Εντομοφάγο
Εντομοφάγο είναι ένα σαρκοφάγο ζώο ή φυτό που τρέφεται αποκλειστικά, ή κυρίως, με έντομα.[1]
Τα πρώτα σπονδυλωτά εντομοφάγα ήταν αμφίβια. Όταν εξελίχθηκαν πριν από 400 εκατομμύρια χρόνια, τα πρώτα αμφίβια ήταν ιχθυοφάγα, με πολυάριθμα οξεία κωνικά δόντια, παρόμοια με ένα σύγχρονο κροκόδειλο. Η ίδια διάταξη δοντιών είναι ωστόσο κατάλληλη και για την κατανάλωση ζώων με εξωσκελετό και έτσι η ικανότητα της κατανάλωσης εντόμων είναι μια επέκταση της ιχθυοφαγίας.[2]
Κάποτε, τα εντομοφάγα θηλαστικά ταξινομούνταν επιστημονικά σε μια τάξη που ονομάζεται insectivora. Αυτή η τάξη έχει εγκαταλειφθεί τώρα, καθώς δεν είναι όλα τα εντομοφάγα θηλαστικά στενά συγγενικά. Τα περισσότερα είδη από την τάξη insectivora έχουν αναταξινομηθεί. Εκείνα που δεν έχουν ακόμη αναταξινομηθεί και διαπιστώθηκε ότι είναι πραγματικά συναφή μεταξύ τους παραμένουν στην τάξη ευλιπότυφλα.
Αν και τα έντομα είναι μικρά, υπάρχουν σε τεράστιο αριθμό. Τα έντομα αποτελούν ένα πολύ μεγάλο μέρος της ζωικής βιομάζας σε σχεδόν όλα τα μη θαλάσσια, μη πολικά περιβάλλοντα. Έχει εκτιμηθεί ότι η παγκόσμια βιομάζα των εντόμων κυμαίνεται στην περιοχή των 1012 kg (1 δισεκατομμύριο τόνους) με εκτιμώμενο πληθυσμό 1018 (1 δισ. δισεκατομμύρια) οργανισμούς.[3] Πολλά πλάσματα εξαρτώνται από τα έντομα για την πρωταρχική τους διατροφή, και πολλά που δεν εξαρτώνται (και επομένως δεν είναι τεχνικά εντομοφάγα) χρησιμοποιούν εντούτοις τα έντομα σαν συμπλήρωμα πρωτεϊνών, ιδιαίτερα όταν αναπαράγουν.[4]
Παραδείγματα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παραδείγματα εντομοφάγων περιλαμβάνουν διαφορετικά είδη κυπρίνων, οπόσουμ, βατράχων, σαυρών (π.χ. χαμαιλέοντας, γκέκο), αηδονιών, χελιδονιών, ταχυγλωσσιδών,[5] νούμπατ, μυρμηγκοφάγων, αρμαντίλο, ορυκτερόπους, παγκολίνων, άαρντ-γουλφ,[6] νυχτερίδων και αράχνων. Ακόμη και μεγάλα θηλαστικά καταγράφονται ως εντομοφάγα. Η αρκούδα του μελιού είναι ίσως το μεγαλύτερο εντομοφάγο.[4] Τα έντομα μπορούν επίσης να είναι εντομοφάγα. Παραδείγματα είναι οι λιβελούλες, οι σέρσεγκες, οι κοκκινελίδες, οι ασιλίδες και τα μαντώδη.[7] Η εντομοφαγία περιλαμβάνεται επίσης σε διάφορους βαθμούς μεταξύ των πρωτευόντων, όπως ο σκιουροπίθηκος, ο ταμαρίνος, ο τάρσιος, ο γαλάγος και το άι-άι.[8][9] Υπάρχουν κάποιες υποθέσεις ότι τα πρώτα πρωτεύοντα ήταν νυκτόβια, δενδρόβια εντομοφάγα.[10]
Εντομοφάγα φυτά
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τα εντομοφάγα φυτά είναι φυτά που λαμβάνουν μερικά από τα θρεπτικά συστατικά τους από την παγίδευση και την κατανάλωση ζώων ή πρωτόζωων. Το όφελος που αποκομίζουν από το θήραμα τους ποικίλλει σημαντικά. Σε ορισμένα είδη, μπορεί να περιλαμβάνει ένα μικρό μέρος της πρόσληψης θρεπτικών συστατικών τους και σε άλλα μπορεί να είναι μια αναπόσπαστη πηγή θρεπτικών συστατικών. Κατά κανόνα, ωστόσο, τέτοια ζωική τροφή, όσο πολύτιμη και αν είναι ως πηγή ορισμένων κρίσιμων μεταλλικών συστατικών, δεν είναι η κύρια πηγή ενέργειας των φυτών, την οποία γενικά αποφέρουν κυρίως από τη φωτοσύνθεση.[11]
