Ετεωνέας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Στην ελληνική μυθολογία με το όνομα Ετεωνέας (Ετεωνεύς) είναι γνωστός ένας από τους υπηρέτες («θεράποντες») του βασιλιά της Σπάρτης, του Μενελάου. Ο Ετεωνέας, που ήταν γιος του Βοήθου («Βοηθοΐδης»), αναγγέλλει στον Μενέλαο την άφιξη του Τηλεμάχου και του γιου του Νέστορα στα ανάκτορα: «`Οξω δυο ξένοι φτάσανε, θεόθρεφτε Μενέλαε, / και λες πως είναι απ' τη γενιά του Δία του μεγάλου. / `Ορισε αν θα ξεζέψουμε τα γλήγορα άλογά τους, / ή σ' άλλους θα τους στείλουμε να τους φιλοξενήσουν.» (Οδύσσεια, δ 26-29, μετάφραση Ζησίμου Σίδερη). Τότε ο Μενέλαος του απάντησε θυμωμένα: «Γιε του Βοήθου Ετεωνιά, χαμένα πριν δεν τάχες, / μα τώρα μου μωρολογάς σαν το μικρό παιδάκι. / `Αλλοι κι εμάς μας φίλεψαν στα ξένα το ψωμί τους / κι ήρθαμε εδώ με το καλό, αν δε μας δώσει ο Δίας / κι άλλες ακόμα συμφορές να ιδούμε στα στερνά μας. / Μον' τρέχα αμέσως τ' άλογα των ξένων να ξεζέψεις, / κι οδήγα αυτούς πρωτύτερα να κάτσουν στο τραπέζι.» (δ 31-36)

Κατά την αναχώρηση του Τηλεμάχου από τη Σπάρτη, ο Ετεωνέας αναφέρεται και πάλι στην Οδύσσεια: «Τότε ήρθε κι ο Ετεωνιάς του Βόηθου ο γιος, ξυπνώντας / απ' το κρεβάτι του, γιατί δεν κατοικούσε αλάργα. / Τον πρόσταξε τ' Ατρέα ο γιος φωτιά να πάει ν' ανάψει / να βάλει κρέας να ψηθεί. Κι άκουσε αυτός αμέσως.» (ο 95-98)


Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Κρουσίου: Λεξικόν Ομηρικόν, διασκευή από την έκτη γερμανική έκδ. υπό Ι. Πανταζίδου, έκδοση «Βιβλιεκδοτικά καταστήματα Αναστασίου Δ. Φέξη», Αθήνα 1901