Εξωσωματική εμπειρία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Καλλιτεχνική απεικόνιση του σταδίου του διαχωρισμού μιας εξωσωματικής εμπειρίας, που συχνά προηγείται της ελεύθερης κίνησης.

Μια εξωσωματική εμπειρία είναι μια εμπειρία που κλασικά περιλαμβάνει την αίσθηση της αιώρησης έξω από το σώμα και, σε κάποιες περιπτώσεις, το αίσθημα της αντίληψης του σώματος από ένα σημείο έξω το σώμα (αυτοσκόπηση).

Ο όρος εισήχθη το 1943 από τον George Tyrrell στο βιβλίο του Apparitions[1], και υιοθετήθηκε από μελετητές όπως η Celia Green[2] και ο Ρόμπερτ Μονρόε[3] σαν εναλλακτικός στους βασιζόμενους σε συστήματα πεποιθήσεων όρους όπως "αστρική προβολή" και "ταξίδι της ψυχής". Εξωσωματικές εμπειρίες μπορεί να προκληθούν μεταξύ άλλων από εγκεφαλικά τραύματα, αισθητηριακή στέρηση, επιθανάτιες εμπειρίες, διαχωριστικά[4] και ψυχεδελικά φάρμακα, αφυδάτωση, ύπνο, και ηλεκτρική διέγερση του εγκεφάλου[5]. Μπορεί επίσης να προκληθεί εσκεμμένα από κάποιους[6]. Ένας στους δέκα ανθρώπους είχαν τουλάχιστον μία φορά ή και αρκετές εξωσωματικές εμπειρίες κατά τη διάρκεια της ζωής τους[7][8].

Οι νευροεπιστήμονες και οι ψυχολόγοι θεωρούν την εξωσωματική εμπειρία αποσυνδετικές εμπειρίες που μπορούν να προκύψουν από διάφορους ψυχολογικούς και νευρολογικούς παράγοντες[6][9][10][11][12][13][14][15].

Αυτόματες / αυθόρμητες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ύπνος και υπναγωγική φάση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριο λήμμα: Παράλυση ύπνου

Αυτοί που βιώνουν εξωσωματικές εμπειρίες κάποιες φορές αναφέρουν (μεταξύ άλλων ειδών άμεσων και αυτόματων εμπειριών) μια προηγούμενη ή που εκκινεί κατάσταση συνειδητού ονείρου. Σε πολλές περιπτώσεις άτομα που ισχυρίστηκαν ότι είχαν εξωσωματική εμπειρία, ανέφεραν ότι ήταν στην υπναγωγική φάση ή μόλις είχαν κοιμηθεί πριν την εμπειρία. Μεγάλο ποσοστό αυτών των περιπτώσεων αναφέρονται σε καταστάσεις όπου ο ύπνος δεν ήταν ιδιαίτερα βαθύς (λόγω ασθένειας, θορύβων σε άλλα δωμάτια, συναισθηματικό στρες, εξάντληση από εργασία, συνεχόμενα ξυπνήματα κ.τ.λ.). στις περισσότερες από αυτές τις περιπτώσεις τα άτομα θεωρούν τους εαυτούς τους ως ξύπνια. Περίπου τα μισά από αυτά αναφέρουν ένα αίσθημα παράλυσης ύπνου[16].

Επιθανάτιες εμπειρίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μιαν άλλη μορφή αυτόματης εξωσωματικής εμπειρίας είναι η επιθανάτια εμπειρία. Κάποια άτομα αναφέρουν τη βίωση εξωσωματικής εμπειρίας σε καταστάσεις μεγάλου σωματικού τραύματος όπως καταστάσεις παραλίγο πνιγμού ή μεγάλης εγχείρισης. Επιθανάτιες εμπειρίες μπορεί να περιλαμβάνουν την υποκειμενική αίσθηση του να βρίσκεται κανείς έξω από το σώμα του, κάποιες φορές οράματα αποθανόντων συγγενών και θρησκευτικών μορφών, και υπέρβαση του εαυτού και των ορίων του χωροχρόνου[17]. Κλασικά, οι εμπειρίες περιλαμβάνουν στοιχεία όπως: η αίσθηση ότι το άτομο είναι νεκρό, το να ακούει μη φυσικούς ήχους, η εξωσωματική εμπειρία, η αίσθηση της διάσχισης ενός τούνελ φωτός, η συνάντηση με όντα φωτός, μορφές του Θεού ή παρόμοια, μια αίσθηση του ότι χαρίστηκε μια ευκαιρία για νέα ζωή, κ.τ.λ.[18].

Ως αποτέλεσμα ακραίας σωματικής προσπάθειας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όπως και στις επιθανάτιες εμπειρίες, η ακραία σωματική προσπάθεια σε δραστηριότητες όπως η ορειβασία σε μεγάλο υψόμετρο και ο μαραθώνιος μπορεί να προκαλέσουν εξωσωματικές εμπειρίες. Μπορεί να βιωθεί μια αίσθηση ταυτόχρονης υπόστασης, με την προοπτική από το έδαφος και τον αέρα να συνυπάρχουν ταυτόχρονα [19].

Προκαλούμενες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χημικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Διανοητικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Με το να πέφτει κάποιος σε ύπνο χωρίς να χάσει τη συνείδηση του. Η κατάσταση «μυαλό ξυπνητό, σώμα κοιμισμένο» έχει προταθεί ευρέως ως μία αίτια εξωσωματικής εμπειρίας, ηθελημένης ή όχι[24]. Ο Τόμας Έντισον χρησιμοποιούσε αυτή την κατάσταση για να αντιμετωπίσει προβλήματα όταν δούλευε με τις εφευρέσεις του. Έβαζε ένα ασημένιο δολάριο στο κεφάλι του ενώ κρατούσε έναν κουβά και καθόταν στην πολυθρόνα. Καθώς τον έπαιρνε ο ύπνος το νόμισμα έπεφτε με θόρυβο στον κουβά, αποκαθιστώντας ένα μέρος της εγρήγορσης του[25]. Ο πρωτοπόρος στο πεδίο των εξωσωματικής εμπειρίας Σίλβαν Μαλντούν απλά χρησιμοποιούσε το βραχίονα του που κρατούσε κάθετα στο κρεβάτι ως το αντικείμενο που έπεφτε[26]. Λέγεται ότι ο Σαλβαντόρ Νταλί χρησιμοποιούσε μια παρόμοια "παρανοϊκή κριτική μέθοδο" για να βλέπει παράξενα οράματα τα οποία ενέπνεαν τους πίνακές τους. Η ηθελημένη ταλάντευση μεταξύ ξύπνιου και ύπνου είναι γνωστή ότι παράγει αυθόρμητα επεισόδια ύπνωσης στην υπναγωγική φάση τα οποία τελικά είναι βοηθητικά στην επιχείρηση να προκληθεί εξωσωματική εμπειρία[27][28][29]. Περνώντας όλο και περισσότερο στη χαλάρωση, κάποιος τελικά νοιώθει μια αίσθηση «γλιστρήματος» αν το μυαλό είναι ακόμα σε εγρήγορση. Αυτό το γλίστρημα έχει αναφερθεί σαν η αίσθηση του να βγαίνει κανείς από το σώμα του. Κάποιοι θεωρούν την προοδευτική χαλάρωση ως μια παθητική μορφή αισθητηριακής στέρησης.
  • Βαθιά ύπνωση, διαλογισμός και νοερή απεικόνιση. Τα είδη της νοερής απεικόνισης ποικίλουν. Κάποιες αναλογίες περιλαμβάνουν την αναρρίχηση σε σκοινί για να «τραβηχτεί» κάποιος έξω από το σώμα του, η αιώρηση έξω από το σώμα, η εκτόξευση με κανόνι, και άλλα παρόμοια. Αυτή η τεχνική είναι δύσκολη από ανθρώπους που δεν μπορούν να χαλαρώσουν.

Μηχανικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Μαγνητική διέγερση του εγκεφάλου, όπως για παράδειγμα με την συσκευή «God helmet» που δημιούργησε ο Michael Persinger[30]
  • Άμεση διέγερση του μέρους του φλοιού που είναι υπεύθυνο για την ισορροπία[31].
  • Ηλεκτρική διέγερση του εγκεφάλου, ειδικά της κροταφοβρεγματικής σύνδεσης (βλ. παρακάτω έρευνα του Blanke).
  • Αισθητηριακή στέρηση. Η προσέγγιση αυτή σκοπεύει για την πρόκληση έντονου αποπροσανατολισμού με την αφαίρεση κάθε πρόσληψη πληροφορίας για το χώρο και το χρόνο. Δεξαμενές επίπλευσης (το άτομο επιπλέει σε μια στενή κλειστή δεξαμενή λίγο μεγαλύτερη από αυτό, γεμάτη με νερό) ή ροζ θόρυβοι που ακούει από ακουστικά το άτομο είναι συχνά μέσα για την επίτευξη της αισθητηριακής στέρησης[32].
  • Αισθητηριακή υπερφόρτωση, το αντίθετο της αισθητηριακής στέρησης. Το υποκείμενο ταλαντώνεται για παράδειγμα για πολύ ώρα σε ειδικά σχεδιασμένη κούνια, ή υπόκειται σε ελαφριάς μορφής βασανιστήρια, για να προκαλέσει τον εγκέφαλο να αποκοπεί από της αισθητηριακές προσλήψεις. Και οι δύο καταστάσεις (στέρηση και υπερφόρτωση) τείνουν να προκαλούν σύγχυση, και αυτός ο αποπροσανατολισμός συχνά επιτρέπει στο υποκείμενο να βιώσει έντονες εξωσωματικές εμπειρίες[33].
  • Μεγάλες δυνάμεις-g που έχουν ως αποτέλεσμα την αποστράγγιση του αίματος από μέρη του εγκεφάλου, όπως συμβαίνει σε εκπαίδευση πιλότων και αστροναυτών στο ειδικό μηχάνημα[34].
  • Μια συσκευή εικονικής πραγματικότητας που φοράει κάποιος στο κεφάλι και ένα άγγιγμα που μπερδεύει την ιδιοδεκτικότητα (και που επίσης μπορεί να προκαλέσει την αίσθηση επιπλέον μελών του σώματος)[35].

Θεωρίες για την εξωσωματική εμπειρία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ψυχολογικές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στα πεδία των γνωσιακών επιστημών και της ψυχολογίας οι εξωσωματικές εμπειρίες θεωρούνται διαχωριστικές εμπειρίες που προκύπτουν από διάφορους ψυχολογικούς και νευρολογικούς παράγοντες[6][9][10][11][13][14][15]. Οι επιστήμονες θεωρούν την εξωσωματική εμπειρία ως εμπειρία από διανοητική κατάσταση, όπως ένα όνειρο ή μια αλλοιωμένη συνειδησιακή κατάσταση χωρίς επίκληση σε παραφυσικών φαινομένων[36].

Ο Σαρλ Ρισέ (1887) πίστευε ότι οι εξωσωματικές εμπειρίες δημιουργούνται από τις διαδικασίες μνήμης και φαντασίας του ατόμου και δεν διαφέρουν από τα όνειρα[37][38]. Ο James H. Hyslop (1912) έγραψε ότι οι εξωσωματικές εμπειρίες εμφανίζονται όταν η δραστηριότητα του υποσυνείδητου δραματοποιεί κάποιες εικόνες δίνοντας την εντύπωση ότι τα αντικείμενα είναι σε διαφορετικό μέρος στο χώρο[39]. Ο Eugéne Osty (1930) θεωρούσε ότι οι εξωσωματικές εμπειρίες δεν ήταν τίποτα παραπάνω από προϊόν της φαντασίας[40]. Άλλοι πρώτοι ερευνητές (όπως ο Schmeing, 1938) υποστήριξαν τις ψυχοφυσιολογικές θεωρίες[41]. Ο George Tyrrell ερμήνευσε τις εξωσωματικές εμπειρίες ως παραισθησιακά κατασκευάσματα που σχετίζονται με τα υποσυνείδητα επίπεδα της προσωπικότητας[42].

Ο Donovan Rawcliffe (1959) συνέδεσε τις εξωσωματικές εμπειρίες με την ψύχωση και την υστερία[43]. Άλλοι ερευνητές έχουν συζητήσει τις εξωσωματικές εμπειρίες στο πλαίσιο της παραμόρφωσης της εικόνας του σώματος (Horowitz, 1970) και της αποπροσωποποίηση (Whitlock, 1978)[44][45]. Οι ψυχολόγοι Nandor Fodor (1959) και Jan Ehrenwald (1974) πρότειναν ότι οι εξωσωματικές εμπειρίες είναι ένας αμυντικός μηχανισμός σχεδιασμένος να αντιμετωπίζει την απειλή του θανάτου[46][47]. Οι ψυχολόγοι Ντόναλντ Χεμπ (1960) και Κιρίλ Μπαρτ (1968) έγραψαν για την ψυχολογική ερμηνεία της εξωσωματικής εμπειρίας περιλαμβάνοντας έννοιες όπως την εικόνα του σώματος και την εικονική φαντασία[48][49].

Ο Καρλ Σαγκάν (1977) και η Μπάρμπαρα Χόνεγκερ (1983) έγραψαν ότι η εξωσωματική εμπειρία μπορεί να φασίζεται στην φαντασίωση της αναγέννησης ή της βίωσης της διαδικασίας της γέννησης, βασισμένοι στις αναφορές ενός περάσματος σαν τούνελ και ενός απαστράπτουσας σύριγγας που κάποιοι που βίωσαν εξωσωματικές εμπειρίες περιγράφουν ως ομφάλιο λώρο[50][51]. Η Susan Blackmore (1978) κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η εξωσωματική εμπειρία είναι μια φαντασία παραίσθησης καθώς έχει τα χαρακτηριστικά φανταστικών εικόνων, αντιληπτικών παραμορφώσεων, και φαντασιακών αντιλήψεων του εαυτού (όπως για παράδειγμα να μην έχει κάποιος σώμα)[52][53]. Ο Ronald Siege (1980) επίσης έγραψε ότι οι εξωσωματικές εμπειρίες είναι παραισθησιακές φαντασίες[54].

Σε μελέτες περιπτώσεων τάσης φαντασίας βρέθηκαν ψηλότερες σε άτομα με εξωσωματικές εμπειρίες από ό, τι σε άτομα χωρίς αυτές[55]. Τα δεδομένα δήξανε σύνδεση μεταξύ εξωσωματικών εμπειριών σε κάποιες περιπτώσεις σε προσωπικότητες με τάση στη φαντασία[56]. Σε μελέτη περιπτώσεων με 167 συμμετέχοντες, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι αυτοί που ισχυρίστηκαν ότι είχαν εξωσωματική εμπειρία είχαν "μεγαλύτερη τάση στη φαντασία, πίστευαν περισσότερο στα παραφυσικά φαινόμενα, και επεδείκνυαν μεγαλύτερο σωματομορφικό διαχωρισμό»[57]. Έρευνα από μελέτες επίσης υποδηλώνει ότι η εξωσωματικές εμπειρίες σχετίζονται με γνωστικό-αντιληπτική σχιζοτυπία[58].

Ο Terence Hines (2003) έγραψε ότι αυτόματες εξωσωματικές εμπειρίες μπορούν να προκληθούν από τεχνική διέγερση του εγκεφάλου, και αυτό υποδηλώνει ότι οι εξωσωματικές εμπειρίες προκαλούνται από "προσωρινές, μικρές εγκεφαλικές δυσλειτουργίες, και όχι από το πνεύμα (ή ό, τι άλλο) του ατόμου που όντως εγκαταλείπει το σώμα"[59]. Σε μια ανασκοπική μελέτη νευρολογικών και νευρογνωστικών δεδομένων (Bünning and Blanke, 2005) οι συγγραφείς ανάφεραν ότι οι εξωσωματικές εμπειρίες οφείλονται σε "λειτουργική αποσύνθεση της διαδικασίας επεξεργασίας αισθητηριακών προσλήψεων σε πρώτο επίπεδο και μη ομαλής σε υψηλότερο επίπεδο της αυτοαντίληψης στην κροταφοβρεγματική σύνδεση"[60]. Κάποιοι ερευνητές υποψιάζονται ότι οι εξωσωματικές εμπειρίες είναι το αποτέλεσμα του μη ταιριάσματος μεταξύ οπτικών και απτικών σημάτων[61][62].

