέρειες
Εμβαδόν7.730 m2
Χωρητικότητα1.381 θέσεις
Σχεδιασμός και κατασκευή
ΑρχιτέκτοναςΤζιοβάν Μπατίστα Φ. Μπαζίλε, Ερνέστο Μπαζίλε
Προστασίαιταλικό πολιτισμικό αγαθό[1]
Ιστότοπος
http://www.teatromassimo.it/
Commons page Πολυμέσα
Θέατρο Μάσιμο Βιτόριο Εμανουέλε is located in Ιταλία
Θέατρο Μάσιμο Βιτόριο Εμανουέλε
Θέση στον χάρτη της Ιταλίας.

Το Θέατρο Μάσσιμο Βιττόριο Εμανουέλε είναι το μεγαλύτερο λυρικό θέατρο της Ιταλίας και όταν ανεγέρθηκε ήταν το τρίτο σε μέγεθος στον κόσμο, μετά την παρισινή Οπερά και την Κρατική Όπερα της Βιέννης. Βρίσκεται στο κέντρο της πόλης του Παλέρμο και η ανέγερσή του ξεκίνησε το 1875 για να ολοκληρωθεί 16 χρόνια αργότερα. Το όνομα Μάσσιμο (που σημαίνει κορυφαίο) είναι συνηθισμένη ονομασία θεάτρων στην Ιταλία, παραπέμποντας έτσι στον Μεγάλο Ιππόδρομο (Circo Massimo) της αρχαίας Ρώμης, τη μεγαλύτερη κατασκευή για θεάματα που έχει ποτέ κτιστεί. Το όνομα Βιττόριο Εμανουέλε προστέθηκε προς τιμήν του Βίκτωρος Εμμανουήλ Β΄, πρώτου βασιλιά της Ιταλίας κατά την ενοποίησή της το 1861.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ενώ η Σικελία ανήκε ακόμη στο Βασίλειο των Δύο Σικελιών, και ενώ διάφορα πρόχειρα κτίσματα εξυπηρετούσαν τις ανάγκες της πόλης για παραστάσεις κλασσικής μουσικής[Σημ 1], γίνονταν συζητήσεις για την ανάγκη του Παλέρμο να αποκτήσει ένα νέο, ευρύχωρο και μοντέρνο λυρικό θέατρο, που θα λάμπρυνε τη δεύτερη σε μέγεθος πόλη του Βασιλείου. Το 1859 μάλιστα, είχε επιλεγεί ένας χώρος στην πλατεία Μαρίνα για το νέο κτήριο που θα αφιερωνόταν στο βασιλιά Φερδινάνδο Β΄. Μετά την προσάρτηση της Σικελίας στο Βασίλειο της Ιταλίας το δημοτικό συμβούλιο διάλεξε τελικά την περιοχή της Πόρτα Μακέντα, ως την ιδανικότερη, σαν συμβολικό σημείο της ένωσης της παλιάς πόλης[Σημ 2] με τη σύγχρονη. Για να ελευθερωθεί ο χώρος, απαλλοτριώθηκαν και γκρεμίστηκαν 3 μοναστήρια με τις αντίστοιχες εκκλησίες τους: η μονή του Αγίου Ιουλιανού, η μονή των Στιγμάτων του Εσταυρωμένου και η μονή της Αγίας Αγάθης, κτισμένη στο σημείο που εικάζεται ότι ήταν η κατοικία της. Γι’ αυτό το λόγο, η παράδοση θέλει να τριγυρίζει μέσα στο θέατρο το φάντασμα της «καλογρίτσας», δηλαδή μιας μοναχής της οποίας συλήθηκε ο τάφος κατά την ανοικοδόμηση του θεάτρου[4].

