Επαμεινώνδας Ρεμουντάκης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Επαμεινώνδας Ρεμουντάκης
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση4 Αυγούστου 1914
Αγία Τριάδα Λασιθίου
Θάνατος24 Ιανουαρίου 1978 (63 ετών)
Αγία Βαρβάρα Αττικής
Αιτία θανάτουλέπρα
Συνθήκες θανάτουφυσικά αίτια
ΚατοικίαΣπιναλόγκα (1936–1957)
Αγία Βαρβάρα Αττικής (1957–1978)
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
Εκπαίδευση και γλώσσες
Μητρική γλώσσαΕλληνικά
Ομιλούμενες γλώσσεςΕλληνικά
ΣπουδέςΝομική Σχολή ΕΚΠΑ
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταακτιβιστής

Ο Επαμεινώνδας Ρεμουντάκης ή Ρεμουνδάκης (4 Αυγούστου 1914, Αγία Τριάδα Λασιθίου - 24 Ιανουαρίου 1978, Αγία Βαρβάρα Αττικής), υπήρξε μια μεγάλη φυσιογνωμία που σφράγισε με τη ζωή και την πολυκύμαντη δράση του, το χανσενικό κίνημα στην Ελλάδα. Όντας τριτοετής φοιτητής της Νομικής Αθηνών, στα 21 του χρόνια υποχρεώθηκε με εγκλεισμό για 20 χρόνια στη Σπιναλόγκα, όπου ίδρυσε την «Αδελφότητα Ασθενών Σπιναλόγκας». Τα χρόνια που ακολούθησαν, αγωνίστηκε για την καλυτέρευση των συνθηκών διαβίωσης των ασθενών, και μετέπειτα, με το κλείσιμο της Σπιναλόγκας το 1957, νοσηλεύτηκε και παρέμεινε για άλλα 22 χρόνια στο Λεπροκομείο-Σανατόριο της Αγ. Βαρβάρας στο Αιγάλεω.[1]

Βίος και έργο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε στην Αγία Τριάδα Σητείας. Ήταν το έκτο παιδί της οικογένειας Ρεμουντάκη και το πέμπτο αγόρι. Αυτό το αγόρι ήταν ένα ανήσυχο πνέυμα. Έξυπνος, λαμπρός και με πολλά όνειρα ο μικρός, τότε, Επαμεινώνδας είχε ήδη διαλέξει το μονοπάτι που θα ακολουθούσε. Ήθελε να βαδίσει στα βήματα του μεγαλύτερου του αδερφού, Εμμανουήλ, ο οποίος ήταν δικηγόρος. Ο ίδιος αναφέρει στην αυτοβιογραφία του πως στην εποχή των μεγάλων ονείρων του ανθρώπου, για εκείνον είχαν κοπεί τα φτερά. Το πρώτο και δύσκολο χτύπημα από τη ζωή ήταν το 1921, όταν έχασαν και τα 7 παιδιά τη μητέρα τους. Το δεύτερο ήταν πέντε χρόνια αργότερα όταν ήταν 12 ετών και πληροφορήθηκε η οικογένεια του ότι το νεαρό αγόρι πάσχει από την ασθένεια του Χάνσεν. Μεταφέρθηκε στην Αθήνα, όπου ήταν ήδη η μεγαλύτερη αδερφή του, Μαρία, χτυπημένη από την ίδια ασθένεια και ο αδερφός του, Γεώργιος, ιατρός στο επάγγελμα. Εκεί θα δοκιμάσει μαζί με την αδερφή του μια νέα θεραπεία στο Ινστιτούτο Παστέρ, η οποία είχε πάρα πολύ καλά αποτελέσματα. Το μοναδικό σημάδι που είχε ο μικρός Επαμεινώνδας στο μπράτσο του, εξαφανίστηκε. Συνέχισε να πηγαίνει στο σχολείο και ήταν πάντοτε ένας άριστος μαθητής. Φυσικά οι δυσκολίες της ζωής του, ένας απέραντος ωκεανός ο γολγοθάς που περνούσε, δεν τελείωναν ποτέ. Το 1930 χάνει τον αδερφό του Γεώργιο. Ένα ακόμη χτύπημα, που του είχε χτυπήσει για ακόμη μια φορά πολύ δυνατά την πόρτα, ήταν ένας ακόμη τρόπος να αποδείξει πως το κουράγιο και η θέληση του ήταν μεγάλη. Συνέχισε, για ακόμη μια φορά. Προόδευε στο σχολείο, κυνηγώντας εκείνο το μονοπάτι των ονείρων του, έχοντας πάντα τον φόβο μην τους βρει η αστυνομία, η οποία κυνηγούσε τους λεπρούς. Τελικά τα καταφέρνει και περνά με Άριστα στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Εκεί φοίτησε μέχρι και το τρίτο έτος. Στις 18 του Οκτώβρη του 1935 πιάστηκε από την αστυνομία και εγκλείστηκε στο λεπροκομείο της Αγ. Βαρβάρας. Λίγου μήνες μετά αποφασίζει οικειοθελώς να πάει στην Σπιναλόγκα, αφού η αδερφή του βρισκόταν ήδη εκεί. Στις 11 Μαρτίου του 1936 έφτασε στο Νησί, όπου οι συνθήκες ζωής των χανσενικών στη Σπιναλόγκα, ιδίως τα πρώτα χρόνια ήταν πολύ δύσκολες. Αναφορές μάλιστα λεπρών μιλάνε για εξαθλίωση.

