Ηφαιστειακό πεδίο Ατακόρ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 23°17′20″N 5°32′1″E / 23.28889°N 5.53361°E / 23.28889; 5.53361

Το Ταχάτ στο Ατακόρ

Το ηφαιστειακό πεδίο Ατακόρ («Ατακόρ» στα Τουαρέγκ σημαίνει «διογκωμένο μέρος, κόμπος στο τέλος οτιδήποτε»[1]) είναι ηφαιστειακό πεδίο στην Αλγερία. Βρίσκεται στα όρη Χογκάρ και αποτελείται από πληθώρα ηφαιστειακών χαρακτηριστικών, όπως ροές λάβας και περίπου 450 μεμονωμένες οπές που δημιουργούν ένα ξεχωριστό τοπίο.

Το Ατακόρ είναι ένα από τα πολλά μεγάλα ηφαιστειακά πεδία σε αυτήν την οροσειρά, το οποίο βρίσκεται στην κορυφή μιας ορογένεσης και έχει εκτοξεύσει βασάλτη, τραχύτη και φωνολίτη. Οι ηφαιστειακές εκρήξεις στο Ατακόρ έλαβαν χώρα σε διάφορες φάσεις, ξεκινώντας πριν από 20 εκατομμύρια χρόνια και συνεχίζοντας στην Ολοκαίνο εποχή. Επί του παρόντος υπάρχει φουμαρολική δραστηριότητα.

Γεωγραφία και γεωμορφολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το πεδίο βρίσκεται στο Χογκάρ[2] σε υψόμετρο περίπου 3.000 μέτρων (9.800 ποδιών)[3] αν και τα ηφαιστειογενή πετρώματα αποτελούν ένα μόνο επιφανειακό κάλυμμα.[4] Το έδαφος έχει εμφάνιση ερήμου.[5] Το τοπίο του ηφαιστειακού πεδίου θεωρείται θεαματικό[2], με τους δόμους λάβας και τους ηφαιστειακούς αυχένες να υψώνονται πάνω από το έδαφος τριγύρω.[3]

Το πεδίο αποτελείται από δόμους λάβας, ροές λάβας,[2] μάαρ,[6] κώνους σκωριών και ηφαιστειακούς αυχένες[2] που καλύπτουν έκταση περίπου 2.500 τετραγωνικών χιλιομέτρων (970 τετραγωνικών ποδιών)[6] με όγκο περίπου 250 κυβικών χιλιομέτρων (60 κυβικών ποδιών) από ηφαιστειακά πετρώματα.[7] Βασάλτες σχηματίζουν πυκνό οροπέδιο 400 μέτρων (1.300 ποδιών),[3] και βαθιά φαράγγια οδηγούν στο ηφαιστειακό πεδίο[8] και χωρίζουν τα όρη Χογκάρ σε διάφορα τμήματα.[9] Ουαντί (κοιλάδες) ξεκινούν από το ηφαιστειακό πεδίο Ατακόρ.[10] Μερικά από αυτά έφταναν ως τη λίμνη Τσαντ στο παρελθόν,[11] ενώ άλλα συνέχιζαν μέσω του Γκραντ Εργκ Οριεντάλ προς την αλμυρή λίμνη Σοτ Μελρίρ.[12]

