Επώνυμο αγγείο
Στην κλασική αρχαιολογία, ένα επώνυμο αγγείο είναι ένα συγκεκριμένο αγγείο[1] του οποίου το όνομα του ζωγράφου είναι άγνωστο αλλά το στυλ του εργαστηρίου του έχει αναγνωριστεί. Ο ζωγράφος ονομάζεται συμβατικά από το επιλεγμένο «επώνυμο αγγείο» που ενσωματώνει το χαρακτηριστικό του στυλ του, ή από ένα από τα διακριτικά ζωγραφισμένα θέματα του, ή από άλλα χαρακτηριστικά.
Η απόδοση τέτοιων ονομάτων είναι απαραίτητη διότι η πλειονότητα των αρχαίων Ελλήνων και Νοτιοϊταλών αγγειογράφων δεν υπέγραφαν τα έργα τους. Για τη συζήτηση και την ανάλυση του έργου και της σταδιοδρομίας των μεμονωμένων καλλιτεχνών, χρειάζονταν συμβατικά ονόματα για να τους προσδιορίσουν. Το όνομα μπορεί να αναφέρεται στο μοτίβο του αγγείου (ο Ζωγράφος του Μελέαγρου), στον πρώην ιδιοκτήτη (ο Ζωγράφος του Σουβάλοφ), στην τρέχουσα τοποθεσία (ο Ζωγράφος της Βαλτιμόρης), στον τόπο εύρεσης (ο Δάσκαλος του Διπύλου), στην επιγραφή, στον συνήθη αγγειοπλάστη (ο Ζωγράφος του Κλεοφράδη), στο σχήμα, και ούτω καθεξής. Για τα αθηναϊκά αγγεία, η πλειονότητα τέτοιων ονομάτων εισήχθη από τον John D. Beazley, τον πρώτο μελετητή που τα μελέτησε συστηματικά. Για τα νοτιοϊταλικά αγγεία, ο Arthur Dale Trendall έπαιξε παρόμοιο ρόλο.
Σημαντικοί ζωγράφοι που έλαβαν ένα συμβατικό όνομα βασισμένο σε επώνυμο αγγείο περιλαμβάνουν, για παράδειγμα, τον Ζωγράφο του Βερολίνου Α 34, τον Ζωγράφο του Νέσσου, τον Ζωγράφο του Ανδοκίδη, τον Ζωγράφο του Αντιμένη, τον Ζωγράφο του Αντιφώντα, τον Ζωγράφο του Βερολίνου, τον Ζωγράφο του Bryn Mawr και τον Ζωγράφο του Πιστοξένου.
Σημειώσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Στη μελέτη της αρχαίας ελληνικής κεραμικής ένα «αγγείο» είναι ένας γενικός όρος που καλύπτει όλα τα σχήματα κεραμικής.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Name vase στο Wikimedia Commons