Με την άφιξη του στο Νησί και όπως φάνηκε αργότερα, ήταν ο από μηχανής θεός που όλοι περίμεναν, για να διεκδικήσουν οι άρρωστοι ανθρώπινες συνθήκες ζωής. Δεν δίστασε να ορθώσει το ανάστημά του και να κοιτάξει στα μάτια τον τότε Υπουργό Υγείας Πολυζωγόπουλο λέγοντάς του: "Κύριε υπουργέ, εγώ για σένα και για τα παιδιά σου, για να μην τα κολλήσω, για να μην τα μολύνω, ήρθα εδώ και πεθαίνω ζωντανός. Έχεις κι εσύ υποχρέωση να με κοιτάξεις''.[2]

Συγκλονιστικές υπήρξαν οι δηλώσεις του καυτηριάζοντας την υποκρισία και την αδιαφορία της πολιτείας για τη ζωή των ασθενών, όταν κατά καιρούς επισκέπτονταν το νησί δημοσιογράφοι και πολιτικοί φορείς και περιγράφοντας με τον πλέον ανάγλυφο τρόπο το δράμα και την εξαθλίωση της ζωής των ασθενών, αλλά και την αξιοπρέπεια με την οποία αντιμετώπιζαν την αρρώστια τους  :

«Ο θάνατος. Μέσα στη Σπιναλόγκα. Όλα προχωρούσανε προς το θάνατο. Γιατί το πνεύμα της δημιουργίας δεν υπήρχε. Μπαίναμε στη Σπιναλόγκα με σκοπό να πεθάνουμε εκεί. Χωρίς καμιά ελπίδα. Γι` αυτό σιγά σιγά συνηθίζαμε αλλιώτικα από τους άλλους ανθρώπους που αποβλέπανε για τα παιδιά τους. Για την απόκτηση περιουσίας. Εμείς ζητάγαμε να ετοιμαζόμεθα περισσότερο για το θάνατο. Γι` αυτό είχε παγώσει η ψυχή μας. Κι όπως στη γλώσσα μας εκεί μέσα, λέγαμε: " Πέθανε ο τάδε. Ξεκουράστηκε , λέγαμε" ». Έχασε πολλούς ανθρώπους από την τρικυμιώδη ζωή του. Μάλλον ήταν αυτοί οι λόγοι που χειροτέρευαν την κατάσταση του και δυστυχώς το 1947 τυφλώνεται εξαιτίας της ασθένειας. Παρ'όλα αυτά δεν το βάζει κάτω και μάχεται σαν πολεμιστής. Μια μίξη του Οδυσσέα και του Αχιλλέα. Η ασθένεια και τα κινήματα του για ανθρώπινα δικαιώματα προς τους λεπρούς η δική του, προσωπική Οδύσσεια και το μυαλό μαζί με την ψυχή του το ξίφος ενός τρανού και αξέχαστου πολεμιστή, όπως ο Αχιλλέας.