Στις 10 Σεπτεμβρίου 1864 ο δήμαρχος της πόλης προκήρυξε διεθνή διαγωνισμό για την ανέγερση του θεάτρου, Στις 4 Σεπτεμβρίου 1868 η επιτροπή, της οποίας πρόεδρος ήταν ο Γκόττφριντ Σέμπερ, ο αρχιτέκτονας της Όπερας της Δρέσδης, απένειμε το πρώτο βραβείο στον Σικελό αρχιτέκτονα Τζιοβάν Μπατίστα Φιλίππο Μπαζίλε. Ο θεμέλιος λίθος τέθηκε στις 12 Ιανουαρίου 1875. Οι εργασίες σταμάτησαν το 1878 και ξανάρχισαν το 1890. Όμως στις 16 Ιουνίου 1891 ο Μπαζίλε απεβίωσε. Τον διαδέχτηκε ο γιος του, Ερνέστο Μπαζίλε, ένας από τους κορυφαίους εκπροσώπους της Αρ Νουβώ, ο οποίος ολοκλήρωσε τα σχέδια του πατέρα του και έφερε εις πέρας την οικοδόμηση του θεάτρου. Τα εγκαίνια έλαβαν χώρα στις 16 Μαΐου 1897 με το ανέβασμα, για πρώτη φορά στο Παλέρμο, της όπερας του Βέρντι Φάλσταφ[4].

Τις πρώτες δεκαετίες, τη λειτουργία του θεάτρου αναλάμβαναν διάφορες ιδιωτικές επιχειρήσεις, πολλές φορές με ετήσια ανάθεση. Από το 1935 δημιουργήθηκε ο Αυτόνομος Οργανισμός του Θεάτρου Μάσσιμο του Παλέρμο, που ήταν πια ο υπεύθυνος για την λειτουργία του. Η έλλειψη όμως σωστής συντήρησης για αρκετά χρόνια οδήγησε τους υπεύθυνους να το κλείσουν το 1974 γιατί ήταν απαραίτητες πλέον σοβαρές εργασίες ανακαίνισης. Η τελευταία παράσταση ήταν πάλι μια όπερα του Βέρντι, αυτή τη φορά ο Ναμπούκο[5]. Η ανακαίνιση κράτησε περισσότερα χρόνια από την ανοικοδόμησή του και συνοδεύτηκε από αναθέσεις σε εταιρείες ανίκανες να φέρουν εις πέρας το έργο, κατηγορίες για διασπάθιση τεράστιων ποσών δημόσιου χρήματος και χρηματισμό και ολοκληρώθηκε τελικά με την ανταπόκριση ιδιωτών σπόνσορ στο κάλεσμα του δημάρχου[6]. Το θέατρο ξανάνοιξε στις 12 Μαΐου 1997, με μια συναυλία, το πρώτο μέρος της οποίας διεύθυνε ο μαέστρος Φράνκο Μαννίνο και το δεύτερο ο Κλάουντιο Αμπάντο με τη Φιλαρμονική Βερολίνου.

Οι τελικές σκηνές της ταινίας του Φράνσις Φορντ Κόπολα, Ο Νονός III (1990), γυρίστηκαν στο θέατρο.

Αρχιτεκτονική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πρόσοψη του θεάτρου και τα βασικά αρχιτεκτονικά μέλη παραπέμπουν μεν στο Νεοκλασικισμό αλλά η κάτοψη και η στέγη αποτελούν σαφέστερες αναφορές στις Βασιλικές της αρχαιότητας ενώ η διακόσμηση είναι ένα κράμα νεοκλασικισμού και αρ νουβώ. Τα δυο μπρούτζινα συμπλέγματα με τους λέοντες που περιστοιχίζουν τις επιβλητικές μαρμάρινες σκάλες, αναπαριστούν δυο γυναικείες αλληγορικές μορφές, την Τραγωδία (του γλύπτη Μπενεντέττο Τσιβιλέττι) και την Όπερα (του γλύπτη Μάριο Ρουτέλλι). Την είσοδο κοσμεί ένας εξάστυλος πρόναος με κιονόκρανα κορινθιακού ρυθμού. Η ζωφόρος φέρει την επιγραφή: «Η τέχνη ανανεώνει τους λαούς και αποκαλύπτει τον βίο τους. Μάταιη η από σκηνής τέρψη αν δεν στοχεύει στην προετοιμασία του μέλλοντος». Οι περιμετρικοί τοίχοι κοσμούνται από 70 ημικίονες στον ίδιο ρυθμό και εναλλάσσονται με παράθυρα και όπου δεν ήταν εφικτό για λειτουργικούς λόγους να υπάρχουν παράθυρα κατασκευάστηκαν, για λόγους συμμετρίας της εξωτερικής όψης, ψεύτικα παράθυρα[7]. Η πέτρινη τοιχοποιία καθώς και οι κίονες είναι κατασκευασμένα από τόφφο στο χρώμα της ώχρας, ενώ τα κιονόκρανα, τα γύψινα ακρωτήρια και οι βάσεις των κιόνων είναι λευκά. Ο θόλος, που δεσπόζει στο κέντρο του κτιρίου, πάνω από την πλατεία, έχει διάμετρο 28,73 μέτρα και αποτελείται από μια σιδηροκατασκευή, που καλύπτεται από μπρούτζινα πολύχρωμα λέπια, και η οποία καταλήγει στην κορυφή της σε ένα κορινθιακό αγγείο. Η χρωματική παλέτα του εξωτερικού συνόλου συμπληρώνεται από την κεραμοσκεπή των υπολοίπων χώρων, κατασκευασμένη από κεραμίδια Μασσαλίας, η δε κάλυψη της οροφής πάνω από τη σκηνή είναι κατασκευασμένη από ειδικά κεραμίδια που έγιναν στην Πάντοβα σε σχέδια του Μπαζίλε, σύμφωνα με την πήλινη κεράμωση κορινθιακού τύπου του Ναού της Αφαίας και του Ναού Επικούριου Απόλλωνα[7].

