Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ερρίκος, μάργραβος των Φράγκων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ερρίκος, μάργραβος των Φράγκων
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Henri (Γαλλικά)
Γέννηση9ος αιώνας ή 825 (περίπου)[1] ή 830 (περίπου)[2][3]
Μπάμπεργκ[1]
Θάνατος28  Αυγούστου 886[4]
Παρίσι[1]
Αιτία θανάτουπεσών σε μάχη
Χώρα πολιτογράφησηςΓερμανία[2][5][3]
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΓερμανικά
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταστρατιώτης[2][3]
φεουδάρχης[2][3]
Οικογένεια
ΣύζυγοςIngeltrud[6]
ΤέκναΕδβίγη του Μπάμπενμπεργκ
Αδαλβέρτος του Μπάμπενμπεργκ
Αδαλάρδος του Μπάμπενμπεργκ
ΓονείςΠόππο του Γκράπφελτ
ΑδέλφιαΈγκινο της Θουριγγίας
Πόππο της Θουριγγίας
ΣυγγενείςBerengar II of Neustria (ίσως είναι τέκνο)
ΟικογένειαΠοπονίδες[7] και Οίκος των Μπάμπενμπεργκ[1]
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΜαρκήσιος της Νευστρίας[7]

Ο Ερρίκος Α΄, γαλλ.: Henri de Babenberg (απεβ. στις 28 Αυγούστου 886) από τον Οίκο των Ποπονιδών ήταν ο κορυφαίος στρατιωτικός διοικητής των τελευταίων ετών του βασιλείου των Φράγκων την εποχή των Καρολιδών.[α] Ήταν επικεφαλής των βασιλέων Λουδοβίκου του Νεότερου και Καρόλου του Παχέως. Η πρώιμη σταδιοδορμία του περιορίστηκε κυρίως στην Ανατολική Φραγκία, την πατρίδα του, αλλά όταν ο Κάρολος κληρονόμησε τη Δυτική Φραγκία το 884, ο Ερρίκος ήταν όλο και πιο ενεργός εκεί. Κατά τη διάρκεια της εποχής του, οι επιδρομές των Βίκινγκς (κυρίως Δανών) έφτασαν στο αποκορύφωμα στη Φραγκία. Οι πηγές περιγράφουν τουλάχιστον οκτώ ξεχωριστές εκστρατείες, που διεξήχθησαν από τον Ερρίκο εναντίον των Βίκινγκς, οι περισσότερες από τις οποίες επιτυχημένες.

Ο Ερρίκος περιγράφεται στις πηγές ως Σάξωνας, Φράγκος ή Θουριγγός. Ο τίτλος του δίνεται με διάφορους τρόπους ως κόμης (λατιν.: comes), μάργραβος (marchensis) ή δούκας (dux). Η περιοχή που κυβερνούσε περιγράφεται με διάφορα τρόπους στις πηγές ως Φραγκία, Νευστρία ή Αυστρασία, ίσως δείχνοντας ότι η στρατιωτική του διοίκηση κάλυπτε το μεγαλύτερο μέρος του βόρειου βασιλείου, από τη μαρκιωνία της Βρετάνης δυτικά ως τη Φρισία και τη Σάξονία στα ανατολικά.

Η οικογένεια του Ερρίκου ονομάζεται Ποπονίδες (Γερμαν.: Popponen) επειδή το όνομα Πόππο (Poppo) ήταν ιδιαίτερα κοινό μεταξύ τους. Οι Ποππονίδες αργότερα έγιναν πιο γνωστοί ως ο (Παλαιός) Οίκος του Μπάμπενμπεργκ. Υπολογίζεται ότι ήταν γιος του Πόππο κόμη του Γκράπφελντ, ή ίσως τού γιου τού Πόππο, Χριστιανού Α ΄ του Γκράπφελντ, και τής συζύγου του, Χάιλβιγκ. Ο αδελφός του ήταν ο Πόππo δούκας της Θουριγγίας. Οι Ποππονίδες ήταν πιθανότατα συγγενείς με τους Χαττονίδες, και ο Ερρίκος μπορεί να "κληρονόμισε" από αυτούς τις θέσεις του στη Σαξονία (από τον Μπάντσλαϊμπ) και στην Αυστρασία (από το Άνταλμπερτ, αδελφό τού Μπάντσλαϊμπ).[8]

Η σύζυγος του Ερρίκου ήταν πιθανότατα η Ινγελτρούδη, κόρη του Εβεράρδου κόμη του Φρίουλι. Ένα μνημείο του αβαείου του Ράιχναου ονομάζει έναν Ερρίκο (Heimirich) και μία Ινγελτρούδη (Engildrud) δίπλα - δίπλα.