Υπάρχουν περίπου 450 πρόσφατα ηφαιστειακά κέντρα, εκ των οποίων περίπου 400 είναι δόμοι λάβας και 50 μικρά στρωματοηφαίστεια,[13] στα οποία περιλαμβάνονται πολλοί πρόσφατοι κώνοι[6] που συνοδεύονται από ροές λάβας, το μήκος των οποίων φτάνει τα 20 χιλιόμετρα (12 μίλια).[14] Μεταξύ των παλαιότερων ηφαιστείων του Ατακόρ είναι οι κορυφές Ασεκρέμ και Ταχάρτ,[7] εκ των οποίων η δεύτερη είναι η υψηλότερη κορυφή στο Χογκάρ.[15] Μερικά από αυτά τα ηφαίστεια έχουν κρατήρες, συμπεριλαμβανομένων διπλών κρατήρων, και άλλα διαβρώνονται σε σημείο που παραμένουν μόνο ηφαιστειακοί αυχένες,[16] ενώ οι δόμοι λάβας περιλαμβάνουν σχήματα από απότομους πυλώνες έως μικρές ροές λάβας[17] και είναι υπεύθυνοι για μεγάλο μέρος της όψης του πεδίου.[18] Μερικοί από αυτούς τους δόμους και τους αυχένες λάβας διείσδυσαν σε παλαιότερα βασαλτικά στρώματα.[19] Μεταξύ των στρωματοηφαιστείων είναι ο κώνος Ουέντ Τεμόρτε, ο οποίος έχει ύψος 300 μέτρων (980 ποδιών), πλάτος 800 μέτρων (2.600 ποδιών) και έχει εκτοξεύσει πάνω από 10 χιλιόμετρα (6,2 μίλια) ροή λάβας. Έχει επίσης εκτοξεύσει ηφαιστειακή τέφρα, λαπίλι και σκωρία.[20]

Γεωλογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Ατακόρ βρίσκεται ένα σε μια ομάδα ηφαιστειακών πεδίων του Χογκάρ γύρω από το Ταμανρασσέτ στα οποία περιλαμβάνονται τα πεδία Αντράρ Ν' Ατζέρ, Εγκ'ερέ, Μανζάζ και Ταχαλρά,[21] και θεωρείται μέρος της ηφαιστειακής επαρχίας Χογκάρ, η οποία εδώ και 34 εκατομμύρια χρόνια έχει καλύψει έκταση 11.700 τετραγωνικών χιλιομέτρων (4.500 τετραγωνικών μιλίων) με 1.650 τετραγωνικά χιλιόμετρα (640 τετραγωνικά μίλια) ηφαιστειακών πετρωμάτων.[22] Μια ανωμαλία χαμηλής σεισμικής ταχύτητας υποστηρίζει το ηφαιστειακό πεδίο Ατακόρ στον μανδύα[23] αλλά δεν φαίνεται να αντικατοπτρίζει την ύπαρξη ενός επίκεντρου.[24]

Η βάση σχηματίζεται από πετρώματα της προκάμβριας περιόδου που σχηματίζουν 1 χιλιόμετρο (0,62 μίλια) υψηλής διόγκωσης[21] γνωστής ως η διόγκωση του Χογκάρ.[25] Είναι ακόμη μέρος της Νεοπρωτεροζωικής Τουαρέγκ ασπίδας[26] και μετακράτον το οποίο σχηματίστηκε κατά τη διάρκεια της Εβουρνιανής ορογένεσης.[27] Η βάση τέμνεται από βαθιές κοιλάδες,[28] οι οποίες γενικά φαίνεται να είναι νεότερες από την περίοδο δραστηριότητας του Χογκάρ.[29] Ενεργά ρήγματα παρουσιάζονται σε ολόκληρη την περιοχή.[30]

Το Ατακόρ έχει εκτοξεύσει βασάλτη, φωνολίτη και τραχύτη, με τα δύο τελευταία στοιχεία να σχηματίζουν δόμους λάβας.[22] Οι βασάλτες χαρακτηρίζονται από αλκαλικούς βασάλτες και βασανίτη και σχηματίζουν περίπου το 80% όλων των ηφαιστειακών πετρωμάτων στο Ατακόρ, με λιγότερο σημαντική παρουσία βενμορείτη, χαβαΐτη, μυγαρεΐτη και ρυόλιθου.[6] Σε Φαινοκρυστάλλους μερικών ηφαιστειακών πετρωμάτων περιλαμβάνονται αμφίβολο, κλινοπυροξένιο, ολιβίνη και ζιρκόνιο.[20] Οι ταεσιτικές λάβες από αυτό το ηφαιστειακό συγκρότημα[22] έχουν πορφυριτική υφή.[31] Τα ηφαιστειακά πετρώματα φαίνεται να προέρχονται απόλυτα από λιώσιμο στηλών μανδύα,[32] αν και επίσης είναι πιθανόν πως η τεκτονική προέλευση τους προκύπτει από τη σύγκλιση μεταξύ της Αφρικής και της Ευρώπης.[33]

