Επισκοπή Μυλοποτάμου
Συντεταγμένες: 35°20′33.25″N 24°46′4.15″E / 35.3425694°N 24.7678194°E
Επισκοπή Μυλοποτάμου | |
---|---|
Ο καθεδρικός του αγίου Ιωάννου | |
Διοίκηση | |
Χώρα | Ελλάδα |
Περιφέρεια | Κρήτης |
Δήμος | Μυλοποτάμου |
Γεωγραφία και στατιστική | |
Νομός | Ρεθύμνου |
Υψόμετρο | 270 |
Πληθυσμός | 110 (2011) |
Η Επισκοπή είναι χωριό και έδρα ομώνυμης Κοινότητος του Δήμου Μυλοποτάμου στην Περιφερειακή Ενότητα Ρεθύμης της Κρήτης. Βρίσκεται σε υψόμετρο 270 μέτρων, σε απόσταση 35 χιλιομέτρων από το Ρέθυμνο.[1]
Κοινότητα Επισκοπής Μυλοποτάμου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Εκτός από την έδρα της, η Κοινότητα Επισκοπής περιλαμβάνει και τους οικισμούς Δαφνέδες και Κεφάλι. Η απογραφή του 2011 αναφέρει:
Συνολικά η κοινότητα έχει 306 κατοίκους.
Η Κοινότητα εκπροσωπείται από πενταμελές Συμβούλιο με επικεφαλής τον Πρόεδρο κ. Ιωάννη Καπνάκη.
Κοινοτάρχες Επισκοπής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Οι κάτωθι εκλέχθηκαν και υπηρέτησαν (ή υπηρετούν) ως Πρόεδροι της Κοινότητος Επισκοπής
περίοδος | όνομα |
---|---|
1978–1982 | Βασσάλος Γεώργιος |
1982–1994 | Φακιδάρης Κωνσταντίνος |
1990–1994 | Πολίτης Γεώργιος |
1994–1998 | Αντωνακάκης Στυλιανός |
2010–2014 | Αναστασάκης Ιωάννης |
2014–2019 | Παπαδάκης Νικόλαος |
2019– | Καπνάκης Ιωάννης |
Ιστορικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η Επισκοπή ήταν έδρα επισκοπής Αυλοποτάμου, η οποία διαδέχτηκε την επισκοπή Ελεύθερνας, και τελικά ενσωματώθηκε την εποχή της Ενετοκρατίας στην επισκοπή Ρεθύμνης. Στην επαρχία Μυλοποτάμου υπήρχε μία ακόμη επισκοπή, η επισκοπή Αγρίου ή Αρίου, με έδρα τη Βιράν Επισκοπή. Ο καθεδρικός ναός, γνωστός και ως Φραγκοκλησά, χτίστηκε στα ερείπια άλλου ναού. Ο ναός ανακαινίστηκε το 1568 από τον λατίνο επίσκοπο Ιάκωβο Σορέτο, όπως υποδηλώνει το στέμμα του με το έτος στην πόρτα.[1]
Το χωριό αναφέρεται από τον Φραντσέσκο Μπαρότσι το 1577 ως Vesc(ova)to di Milopotamo στην επαρχία Μυλοποτάμου. Στην ενετική απογραφή του 1583 από Καστροφύλακα αναφέρεται ως Vescovado di Milopotamo με 205 κατοίκους. Ο Βασιλικάτα το αναφέρει το 1630 ως Piscopi di Milopotamo και στην τουρκική απογραφή του 1671 ως Piskopi με 30 χαράτσια. Στο χωριό κατοίκουσαν οι Τούρκοι γαιοκτήμονες Κερίμιδες και σώζεται ο πύργος τους.[1]. Η οικογένεια αυτή ήταν κρυπτοχριστιανοί και μετά την Επανάσταση του 1866 επέστρεψαν στην ορθόδοξη θρησκεία.