Ο Ερρίκος είχε τρεις γιους, και πιθανότατα τουλάχιστον μία κόρη. Όλοι οι γιοι του απεβίωσαν κατά τη διάρκεια της λεγόμενης έριδας του Μπάμπενμπεργκ με τον αντίπαλο Οίκο των Κορραδίνων:

  • Αδαλβέρτος (π. 854 - 9 Σεπτεμβρίου 906), συνελήφθη και εκτελέστηκε.
  • Άνταλαρντ (απεβ. 903), συνελήφθη και εκτελέστηκε.
  • Ερρίκος Β ́ (απεβ. το 902), σκοτώθηκε στη μάχη

Ο Βυίντουιίντ του όρβεϋί αποκαλεί τον Αδαβέρτοτ στενρό συγγενή μέσω ήης αδελφής του" τύυ βασιλιά Ερρίκου Α΄́ του Ορνιθοθήρα της Γερμανίας, γεγονός που οδήγησε τον Έμιλ Κίμπεν να καταλήξει στο συμπέρασμα, ότι η μητέρα του Ερρίκου Α ́, Χάτουιχ (Χάντβιχ, Χάντεβιχ), ήταν αδελφή του Αδαλβέρτου και κόρη του δούκα Ερρίκου. Αυτή η πρόταση έχει γίνει ευρέως αποδεκτή, όχι μόνο επειδή εξηγεί την υιοθέτηση του ονόματος "Ερρίκος" από την οικογένεια του Ερρίκου Α ́, τους Λιουδολφίδες. Στην περίπτωση αυτή, είναι μέσω του δούκα Ερρίκου, που το όνομα εισήλθε τελικά στις Ανατολικές Φραγκικές (Γερμανικές) και Δυτικές Φραγικές (Γαλλικές) βασιλικές οικογένειες: των Οθωνιδών και των Καπετιδών. Η Χάτουιχ παντρεύτηκε τον Όθωνα δούκα της Σαξονίας. Ο γιος τους, Ερρίκος Α΄, είχε μία κόρη, τη Χέντβιχ, που πήρε το όνομα τής γιαγιάς της, η οποία παντρεύτηκε τον Ούγο τον Μεγάλο και έγινε μητέρα του Ερρίκου Α΄ δούκα της Βουργουνδίας, και προπάππου του βασιλιά Ερρίκου Α΄ της Γαλλίας.

Ο Οίκος του Μπάμπενμπεργκ, που κυβερνούσε τη μαρκιωνία της Αυστρίας από το 976 έως το 1246, θεωρείται γενικά ότι κατάγεται από τους Ποππονίδες, πιθανότατα μέσω μίας ανώνυμης κόρης του Ερρίκου. Τα ονόματα των παιδιών (Ερρίκος, Ερνέστος, Πόππο, Αδαλβέρτος και Λεοπόλδος) του πρώτου γνωστού των Μπάμπενμπεργκ, Λεοπόλδου Α΄ μαργράβου της Αυστρίας, υποδηλώνουν έντονα σύνδεση με τον Ερρίκο.

Ο Ερρίκος περιγράφεται από τον αββά Cernuus του Σαιν-Ζερμαίν στο Πόλεμοι της πόλης του Παρισιού (Bella Parisiacae urbis) ως Σάξονας. Είναι πιο πιθανό να ήταν Θουρίγγειος.

Η βασιλεία του Λουδοβίκου Γ΄ του Νεότερου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ερρίκος περιγράφεται στα Χρονικά της Φούλντα ως ο «αρχηγός του στρατού» (princeps militiae) του Λουδοβίκου Γ΄ του Νεότερου, όταν ο τελευταίος επαναστάτησε εναντίον τού πατέρα του, βασιλιά Λουδοβίκου Β΄ του Γερμανικού, το 866. Ο Λουδοβίκος Γ΄ ενώθηκε στην επανάστασή του με τον νεότερο αδελφό του, τον Κάρολο Γ΄ τον Παχύ. Οι αδελφοί μπορεί να αναστατώθηκαν από την παραχώρηση της Βαυαρίας στον μεγαλύτερο αδελφό τους, Καρλομάνο, ως υποβασίλειο το 864. Κατά τη διάρκεια της σύντομης εξέγερσης, ο Λουδοβίκος Γ΄ έστειλε τον Ερρίκο σε αποστολή στον Ραστισλάβο δούκα της Μοραβίας. Ωστόσο η εξέγερση σύντομα καταπνίγηκε, και ο Λουδοβίκος Γ΄ έλαβε τη Σαξονία ως υποβασίλειο, ενώ ο Κάρολος την Αλεμανία.