Ο Richard Wiseman (2011) παρατήρησε ότι η έρευνα για την εξωσωματική εμπειρία έχει επικεντρωθεί στο να βρει μια ψυχολογική εξήγηση και ότι "οι εξωσωματικές εμπειρίες δεν είναι παραφυσικές και δεν παρέχουν απόδειξη για την ύπαρξη της ψυχής. Αντίθετα, αποκαλύπτουν κάτι το αξιοσημείωτο για την καθημερινή λειτουργία του εγκεφάλου και του σώματος"[63]. Μια μελέτη που πραγματοποιήθηκε από τον Jason Braithwaite και συνεργάτες (2011) συσχέτισε την εξωσωματική εμπειρία "νευρικές αστάθειες τον κροταφικών λοβών του εγκεφάλου και σε λάθη στην αίσθηση του σώματος από το ίδιο"[64][65]. Οι Braithwaite et al. (2013) ανάφεραν ότι «η κύρια επικρατούσα άποψη είναι ότι η εξωσωματικές εμπειρίες προκαλούνται από προσωρινή διαταραχή στην διαδικασία επεξεργασίας αισθητηριακών προσλήψεων»[66].

Παραφυσικές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Συγγραφείς στα πεδία της παραψυχολογίας και αποκρυφισμού έχουν γράψει ότι οι εξωσωματικές εμπειρίες δεν είναι ψυχολογικές και ότι η η ψυχή, το πνεύμα ή το αιθερικό σώμα μπορεί να αποκοπεί από το σώμα και να επισκεφτεί μακρινές τοποθεσίες. Οι εξωσωματικές εμπειρίες ήταν γνωστές στη Βικτωριανή περίοδο στην βιβλιογραφία του πνευματισμού ως «ταξίδια διόρασης». Ο ερευνητής Φρέντερικ Μάγιερς αναφερόταν στις εξωσωματικές εμπειρίες ως «ταξίδι του σώματος»[67]. Μια από τις έρευνες που περιέγραψαν υποτιθέμενες εξωσωματικές εμπειρίες ήταν το έργο δύο τόμων Φαντάσματα Ζωντανών (Phantasms of the Living), δημοσιευμένο το 1886 από τους Έντμουντ Γκόρνεϊ, Μάιερς και Φράνκ Πόντμορ. Το βιβλίο δέχτηκε έντονη κριτική από την επιστημονική κοινότητα για ατεκμηρίωτες αναφορές χωρίς αποδείξεις από γεγονότα σχεδόν για κάθε περίπτωση[68][69].

Απεικόνιση του 19ου αιώνα του ποιήματος του Ρόμπερτ Μπλερ The Grave, που δείχνει την ψυχή να αφήνει το σώμα.

Ο θεοσοφιστής Άρθουρ Πάουελ (1927) ήταν από τους πρώτους που υποστήριξε την θεωρία του αιθερικού σώματος για τις εξωσωματικές εμπειρίες[70]. Ο Σίλβαν Μαλντούν (1936) υιοθέτησε επίσης την έννοια του αιθερικού σώματος για την εξήγηση των εξωσωματικών εμπειριών[71], όπως και ο ερευνητής Ernesto Bozzano (1938) που εξήγησε το φαινόμενο με όρους δις-υπόστασης κατά την οποία το αιθερικό σώμα μπορεί να απελευθερωθεί από το σώμα σε σπάνιες περιπτώσεις[72].

Η παραφυσικές ερμηνείες των εξωσωματικών εμπειριών δεν υποστηρίχθηκαν από όλους τους ερευνητές του πεδίου της παραψυχολογίας. Ο Γκάρντνερ Μέρφι (1961) έγραψε ότι οι εξωσωματικές εμπειρίες «δεν απείχαν πολύ από το γενικό πεδίο της ψυχολογίας, οι οποίες αρχίζουν να γίνονται κατανοητές όλο και πιο πολύ χωρίς αναφορά στο παραφυσικό»[73].

Τον Απρίλιο του 1977, μία ασθενής από το Harborview Medical Center γνωστή ως Μαρία ισχυρίστηκε ότι είχε εξωσωματική εμπειρία, κατά την οποία αιωρήθηκε έξω από το σώμα της και έξω από το νοσοκομείο. Αργότερα θα έλεγε στην κοινωνική λειτουργό Kimberly Clark ότι κατά την εμπειρία είχε παρατηρήσει ένα παπούτσι του τένις στο παράθυρο του τρίτου ορόφου στη βόρεια πλευρά του κτηρίου. Η Clark πήγε και κοίταξε εκεί και όντως υπήρχε στο περβάζι ένα παπούτσι τένις. Η Clark δημοσιοποίησε την αναφορά αυτή το 1985. Η ιστορία από τότε αναφέρεται από πολλά βιβλία παραφυσικής ως απόδειξη ότι το πνεύμα μπορεί να αφήσει το σώμα[74].

Το 1996 οι Hayden Ebbern, Sean Mulligan και Barry Beyerstein επισκέφτηκαν το εν λόγω ιατρικό κέντρο για να ερευνήσουν την ιστορία. Τοποθέτησαν ένα παπούτσι του τένις στο ίδιο σημείο και ανακάλυψαν ότι ήταν ορατό μέσα από το κτήριο και μπορούσε να το δει άνετα κάποιος ασθενής ξαπλωμένος στο κρεβάτι. Επίσης βρήκαν ότι το παπούτσι ήταν ορατό και έξω από το κτήριο, και υπέθεσαν ότι η Μαρία είχε ακούσει για αυτό κάποιο σχόλιο κατά τις τρεις μέρες που ήταν στο νοσοκομείο και το ενσωμάτωσε στην εξωσωματική εμπειρία της. Συμπέραναν ότι «Η ιστορία της Μαρίας απλά αποκαλύπτει την αφέλεια και τη δύναμη των ευσεβών πόθων» των ερευνητών των εξωσωματικών εμπειριών που αναζητούν παραφυσικές εξηγήσεις[75]. Η Clark δεν δημοσιοποίησε την ιστορία παρά μόνο επτά χρόνια μετά που συνέβη, δημιουργώντας αμφιβολίες για την ιστορία. Ο Richard Wiseman είχε πει ότι αν και η ιστορία δεν αποτελεί καμία απόδειξη για τίποτα το παραφυσικό, έχει «επαναληφθεί συνεχώς από συγγραφείς που είτε δεν μπαίνουν στον κόπο να ελέγξουν τα δεδομένα, ή δεν επιθυμούν να παρουσιάσουν στους αναγνώστες τους την πιο σκεπτικιστική πλευρά της ιστορίας»[74].

Μελέτες για την εξωσωματική εμπειρία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πρώτη εκτεταμένη επιστημονική μελέτη των εξωσωματικών εμπειριών έγινε από τη Σίλια Γκριν (1968)[76]. Συνέλεξε γραπτές αναφορές από πρώτο χέρι από περίπου 400 υποκείμενα, που βρήκε από ανακοινώσεις από τα μέσα μαζικής επικοινωνίας και κατόπιν ξεχώρισε με χρήση ερωτηματολογίων. Ο σκοπός της ήταν να ταξινομήσει τα διάφορα είδη των εξωσωματικών εμπειριών, ιδωμένων απλώς ως ανώμαλων αντιληπτικών εμπειριών ή αυταπάτες, αφήνοντας ταυτόχρονα ανοιχτό το ζήτημα αν κάποιες περιπτώσεις μπορεί να περιλαμβάνουν πληροφορίες που προέρχονται από εξωαισθητηριακή αντίληψη (ή κοινώς έκτη αίσθηση).

