Ζυλ Βαλές

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ζυλ Βαλές
Προσωπογραφία του Ζυλ Βαλές από τον Γκυστάβ Κουρμπέ, 1861, Μουσείο Καρναβαλέ
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Jules Vallez (Γαλλικά)
Γέννηση11  Ιουνίου 1832[1][2][3]
Λε Πουί-αν-Βελαί
Θάνατος14  Φεβρουαρίου 1885[4][5][6]
5ο δημοτικό διαμέρισμα του Παρισιού[7]
Αιτία θανάτουσακχαρώδης διαβήτης
Τόπος ταφήςΚοιμητήριο του Περ-Λασαίζ (48°51′45″ s. š., 2°23′25″ v. d.) και Grave of Vallès
ΨευδώνυμοLa Chaussade, Jean La Rue και Jules Vallès
Χώρα πολιτογράφησηςΓαλλία
Εκπαίδευση και γλώσσες
Μητρική γλώσσαΓαλλικά
Ομιλούμενες γλώσσεςΓαλλικά[4][8]
ΣπουδέςΛύκειο Κοντορσέ
Λύκειο Ζωρζ Κλεμανσό
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταδημοσιογράφος
συγγραφέας
μυθιστοριογράφος
αυτοβιογράφος
μέλος της κομμούνας του Παρισιού
πολιτικός
Αξιοσημείωτο έργοΤο παιδί
The Bachelier
The insurrectionist
Πολιτική τοποθέτηση
Πολιτική ιδεολογίαfreethought
Οικογένεια
ΣύντροφοςSéverine[9]
ΓονείςJean-Louis Vallez και Julie Pascal
ΑδέλφιαMarie-Louise-Julie Vallez
Υπογραφή
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Ζυλ Βαλές (γαλλικά: Jules Vallès) (1832 - 1885) ήταν Γάλλος δημοσιογράφος, συγγραφέας και πολιτικός, σοσιαλιστής επαναστάτης. Μαθητής ακόμη, συμμετείχε σε διαδηλώσεις κατά τη Γαλλική επανάσταση του 1848, ίδρυσε αντικαθεστωτικές εφημερίδες όπως Le cri du peuple (Η κραυγή του λαού), συμμετείχε στην Παρισινή Κομμούνα του 1871 και καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο το 1872 λόγω της πολιτικής του δραστηριότητας. Κατέφυγε στο Λονδίνο, από όπου μπόρεσε να επιστρέψει στη χώρα του πέντε χρόνια πριν από το θάνατό του.[10]

Συγγραφέας επίσης λογοτεχνικού έργου, άφησε μια συγκλονιστική αφήγηση της ζωής του σε μια μυθιστορηματική τριλογία.[11]

Βιογραφικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το πατρικό σπίτι του Ζυλ Βαλές στο Λε Πουί-αν-Βελαί

Ο Ζυλ Βαλές γεννήθηκε στις 11 Ιουνίου 1832 στο Λε Πουί-αν-Βελαί στην περιοχή Ωβέρνη-Ρον-Αλπ. Ήταν ο τρίτος γιος ενός επόπτη σχολείου και αργότερα καθηγητή και μιας βάναυσης αυστηρής αγρότισσας. Οι περιγραφές της οδυνηρής παιδικής του ηλικίας, της καταπίεσης που υπέστη από την οικογένεια του και οι προβληματισμοί που διατύπωσε ο Βαλές στην ωριμότητά του χρησίμευσαν αργότερα στη δημιουργία των πρώτων επιτροπών για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων του παιδιού.[12]

Η Γαλλική επανάσταση του 1848 τον βρήκε, μαθητή ακόμη, να πρωτοστατεί σε διαδηλώσεις στη Νάντη όπου είχε μετατεθεί ο πατέρας του. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου άρχισε να ευαισθητοποιείται πολιτικά.

Καρικατούρα του Ζυλ Βαλές, 1867

Το 1849, σε ηλικία 18 ετών, πήγε στο Παρίσι για να σπουδάσει νομικά αλλά παραμέλησε τις σπουδές του εντελώς. Άρχισε να συχνάζει στο περιβάλλον του Καρτιέ Λατέν και των μυστικών ομίλων, έλαβε μέρος σε διαδηλώσεις και συνωμοσίες και κατέληξε να συλληφθεί στα οδοφράγματα κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος του Ναπολέοντα Γ'. Με καταγγελία του πατέρα του θεωρήθηκε τρελός και τον έκλεισαν στο ψυχιατρικό άσυλο της Νάντης στις 31 Δεκεμβρίου 1851, από το οποίο μπόρεσε να φύγει μετά από δύο μήνες χάρη στην παρέμβαση φίλων του. Εγκαταστάθηκε οριστικά στο Παρίσι, έζησε μποέμικη ζωή εργαζόμενος ως δημοσιογράφος και διακρίθηκε για τη μαχητικότητά του.