Το 871 ένας Σάξονας υποτελής του Ερρίκου τυφλώθηκε με εντολή του Λουδοβίκου Β΄ του Γερμανικού, κάτι που ώθησε τον Λουδοβίκο Γ΄ τον Νεότερο και τον Κάρολο Γ΄ να διακόψουν προσωρινά τις σχέσεις τους με τον πατέρα τους, σε ένδειξη αλληλεγγύης προς τον Ερρίκο. Δεν είναι γνωστό τίποτε για την αντίδραση του Ερρίκου σε αυτό το περιστατικό. Έχει υποστηριχθεί ότι ο Λουδοβίκος Β΄ ο Γερμανικός εκμεταλλεύτηκε την ανυπακοή των γιων του, για να απομακρύνει τον Ερρίκο από την εξουσία στη Σαξονία, και να τον αντικαταστήσει με τον Μπρούνο δούκα της Σαξονίας (αδελφό του προαναφερθέντος Όθωνα, ο οποίος πιθανότατα νυμφεύτηκε την κόρη του Ερρίκου).

Το 876 ο Λουδοβίκος Β΄ ο Γερμανικός απεβίωσε, και οι γιοι του έγιναν βασιλείς πλήρως στα αντίστοιχα υποβασίλειά τους. Ο Ερρίκος παρέμεινε στην υπηρεσία του Λουδοβίκου Γ΄ του Νεότερου. Το 880 στάλθηκε με τον Άνταλαρντ κόμη του Μετς για να πολεμήσουν τον Θεοβάλδο κόμη της Αρλ, τον αρχιστράτηγο του στρατού του Ούγου της Λοθαριγγίας, δεύτερου εξαδέλφου του Λουδοβίκου Γ΄, ο οποίος είχε αποκλειστεί από τη διαδοχή. Σύμφωνα με τα Χρονικά της Φούλντα, ο Ερρίκος κέρδισε μία «αιματηρή νίκη». Ο νικηφόρος στρατός στη συνέχεια ενώθηκε με τις υπόλοιπες δυνάμεις του Λουδοβίκου Γ΄ του Νεότερου και βάδισε προς το Μακόν, το οποίο κατέλαβαν από τον ηγέτη των επαναστατών Μπόζο, ο οποίος είχε αυτοανακηρυχθεί βασιλιάς στη Βουργουνδία και την Προβηγκία σε αντίθεση με τους Καρολίγειους.

Βασιλεία του Καρόλου Γ΄ του Παχύ

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Λουδοβίκος Γ΄ ο Νεότερος απεβίωσε τον Ιανουάριο του 882 και τον διαδέχθηκε ο Κάρολος Γ΄ ο Παχύς, ο οποίος έτσι επανένωσε το βασίλειο της Ανατολικής Φραγκίας του Λουδοβίκου Β΄ του Γερμανικού. Υπό τον Κάρολο Γ΄, η σταδιοδρομία τού Ερρίκου περιλαμβάνει μία διαδοχή μαχών με Βίκινγκ επιδρομείς. Ο Κάρολος Γ΄ σχεδόν αμέσως έστειλε τον Ερρίκο με στρατό να πολιορκήσει το Άσελτ, όπου είχε στρατοπεδεύσει ένας στρατός των Βίκινγκ. Σύμφωνα με τα Χρονικά της Φούλντα, ο Ερρίκος και ο ανιψιός του Καρόλου Γ΄, Αρνούλφος, ηγήθηκαν της εμπροσθοφυλακής, με τον Ερρίκο επικεφαλής του φραγκικού αποσπάσματος και τον Αρνούλφο επικεφαλής των βαυαρικών στρατευμάτων. Ο Κάρολος Γ΄ έφτασε με την κύρια δύναμη τον Μάιο του 882.