Για τα δάπεδα προτιμήθηκαν σχεδόν πάντα τα μάρμαρα (άσπρα, κόκκινα και σε κάποιες περιπτώσεις τα πιο πολύτιμα κίτρινα) που προέρχονταν από σικελικά λατομεία. Αν και χρησιμοποιήθηκε σε πολλές περιπτώσεις από τον Μπαζίλε, για τον σκελετό του κτιρίου, ο σίδηρος αντί του πιο παραδοσιακού ξύλου, ωστόσο αυτό δεν ήταν εφικτό για το χώρο της πλατείας, για λόγους ακουστικής. Η πλατεία επενδύθηκε με ελάσματα φιλύρας τοποθετημένα σε τελάρα καστανιάς με αποτέλεσμα η ακουστική του χώρου να θεωρείται εξαιρετική. Η πλατεία, στα σχέδια του Μπαζίλε, μπορούσε να χωρέσει 3000 θεατές, όμως οι σύγχρονοι κανόνες ασφαλείας επιτρέπουν μόνο 1.381 θέσεις. Η πλατεία είναι πεταλόσχημη και έχει μια κλίση 4%, αντίθετα από τη σκηνή που έχει κλίση 6,5%. Διαθέτει 5 ορόφους με 31 θεωρεία ο καθένας τους. Η μεγάλη αυλαία αναπαριστά την πομπή ενθρόνισης του Ρογήρου Β΄ της Σικελίας και είναι έργο του Τζιουζέππε Σιούτι[8].

Το εσωτερικό του θεάτρου.
  • «Ο Συμβολικός τροχός»: Την οροφή της πλατείας διακοσμεί ο «Συμβολικός τροχός», που μοιάζει με ένα μεγάλο άνθος με στρογγυλό κέντρο και γύρω του 11 πέταλα που ανοίγουν προς τα πάνω ώστε να αερίζεται ο χώρος[9]. Το κέντρο καταλαμβάνει «Ο θρίαμβος της μουσικής», έργο που φιλοτεχνήθηκε από τον Λουίτζι Ντι Τζιοβάννι σε σχέδια του Ρόκκο Λεντίνι. Στα τραπεζοειδή πέταλα έχουν προσαρμοστεί 11 ελαιογραφίες, που αναπαριστούν διάφορες ονειρικές μορφές που παίζουν μουσικά όργανα, ελαιογραφίες που αποπνέουν την ελαφρότητα της Αρ Νουβό.
  • Το βασιλικό θεωρείο: βρίσκεται στο κέντρο του δευτέρου ορόφου , στεφανώνεται από μια επίχρυση διακόσμηση με δυο γυναικείες μορφές στα πλαϊνά, ο σχεδιασμός αποδίδεται στον Ερνέστο Μπαζίλε. Αποτελείται από το κυρίως θεωρείο, με 27 θέσεις και εμβαδόν 28m2 και το επονομαζόμενο «Σαλόνι του Άνακτα» με εμβαδόν 92m2, που ήταν το φουαγιέ του θεωρείου. Οι πολυθρόνες και οι καναπέδες είναι από μπροκάρ, ο πολυέλεος από κρύσταλλο Μουράνο, η ξύλινη επένδυση από μαόνι και στην είσοδό του υπάρχει ακόμη το στέμμα του Οίκου της Σαβοΐας[10].
