Ζωγραφική και γλυπτική το δέκατο ένατο αιώνα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Στη ζωγραφική και τη γλυπτική οι συμβάσεις του ρυθμού παίζουν λιγότερο ουσιαστικό ρόλο κι έτσι, θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε πως η τομή στην παράδοση επηρέασε λιγότερο αυτές τις τέχνες. Κι όμως στην πραγματικότητα δεν ήταν έτσι.

Η ζωή του καλλιτέχνη δεν ήταν ποτέ δίχως βάσανα και αγωνίες. Οι "παλιοί καλοί καιροί" είχαν, ωστόσο, το πλεονέκτημα πως κανένας καλλιτέχνης δεν είχε βρεθεί ποτέ στην ανάγκη να αναρωτηθεί γιατί είναι καλλιτέχνης. Η δουλειά του ήταν από μερικές απόψεις εξίσου σαφώς καθορισμένη όσο και τα άλλα επαγγέλματα. Υπήρχαν πάντα παραγγελίες για θρησκευτικές εικόνες ή για προσωπογραφίες. Οι άνθρωποι αγόραζαν πίνακες για τα σαλόνια τους ή παράγγελναν τοιχογραφίες για τις επαύλεις τους. Σε αυτές ο καλλιτέχνης εργαζόταν με τον τόπο που είχαν εργαστεί και οι πρόγονοί του: εκτελούσε το έργο που περίμενε ο πελάτης. Μπορούσε φυσικά να κάνει δουλειά αδιάφορη ή τόσο υπέροχη που η παραγγελία γινόταν απλώς η αφετηρία για ένα υπερβατικό αριστούργημα. Η θέση του, όμως, στη ζωή ήταν πολύ σίγουρη. Αυτήν ακριβώς την αίσθηση ασφάλεια έχασαν οι καλλιτέχνες στο δέκατο ένατο αιώνα. Η τομή στην παράδοση τους έδωσε τη δυνατότητα για άπειρες επιλογές. Αποφάσιζαν οι ίδιοι αν θα ζωγράφιζαν τοπία ή σκηνές δραματικές από το παρελθόν, αν θα διάλεγαν θέματα από τον Μίλτωνα ή από τους κλασσικούς, αν θα υιοθετούσαν το συγκρατημένο ύφος της κλασσικής αναβίωσης του Νταβίντ ή το γεμάτο φαντασία τρόπο των ρομαντικών ζωγράφων.

Όμως όσο μεγάλωνε η κλίμακα της επιλογής, τόσο λιγότερο πιθανό ήταν να συμπέσει το γούστο του καλλιτέχνη με το γούστο του κοινού. Οι αγοραστές των πινάκων έχουν συνήθως μη καθορισμένη ιδέα στο μυαλό τους. Θέλουν κάτι που να μοιάζει με κάτι άλλο που είδαν αλλού. Στο παρελθόν, αυτή η απαίτηση δεν προβλημάτιζε τον καλλιτέχνη, επειδή, η δουλειά του καθενός ήταν πολύ διαφορετική από του άλλου ως προς την καλλιτεχνική της αξία, τα έργα μιας εποχής έμοιαζαν μεταξύ τους σε πολλά σημεία. Τώρα που είχε χαθεί αυτή η ενότητα της παράδοσης, η σχέση του καλλιτέχνη με τον πελάτη γινόταν πολύ συχνά δύσκολη.

Το γούστο του πελάτη είχε σταθεροποιηθεί σε ένα πολύ συγκεκριμένο πλαίσιο και ο καλλιτέχνης δεν είχε διάθεση να ικανοποιήσει αυτήν την απαίτηση. Αν αναγκαζόταν να ενδώσει για λόγους οικονομικούς, είχε την αίσθηση πως συμβιβαζόταν και έτσι έχανε και τον αυτοσεβασμό του και την εκτίμηση των άλλων. Αν ακολουθούσε μόνο την εσωτερική του επιταγή και απέρριπτε τις παραγγελίες που δεν συμβιβάζονταν με τη δική του αντίληψη για την τέχνη, κινδύνευε να πεθάνει της πείνας.

Έτσι, το δέκατο ένατο αιώνα δημιουργήθηκε ένα μεγάλο χάσμα ανάμεσα στους καλλιτέχνες που η ιδιοσυγκρασία τους ή οι πεποιθήσεις τους τους επέτρεπαν αν ακολουθούν τις συμβάσεις και να ικανοποιούν τις απαιτήσεις του κοινού, και σε εκείνους που ήταν περήφανοι για την ηθελημένη απομόνωσή τους.


Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Argan,J.C.,Η μοντέρνα τέχνη (μτφ Λ.Παπαδημήτρη).Ηράκλειο,2006 Honour,H-Fleming,J.,Ιστορία της τέχνης. Αθήνα 1991 E.HGombrich Το χρονικό της τέχνης