«Σεις θα μαζέψετε σε λίγο τις μηχανές σας και θα φύγετε. Εμείς όμως εδώ θα μείνουμε. Ίσως μέσα σας να γεννιούνται συναισθήματα της λύπης. Μας λυπάστε για την αρρώστια. Όμως νομίζω ότι εμείς πρέπει να λυπούμεθα για σας. Γιατί εάν, μια μάντρα, ένα τείχος μας χωρίζει από τη ζούγκλα της ζωής, όμως βρήκαμε το στόχο  και το σκοπό της ζωής μέσα εδώ στο καμίνι της αρρώστιας και της απομόνωσης.

Τι θέλετε; Εγώ προσωπικά δεν θέλω τίποτε. Μόνο να φύγουμε ζωντανοί και πεθαμένοι από δω. Σταματήστε. Τώρα που είναι ακόμη καιρός. Γιατί αύριο θα είναι αργά. Ξεσηκωθείτε όλοι κι ο καθένας χωριστά να παίξει το ρόλο του σε αυτό το σκληρό παιχνίδι που λέγεται ζωή. Που είναι χωρίς έλεος σήμερα. Σταματήστε τώρα που είναι καιρός. Σταματήστε».[3]

Υπήρξε πρωτεργάτης όλων των προσπαθειών για καλύτερη ποιότητα διαβίωσης :

Μετά από πολλά χρόνια, τα σπίτια στην Σπιναλόγκα ασβεστώθηκαν, άνοιξε ο περιμετρικός δρόμος, συγκροτήθηκε υπηρεσία καθαριότητας των εξωτερικών χώρων, δημιουργήθηκε θέατρο, κινηματογράφος, και από τα μεγάφωνα του δρόμου ακουγόταν συνεχώς κλασική μουσική. Λίγο αργότερα έφτασε και μια ηλεκτροπαραγωγός μηχανή που έδινε ρεύμα για να φωτίζονται οι δρόμοι τη νύχτα.[4]

Κάποιοι άνθρωποι ερωτεύτηκαν και παντρεύτηκαν στη Σπιναλόγκα. Δημιούργησαν παιδιά που μεγάλωσαν μαζί τους χωρίς να προσβληθούν ποτέ από την αρρώστια.

Μεταξύ τους αναπτύχθηκε η αλληλεγγύη και η ενότητα, φρόντιζαν ο ένας τον άλλον, ασκούσαν σώμα και μυαλό για να αποκτήσει η ζωή τους ενδιαφέρον και ποιότητα, έδωσαν ζωή σε δικό τους καφενείο και κουρείο, ασκούσαν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα στον Άγιο Παντελεήμονα, τη δική τους εκκλησία, όπου λειτουργούσε ένας γενναίος ιερέας, ο π. Χρύσανθος Κατσουλογιαννάκης, που δέχτηκε εθελοντικά να μοιραστεί τη ζωή του με αυτή των εξόριστων λεπρών, χωρίς ο ίδιος να είναι άρρωστος.[5]

Η «Αδελφότητα Ασθενών Σπιναλόγκας» που ίδρυσε ο Ρεμουντάκης, έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης. Η ζωή στο νησί των λεπρών άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά και να τους θυμίζει την πρότερη ζωή τους πριν τη μεταφορά τους στη Σπιναλόγκα.[6]

Από το 1948 και μετά ο αριθμός των λεπρών στη Σπιναλόγκα άρχισε να μειώνεται γιατί τότε ανακαλύφθηκε το πρώτο φάρμακο κατά της φρικτής αυτής αρρώστιας.

