Η Χάλκινη Εποχή

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η Χάλκινη Εποχή
ΣυγγραφέαςΡόδης Ρούφος - Κανακάρης
ΤίτλοςΗ Χάλκινη Εποχή
ΓλώσσαΕλληνικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1960

Η Χάλκινη εποχή είναι μυθιστόρημα του Ρόδη Ρούφου, το οποίο εκδόθηκε στα 1960.

Πληροφορίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Χάλκινη εποχή είναι εμπνευσμένο από τον κυπριακό αγώνα. Έχει ως υπότιλό του Το μυθιστόρημα του Κυριακού Αγώνα.[1] Έχει τον χαρακτήρα της μαρτυρίας, επειδή ο συγγραφέας του εργάστηκε ως διπλωματικός υπάλληλος στην Κύπρο, στο ελληνικό προξενείο της Λευκωσίας για διάστημα δύο ετών.[2] Ο τίτλος του μυθιστορήματος προέρχεται από ένα έργο του Rodin και ο συγγραφέας το επέλεξε με σκοπό να καταδείξει τη δύναμη και την αξία της νέας γενιάς.[3]

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο κεντρικός ήρωάς του είναι ο καθηγητής φιλολογίας Αλέξης Μπαλαφάρας εξιστορεί τη ζωή του μέσα από το ημερολόγιό του το οποίο διαβάζουν δύο φιλικά του πρόσωπα, ο συγγραφέας και η Νταίζη την παραμονή του απαγχονισμού του. Ο Μπαλάφας έχει συμμετάσχει στον αγώνα των Κυπρίων.

Τεχνικά χαρακτηριστικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ρούφος επιχειρεί να συνδυάσει δύο αφγηματικά είδη, το χρονικό και το μυθιστόρημα. Στην Χάλκινη Εποχή δρουν πρόσωπα που έχουν εμφανιστεί και στην μυθιστορηματική τριλογία Χρονικό μιας σταυροφορίας ο Αλέξης, ο Δίων γραμματέας στο ελληνικό προξενείο -η μυθοποιημένη μορφή του ίδιου του συγγραφέα, η Σύλβια Πλάκγουντ και η Νταίζη.[4]

Η κριτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η κριτική επικεντρώθηκε στην ύλη του πολιτικού αυτού μυθιστορήματος. Επικρίθηκε για την ιδεολογική πολιτική μεροληψία του, ενώ θεωρήθηκε ανεπιτυχής η προσπάθειά του να πλάσει πειστικούς μυθιστορηματικούς ήρωες. Ο Αργυρίου γράφει γιατα πρόσωπα του έργου: «Ο Μπαλαφάρας θα ήταν ίσως ως άνθρωπος πιθανός, αν ήταν πλάι στα πράγματα και όχι μέσα στα πράγματα, αλλά πάντως δεν είναι μυθιστορηματικά πιαθνός.[...] Η Σύλβι α Μπλάκγουντ [...] χρειάζεται να την υποθέσουμε ως ανθρώπινη περίπτωση. Η Νταίζη , ούτε οι εφαρμογές της ψυχολογίας του βάθους[...]ούτε η υψηλή ανιδιοτέλεια [...] την καθιστούν υπαρκτό πρόσωπο[...]Τί ακόμα απαιτούσε ένα μυθιστόρημα του κυπριακού αγώνα; Μα φαντάζομια την Κύπρο την ίδια, το ζωντανό υλικό της , αυτό που έκανε και έπαθε[5] Ο Σαχίνης αντίθετα εκτιμά πως "πίσω από τα πλασματικά ονόματα των προσώπων του κρύβονται άνθρωποι πραγματικοί. Αλλά το χάρισμα του μυθιστοριογράφου τους μεταπλάθει σε γνήσια μυθιστορηματικά πρόσωπα»[6]Στα θετικά του έργου είναι η χάρη και η άνεση στην αφήγηση και στον διάλογο, η καθαρότητα και η διαύγεια στην έκφραση. Κινείται στο μεταίχμιο στοχασμού και λυρικού ποιήματος.Νηφάλια είναι η απόδοση των γεγονότων και των περιστατικών, ενώ η δικαιώση του ελληνοκυπραικού αγώνα δεν υπερπροβάλονται.Οι ήρωες δεν είναι εξαιρετικά άτομα αλλά απλοί καθημερινοί άνθρωποι. Η αφήγηση ισορροπέι μεταξύ του έρωτα του ήρωα με την αγαπημένη του Σύλβια και του απελευθερωτικού αγώνα.[7] Για τον Αργυρίου, τα καλύτερα κομμάτια του μυθιστορήματος είναι δύο ενδιάμεσα κομμάτια , είδος ιντερμέζων, λειτουργούν ως ερωτικά πλάνα, «αναναπτυγμένα ως από έναν bon viveur έχουν ειλικρίνια και ποίηση»[8] Για τον Ραυτόπουλο, κυριαρχούν ο ασιθητισμός και μια μυστική διάθεση. Ο κεντρικός ήρωας δεν ανήκει ταξικά στην ίδια θέση με εκείνη του Ρόδη Ρούφου, αλλά φέρει την ίδια ιδεολογία και την ίδια ψυχοπνευματική συγκρότηση με αυτόν.[9]και παρακάτω σημειώνει: «Μη νομίζετε όμως ότι ο κ. Ρούφος έγινε τόσο ανεξίθρησκος και προς τις άλλες κατευθύνσεις όσο προς τους Άγγλους , που τους φορτώνει με κομπλιμάν σε κάθε ευκαιρία (Λ.χ ο Κώστας Λεβέντης που αντιπροσωπεύει το Γρηγόρη Αυξεντίου, εξομολογιέται πως αν δεν ήταν Έλληνας θα ήθελε να είναι Άγγλος). Όχι ο συγγραφέας[...]θεωρεί χρέος του να στείλει πάρθια βέλη και προς την Αριστερά[...]Αριστεροί δεν υπάρχουν στην Κύπρο ή αν υπάρχουν φαίνεται πως θα περνάνε ζωή χαρισάμενη με τους Άγγλους.»[10]