Έχοντας λάβει όρκους από τους ηγέτες των Βίκινγκ, η πολιορκία του Άσελτ θεωρήθηκε επιτυχημένη, και ο φραγκικός στρατός υποχώρησε. Μετά την χριστουγεννιάτικη Αυλή του το 882, ο βασιλιάς έστειλε τον Ερρίκο εναντίον κάποιων Βίκινγκ, που είχαν λεηλατήσει το Ντέβεντερ. Σύμφωνα με τα Χρονικά της Φούλντα, ο Ερρίκος «τακτοποίησε τα ζητήματα όσο καλύτερα μπορούσε, και επέστρεψε». Στα τέλη του 883 ο Ερρίκος βάδισε ξανά εναντίον των Βίκινγκ, προκαλώντας τους σοβαρές απώλειες. Σύμφωνα με τα Χρονικά της Φούλντα, «λέγεται ότι ούτε ένας δεν διέφυγε». Ωστόσο ο Ερρίκος τραυματίστηκε στις μάχες.

Το 884 ο Ερρίκος κέρδισε δύο ακόμη νίκες επί των Βίκινγκ, σφαγιάζοντάς τους «όπου πήγαιναν για να λεηλατήσουν», σύμφωνα με τον χρονικογράφο της Φούλντα. Μερικοί Βίκινγκ που είχαν κατακλύσει τη Δυτική Φραγκία πέρασαν τον χειμώνα στο Εσμπαγιέ το 884-85. Στις αρχές του 885 ο Ερρίκος και ο Λιούτμπερτ αρχιεπίσκοπος του Μάιντς αιφνιδίασαν τους Βίκινγκ στο στρατόπεδό τους. Οι επιζώντες τράπηκαν σε φυγή τη νύχτα, αφήνοντας πίσω τα λάφυρά τους. Ο Ερρίκος και ο Λιούτμπερτ εμφανίζονται ως οι πιο εξέχοντες άνδρες (μετά τους Καρολίγειους βασιλείς) στο τελευταίο μέρος της αναθεώρησης του Μάιντς των Χρονικών της Φούλντα. Αυτό πιθανότατα οφείλεται στο γεγονός ότι ο συγγραφέας του ήταν οπαδός του Λουδοβίκου Γ΄ του Νεότερου, καθώς ο Ερρίκος και ο Λιούτμπερτ ήταν οι κύριοι σύμβουλοι τού Λουδοβίκου Γ΄.

Το 885 ο Γκόντφρηντ, ένας από τους ηγέτες των Βίκινγκ στο Άσελτ -ο οποίος είχε ορκιστεί στον Κάρολο Γ΄, βαπτιστεί και λάβει τον θρόνο της Φρισίας- κατηγορήθηκε ότι συνωμότησε με τον εξάδελφο του βασιλιά, Ούγο, για την κατάληψη της Λοθαριγγίας. Ο Ερρίκος τον ξεγέλασε: τον κάλεσε σε μία συνάντηση, και τον σκότωσε μαζί με τους οπαδούς του. Σύμφωνα με τα Χρονικά του Σαιν-Βάαστ, ένας από τους οπαδούς του Γκόντφρηντ, ο Γκέρολφ, αυτομόλησε και σχεδίασε την πτώση του Γκόντφρηντ μαζί με τον Ερρίκο. Ο Ερρίκος συνέλαβε στη συνέχεια τον Ούγο στο Γκόντρεβιλ και τον παρέδωσε στον βασιλιά των Φράγκων, ο οποίος τον τύφλωσε και τον φυλάκισε στο μοναστήρι του Αγίου Γάλλου.

Το 885 μία μεγάλη δύναμη των Βίκινγκ πολιόρκησε το Παρίσι. Η άμυνα της πόλης περιήλθε στον επίσκοπο Ζοσελέν και στον κόμη Εύδη Α΄. Σύμφωνα με τα Χρονικά του Σαιν-Βάαστ,όταν οι Βίκινγκς κατέστρεψαν έναν από τους πύργους του Παρισιού, ο Ζοσελέν έστειλε τον Έρκενγκερ κόμη του Μελούν στην Ανατολική Φραγκία με συγκεκριμένες οδηγίες, για να ζητήσει από τον Ερρίκο να έρθει με στρατό.