Το 1999 στο πρώτο Διεθνές Φόρουμ Έρευνας της Συνείδησης στην Βαρκελώνη, οι ερευνητές Wagner Alegretti και Nanci Trivellato παρουσίασαν κάποια πρώτα αποτελέσματα από online έρευνα για τις εξωσωματικές εμπειρίες από ενδιαφερόμενους χρήστες, και συνεπώς όχι δείγμα αντιπροσωπευτικό του γενικού πληθυσμού[77]. 1.007 (85%) από τους πρώτους 1.185 που απάντησαν ανέφεραν ότι είχαν μία εξωσωματική εμπειρία. Το 37% ισχυρίστηκε ότι είχε μεταξύ δύο και δέκα, και το 5,5% ισχυρίστηκε ότι είχε πάνω από 100 τέτοιες εμπειρίες. Οι αισθηση που αναφέρθηκαν πιο συχνά σε σχέση με τις εξωσωματικές εμπειρίες ήταν αυτή της πτώσης, της αιώρησης, αναπηδήσεις (μελών σώματος), βυθίσματος, μουδιάσματος, ήχων μέσα στο κεφάλι, γαργαλήματος, ενόρασης, ταλάντωσης και γαλήνης.

Μια άλλη συχνά αναφερόμενη αίσθηση είναι αυτή της προσωρινής ή προβολικής καταληψίας, ένα πιο συχνό χαρακτηριστικό της υπνικής παράλυσης. Η συσχέτιση μεταξύ υπνικής παράλυσης και εξωσωματικής εμπειρίας επιβεβαιώθηκε αργότερα από μια έρευνα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Neurology από τον Kevin Nelson και συνεργάτες από το Πανεπιστήμιο του Κεντάκι το 2007[78]. Η έρευνα βρήκε ότι τα άτομα που είχαν εξωσωματικές εμπειρίες είναι ήταν πιθανότερο να πάσχουν από υπνική παράλυση[79].

Μελέτη Miss Z[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1968 ο Τσαρλς Ταρτ διενέργησε ένα πείραμα για την εξωσωματική εμπειρία με ένα υποκείμενο γνωστό ως Miss Z για τέσσερεις νύχτες στο εργαστήριο ύπνου του. Το υποκείμενο συνδέθηκε με μηχανή για εγκεφαλογράφημα και ένας πενταψήφιος κωδικός τοποθετήθηκε σε ένα ράφι πάνω από το κρεβάτι. Δεν ισχυρίστηκε ότι είδε τον αριθμό τις πρώτες τρεις νύχτες, αλλά την τέταρτη μέρα είπε τον αριθμό σωστά[80][81]. Ο ψυχολόγος Τζέιμς Άλκοκ επέκρινε το πείραμα για ανεπαρκείς ελέγχους και αναρωτήθηκε γιατί το υποκείμενο δεν παρακολουθούνταν με κάμερα[82]. ο Μάρτιν Γκάρντνερ έγραψε ότι το πείραμα δεν αποτελούσε απόδειξη για εξωσωματική εμπειρία, και δήλωσε ότι ενώ ο Ταρτ «ροχάλιζε πίσω από το διαχωριστικό τζάμι, η Miss Z απλά σηκώθηκε από το κρεβάτι, χωρίς να αποσυνδεθεί από το μηχάνημα, και είδε το νούμερο»[83]. Η Σούζαν Μπλάκμορ έγραψε ότι «Αν η Miss Z είχε προσπαθήσει να σηκωθεί, το εγκεφαλογράφημα θα είχε δείξει το αντίστοιχο μοτίβο κυμάτων. Και είναι ακριβώς αυτό που έδειξε όντως»[84].

Νευρολογία και παρόμοιες με εξωσωματικές εμπειρίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υπάρχουν αρκετές πιθανές εξηγήσεις για μέρη της εξωσωματικής εμπειρίας που άπτονται της φυσιολογίας, ενώ παρόμοιες με εξωσωματικές εμπειρίες έχουν προκληθεί με διέγερση το εγκεφάλου, μία περίπτωση από τις οποίες ήταν με διέγερση της οπίσθιας δεξιάς άνω κροταφικής έλικας σε έναν ασθενή[85]. Σε αυτήν την έρευνα επίσης χρησιμοποιήθηκε τομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων για να εντοπιστούν οι περιοχές του εγκεφάλου που επιρεάζονται από τέτοια διέγερση. Ο όρος «σαν εξωσωματική εμπειρία» χρησιμοποιείται για τα παραπάνω πειράματα, γιατί είτε οι εμπειρίες που περιγράφονταν δεν έχουν την καθαρότητα ή τις λεπτομέρειες κανονικών εξωσωματικών εμπειριών, ή περιγράφονται από άτομα τα οποία δεν είχαν ποτέ πριν εξωσωματική εμπειρία. Τα άτομα αυτά έτσι, δεν ήταν κατάλληλα να κάνουν ισχυρισμούς για την αυθεντικότητα ή όχι της πειραματικά προκαλούμενης εξωσωματικής εμπειρίας.

Η Βρετανή ψυχολόγος Σούζαν Μπλάκμορ και άλλοι έχουν προτείνει ότι μια εξωσωματική εμπειρία αρχίζει ότι ένα άτομα χάνει την αισθητηριακή τροφοδότηση από το σώμα ενώ διατηρεί την συνείδηση του[86]. Το άτομο διατηρεί την ψευδαίσθηση ότι έχει σώμα, αλλά οι προσλήψεις δεν προέρχονται πια από τις αισθήσεις. Ο κόσμος που αντιλαμβάνεται μπορεί να ομοιάζει με τον κόσμο στον οποίο ζει όταν είναι ξύπνιο, αλλά ούτε αυτή η αντίληψη προέρχεται από τις αισθήσεις. Η αίσθηση του ζωντανού σώματος και του κόσμου προέρχεται από την ικανότητα του εγκεφάλου μας να δημιουργεί πλήρως αληθοφανή πεδία, ακόμα και με την έλλειψη αισθητηριακών πληροφοριών. Τη διαδικασία αυτή τη βιώνουμε ο καθένας από εμάς κάθε βράδυ με τα όνειρα, αν και οι εξωσωματικές εμπειρίες αναφέρονται ως πολύ πιο ζωντανές από ένα συνειδητό όνειρο.

Ο Irwin[87] επισήμανε ότι οι εξωσωματικές εμπειρίες συμβαίνουν σε καταστάσεις είτε πολύ μεγάλης είτε πολύ χαμηλής διέγερσης. Για παράδειγμα η Green[88] βρήκε ότι τα τρία τέταρτα μιας ομάδας 176 υποκειμένων που ανέφεραν μία μόνο εξωσωματική εμπειρία ξάπλωναν εκείνη την ώρα της εμπειρίας, και από αυτούς το 12% θεωρούσε ότι είχαν αποκοιμηθεί όταν άρχισε. Αντίθετα, σε μια αξιοσημείωτη μειονότητα συνέβησαν σε καταστάσεις πολύ μεγάλης διέγερσης όπως αναρρίχησης, αυτοκινητιστικού ατυχήματος, ή γέννας. Ο McCreery[89][90] έχει προτείνει ότι αυτό το παράδοξο μπορεί να εξηγηθεί από το γεγονός ότι ο ύπνος μπορεί να παρέμβει ως αντίδραση σε υπερβολικές καταστάσεις στρες ή υπερδιέγερσης[91], και ότι οι εξωσωματικές εμπειρίες και στις δύο περιπτώσεις, χαλάρωσης και υπερδιέγερσης, αντιπροσωπεύουν ένα είδος «ξύπνιου ονείρου», ή η εισβολή της πρώτης φάσης του ύπνου στην κατάσταση ξυπνητής συνείδησης.

