Εξομολόγηση τα μεσάνυχτα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Εξομολόγηση τα μεσάνυχτα
Μπιστρό στη συνοικία του λόφου Σαιν-Ζενεβιέβ στο Παρίσι το 1913
ΣυγγραφέαςΖωρζ Ντυαμέλ
ΤίτλοςConfession de minuit
ΓλώσσαΓαλλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1927
Πρώτη έκδοσηFayard

Εξομολόγηση τα μεσάνυχτα (γαλλικός τίτλος: Confession de minuit) είναι μυθιστόρημα του Ζωρζ Ντυαμέλ που εκδόθηκε το 1920, το πρώτο από τα πέντε μυθιστορήματα που συνθέτουν τον μυθιστορηματικό κύκλο Ζωή και περιπέτειες του Σαλαβέν. Ο Ντυαμέλ εισάγει στη γαλλική λογοτεχνία του 20ού αιώνα τον χαρακτήρα του αντι-ήρωα που παλεύει με τα αδιέξοδα του σύγχρονου κόσμου, τα υπαρξιακά και οικουμενικά του προβλήματα, θέματα που επανεμφανίζονται αργότερα σε έργα του Σαρτρ και του Αλμπέρ Καμύ.[1]

Το 1950, το μυθιστόρημα συμπεριλήφθηκε στον κατάλογο των βραβευμένων έργων με το Μεγάλο Βραβείο των καλύτερων μυθιστορημάτων του πρώτου μισού του 20ού αιώνα.[2]

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο 30χρονος Λουί Σαλαβέν ζει στο Παρίσι, στη συνοικία του λόφου Σαιν-Ζενεβιέβ στην αριστερή όχθη, και εργάζεται σαν υπάλληλος γραφείου. Ένα πρωί, μη μπορώντας να αντισταθεί σε μια παράξενη παρόρμηση, αγγίζει τον λοβό του αυτιού του κυρίου Σιρό, διευθυντή της εταιρείας του. Γι' αυτήν την παράλογη πράξη, ο Σαλαβέν χάνει τη δουλειά του και σιγά-σιγά απογοητευμένος, αφήνεται να γλιστρήσει στην κατάθλιψη, την τεμπελιά και την απέχθεια για τον εαυτό του. Έτσι, παραμένει απομονωμένος στο δωμάτιό του στο μικρό διαμέρισμα που μοιράζεται με τη μητέρα του, η οποία τον προσέχει και είναι στοργική μαζί του. Σκέφτεται πολύ, βασανίζεται από διάφορους στοχασμούς γεμάτος ενοχές, όνειρα και μονόλογους, αλλά δεν ενεργεί. Αναγκάζοντας τελικά τον εαυτό του να σηκωθεί από τον καναπέ του, το μόνο μέρος όπου έβρισκε καταφύγιο για να σκεφθεί, ο Σαλαβέν περιπλανιέται στους δρόμους του Παρισιού, μερικές φορές για να βρει δουλειά, υπόθεση δύσκολη, και άλλες φορές για να ξεφύγει από τις σκέψεις του και τους φίλους του.[3]

Μετά από έξι μήνες αδράνειας, ο μοναδικός πραγματικός φίλος του ο Οκτάβ Λανού, τον προσκαλεί για φαγητό την ημέρα των Χριστουγέννων. Βλέποντας τη μασχάλη της συζύγου του Οκτάβ, ο Σαλαβέν καταλαμβάνεται από μια νέα ξαφνική παρόρμηση. Βασανισμένος από τις ερωτικές φαντασιώσεις που του προκάλεσε το θέαμα, εγκαταλείπει αμέσως το γεύμα. Το ίδιο βράδυ, όταν επιστρέφει σπίτι, πρέπει επιπλέον να αντιμετωπίσει την πρόταση της μητέρας του να παντρευτεί τη Μαργκερίτ, μια μοδίστρα που μένει στο ίδιο κτήριο και που του αρέσει πολύ. Ο Σαλαβέν εγκαταλείπει οριστικά το σπίτι και τη ζωή που έκανε μέχρι τότε και αργά το βράδυ, σε ένα μπιστρό, εξομολογείται στον αναγνώστη την παράξενη ιστορία του.[1]

Στη Νέα συνάντηση του Σαλαβέν, μια νέα προσθήκη στο τέλος του μυθιστορήματος, ο Σαλαβέν παρουσιάζεται παντοδύναμος, ικανός να αποφασίσει για τη ζωή, τη δική του και των ανθρώπων γύρω του. Ξεπερνά τη μοιρολατρία του, αποκτά εργασία και χρήματα, αλλά απελπισμένος από τη δύναμή του, οδηγείται στην αυτοκτονία. Ξαφνικά, ξυπνά και συνειδητοποιεί ότι όλα ήταν ένα όνειρο. Μεθυσμένος από το αλκοόλ και κουρασμένος, είχε αποκοιμηθεί στο τραπέζι του μπιστρό.[4]

Επίδραση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Εξομολόγηση τα μεσάνυχτα θεωρείται έργο-πρόδρομος των υπαρξιακών θεμάτων που θα αναπτυχθούν αργότερα από τον Ζαν-Πωλ Σαρτρ στη Ναυτία (1938) και τον Αλμπέρ Καμύ στην Πτώση (1956).[5]

Ταινία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1963 το μυθιστόρημα διασκευάστηκε σε κινηματογραφική ταινία με τίτλο Οι περιπέτειες του Σαλαβέν και υπότιτλο Η εξομολόγηση τα μεσάνυχτα, σε σκηνοθεσία Πιέρ Γκρανιέ-Ντεφέρ.[6]

Μετάφραση στα ελληνικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Μεσονυχτιάτικη εξομολόγηση, μετάφραση: Σπύρου Σκιαδαρέση, εκδόσεις: Γεωργίου Παπαδημητρίου, 1953

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]