Ως αποτέλεσμα, το 886 ο Ερρίκος ηγήθηκε του πρώτου στρατού για την ανακούφιση της πολιορκίας. Βρισκόταν στο πεδίο της μάχης από τις 9 Φεβρουαρίου έως την 1η Μαΐου, αλλά οι μόνες ενέργειές του ήταν αψιμαχίες με Βίκινγκ, οι οποίοι περιστασιακά απομακρύνονταν πολύ από τις οχυρώσεις τους. Μέχρι τον Ιούλιο, ο ίδιος ο Κάρολος Γ΄ ηγούνταν ενός τεράστιου στρατού προς το Παρίσι. Ο Ερρίκος στάλθηκε και πάλι με εμπροσθοφυλακή, ενώ ο βασιλιάς βρισκόταν ακόμη στο Μετς. Κατά τη διάρκεια αυτής της εκστρατείας, το άλογο του Ερρίκου έπεσε σε παγίδα κοντά στο Κιερζί, αυτός αποκόπηκε από τους άνδρες του, και σκοτώθηκε στις 28 Αυγούστου. Η ίδια βασική αφήγηση για το τέλος του Ερρίκου βρίσκεται στα Χρονικά του Σαιν-Βάαστ, στο χρονικό του Ρεγγίνου του Πρυμ και στα Χρονικά της Φούλντα.

Το τέλος, η ταφή και το επίγραμμα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι θάνατοι του Ούγου και του Ερρίκου τον Αύγουστο τοποθέτησαν τον κόμη Εύδη Α΄ σε εξέχουσα θέση στη Δυτική Φραγκία. Ενώ οι συγγραφείς που έψαχναν πίσω στο παρελθόν έτειναν να τον βλέπουν ως άμεσο διάδοχο τού αδελφού του Ροβέρτου του Ισχυρού, στην πραγματικότητα δεν το έπραξε. Αντίθετα, οι ξαφνικοί θάνατοι του Ούγου και του Ερρίκου, ακολουθούμενοι από αυτόν του βασιλιά Καρόλου Γ΄ λιγότερο από δύο χρόνια αργότερα, άφησαν ένα κενό στη Δύση, το οποίο ο Εύδης Α΄ μπόρεσε να εκμεταλλευτεί, για να εκλεγεί βασιλιάς το 888.

Τα Χρονικά της Φούλντα φαίνεται να αποδίδουν την ευθύνη για το τέλος του Ερρίκου, όταν αναφέρουν ότι «ήταν εγκαταλελειμμένος από τους άνδρες του». Ο Ρεγκίνος καταγράφει ότι ο Ερρίκος θάφτηκε στο Αββαείο του Σαιν-Μεντάρ ντε Σουασόν. Ένα οκτάστιχο επιτάφιο επίγραμμα για τον Ερρίκο προστέθηκε από ένα χέρι του 11ου αι. σε ένα αντίγραφο του χρονικού του Ρεγκίνου. Μία σημείωση στο περιθώριο [β] δίπλα στην αφήγηση του Ρεγκίνου για το τέλος του Ερρίκου κατευθύνει τον αναγνώστη στο επίγραμμα, το οποίο εμφανίζεται στο τέλος του χειρογράφου. [γ]

Μέχρι το 871, σύμφωνα με τα Χρονικά της Φούλντα, ο Ερρίκος ήταν κόμης (λατιν.: comes), έναν τίτλος που προτιμά ο χρονικογράφος γι' αυτόν μέχρι το τέλος τής ζωής του, ακόμη και αφού είχε αποκτήσει υψηλότερο αξίωμα. Αντιθέτως, ο Ρεγκίνος του Πρυμ συνήθως αποκαλεί τον Ερρίκο δούκα (dux), έναν τίτλο που υποδηλώνει στρατιωτική διοίκηση και τον έλεγχο εδαφών πολύ μεγαλύτερων από μία κομητεία. Κάτω από το έτος 885, τα Χρονικά του Σαιν-Βάαστ αποκαλούν τον Ερρίκο δούκα της Αυστρασίας (dux Austrasiorum).

Τα Χρονικά της Φούλντα περιγράφουν τον Ερρίκο το 886 ως «τον μαργράβο των Φράγκων, που κρατούσαν τη Νευστρία εκείνη την εποχή» (marchensis Francorum, qui in id tempus Niustriam tenuit). Αυτό έχει ερμηνευτεί ως «γενικευμένη στρατιωτική ευθύνη που περιελάμβανε τη Νευστρία». Ο Καρλ Φέρντιναντ Βέρνερ προχωρά παραπέρα, λέγοντας ότι «σε όλα τα φραγκικά βασίλεια που ονομάζονται ορθά ως βασίλεια», δηλαδή στην Αυστρασία, τη Νευστρία και τη Φραγκονία, [δ] «ο ΚάρολοςΓ΄ έδωσε όλες τις εξουσίες στον αρχιστράτηγό του Ερρίκο».