Το 1857 δημοσίευσε ένα φυλλάδιο κατά του τραπεζίτη Ζυλ Μιρέ, με τίτλο Χρήματα, που μπορεί να θεωρηθεί το πρώτο του βιβλίο. Σταδιακά, ανέπτυξε το πολιτικό-δημοσιογραφικό του έργο σε εφημερίδες, με άρθρα που σε αρκετές περιπτώσεις τον οδήγησαν στη φυλακή. Έτσι, το 1868 καταδικάστηκε δύο φορές για εγκλήματα στον Τύπο: ένα μήνα φυλάκιση για κριτική στην αστυνομία, δύο μήνες για κριτική στην Αυτοκρατορία. Παρά την αρθρογραφία του, ζούσε στην ένδεια. Για να βελτιώσει την οικονομική του κατάσταση εργάστηκε ως δημοτικός υπάλληλος δύο φορές και ως επιστάτης σε σχολείο στην Καν, θέσεις από τις οποίες εκδιώχθηκε λόγω των ριζοσπαστικών ιδεών του, και ως συνεργάτης στο λεξικό Λαρούς. Περίπου αυτή την εποχή γνωρίστηκε με τον Εκτόρ Μαλό και άρχισε να συζεί με τη Ζοζεφίν Λαπουάντ. Το 1867, εξέδωσε την πρώτη του μεγάλη εφημερίδα La Rue (Ο Δρόμος) και το 1869 κυκλοφόρησε την Le Peuple (Ο λαός), σύντομα η κυβέρνηση τις έκλεισε. Μέχρι εκείνη τη στιγμή ήταν αναγνωρισμένος ηγέτης της δημοκρατικής αντιπολίτευσης κατά της Δεύτερης Γαλλικής Αυτοκρατορίας.[13]

Ο Ζυλ Βαλές, φωτογραφία του Ναντάρ

Συνέχισε τη δραστηριότητα στην πολιτική, στις εκλογές του 1869 ήταν υποψήφιος με την αριστερά απέναντι στον μετριοπαθή Ζυλ Σιμόν. Έχασε τις εκλογές και εργάστηκε πάλι ως δημοσιογράφος.[14]

Το 1870 ορίσθηκε διοικητής σε τάγμα της Εθνικής Φρουράς και συμμετείχε στην απόπειρα ανακήρυξης της Κομμούνας. Συνελήφθη και καταδικάστηκε σε μισό χρόνο φυλάκιση, κατάφερε όμως να δραπετεύσει. Λίγο αργότερα, τον Φεβρουάριο του 1871, εξέδωσε την εφημερίδα Le Cri du Peuple (Η κραυγή του λαού) όπου υποστήριζε φλογερά τα αιτήματα του παρισινού λαού και στις 26 Μαρτίου εξελέγη στην Κεντρική Επιτροπή. Όταν η εξέγερση απέτυχε με την είσοδο των στρατευμάτων των Βερσαλλιών στο Παρίσι, κατάφερε να κρυφτεί στο σπίτι μερικών φίλων, από όπου διέφυγε στο Βέλγιο πριν καταφύγει σε εξορία στο Λονδίνο. Το 1872 καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο από το έκτο Πολεμικό Συμβούλιο. Στο Λονδίνο, το 1875 ο Βαλές απέκτησε μια κόρη του από μια σχέση του, αλλά όταν το κορίτσι πέθανε σε ηλικία 10 μηνών, το ζευγάρι χώρισε. Η περίοδος του 1876 σηματοδότησε την πλήρη εξαθλίωση του. Ο φίλος του Εκτόρ Μαλό διαπραγματεύτηκε τη δημοσίευση του μυθιστορήματός του Το παιδί σε συνέχειες (με ψευδώνυμο) σε εφημερίδα (Ιούνιος-Αύγουστος 1878), όμως ο ακραίος ρεαλισμός του σε συνδυασμό με τη διαβρωτική ειρωνεία του οδήγησαν σε αρνητική αντίδραση του κοινού και διακοπή του έργου.

Μετά την αμνηστία του 1880, εγκαταστάθηκε πάλι στο Παρίσι και συνέχισε το δημοσιογραφικό του έργο εκφράζοντας τα ίδια επαναστατικά ιδανικά, επανέκδωσε την Κραυγή του λαού και συνεργάστηκε με άλλες εφημερίδες.[15]

Υπέφερε από διαβήτη, πέθανε στις 14 Φεβρουαρίου 1885, στο Παρίσι στο σπίτι της φίλης του αναρχικής δημοσιογράφου και φεμινίστριας Σεβερίν, που φιλοξενούσε τον συγγραφέα και συναγωνιστή της στο οικογενειακό της διαμέρισμα. Στην κηδεία του, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα της εποχής, συμμετείχαν περισσότεροι από εξήντα χιλιάδες εργάτες, οι οποίοι τον συνόδευσαν στο κοιμητήριο Περ-Λασαίζ. Ένας δρόμος είναι αφιερωμένος σ' αυτόν στο 11ο διαμέρισμα της γαλλικής πρωτεύουσας.[16]

Έργο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το μεγαλύτερο μέρος του δημοσιογραφικού υλικού του Ζυλ Βαλές συγκεντρώθηκε σε δύο βιβλία, Οι ανυπόταχτοι (1866) και Ο δρόμος (1867). Στον αφηγηματικό τομέα, ξεχωρίζει η τριλογία των αυτοβιογραφικών μυθιστορημάτων με το alter ego του Ζακ Βαντράς:Το παιδί (1881), Ο πτυχιούχος (1881) και Ο εξεγερμένος (1886), όπου κατέγραψε όλα τα γεγονότα της ζωής του. Ορισμένα έργα εκδόθηκαν μετά τον θάνατό του, όπως Αναμνήσεις ενός φτωχού μαθητή (1930), Ένας ιδάλγος (1932) και Ο πίνακας του Παρισιού (1932).[17]

Το λογοτεχνικό έργο του Ζυλ Βαλές αναγνώρισε ο Εμίλ Ζολά, ο Ανρί Λεφέβρ τον ανέφερε μαζί με τους Λωτρεαμόν και Ρεμπώ. Το ύφος του είχε επιρροή σε άλλους Γάλλους συγγραφείς όπως ο Ζυλ Ρενάρ.

Μεταφράσεις στα ελληνικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Το παιδί , μετάφραση: Γιούλη Αναστοπούλου, εκδόσεις Αποσπερίτης, 1961
  • Ο ξεσηκωμένος, μετάφραση: Γιώργος Παπακυριάκης, εκδόσεις Αποσπερίτης, 1991

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]