Επίπεδο μεταφοράς

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Το επίπεδο μεταφοράς (αγγλικά: transport layer‎‎) είναι το τέταρτο επίπεδο του μοντέλου αναφοράς OSI. Είναι το χαμηλότερο επίπεδο που παρέχει απ' άκρη σ' άκρη επικοινωνία. Ελέγχει την παραλαβή και παράδοση μηνυμάτων στους δύο ακραίους κόμβους. Αυτό το επίπεδο μπορεί να χωρίσει τα μηνύματα σε μικρότερα πακέτα. Όταν η εφαρμογή το απαιτεί, το επίπεδο διακίνησης χρησιμοποιεί επιβεβαιώσεις για να επαληθεύσει ότι τα πακέτα παρεδόθησαν σωστά στον προορισμό τους. Επίσης, το επίπεδο μεταφοράς ελέγχει το ρυθμό με τον οποίο στέλνονται πακέτα στον προορισμό τους. Επιπλέον, όλα αυτά πρέπει να γίνονται αποδοτικά και με τέτοιο τρόπο, ώστε να απομονώνονται τα ανώτερα επίπεδα από τις αναπόφευκτες αλλαγές στην τεχνολογία του υλικού. Υπό κανονικές συνθήκες, το επίπεδο μεταφοράς δημιουργεί μια ξεχωριστή σύνδεση δικτύου για κάθε σύνδεση μεταφοράς που απαιτείται από το «επίπεδο συνόδου». Ωστόσο, αν η σύνδεση μεταφοράς απαιτεί υψηλή διέλευση, το επίπεδο μεταφοράς μπορεί να δημιουργήσει πολλαπλές συνδέσεις δικτύου, κατανέμοντας τα δεδομένα σ' αυτές ώστε να βελτιώσει τη διέλευση. Το επίπεδο μεταφοράς καθορίζει επίσης τον τύπο υπηρεσίας που θα προσφέρει στο επίπεδο συνόδου και, τελικά, στους χρήστες του δικτύου.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Δίκτυα Υπολογιστών (2000). Tanenbaum A.S. (μτφρ. Β. Στυλιανάκης), Παπασωτηρίου, Αθήνα.
  • Δίκτυα Επικοινωνιών (1997). Walrand J. 1997 (μτφρ. Μ. Αναγνώστου), Παπασωτηρίου, Αθήνα.