Εξ απορρήτων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Εξ απορρήτων είναι έκφραση που αποδίδει επίσημο οθωμανικό τίτλο, αλλά γενικότερα και την ιδιότητα του μυστικοσυμβούλου κάποιου σημαντικού προσώπου. Σήμερα στην Ελλάδα ο τίτλος αυτός προσωποποιεί κυρίως τον φαναριώτη πολιτικό Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο.

Προέλευση του όρου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η φράση «εξ απορρήτων» ήταν η ελληνική απόδοση (από τον 18ο έως και 20ο αιώνα) του υστερορωμαϊκού[1] όρου “a secretis” που εμφανίσθηκε μετά το 600 μ.Χ. και ο οποίος στο Βυζάντιο εξελληνίσθηκε σε «σεκρετάριος». Κατά την Οθωμανική αυτοκρατορία μεταβλήθηκε σε "μαουχαρέμ εσράφ" (mahrem eşraf [2], κατά λέξη «ευγενής των μυστικών»). Με τον τίτλο αυτό τιμήθηκε ο Μέγας Διερμηνέας της Πύλης Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος το 1700 για τη θετική συμβολή του σε διπλωματικές ενέργειες της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ο τίτλος δεν ήταν κενός αρμοδιοτήτων, αλλά απεναντίας περιελάμβανε σημαντικές διπλωματικές δραστηριότητες.

Στις άλλες χώρες κατά τον Μεσαίωνα και την Αναγέννηση το νόημα ποίκιλε. Αλλού ο «a secretis» ήταν ο αξιωματούχος που έγραφε -ή υπέγραφε αντί του ηγεμόνα που εκπροσωπούσε -συμφωνίες που είχαν γίνει σε μυστικό συμβούλιο[3]. Αλλού ήταν γενικά ο αξιωματούχος που είχε γνώση κρατικών μυστικών ή σοβαρών προσωπικών δραστηριοτήτων των ηγεμόνων και φρόντιζε τη μυστική αλληλογραφία τους. Αλλού ήταν απλός γραμματέας που υπενθύμιζε στους ηγεμόνες διάφορες σημαντικές υποχρεώσεις τους. Ο Μακιαβέλι[4] στο βιβλίο του ο «Ο Πρίγκιπας» παρουσιάζει το «a secretis» ουσιαστικά ως σημαίνοντα σύμβουλο του ηγέτη για όλα τα σοβαρά ζητήματα και κυρίως για τα θέματα εξωτερικής πολιτικής.

Σήμερα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στη δυτική Ευρώπη και αλλού ο όρος έγινε σταδιακά secretary ή secretario και secrétaire διατηρώντας μαζί με τη ρίζα της λέξης, την έννοια του μυστικότητας ή εχεμύθειας και πάντως του λεπτού χειρισμού ευαίσθητων θεμάτων. Στις περισσότερες χώρες αποτελεί ανώτερο αλλά όχι ανώτατο πολιτικό αξίωμα. Στην Ελλάδα οι αντίστοιχες ιδιότητες αποδίδονται συνήθως με τον όρο «γραμματέας», επειδή ο σεκρετάριος ήταν κατά κανόνα άτομο που γνώριζε γράμματα και συνέτασσε απόρρητες επιστολές ή κείμενα πολιτικών και θρησκευτικών ηγετών.

Στο Βατικανό ο γραμματέας του κράτους (secretary of State) είναι καρδινάλιος και δεν μεταφράζεται σε «εξ απορρήτων» αλλά σε υπουργό των Εξωτερικών. Το ίδιο ισχύει και για τον αντίστοιχο αμερικανικό όρο, όπου ο υπουργός Εξωτερικών ονομάζεται επίσης secretary of State. Στη Γαλλία όμως οι secrétaires d'État είναι μεν υψηλόβαθμα στελέχη, αλλά όχι υπουργοί –είναι ανάλογοι των γενικών γραμματέων των ελληνικών υπουργείων. Ο περισσότερες χώρες διατηρούν τον όρο secretary και στο διπλωματικό τους σώμα, όπως και η Ελλάδα –υπάρχει δηλαδή στην ιεραρχία π.χ. των προξενείων της χώρας πρώτος γραμματέας και δεύτερος γραμματέας.

Ο όρος γραμματέας ή γενικός γραμματέας έχει χρήση σήμερα και σε άλλους τομείς, όπως π.χ. στα σωματεία και τους συλλόγους. Επίσης γραμματέας υπάρχει και στον ιδιωτικό τομέα, όπου ο/η επαγγελματίας διαχειρίζεται με την εμπιστοσύνη του εργοδότη του/της τα μυστικά της εταιρείας στην οποία εργάζεται. Η γυναίκα συχνά ονομάζεται «ιδιαιτέρα γραμματέας» ή απλώς «ιδιαιτέρα» ενώ ο άνδρας αποκαλείται «ιδιαίτερος», π.χ. ο «ιδιαίτερος του υπουργού».

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. "Oxford University Working Papers in Linguistics, Philology & Phonetics", Παναγιώτης Φίλος, σελ. 46
  2. Παύλου Δρανδάκη, Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια
  3. "A law dictionary and glossary" Alexander M. Burrill, σελίδες 4 και 242
  4. «Doctors, Ambassadors, Secretaries: Humanism and Professions in Renaissance Italy" του Douglas Biow, σελίδες 164 και 165