Έρευνες του Olaf Blanke[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Έρευνα από τον Olaf Blanke στην Ελβετία βρήκε ότι ήταν πιθανό να προκληθούν εμπειρίες παρόμοιες με εξωσωματικές με τη διέγερση περιοχών του εγκεφάλου που ονομάζεται δεξιά κροταφοβρεγματική σύνδεση, το σημείο που συναντιούνται ο κροταφικός με το βρεγματικό λοβό. Αυτές οι προκαλούμενες εμπειρίες μπορεί να περιλαμβάνουν την αίσθηση της μεταλλαγής των άκρων των υποκειμένων (σύνθετες σωματοαισθητηριακές αντιδράσεις) και μετατόπισης όλου του σώματος (αντιδράσεις της ισορροπίας)[92][93]

Σε νευρολογικά υγιή άτομα ο Blanke και συνεργάτες απέδειξαν κατόπιν ότι οι συνειδητή εμπειρία της αίσθησης της ύπαρξης του εαυτού και του σώματος στο ίδιο σημείο εξαρτάται από την πολυαισθητηριακή ολοκλήρωση στην κροταφοβρεγματική σύνδεση. Χρησιμοποιώντας τεχνική μέτρησης αντίδρασης του εγκεφάλου, βρήκαν την επιλεκτική ενεργοποίηση της κροταφοβρεγματικής περιοχής 330-400 ms μετά το ερέθισμα όταν τα υγιή υποκείμενα φαντάζονταν τον εαυτό τους στην θέση και οπτική προοπτική που συνήθως αναφέρουν άτομα που βίωσαν εξωσωματικές εμπειρίες. Ενδοκρανιακή μαγνητική διέγερση στα ίδια άτομα εμπόδισε την νοητική μετάλλαξη των υποκειμένων για τα σώματά τους. Δεν βρέθηκαν τα προηγούμενα αποτελέσματα με τη διέγερση άλλης περιοχής ή με την φαντασίωση χωρική μεταλλαγή εξωτερικών αντικειμένων, υποδηλώνοντας τη επιλεκτική εμπλοκή της κροταφοβρεγματικής σύνδεσης στην νοητική απεικόνιση του ίδιου του σώματος που έχει κάποιος[94].

Σε μια επόμενη έρευνα με βάση την προηγούμενη, οι Arzy και συνεργάτες έδειξαν ότι η θέση και ο συγχρονισμός της εγκεφαλικής δραστηριότητας εξαρτιόταν αν η νοητική απεικόνιση με την αναπαράσταση του εαυτού μέσα ή έξω από το σώμα. Όταν τα υποκείμενα έκαναν νοητική απεικόνιση με τοποθέτηση του εαυτού μέσα στο σώμα, υπήρχε έντονη δραστηριότητα σε μια περιοχή στον εξωταινιωτό λοβό, αλλά όταν έκαναν νοητική απεικόνιση με τοποθέτηση του εαυτού έξω από το σώμα, όπως γίνεται σε αναφορές εξωσωματικών εμπειριών, υπήρχε αυξυμένη δραστηριότητα στην περιοχή της κροταφοβρεγαμτικής σύνδεσης. Αυτό οδήγησε τους ερευνητές να συμπεράνουν ότι «τα δεδομένα αυτά έδειξαν ότι η δραστηριότητα στις περιοχή του εξωταινιωτού λοβού και της κροταφοβρεγματικής σύνδεσης καθώς και το χρονικό σημείο που γίνεται αυτή είναι καίρια για την κωδικοποίηση του εαυτού ότι είναι μέσα στο σώμα και χωρικά τοποθετημένου μέσα σε αυτό»[95].

Ο Blanke και συνεργάτες έτσι, πρότειναν ότι η κροταφοβρεγματική σύνδεση είναι σημαντική για την αίσθηση της τοποθεσίας στο χώρου του εαυτού, και ότι όταν αυτές οι κανονικές διαδικασίες περικλείνουν, εμφανίζεται μια εξωσωματική εμπειρία[96].

Τον Αύγουστο του 2007 το εργαστήριο του Blanke δημοσίευσε έρευνα στο περιοδικό Science καταδεικνύοντας ότι αντικρουόμενες οπτικό-σωματοαισθητηριακές πληροφορίες από την εικονική πραγματικότητα μπορούν να διαταράξουν την χωρική ενότητα του εαυτού και του σώματος. Κατά τη διάρκεια πολυαισθητηριακής σύγκρουσης, οι συμμετέχοντες ένοιωσαν σαν ένα εικονικό σώμα που έβλεπαν μπροστά τους να ήταν το δικό τους σώμα, και τοποθέτησαν λανθασμένα τους εαυτούς τους προς το εικονικό σώμα, σε μια θέση έξω από τα όρια του σώματός τους. Αυτό υποδηλώνει ότι η χωρική ενότητα του σώματος και της αυτό-συνείδησης του εαυτού μέσα στο σώμα μπορεί να μελετηθεί πειραματικά και βασίζεται σε πολυαισθητηριακή και γνωστική ανάλυση πληροφοριών που προέρχονται από το σώμα[97].

Έρευνα Ehrsson[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Αύγουστο του 2007 ο Henrik Ehrsson, τότε στο Ινστιτούτο Νευρολογίας στο Πανεπιστημιακό Κολέγιο Λονδίνου (σήμερα στο Ινστιτούτο Καρολίνσκα), δημοσίευσε μιαν έρευνα στο περιοδικό Science για την πρώτη πειραματική μέθοδο που, σύμφωνα με τους επιστήμονες που την έκαναν, «προκάλεσαν» μια εξωσωματική εμπειρία σε υγιής συμμετέχοντες[98]. Το πείραμα έγινε ως εξής:

Ο συμμετέχων κάθεται σε μια καρέκλα φορώντας δύο μικρές οθόνες βίντεο στερεωμένες στο κεφάλι. Αυτές δείχνουν εικόνα από δύο κάμερες που είναι τοποθετημένες η μία δίπλα στην άλλη σε απόσταση δύο μέτρων πίσω από το κεφάλι του ατόμου. Η εικόνα από την αριστερή κάμερα παρουσιάζεται στην μικρή οθόνη που βλέπει το αριστερό μάτι, και η εικόνα από τη δεξιά κάμερα στο δεξί μάτι. Ο συμμετέχων βλέπει αυτές της εικόνες σαν μία στερεοσκοπική (3D) εικόνα, έτσι βλέπουν την ίδια τους την πλάτη από την προοπτική κάποιου που κάθεται πίσω του.

Ο ερευνητής τότε στέκεται πίσω από τον συμμετέχοντα και χρησιμοποιεί δύο πλαστικά ραβδιά για να αγγίξει ταυτόχρονα το πραγματικό στήθος του συμμετέχοντα και το στήθος του εικονικού σώματος, κινώντας αυτό το δεύτερο ραβδί εκεί όπου θα βρισκόταν το εικονικό στήθος, ακριβώς κάτω από το οπτικό πεδίο της κάμερας.

Οι συμμετέχοντες επιβεβαίωσαν ότι είχαν βιώσει την αίσθηση ότι καθόταν πίσω από το σώμα τους και το κοιτούσαν από εκείνη τη θέση[61][99].

Και αυτοί που άσκησαν κριτική και οι ίδιοι οι ερευνητές παρατήρησαν ότι οι έρευνα δεν πέτυχε να αναπαράγει κανονικές εξωσωματικές εμπειρίες. Όπως με προηγούμενα πειράματα που προκάλεσαν αισθήματα αιώρησης έξω από το σώμα, η δουλειά του Ehrsson δεν εξηγεί πώς μια εγκεφαλική δυσλειτουργία μπορεί να προκαλέσει μια εξωσωματική εμπειρία. Βασικά, ο Ehrsson δημιούργησε μια αυταπάτη που ταιριάζει με την περιγραφή μιας εξωσωματικής εμπειρίας στην οποία «ένα άτομο που είναι ξύπνιο βλέπει το σώμα του από μια θέση έξω από το σώμα του»[100].

Μελέτη συνείδησης κατά την ανάνηψη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το φθινόπωρο του 2008, 25 νοσοκομεία στην Αγγλία και 25 στις ΗΠΑ άρχισαν τη συμμετοχή σε μια έρευνα, που συντόνιζε ο Σαμ Πάρνια, (τότε γιατρός στη Μονάδα Επειγόντων Περιστατικών του Ιατρικού Κέντρου Cornell της Νέας Υόρκης) και το Πανεπιστήμιο του Σαουθάμπτον γνωστή ως μελέτη AWARE study (AWAreness κατά τη Resuscitation, συνείδηση κατά τη διάρκεια της ανάνηψης). Ακολουθώντας τη δουλειά του Pim van Lommel στην Ολλανδία, η μελέτη είχε σκοπό να ερευνήσει τις επιθανάτιες εμπειρίες σε 1.500 επιζώντες καρδιακής νακοπής και έτσι να προσδιορίσει αν άτομα χωρίς καρδιακή λειτουργία ή εγκεφαλική δραστηριότητα μπορεί να έχουν εξωσωματικές εμπειρίες οι οποίες μπορούν να τεκμηριωθούν[101]. Ως μέρος της έρευνας ο Πάρνια και οι συνεργάτες του ερεύνησαν τους ισχυρισμούς για εξωσωματικές εμπειρίες με το να τοποθετήσουν κρυμμένους στόχους σε ράφια τους οποίους δεν μπορούσε να δει κανείς από κάτω, αλλά μόνο από πάνω[101]. Ο Πάρνια έγραψε, «αν κανείς δεν δει τις εικόνες, αυτό δείχνει ότι αυτές οι εμπειρίες είναι αυταπάτες ή ανασύρονται από την κρυμμένη μνήμη»[101].