Από την άλλη πλευρά, ο Ντόναλντ Τζάκμαν θεωρεί την στα τελευταία έτη διοίκηση του Ερρίκου περιορισμένη στην κυρίως Νευστρία, όπου διαδέχθηκε τον Ούγο τον αββά μετά το τέλος του τελευταίου στις 12 Μαΐου 886. Σύμφωνα με την επιτύμβια επιγραφή του Ερρίκου, ήταν «τρίαρχος» (triarchos): των Σαξόνων, των Φράγκων και των Φρισίων, πράγμα που μπορεί να σημαίνει ότι τους κυβέρνησε ταυτόχρονα ή διαδοχικά. Η κυριαρχία στη Φρισία μπορεί στην πραγματικότητα να υποδήλωνε μία πορεία στη δυτική Σαξονία, που συνορεύει με τη Φρισία. Ο Τζάκμαν τάσσεται υπέρ τριών διαδοχικών εντολών μαρκιωνιών για τον δούκα Ερρίκο, ενώ ο Ματθίας Μπέσερ υποστηρίζει ότι η λέξη τρίαρχος είναι παραφθορά του trimarchio (τρεις φορές μάργραβος) υπό την επιρροή του demarchus (δήμαρχος, ηγέτης του λαού) και υποδεικνύει ότι ο Ερρίκος απέκτησε πολλαπλές εντολές ταυτόχρονα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Ερρίκος, κατά τη βασιλεία του Καρόλου Γ΄ του Παχύ ήταν δεύτερος σε ισχύ μετά τον βασιλιά.

  1. German Heinrich; in the Latin of the Annals of Fulda his name is spelled Heimrih, Heimrich, Heimricus or Heimrichus, in the Annals of Saint Vaast, it is Heinricus.
  2. cuius epitaphium in fine huius libri invenies ad hoc signum ⳩: "whose epitaph you will find at the end of the book beside this sign ".
  3. Heinrici magni Francorum germinis alti
    hic recubat corpus: sit sibi vera salus.
    Saxonibus, Francis, Fresonibus ille triarchos
    prefuit, hinc trino stemmate fretus ovet.
    Consiliis cuius res publica crevit et armis
    pendula forte prius: idque repende, Deus.
    Hostes si minuit, si se tulit obice nostros:
    insigni palma hoc, pie Christe, nota.
    Tu reddis longum pro te morientibus aevum:
    huic pro te strato, rex, bona redde polo.
    Martyrii testis sonipes perfossus et arma.
    vir quoque traiectus: esto corona Deus.
    Ecce hoc iusticium prelambens signa leonis
    te tetigit virgo: laus in utroque Deo.
    Dic aliquid, lector, copulans suspiria votis,
    plange viri casum, quin magis immo virum.[9]
  4. The ethnically Frankish lands east of the Rhine.
  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 (Αγγλική, Γερμανικά) WikiTree. Babenberg-1. Ανακτήθηκε στις 11  Ιουλίου 2019.
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. 13387611X. Ανακτήθηκε στις 11  Ιουλίου 2019.
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 3,4 (Αγγλική) CERL Thesaurus. Συνομοσπονδία Ευρωπαϊκών Ερευνητικών Βιβλιοθηκών. cnp01132282. Ανακτήθηκε στις 11  Ιουλίου 2019.
  4. Darryl Roger Lundy: (Αγγλική) The Peerage. p67222.htm#i672211. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  5. (πολλαπλές γλώσσες) Virtual International Authority File. OCLC. Dublin. 43039737. Ανακτήθηκε στις 11  Ιουλίου 2019.
  6. p67222.htm#i672211. Ανακτήθηκε στις 7  Αυγούστου 2020.
  7. 7,0 7,1 Ανακτήθηκε στις 11  Ιουλίου 2019.
  8. Jackman, Ius Hereditarium, pp. 20–21.
  9. Friedrich Kurze (ed.), Reginonis abbatis Prumiensis Chronicon cum continuatione Treverensi, Monumenta Germaniae Historica, Scriptores rerum Germanicarum in usum scholarum separatim editi (Hanover, 1890), p. 126.

Περαιτέρω ανάγνωση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • Guillotel, Hubert (2000). «Une autre marche de Neustrie». Στο: Settipani, Christian, επιμ. Onomastique et Parenté dans l'Occident médiéval. Oxford: Unit for Prosopographical Research, Linacre College. ISBN 1-900934-01-9. 
  • Keats-Rohan, Katharine S. B. (2000). «Poppa de Bayeux et sa famille». Στο: Settipani, Christian, επιμ. Onomastique et Parenté dans l'Occident médiéval. Oxford: Unit for Prosopographical Research, Linacre College. ISBN 1-900934-01-9.