Τα εντομοφάγα φυτά μπορεί να καταναλώνουν έντομα και άλλα ζωικά υλικά που παγιδεύουν κατά τύχη. Ωστόσο, τα περισσότερα είδη στα οποία η τροφή αυτή αποτελεί σημαντικό μέρος της πρόσληψής τους είναι ειδικά, συχνά εντυπωσιακά, προσαρμοσμένη για να προσελκύουν και να εξασφαλίζουν επαρκείς προμήθειες. Τα θηράματά τους συνήθως, αλλά όχι αποκλειστικά, περιλαμβάνουν έντομα και άλλα αρθρόποδα. Τα φυτά που είναι ιδιαίτερα προσαρμοσμένα στην εξάρτηση από ζωική τροφή χρησιμοποιούν μια ποικιλία μηχανισμών για να εξασφαλίσουν το θήραμά τους, όπως παγίδες, κολλητικές επιφάνειες, κ.α.[11] Επίσης, φαίνεται να προσαρμόζονται για να αναπτυχθούν σε μέρη όπου το έδαφος είναι λεπτό ή φτωχό σε θρεπτικά συστατικά, ειδικά σε άζωτο, όπως όξινους τυρφώνες και βραχώδη επανθήματα.[11]
Δείτε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Miller, George A. (2009). «Article for insectivorous». WordNet. Princeton University. Ανακτήθηκε στις 1 Απριλίου 2010.
- ↑ Sahney, S.; Benton, M.J.; Falcon-Lang, H.J. (2010). «Rainforest collapse triggered Pennsylvanian tetrapod diversification in Euramerica» (PDF). Geology 38 (12): 1079–1082. doi: . Bibcode: 2010Geo....38.1079S. http://geology.geoscienceworld.org/cgi/content/abstract/38/12/1079.
- ↑ Dudley, Robert (2002). «Flight and the Pterygote Insecta». The Biomechanics of Insect Flight: Form, function, evolution. Princeton University Press. σελίδες 3–35. ISBN 978-0-691-09491-5.
- ↑ 4,0 4,1 Whitney, Stephen R.· Sandelin, R. (2004). Field Guide to the Cascades & Olympics. The Mountaineers Books. σελ. 317. ISBN 978-0-89886-808-1. Ανακτήθηκε στις 1 Απριλίου 2010.
- ↑ «"Long-beaked Echidna (Zaglossus bruijni)" (entry)». animalinfo.org. West of Scotland & Ayr Group. Ανακτήθηκε στις 1 Απριλίου 2010.
- ↑ Holekamp, Kay E. «Aardwolf (Proteles cristata)». www.animalinfo.org. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 17 Απριλίου 2010. Ανακτήθηκε στις 1 Απριλίου 2010.
- ↑ Hill, Dennis S. (1997). The Economic Importance of Insects. Springer. σελ. 198. ISBN 978-0-412-49800-8. Ανακτήθηκε στις 1 Απριλίου 2010.
- ↑ Stetoff, Rebecca (2006). The Primate Order. Marshall Cavendish. σελ. 92. ISBN 978-0-7614-1816-0.
- ↑ Jones, S., επιμ. (1994). The Cambridge Encyclopedia of Human Evolution. Cambridge, UK: Cambridge University Press. ISBN 0-521-32370-3.
- ↑ Weiss, M.L.· Mann, A.E. (1985). Human Biology and Behaviour: An anthropological perspective. Boston, MA: Little Brown & Co. ISBN 0-673-39013-6.
- ↑ 11,0 11,1 11,2 Slack, Adrian· Gate, Jane (2000). Carnivorous Plants. MIT Press. ISBN 978-0-262-69089-8.