Το 2014 ο Πάρνια εξέδωσε μια ανακοίνωση ότι η πρώτη φάση είχε ολοκληρωθεί και ότι τα αποτελέσματα εξετάζονται από συναδέλφους για δημοσίευση σε ιατρικό περιοδικό[102]. Κανένα από τα υποκείμενα δεν είδε καμία εικόνα, σύμφωνα με τα πρώτα αποτελέσματα που ανακοινώθηκαν σε συνάντηση της Αμερικανικής Καρδιολογικής Εταιρίας το Νοέμβριο του 2013. Μόνο δύο από τους 152 ασθενείς ανέφεραν κάποια οπτική εμπειρία, και ένας από αυτούς περιέγραψε γεγονότα τα οποία μπορούσαν να επιβεβαιωθούν[103]. Οι δύο αυτές επιθανάτιες εμπειρίες δεν έγιναν σε μέρος όπου είχαν τοποθετηθεί εικόνες σε ράφια[104].

Τα αποτελέσματα δημοσιοποιήθηκαν στις 6 Οκτωβρίου 2014 στο περιοδικό Resuscitation (Ανάνηψη). Μεταξύ αυτών που ανέφεραν μια αίσθηση συνείδησης και συμπλήρωσαν παραπέρα ερωτηματολόγια, το 46% βίωσε ένα ευρύ φάσμα νοητικών μνημών σε σχέση με το θάνατο που δεν ήταν συμβατές με την περιγραφή του όρου επιθανάτια εμπειρία. Μόνο το 9% είχε εμπειρίες που ήταν συμβατές με επιθανάτιες εμπειρίες, και το 2% επέδειξε πλήρη συναίσθηση συμβατή με εξωσωματική εμπειρία με σαφή μνήμη του να βλέπει και να ακούει γεγονότα. Μία περίπτωση εκτιμήθηκε και ελέγχθηκε χρονικά από ακούσματα κατά την ανάνηψη[105]. «Η μόνη περίοδο ύπαρξης συνείδησης που μπορούσε να εξακριβωθεί δεν σχετιζόταν με το αντικείμενο της μελέτης ακριβώς. Ήταν ένας ασθενής που έδωσε μια υποτιθέμενη ακριβή αναφορά γεγονότων ποτ έγιναν κατά τη διάρκεια της ανάνηψής του. Δεν αναγνώρισε τις εικόνες (που είχαν τοποθετηθεί ψηλά) περιέγραψε το θόρυβο της μηχανής ανάνηψης. Αυτό όμως δεν είναι και πολύ εντυπωσιακό, καθώς πολλοί άνθρωποι γνωρίζουν τι γίνεται σε ένα δωμάτιο ανάνηψης από την τηλεόραση»[106][107].

Αστρική προβολή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριο λήμμα: Αστρική προβολή

Η αστρική προβολή είναι μια παραφυσική ερμηνεία της εξωσωματικής εμπειρίας που υποθέτει την ύπαρξη ενός ή περισσοτέρων μη φυσικών επιπέδων ύπαρξης και ένα σώμα που συνδέεται όχι με φυσική μορφή με αυτά. Τα πεδία αυτά ονομάζονται συνήθως αστρικά, αιθέρια, ή πνευματικά. Η αστρική προβολή βιώνεται συχνά καθώς το πνεύμα ή αστρικό σώμα αφήνει το σώμα για να ταξιδέψει στον πνευματικό κόσμο ή αλλιώς αστρικό πεδίο[108].