  • Το θεωρείο Μπελλίνι: βρίσκεται στον ίδιο όροφο με το βασιλικό θεωρείο, είναι το τελευταίο θεωρείο στα δεξιά του. Έχει πάρει το όνομα του «Κλαμπ Μπελλίνι», του κατεξοχήν συλλόγου των αριστοκρατών του Παλέρμο, που είχε ιδρυθεί το 1769[11]. Τα μέλη του κλαμπ είχαν δικαίωμα χρήσης στην πρώτη παράσταση κάθε σεζόν. Πίσω από το θεωρείο των 18 θέσεων (εμβαδόν 25m2) υπάρχει ένα μικρό σαλόνι/φουαγιέ, επίσης 25m2. Στους τοίχους του θεωρείου είναι αναρτημένες πολλές φωτογραφίες με αυτόγραφα μεγάλων καλλιτεχνών.
  • Η Αίθουσα του Ο.Η.Ε.: οφείλει το όνομά της στην Παγκόσμια Διάσκεψη του Ο.Η.Ε. για το διεθνές οργανωμένο έγκλημα, που έλαβε χώρα το 2000. Ο χώρος (με εμβαδόν 200m2) καλύπτεται από γυάλινη οροφή που παρεμβάλλεται σε ένα ανολοκλήρωτο σχέδιο του Μπαζίλε. 14 κολώνες από ξύλο κερασιάς, που καταλήγουν σε κορινθιακά ξυλόγλυπτα χειροποίητα κιονόκρανα, στηρίζουν μια κυκλική γαλαρία, η οποία διαθέτει μια σειρά από πόρτες[12].
  • Η Αίθουσας της Πομπηίας: και αυτή κυκλική με εμβαδόν 200m2, αρχικά καπνιστήριο των ανδρών της αριστοκρατίας, αποκαλείται και «Αίθουσα της ηχούς» εξαιτίας της ιδιαίτερης ακουστικής της: η αντήχηση που προκαλείται όταν κάποιος μιλάει, αυξάνεται σταδιακά όσο πλησιάζει στο κέντρο του χώρου. Η αίθουσα θυμίζει τον ναό των Εστιάδων στο Τίβολι, η θολωτή οροφή της καλύπτεται από νωπογραφίες, οι αναλογίες της βασίζονται στον αριθμό επτά και τα παράγωγά του: 14 είναι οι πόρτες στην περίμετρό της, 28 αρχιτεκτονικά μενταγιόν κοσμούν τους τοίχους, ο φεγγίτης στην κορυφή της οροφής χωρίζεται σε 7 ακτίνες. Στο σύστημα συμβόλων το 7 παραπέμπει στους 7 πλανήτες, στις 7 ημέρες της εβδομάδας, στα Επτά θανάσιμα αμαρτήματα, στις 7 αρετές αλλά και στις 7 νότες της μουσικής και στις επτά χορδές της λύρας, που απεικονίζεται στην αίθουσα των παραστάσεων[13].
  • Η Αίθουσα των οικοσήμων: με κύριο χαρακτηριστικό το κεραμιδί χρώμα, θυμίζει τα παραδοσιακά γιορτινά σαλόνια του 19ου αιώνα, με νωπογραφίες στους τοίχους και μεγάλα παράθυρα που βλέπουν στο κέντρο της πόλης. Έχει ορθογώνιο σχήμα (εμβαδόν 170m2) και οφείλει το όνομά της στα οικόσημα των αριστοκρατικών σικελικών οίκων, που στολίζουν τους τοίχους[14]. Στοιχεία της φύσης, γυναικείες χορευτικές μορφές και μάσκες θεάτρου συνθέτουν τη διακόσμηση των τοίχων και της οροφής. Έχει χωρητικότητα 150 ατόμων, στο παρελθόν ήταν το μπαρ του θεάτρου, σήμερα χρησιμοποιείται για διαλέξεις, συναυλίες μουσικής δωματίου και επίσημα δείπνα.