Ιστορία εκρήξεων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ηφαιστειακή δραστηριότητα στο Ατακόρ συνέβη πριν από 20-12 εκατομμύρια χρόνια,[34] 6,7 - 4,2 εκατομμύρια χρόνια πριν και 1,95 εκατομμύρια χρόνια από τη σημερινή εποχή,[35] με την περισσότερη ηφαιστειακή δραστηριότητα να λαμβάνει χώρα κατά τη διάρκεια του πρώτου επεισοδίου της Βουρδιγάλιας και της Σεραβάλιας εποχής.[34] Η δεύτερη και η τρίτη ηφαιστειακή φάση συνοδεύτηκαν επίσης από σημαντική ανύψωση του εδάφους.[7] Φωνολίτης και η τραχύτης εκτοξεύτηκαν πρώτα και βασάλτης αργότερα[2], αν και αντίθετα με την αρχική πεποίθηση, η πλημμύρα βασάλτη συνέβη κατά την παλαιότερη Τριτογενή περίοδο[36], και η ηφαιστειακή δραστηριότητα με φωνολίτη και τραχύτη συνέχισε μετά τη βασαλτική δραστηριότητα.[19] Τα στρωματοφαίστεια με ροές λάβας είναι οι πιο πρόσφατες εκδηλώσεις δραστηριότητας στο Ατακόρ.[20]

Η δραστηριότητα συνεχίστηκε στην Ολόκαινο εποχή, με ροές λάβας που καλύπτουν χαρακτηριστικά της Ολόκαινου[2] όπως λιμνώδη ιζήματα ηλικίας 10.000 ετών[37], κεραμικά[2] και απέκτησε νέα εμφάνιση. Η προφορική παράδοση των Τουαρέγκ για τα «όρη της φωτιάς»[14] φαίνεται να αναφέρει ότι οι Τουαρέγκ παρατήρησαν εκρήξεις.[2] Τοπικές ανωμαλίες μεταφοράς θερμότητας,[38] σπάνιες φουμαρόλες και παρατηρούμενη σεισμικότητα είναι περαιτέρω απόδειξη της συνεχιζόμενης ηφαιστειακής δραστηριότητας.[14]

Κλίμα και ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Ατακόρ βρίσκεται στις τροπικές περιοχές (νότια του Τροπικού του Καρκίνου) και σε υψηλό υψόμετρο. Ο υετός είναι συχνότερος από ότι στη γύρω έρημο και κατά τη διάρκεια του χειμώνα μπορεί να λάβει και τη μορφή χιονιού.[3] Στο Ασεκρέμ η ετήσια βροχόπτωση είναι περίπου 100-150 χιλιοστά (3,9-5,9 ίντσες).[8] Στο παρελθόν, ο υετός ήταν σημαντικά υψηλότερος από ότι σήμερα,[39] όπως κατά τη διάρκεια της Βιλαφράγκιας και Παλαιολιθικής εποχής όταν αναπτύχθηκαν νιβατικές γεωμορφές σε υψόμετρο πάνω από τα 2.000 μέτρα (6.600 πόδια),[40] καθώς και λιθώνες[41] όπως στο Ταχάτ[42] και βραχοπαγετώνες.[43] Μια τελευταία περίοδος υγρασίας συνέβη κατά τη Νεολιθική περίοδο. [36]