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. G. N. M. Tyrrell, Apparitions, Gerald Duckworth and Co. Ltd, London, 1943, pp. 149. (ISBN 978-1169831537)
  2. C.E. Green, Out-of-the-body Experiences, Hamish Hamilton, London, 1968. (ISBN 978-0345248435)
  3. Robert Monroe Journeys Out of the Body, 1971. (ISBN 0-385-00861-9)
  4. Φάρμακα που στρεβλώνουν τις αντίληψης όρασης, ήχου, παράγοντας συναισθήματα αποσύνδεσης από το περιβάλλον και το εγώ του χρήστη
  5. Aspell, Jane; Blanke, Olaf. (2009). Understanding the out-of-body experience from a neuroscientific perspective Αρχειοθετήθηκε 2019-07-05 στο Wayback Machine. in Psychological Scientific Perspectives on Out of Body and Near Death Experiences Psychology Research Progress. New York: Nova Science Publishers. (ISBN 978-1607417057)
  6. 6,0 6,1 6,2 Brent, S. B. ( 1979). Deliberately induced, premortem, out-of-body experiences: An experimental and theoretical approach. In B. Kastenbaum (Ed.), Between life and death (pp. 89- 123). New York: Springer. (ISBN 978-0826125408)
  7. Blackmore, Susan (1984). "A Postal Survey of OBEs and Other Experiences" Αρχειοθετήθηκε 2016-06-27 στο Wayback Machine..
  8. «(Aug. 24, 2007) First Out-of-body Experience Induced In Laboratory Setting». ScienceDaily. 24 Αυγούστου 2007. Ανακτήθηκε στις 6 Οκτωβρίου 2011. 
  9. 9,0 9,1 Gabbard, G. O., & Twemlow, A. W. (1984). With the eyes of the mind: An empirical analysis of out-of-body states. New York: Praeger Scientific. (ISBN 978-0030689260)
  10. 10,0 10,1 Leonard Zusne, Warren H. Jones (1989). Anomalistic Psychology: A Study of Magical Thinking. Lawrence Erlbaum Associates. (ISBN 0-8058-0508-7)
  11. 11,0 11,1 «Out-of-body experience and autoscopy of neurological origin». Brain 127: 243–258. 2004. doi:10.1093/brain/awh040. PMID 14662516. https://archive.org/details/sim_brain_2004-01_127_1/page/n246. 
  12. «Out-of-body experience, heautoscopy, and autoscopic hallucination of neurological origin. Implications for mechanisms of corporeal awareness and self consciousness». Brain Research Reviews 50: 184–199. 2005. doi:10.1016/j.brainresrev.2005.05.008. 
  13. 13,0 13,1 Meyerson, Joseph; Gelkopf, Marc (2004). «Therapeutic Utilization of Spontaneous Out-of-Body Experiences in Hypnotherapy». American Journal of Psychotherapy 58 (1). https://www.questia.com/read/1P3-623520141. [νεκρός σύνδεσμος]
  14. 14,0 14,1 Cheyne, James Allan (Fall 2008). «When Is an OBE Not an OBE? A New Look at Out-of-Body Experiences». Skeptic. https://www.questia.com/read/1G1-190099336. [νεκρός σύνδεσμος]
  15. 15,0 15,1 Blanke, Olaf (December 2004). «Out Of Body Experiences And Their Neural Basis: They Are Linked To Multisensory And Cognitive Processing In The Brain». British Medical Journal 329 (7480): 1414–1415. doi:10.1136/bmj.329.7480.1414. «The reviewed evidence from neurological patients experiencing this striking dissociation between self and body shows that out of body experiences are culturally invariant phenomena that can be investigated scientifically.». 
  16. «SOBEs». Oberf.org. Ανακτήθηκε στις 6 Οκτωβρίου 2011. 
  17. Greyson Bruce (2003). «Near-Death Experiences in a Psychiatric Outpatient Clinic Population». Psychiatr Serv 54: 1649–1651. doi:10.1176/appi.ps.54.12.1649. https://archive.org/details/sim_psychiatric-services_2003-12_54_12/page/1649. 
  18. Mauro, James. (1992). Bright lights, big Mystery. Psychology Today.
  19. Metzinger (citing Alvarado), 2005 "Out-of-Body Experiences as the Origin of the Concept of a 'Soul' ", Mind & Matter 3(1), p. 65.
  20. Siegel Ronald (1980). «The Psychology of Life after Death». American Psychologist 35: 911–931. doi:10.1037/0003-066x.35.10.911. https://archive.org/details/sim_american-psychologist_1980-10_35_10/page/911. 
  21. Bressloff P. C, Cowan J. D, Golubitsky M, Thomas P J, Wiener M. (2002). «What geometric visual hallucinations tell us about the visual cortex». Neural Computation 14: 473–491. doi:10.1162/089976602317250861. PMID 11860679. 
  22. Shermer, Michael. (1997). Why People Believe Weird Things: Pseudoscience, Superstition, and Other Confusions of Our Time. Henry Holt and Company . p. 80. (ISBN 0-8050-7089-3)
  23. Hines, Terence. (2003). Pseudoscience and the Paranormal (2nd ed. ed.). Amherst, N.Y.: Prometheus Books. pp. 102-103. (ISBN 1-57392-979-4)
  24. Focus 10: Mind Awake/Body Asleep. Frederick Aardema (2012). Retrieved June 18, 2012
  25. Pre-Grams of Tomorrow dreams as pathway to a New World Perspective: Forrer, Kurt
  26. Hereward Carrington, Sylvan Muldoon. (1981). The Projection Of The Astral Body. Weiser Books. (ISBN 978-0-87728-069-9)
  27. "Journeys out of the Body", 1972, Robert Monroe, p. 207-210, (ISBN 0-285-62753-8)
  28. "Astral Dynamics: The Complete Book of Out-of-Body Experiences", 2009, Robert Bruce, p. 208-9, (ISBN 978-1-57174-616-0)
  29. The Vigil Method Αρχειοθετήθηκε 2018-03-21 στο Wayback Machine. Frederick Aardema (2012). Retrieved June 27, 2012.
  30. «Spirituality & The Brain». Shakti Technology. Ανακτήθηκε στις 6 Οκτωβρίου 2011. 
  31. Cheyne J. A.; Girard T. A. (2009). «The body unbound: vestibular-motor hallucinations and out-of-body experiences». Cortex 45 (2): 201–215. doi:10.1016/j.cortex.2007.05.002. PMID 18621363. 
  32. Nicholls, Graham. (2012). Navigating the Out-of-Body Experience: Radical New Techniques. Llewellyn Publications. (ISBN 978-0738727615)
  33. Irwin, Harvey. (1985). Flight of Mind: A Psychological Study of the Out-Of-Body Experience. Metuchen, NJ: Scarecrow Press. (ISBN 978-0810817371)
  34. «Out of Body, Roger». Ανακτήθηκε στις 12 Δεκεμβρίου 2014. 
  35. «Creating The Illusion Of A Different Body». 2011-02-25. https://www.npr.org/2011/02/25/134059271/creating-the-illusion-of-a-different-body. Ανακτήθηκε στις 2014-12-12. 
  36. Blackmore, Susan. (2002). Out-of-Body Experiences. pp. 164-169. In Michael Shermer. The Skeptic Encyclopedia of Pseudoscience. ABC-CLIO. (ISBN 978-1576076538)
  37. Richet, C. (1887). L 'homme et l'intelligence: Fragments de physiologie et de psychologie (2nd ed.). Paris: Felix Alcan.
  38. Richet, C. (1922). Traith de metapsychique. Paris: Felix Alcan.
  39. Hyslop J. H. (1912). «A review, a record and a discussion». Journal of the American Society for Psychical Research 6: 490–516. https://archive.org/details/sim_journal-of-the-american-society-for-psychical-research_1912-08_6_8/page/490. 
  40. Osty, E. (1930). La vision de soi. Revue metapsychique. No. 3, 185-197.
  41. Schmeing, K. (1938). Flugtraiume und "Exkursion des Ich. Archiv für die Gesamte Psychologie.
  42. Tyrrell, G. N. M. (1953). Apparitions. London: Gerald Duckworth. (Originally published, 1942.)
  43. Rawcliffe, D.H. (1959). Illusions and Delusions of the Supernatural and the Occult. New York, NY: Dover. (Original work published 1952).
  44. Horowitz, M. J. (1970). Image formation and cognition. New York: Appleton-Century-Crofts.
  45. Whitlock F. A. (1978). «The psychiatry and psychopathology of paranormal phenomena». Australian and New Zealand Journal of Psychiatry 12: 11–19. doi:10.3109/00048677809159583. 
  46. Fodor, N. (1959). The Haunted Mind. New York: Helix Press.
  47. Ehrenwald J (1974). «Out-of-the-body experiences and the denial of death». Journal of Nervous and Mental Disease 159: 227–233. doi:10.1097/00005053-197410000-00001. 
  48. Hebb D. O. (1960). «The American Revolution». American Psychologist 15: 735–745. doi:10.1037/h0043506. https://archive.org/details/sim_american-psychologist_1960-12_15_12/page/735. 
  49. Burt, C. (1968). Psychology and Psychical Research. London: Society for Psychical Research.
  50. Sagan, C. (1977). Broca's Brain. Random House.
  51. Honegger, B. (1983). The OBE as a near-birth experience. In Roll, W. G., Beloff, J., and White, R. A. (Eds.), Research in Parapsychology. Scarecrow Press. pp. 230-231.
  52. Blackmore, Susan (1978). Parapsychology and out-of-the-body experiences. London: Transpersonal Books/Society for Psychical Research.
  53. Sheikh, Anees. (1983). Imagery: Current Theory, Research, and Application. John Wiley & Sons. p. 372. "Blackmore (1978) reviewed the evidence that indicates that out-of-the- body experiences have the following characteristics that can be expected of hallucinatory fantasies: (1) imaginary perceptions; (2) errors in perception; (3) perceptual distortions (such as seeing through things); (4) instantaneous traveling to distant locations; and (5) fantasy like perceptions of self such as not having a body, having a replica of one's body, and perceiving oneself as a point or a ball of light. She concluded from the data that out-of-the-body experiences should be viewed as hallucinatory fantasies."
  54. Siegel R. K. (1980). «The Psychology of Life After Death». American Psychologist 35: 911–931. doi:10.1037/0003-066x.35.10.911. https://archive.org/details/sim_american-psychologist_1980-10_35_10/page/911. 