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Δημήτρης Ραυτόπουλος, Οι ιδέες και τα έργα. Δοκίμια, εκδ. Δίφρος, Αθήναι, 1965, σελ.306
  2. Απόστολος Σαχίνης, «Χρονικογράφοι της Κατοχής», στο του ιδίου, Νέοι πεζογράφοι, εκδ.Βιβλιοπώλείον της Εστίας, Αθήνα, 1965, σελ.168
  3. Απόστολος Σαχίνης: «Χρονικογράφοι της Κατοχής», στο του ιδίου, Νέοι πεζογράφοι, εκδ. Βιβλιοπώλείον της Εστίας, Αθήνα 1965, σελ.169
  4. Απόστολος Σαχίνης, «Χρονικογράφοι της Κατοχής», στο του ιδίου, Νέοι πεζογράφοι, εκδ.Βιβλιοπώλείον της Εστίας, Αθήνα, 1965, σελ.169
  5. Αλέξανδρος Αργυρίου, Οριακά και μεταβατικά έργα Ελλήνων πεογράφων, εκδ. Σοκόλη, Αθήνα,1996, σελ.146-147
  6. Απόστολος Σαχίνης, «Χρονικογράφοι της Κατοχής», στο του ιδίου, Νέοι πεζογράφοι, εκδ.Βιβλιοπώλείον της Εστίας, Αθήνα, 1965, σελ.169
  7. Απόστολος Σαχίνης, «Χρονικογράφοι της Κατοχής», στο του ιδίου, Νέοι πεζογράφοι, εκδ.Βιβλιοπώλείον της Εστίας, Αθήνα, 1965, σελ.170-171
  8. Αλέξανδρος Αργυρίου, Οριακά και μεταβατικά έργα Ελλήνων πεογράφων, εκδ. Σοκόλη, Αθήνα,1996, σελ.145
  9. Δημήτρης Ραυτόπουλος: Οι ιδέες και τα έργα. Δοκίμια, εκδ. Δίφρος, Αθήναι 1965, σελ. 307
  10. Δημήτρης Ραυτόπουλος: Οι ιδέες και τα έργα. Δοκίμια, εκδ. Δίφρος, Αθήναι 1965, σελ. 311

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Απόστολος Σαχίνης, «Χρονικογράφοι της Κατοχής», στο του ιδίου, Νέοι πεζογράφοι, εκδ.Βιβλιοπώλείον της Εστίας, Αθήνα, 1965, σελ.154-175
  • Αλέξανδρος Αργυρίου: Οριακά και μεταβατικά έργα Ελλήνων πεζογράφων, εκδ. Σοκόλη, Αθήνα 1996, σελ. 143-150
  • Δημήτρης Ραυτόπουλος: Οι ιδέες και τα έργα. Δοκίμια, εκδ. Δίφρος, Αθήναι 1965, σελ. 305-313