  • Το φουαγιέ: είναι ορθογώνιο (11,75x31,70) σε απαλούς τόνους κόκκινου, στην απόχρωση των φύλλων του φθινοπώρου. Το εσωτερικό του διακοσμούν γλυπτά του Σαλβατόρε Βαλέντι, 2 μπρούτζινα κηροπήγια και ένα μπρούτζινο μπούστο του Μπαζίλε πατρός[15]. Εδώ βρίσκεται η γκαρνταρόμπα του θεάτρου και οι δυο πλαϊνές πόρτες οδηγούν στο μπαρ του θεάτρου.

Καλλιτεχνική δομή του θεάτρου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. η πρώτη όπερα που παρουσιάστηκε στο Παλέρμο ήταν ο Ξέρξης του Φραντσέσκο Καβάλλι το 1658[2]
  2. η περιοχή της οδού Μακέντα (Via Maqueda) είχε χαραχτεί και οικοδομηθεί στα τέλη του 16ου αιώνα και είναι ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα του μπαρόκ στο Παλέρμο[3]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Wiki Loves Monuments Italia.
  2. «Παλέρμο». Dizionario Enciclopedico dell'Opera Lirica. Φλωρεντία: LE LETTERE. 1991. σελίδες 660–1. 
  3. Marina Rovera, Michele Coralli (2003). «Παλέρμο». I luoghi della musica. Μιλάνο: TCI. σελίδες 258–9. 
  4. 4,0 4,1 «Storia del teatro». Επίσημη ιστοσελίδα του Θεάτρου. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Ιανουαρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 2016. 
  5. Natasha Vidar. «Si spezza l'incantesimo, si riaccendono le luci». Albaria. Ανακτήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 2016. 
  6. «RESTAURO DEL TEATRO 'MASSIMO' ORLANDO IMPUTATO E PARTE LESA». La Repubblica. 29 Μαρτίου 1997. http://ricerca.repubblica.it/repubblica/archivio/repubblica/1997/03/29/restauro-del-teatro-massimo-orlando-imputato-parte.html. Ανακτήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 2016. 
  7. 7,0 7,1 Giovanni Fatta (2012). «ARCHITETTURA E TECNICA NELLA COSTRUZIONE DEL TEATRO MASSIMO V.E. DI PALERMO». Meccanica dei Materiali e delle Strutture 2: 1-39. http://www.unipa.it/dipartimenti/dicam/riviste/meccanicadeimateriali/.content/documenti_teatromassimo/Fatta_1x1x.pdf. [νεκρός σύνδεσμος]
  8. Laura Nobile. «La Storia». Albaria. Ανακτήθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου 2016. 
  9. «La Ruota Simbolica». Επίσημη ιστοσελίδα του Θεάτρου. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Αυγούστου 2016. Ανακτήθηκε στις 15 Σεπτεμβρίου 2016. 
  10. «Palco reale». Επίσημη ιστοσελίδα του Θεάτρου. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Αυγούστου 2016. Ανακτήθηκε στις 15 Σεπτεμβρίου 2016. 
  11. «Palco Bellini». Επίσημη ιστοσελίδα του Θεάτρου. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Αυγούστου 2016. Ανακτήθηκε στις 15 Σεπτεμβρίου 2016. 
  12. «Sala Onu». Επίσημη ιστοσελίδα του Θεάτρου. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Αυγούστου 2016. Ανακτήθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου 2016. 
  13. «Sala pompeiana». Επίσημη ιστοσελίδα του Θεάτρου. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Αυγούστου 2016. Ανακτήθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου 2016. 
  14. «Sala degli stemmi». Επίσημη ιστοσελίδα του Θεάτρου. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Αυγούστου 2016. Ανακτήθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου 2016. 
  15. «Foyer». Επίσημη ιστοσελίδα του Θεάτρου. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Αυγούστου 2016. Ανακτήθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου 2016. 
  16. «Area artistica». Επίσημη ιστοσελίδα του Θεάτρου. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Σεπτεμβρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου 2016. 
  17. «Concerto multietnico al Massimo, sul palco il "Coro arcobaleno"». Giornale di Sicilia. 6 Ιανουαρίου 2015. http://palermo.gds.it/2015/01/06/concerto-multietnico-al-massimo-sul-palco-anche-il-coro-arcobaleno_291316/. Ανακτήθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου 2016. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]