  55. Myers. S. A., Austrin, H. R., Grisso, J. T., & Nickeson, R. C. (1983). Personality Characteristics as related to the out-of-body experience. Journal of Parapsychology, 47. 131-144.
  56. Wilson, S. C., & Barber T. X. (1982). The fantasy-prone personality: Implications for understanding imagery, hypnosis, and parapsychological phenomena. In A. A. Sheikh (Ed.) Imagery: Current theory, Research and Application. New York: John Wiley.
  57. Gow, K., Lang, T. and Chant, D. (2004). Fantasy proneness, paranormal beliefs and personality features in out-of-body experiences. Contemp. Hypnosis, 21: 107–125.
  58. Parra, Alejandro. (2009). Out-of-Body Experiences and Hallucinatory Experiences: A Psychological Approach. Journal: Imagination, Cognition and Personality, vol. 29, no. 3, pp. 211-223
  59. Hines, Terence. (2003). Pseudoscience and the Paranormal. Prometheus Books. pp. 104-106. (ISBN 1-57392-979-4)
  60. S. Bünning and O. Blanke. The out-of body experience: precipitating factors and neural correlates. Progress in Brain Research, vol. 150, p. 331-50, 2005
  61. 61,0 61,1 «Out-of-body experience recreated». BBC News. August 24, 2007. http://news.bbc.co.uk/2/hi/health/6960612.stm. Ανακτήθηκε στις May 20, 2010. 
  62. Blakeslee, Sandra (2006-10-03). «Out-of-Body Experience? Your Brain Is to Blame». Nytimes.com. https://www.nytimes.com/2006/10/03/health/psychology/03shad.html?pagewanted=1&_r=1. Ανακτήθηκε στις 2011-10-06. 
  63. Wiseman, Richard. (2011). Paranormality: Why We See What Isn't There. Macmillan. p. 60. (ISBN 978-0-230-75298-6)
  64. Braithwaite Jason J.; Samson Dana; Apperly Ian; Broglia Emma; Hulleman Johan (2011). «Cognitive correlates of the spontaneous out-of-body experience (OBE) in the psychologically normal population: Evidence for an increased role of temporal-lobe instability, body-distortion processing, and impairments in own-body transformations». Cortex 47: 839–853. doi:10.1016/j.cortex.2010.05.002. PMID 20598679. 
  65. "Out-of-body experiences linked to neural instability and biases in body representation". Science Daily.
  66. Braithwaite J.J., James K., Dewe H., Medford N., Takahashi C., Kessler K. (2013). «Fractionating the unitary notion of dissociation: Disembodied but not embodied dissociative experiences are associated with exocentric perspective-taking». Frontiers in Neuroscience 7: 719. doi:10.3389/fnhum.2013.00719. 
  67. Ronald Pearsall. (1972). The Table-Rappers. Book Club Associates. p. 197. (ISBN 978-0750936842)
  68. Alexander Taylor Innes. (1887). Where Are the Letters? A Cross-Examination of Certain Phantasms. Nineteenth Century 22: 174-194.
  69. Charles Sanders Peirce. (1958). Collected Papers of Charles Sanders Peirce, Volume 4. Harvard University Press. p. 360
  70. Powell, Arthur. (1927). Astral Body and Other Astral Phenomena. Kessinger Publishing. (ISBN 978-1162570952)
  71. Muldoon, S. (1936). The Case for Astral Projection. Chicago: Ariel Press. (ISBN 978-1162738680)
  72. Bozzano, Ernesto. (1938). Discarnate Influences in Human Life. London: John M. Watkins.
  73. Murphy, G., with Dale, L. (1961). Challenge of Psychical Research. New York: Harper & Row.
  74. 74,0 74,1 Wiseman, Richard. (2011). Paranormality: Why We See What Isn't There. Macmillan. pp 44-45. (ISBN 978-0-230-75298-6)
  75. Ebbern, Hayden; Mulligan, Sean; Beyerstein, Barry. (1996). Maria's Near-Death Experience: Waiting for the Other Shoe to Drop. Skeptical Inquirer 20: 27-33.
  76. Green, C.E. (1968). Out-of-the-Body Experiences. London: Hamish Hamilton.
  77. «preliminary findings». Out-of-body-experience.org. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25 Σεπτεμβρίου 2008. Ανακτήθηκε στις 6 Οκτωβρίου 2011. 
  78. «Out-of-body experience and arousal». Neurology.org. 6 Μαρτίου 2007. Ανακτήθηκε στις 6 Οκτωβρίου 2011. 
  79. Highfield, Roger. (2007). What really happens in out of body experiences. The Telegraph.
  80. Zusne, Leonard; Jones, Warren. (1989). Anomalistic Psychology: A Study of Magical Thinking. Lawrence Erlbaum Associates. p. 126. (ISBN 0-8058-0508-7)
  81. Robert Todd Carroll. (2003). The Skeptic's Dictionary. Wiley. p. 110. (ISBN 0-471-27242-6)
  82. Alcock, James. (1981). Parapsychology-Science Or Magic?: A Psychological Perspective. Pergamon Press. pp. 130-131. (ISBN 978-0080257730)
  83. Gardner, Martin. (1989). How Not To Test A Psychic: 10 Years of Remarkable Experiments with Renowned Clairvoyant Pavel Stepanek. Prometheus Books. p. 246. (ISBN 0-87975-512-1)
  84. Blackmore, Susan. (1986). The Adventures of a Parapsychologist. Prometheus Books. p. 176. (ISBN 0-87975-360-9)
  85. De Ridder D, Van Laere K, Dupont P, Menovsky T, Van de Heyning P. Visualizing out-of-body experience in the brain. N Engl J Med. 2007 Nov 1;357(18):1829–33.
  86. Blackmore, S. (1992). Beyond the body: An investigation of out of body experiences. Chicago: Academy Chicago Publishers.
  87. Irwin, H.J. (1985). Flight of Mind: a psychological study of the out-of-body experience. Metuchen, New Jersey: The Scarecrow Press.
  88. Green C.E. (1968). Out-of-the-Body Experiences. London: Hamish Hamilton.
  89. McCreery, C. (1997). Hallucinations and arousability: pointers to a theory of psychosis. In Claridge, G. (ed.): Schizotypy, Implications for Illness and Health. Oxford: Oxford University Press.
  90. McCreery, C. (2008). Dreams and psychosis: a new look at an old hypothesis. Psychological Paper No. 2008–1. Oxford: Oxford Forum. Online PDF Αρχειοθετήθηκε 2019-02-04 στο Wayback Machine.
  91. Oswald, I. (1962). Sleeping and Waking: Physiology and Psychology. Amsterdam: Elsevier.
  92. Laboratory of Cognitive Neuroscience at Ecole Polytechnique Federeale de Lausanne: http://lnco.epfl.ch/
  93. Out-of-Body Experiences. «All in the Brain? By Jan Holden, EdD, Jeff Long, MD, and Jason MacLurg, MD». Vital Signs 21 (3). 
  94. Blanke, O., Mohr, C., Michel, C. M., Pascual-Leone, A., Brugger, P., Seeck, M., et al. (2005). Linking out-of-body experience and self processing to mental own-body imagery at the temporoparietal junction. Journal of Neuroscience, 25(3); doi:10.1523/JNEUROSCI.2612-04.2005. [1]
  95. Arzy, S.; Thut, G.; Mohr, C.; Michel, C.M.; Blanke, O. (2006). «Neural basis of embodiment: Distinct contributions of temporoparietal junction and extrastriate body area». Journal of Neuroscience 26 (31): 8074–8081. doi:10.1523/JNEUROSCI.0745-06.2006. PMID 16885221. 
  96. Blanke, O.; Arzy, S. (2005). «The out-of-body experience: Disturbed self-processing at the temporo-parietal junction». Neuroscientist 11 (1): 16–24. doi:10.1177/1073858404270885. PMID 15632275. 
  97. Lenggenhager (2007). «Video Ergo Sum: Manipulating Bodily Self-Consciousness». Science 317: 1096–1099. doi:10.1126/science.1143439. PMID 17717189. https://infoscience.epfl.ch/record/154869/files/2007_Lenggenhager_S_video%20ergo%20sum-manipulating%20bodily%20self-consciousness.pdf. 
  98. Ehrsson H.H. (2007). «The Experimental Induction of Out-of-Body Experiences». Science 317: 1048. doi:10.1126/science.1142175. 
  99. First out-of-body experience induced in laboratory setting Αρχειοθετήθηκε 2017-06-30 στο Wayback Machine., August 23, 2007, EurekAlert!
  100. «"Out of Body. Be Back Soon.", EnlightenmentNext, Feb–April 2008». Enlightennext.org. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Δεκεμβρίου 2008. Ανακτήθηκε στις 6 Οκτωβρίου 2011. 
  101. 101,0 101,1 101,2 Jane Dreaper. (2008). "Study into near-death experiences". BBC News. Retrieved 2014-06-03.
  102. AWARE Study Update 2014. Published online at Horizon Research Foundation.
  103. Bowman, Lee (December 20, 2013). «Scientists looking closer at what happens when body dies; edge closer to new understanding». Scripps Howard News Service. WEWS-TV. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις December 23, 2013. https://web.archive.org/web/20131223021330/http://www.newsnet5.com/news/science-tech/scientists-looking-closer-at-what-happens-when-body-dies. Ανακτήθηκε στις 2014-05-24. 
  104. Mays, Robert George; Mays, Suzanne B. (2015-12-01). Explaining Near-Death Experiences: Physical or Non-Physical Causation?. 33. ISSN 0891-4494. https://www.researchgate.net/publication/285270546_Explaining_Near-Death_Experiences_Physical_or_Non-Physical_Causation. 
  105. Parnia et al. (2014). "AWARE—AWAreness during REsuscitation—A prospective study". Resuscitation.
  106. "One not too impressive study does not prove life after death" Αρχειοθετήθηκε 2014-12-16 στο Wayback Machine.. Doubtful News.
  107. "No, this study is not evidence for "life after death". James Randi Educational Foundation.
  108. «Astral body in the Historical Terms Glossary from the website of the Parapsychological Association, retrieved August 26, 2007». Parapsych.org. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Φεβρουαρίου 2003. Ανακτήθηκε στις 6 Οκτωβρίου 2011. 

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]