Απογραφές πληθυσμού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το 1881 αναφέρεται ως Πισκοπή και είχε 95 κατοίκους (81 Χριστιανούς και 14 Τούρκους) και ανήκε στο δήμο Αυδανιτών.[1] Αναλυτικά η δημογραφική πορεία του χωριού σύμφωνα με τις απογραφές:
Απογραφή | 1900 | 1920 | 1928 | 1940 | 1951 | 1961 | 1971 | 1981 | 1991 | 2001 | 2011 |
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Πληθυσμός[1] | 121 | 136 | 136 | 145 | 115 | 105 | 89 | 78 | 121 | 110 |
Αξιοθέατα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ολόκληρος ο οικισμός της Επισκοπής έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο μνημείο, καθώς ως οικισμός σώζεται σχεδόν αναλλοίωτος και διατηρεί εκκλησιαστικά μνημεία βυζαντινών χρόνων, καθώς και σημαντικά κτίσματα της περιόδου της Ενετοκρατίας στην Κρήτη. Χαρακτηριστικό του οικισμού αποτελούν οι δύο μικροί στενοί δρόμοι, στο βόρειο και νότιο τμήμα του, που περιβάλλονται σε όλο το μήκος τους από κτήρια.[2]
Στο κέντρο του οικισμού βρίσκεται η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, ο οποίος χρονολογείται από την βενετική περίοδο, και ο Ναός του Αγίου Ιωάννη.[2] Ο Ναός του Αγίου Ιωάννη, κτισμένος στα ερείπια παλαιοχριστιανικής βασιλικής του 5ου αιώνα, ανήκει στο τύπο του εγγεγραμμένου σταυροειδούς με τρούλο και χρονολογείται στα τέλη του 13ου αρχές 14ου αιώνα. Ήταν ο καθεδρικός ναός της Επισκοπής Αυλοποτάμου στην περίοδο της Ενετοκρατίας.[3]
Σημαντικά κτίσματα στον οικισμό Επισκοπής είναι το συγκρότημα ιδιοκτησίας Ιωάννη Κυρίμη (παλιό Επισκοπικό Μέγαρο) και το συγκρότημα ιδιοκτησίας Κυριμάκη Μιχαήλ, κηρυγμένα ως ιστορικά διατηρητέα μνημεία.[2] Το επισκοπικό μέγαρο, κατοικία του Λατίνου Επισκόπου Αυλοποτάμου, αποτελείται από συγκρότημα διωρόφων κτισμάτων που στο σύνολό τους ανήκουν στην περίοδο της Ενετοκρατίας. Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας δέχθηκε επεμβάσεις κυρίως στην εσωτερική του διαρρύθμιση. Εκτός από τους κυρίως χώρους κατοικίας, περιλαμβάνει αποθηκευτικούς χώρους και χώρους παραγωγής λαδιού, κρασιού και ρακής.[4] Το συγκρότημα ιδιοκτησίας Κυριμάκη έχει εμβαδόν 720 τ.μ. και κατασκευάστηκε αρχικά κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας, αλλά το μεγαλύτερο μέρος των κτισμάτων που κατασκευάστηκε στην πρώιμη και την ύστερη Τουρκοκρατία.[5]
Αλλά κτίρια τα οποία έχουν χαρακτηριστεί διατηρητέα μνημεία είναι η βενετσιάνικη κρήνη[6] και ο νερόμυλος στα όρια της Επισκοπής και πλησίον κρήνης οθωμανικής περιόδου, τα νερά της οποίας διοχετεύονταν μέσω αγωγού και έθεταν σε κίνηση τον εν λόγω μύλο. Ο μύλος ανήκει στο μονόχωρο τύπο, όπου το εργαστήριο λειτουργεί και ως χώρος κατοικίας του μυλωνά.[7]
Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- ↑ 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 Σπανάκης, Στέργιος (1993). Πόλεις και χωριά της Κρήτης στο πέρασμα των αιώνων, τόμος Α. Ηράκλειο: Γραφικές Τέχνες Γ. Δετοράκης. σελ. 273.
- ↑ 2,0 2,1 2,2 «ΦΕΚ 757/Β/15-6-2001». Υπουργείο Πολιτισμού. Ανακτήθηκε στις 21 Ιουνίου 2017.
- ↑ «ΦΕΚ 1230/Β/3-12-1998». Υπουργείο Πολιτισμού. Ανακτήθηκε στις 21 Ιουνίου 2017.
- ↑ «ΦΕΚ 1247/Β/11-12-1998». Υπουργείο Πολιτισμού. Ανακτήθηκε στις 21 Ιουνίου 2017.
- ↑ «ΦΕΚ 1247/Β/11-12-1998». Υπουργείο Πολιτισμού. Ανακτήθηκε στις 21 Ιουνίου 2017.
- ↑ «ΦΕΚ 716/Β/27-11-1985». Υπουργείο Πολιτισμού. Ανακτήθηκε στις 21 Ιουνίου 2017.
- ↑ «ΦΕΚ 474/Β/17-4-2002». Υπουργείο Πολιτισμού. Ανακτήθηκε στις 21 Ιουνίου 2017.