Το Λεπροκομείο έμεινε ανοιχτό μέχρι το 1957, οπότε οι τελευταίοι 20 ασθενείς μεταφέρθηκαν σε λεπροκομείο στην Αθήνα. Στο μεταξύ πολλοί είχαν θεραπευτεί και επέστρεψαν στα σπίτια τους. Ο Επαμεινώνδας μεταφέρθηκε μαζί με την γυναίκα του, Αναστασία, στο λεπροκομείο της Αγ. Βαρβάρας. Εκεί είπε σε διάφορους εκπαιδευόμενους γιατρούς όλα του τα απομνημονεύματα, καθώς ήθελε να βγει στο φως της δημοσιότητας η αληθινή ιστορία του για να μάθει ο κόσμος πως πάλεψαν όλοι τους τότε. Την πραγματική ιστορία του Νησιού. <<Αϊτός χωρίς φτερά>>, αυτός είναι ο τίτλος της αυτοβιογραφίας του Ρεμουντάκη. Ένας τίτλος που σίγουρα περιγράφει τον άρχοντα, τον πολεμιστή της Σπιναλόγκας. Ο Άγιος της αγάπης και της αλληλεγγύης. Ο Επαμεινώνδας Ρεμουντάκης.

«Περπατώντας στον δρόμο της Σπιναλόγκας, σταμάτησε και κράτησε την αναπνοή σου. Από κάποιο χαμόσπιτο τριγύρω σου θα ακούσεις τον απόηχο από κάποιο μοιρολόγι μιας μάνας, μιας αδελφής ή τον αναστεναγμό ενός άνδρα. Άφησε δύο δάκρυα από τα μάτια σου και θα δεις να λαμπυρίζουν εκατομμύρια δάκρυα που πότισαν αυτόν τον δρόμο...».  

Επαμεινώνδας Ρεμουντάκης

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Σπιναλόγκα, μια «ζωή» με το στίγμα, ΚΩΣΤΗΣ Ε. ΜΑΥΡΙΚΑΚΗΣ* | Kathimerini». http://www.kathimerini.gr/853362/article/politismos/vivlio/spinalogka-mia-zwh-me-to-stigma. Ανακτήθηκε στις 2017-02-02. 
  2. Ορφανάκης, Βασίλης. «Τουρλωτή Σητείας - Επαμεινώνδας Ρεμουντάκης - Ο Ιεραπόστολος της Σπιναλόγκας». www.tourloti.gr. Ανακτήθηκε στις 25 Φεβρουαρίου 2017. [νεκρός σύνδεσμος]
  3. «Σοκαριστικές σκηνές από την Σπιναλόγκα του 1973». www.zougla.gr. Ανακτήθηκε στις 25 Φεβρουαρίου 2017. 
  4. «Το δράμα των παιδιών που, αν και υγιή, βρέθηκαν στη Σπιναλόγκα μαζί με τους λεπρούς γονείς τους. Το συγκλονιστικό φιλμ ντοκουμέντο του 1927 με τη δραματική έκκληση των χανσενικών στον Γάλλο γιατρό που τους επισκέφθηκε (βίντεο) - ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ». www.mixanitouxronou.gr. Ανακτήθηκε στις 25 Φεβρουαρίου 2017. 
  5. «KivotosHelp - Ο τελευταίος παπάς τής Σπιναλόγκα...». www.kivotoshelp.gr (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 25 Φεβρουαρίου 2017. 
  6. «Η συγκλονιστική καταγγελία του Επαμεινώνδα Ρεμουντάκη, που οργάνωσε τη Σπιναλόγκα, το νησί των λεπρών (βίντεο) - ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ». www.mixanitouxronou.gr. Ανακτήθηκε στις 25 Φεβρουαρίου 2017.