Η βλάστηση στο Ατακόρ υποδιαιρείται σε αρκετές ζώνες, μια χαμηλότερη σουδανική ζώνη σε υψόμετρο 1.700-1.800 μέτρων (5.600-5.900 ποδιών) με θάμνους και δέντρα,[3] μια υπο-μεσογειακή μεταξύ 1.800-2.400 μέτρων (5.900-7.900 ποδιών) που περιλαμβάνει ελιές και μια υψηλή μεσογειακή ζώνη που περιλαμβάνει το Clematis flammula.[5] Το ηφαιστειακό πεδίο χρησιμοποιείται ως βοσκότοπος.[8]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Bernus 1991, σελ. 118.
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 2,5 2,6 2,7 «Global Volcanism Program | Atakor Volcanic Field». Smithsonian Institution | Global Volcanism Program (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 17 Απριλίου 2020. 
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 3,4 Kubiëna 1955, σελ. 116.
  4. Capot-Rey 1969, σελ. 241.
  5. 5,0 5,1 Kubiëna 1955, σελ. 117.
  6. 6,0 6,1 6,2 6,3 Dupuy, Dostal & Chikhaoui 1993, σελ. 132.
  7. 7,0 7,1 7,2 Sesiano 1980, σελ. 74.
  8. 8,0 8,1 8,2 Rognon 1963, σελ. 13.
  9. Büdel 1955, σελ. 102.
  10. Bernus 1991, σελ. 118,119.
  11. Pachur & Altmann 2006, σελ. 27.
  12. Pachur & Altmann 2006, σελ. 87.
  13. Girod 1963, σελ. 359,361.
  14. 14,0 14,1 14,2 Sesiano 1980, σελ. 76.
  15. Ayadi και άλλοι 2000, σελ. 111.
  16. Girod 1963, σελ. 359.
  17. Girod 1963, σελ. 363.
  18. Sesiano 1980, σελ. 75.
  19. 19,0 19,1 Büdel 1955, σελ. 106.
  20. 20,0 20,1 20,2 Conquéré, F.; Girod, M. (1 November 1968). «Contribution à l'étude des paragenèses précoces des basaltes alcalins: Les spinelles du volcan de l'Oued Temorte (Massif de l'Atakor, Sahara Algérien)» (στα γαλλικά). Contributions to Mineralogy and Petrology 20 (1): 1–2. doi:10.1007/BF00371063. ISSN 0010-7999. Bibcode1968CoMP...20....1C. 
  21. 21,0 21,1 Dupuy, Dostal & Chikhaoui 1993, σελ. 131.
  22. 22,0 22,1 22,2 Benhallou, Megueni & BoussisseIkhlef-Debabha 2019, σελ. 29.
  23. Ayadi και άλλοι 2000, σελ. 121.
  24. Ayadi και άλλοι 2000, σελ. 122.
  25. Ayadi και άλλοι 2000, σελ. 112.
  26. Bouzid και άλλοι 2015, σελ. 2.
  27. Bouzid και άλλοι 2015, σελ. 3.
  28. Sesiano 1980, σελ. 73.
  29. Büdel 1955, σελ. 104.
  30. Sesiano 1980, σελ. 72.
  31. Benhallou, Megueni & BoussisseIkhlef-Debabha 2019, σελ. 30.
  32. Dupuy, Dostal & Chikhaoui 1993, σελ. 143.
  33. Benhallou, Megueni & BoussisseIkhlef-Debabha 2019, σελ. 31.
  34. 34,0 34,1 Bouzid και άλλοι 2015, σελ. 4.
  35. Bouzid και άλλοι 2015, σελ. 5.
  36. 36,0 36,1 Rognon, P.; Mensching, Horst (1969). «Zur Geomorphologie des Hoggargebirges (Zentrale Sahara)». Erdkunde 23 (1): 61–63. 
  37. Beccaluva, Luigi· Bianchini, Gianluca· Wilson, B. Marjorie· Wilson, Marjorie (2007). Cenozoic Volcanism in the Mediterranean Area (στα Αγγλικά). Geological Society of America. σελ. 324. ISBN 9780813724188. 
  38. Lesquer, A.; Bourmatte, A.; Ly, S.; Dautria, J.M. (January 1989). «First heat flow determination from the central Sahara: relationship with the Pan-African belt and Hoggar domal uplift» (στα αγγλικά). Journal of African Earth Sciences (And the Middle East) 9 (1): 46. doi:10.1016/0899-5362(89)90006-7. ISSN 0899-5362. Bibcode1989JAfES...9...41L. 
  39. Kubiëna 1955, σελ. 132.
  40. Capot-Rey 1969, σελ. 242.
  41. Rognon 1963, σελ. 25.
  42. Rognon 1963, σελ. 26.
  43. Reffay, Annie (1982). «L'évolution géomorphologique des dômes volcaniques» (στα γαλλικά). Norois 115 (1): 407. doi:10.3406/noroi.1982.4052. ISSN 0029-182X. 

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]