Ελεφαντοστέινο Ρωμανού

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο Χριστός ευλογεί το ζεύγος. Επιγραφές: IC XC, ΡΩΜΑΝΟC BACIΛEYC ΡΩΜΑΙΩΝ, ΕΥΔΟΚΙΑ ΒΑCΙΛΙC ΡΩΜΑΙΩΝ.

Το ελεφαντοστέινο του Ρωμανού είναι ένα σκαλιστό ανάγλυφο ελεφαντόδοντο από τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία με μέγεθος 24,6 Χ 15,5 εκ. και 1,2 εκ. πάχος. [1] Το πλαίσιο βρίσκεται στο Δωμάτιο των Μεταλλίων, στην Εθνική Βιβλιοθήκη στο Παρίσι. Στις επιγραφές αναφέρονται οι μορφές του Αυτοκράτορα Ρωμανού και της συζύγου του Ευδοκίας, που ευλογούνται από τον Χριστό. Ωστόσο, υπήρχαν δύο αυτοκρατορικά ζευγάρια με αυτά τα ονόματα και οι μελετητές δεν έχουν ακόμη συμφωνήσει ποιο παρίσταται. Αρχικά θεωρήθηκε ότι είναι ο Ρωμανός Δ΄ Διογένης με την Ευδοκία Μακρεμβολίτισσα και επομένως χρονολογήθηκε το διάστημα 1068-1071. Ωστόσο ανακαλύψεις άλλων σκαλιστών ανάγλυφων έργων τον 20ο αιώνα, οδήγησαν τους ερευνητές να πιστεύουν ότι αντιπροσωπεύει τον παλαιότερο Ρωμανό Β' των Μακεδόνων και την Ευδοκία της Προβηγκίας (Βέρθα των Μποζονιδών), αλλάζοντας την ημερομηνία δημιουργίας σε κάπου μεταξύ 945-949. [2]

Ο Ρωμανός Δ΄ Διογένης και η Ευδοκία η Μακρεμβολίτισσα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μέχρι το 1926, αυτό το πλαίσιο εθεωρείτο ότι απεικόνιζε τη στέψη ή / και το γάμο του Ρωμανού Δ΄ Διογένη με την Ευδοκία Μακρεμβολίτισσα, κυρίως λόγω της επιγραφής επάνω από το κεφάλι της Ευδοκίας, που γράφει «Βασιλίς Ρωμαίων». Η Βασίλισσα (και όχι Αυγούστα) ήταν ένας τίτλος, που χρησιμοποιείτο μόνο από γυναίκες, οι οποίες ήταν αντιβασίλισσες για τους ανήλικους γιους τους και τέτοια ήταν η Ευδοκία η Μακρεμβολίτισσα κατά τη στιγμή του 2ου γάμου της με τον Ρωμανό Δ΄ Διογένη. Ο όρος χρησιμοποιήθηκε μόνο από δύο άλλες γυναίκες, που και οι δύο ανέλαβαν το θρόνο ως μόνες ηγεμόνες (αντιβασίλισσες) για τους γιους τους κατά τη διάρκεια της ζωής τους. Η εικόνα αυτής της διπλής στέψης χρησιμοποιήθηκε επίσης στις σφραγίδες και τα νομίσματα της Ρωμανίας για την προώθηση της εξουσίας της Ευδοκίας και τη νομιμοποίηση του Ρωμανού Δ΄ ως Αυτοκράτορα.

Ο Ρωμανός Β΄ των Μακεδόνων και η Ευδοκία της Προβηγκίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η σύγχρονη έρευνα σε αυτό το κομμάτι υποστηρίζει ότι το έργο αυτό αντιπροσωπεύει τη στέψη το Πάσχα του 945 του συναυτοκράτορα Ρωμανού Β΄ και της νεαρής συζύγου του, Βέρθας της Προβηγκίας (μετονομάστηκε σε Ευδοκία κατά την άφιξή της στην Αυλή). Αναφέροντας ότι «οι Αυτοκράτορες φαίνονται πάντα λίγο πολύ όπως έδειχναν», οι μελετητές επισημαίνουν το γεγονός ότι, ο Ρωμανός που απεικονίζεται στο ελεφαντοστέινο, είναι αγένειος και ως εκ τούτου είναι πιο πιθανό να είναι ο Ρωμανός Β', ο οποίος ήταν μόλις 6 ετών την εποχή της στέψης του το 945. Αντίθετα, ο μεταγενέστερος Ρωμανός Δ΄ θα ήταν περίπου 30 ετών και θα είχε πλήρες γένειο. Υπάρχει επίσης κάποια νύξη για τα «παιδικά χαρακτηριστικά» της μορφής της Ευδοκίας. [3] Η ένδυση του ζευγαριού ευνοεί επίσης τη θεωρία υπέρ του Ρωμανού Β΄, καθώς ο Ρωμανός φαίνεται να φοράει τον λώρον, ενώ η Ευδοκία φοράει ιμάτιο, που σημαίνει ότι είναι υποδεέστερη σε θέση, από ότι η Αυτοκράτειρα Ελένη Λεκαπηνή (μητέρα του Ρωμανού Β΄). [4] Θεωρείται λοιπόν ότι αυτό είναι το μόνο σωζόμενο Αυτοκρατορικό πορτρέτο, όπου ο Χριστός στέφει έναν συναυτοκράτορα και τη σύζυγο αυτού.

Η τεχνοτροπία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κάποιοι ερευνητές συνδέουν την τεχνική του ελεφαντοστέινου του Ρωμανού με άλλα σωζώμενα έργα βυζαντινής τέχνης, που χρονολογούνται με σιγουριά στον 10ο αι. Μία πλάκα ελεφαντόδοντου, που παρήγγειλε ως μέρος μίας επιστολής ο Ζίγκεμπερτ επίσκοπος του Μίντεν (1022-1036), είναι μέρος ενός τέτοιου συνόλου και ο Cutler δηλώνει ότι «εάν το κεντρικό τμήμα του τριπτύχου είχε φτάσει στη Δύση πριν από το τέλος του Ζίγκεμπερτ του Mίντεν το 1036, έπεται ότι το ελεφαντοστέινο του Ρωμανού δεν θα μπορούσε να κατασκευαστεί το δεύτερο μισό του 11ου αι. " [5] Αυτός ο ισχυρισμός ταιριάζει επίσης με άλλες παρατηρήσεις, ότι το μέταλλο και ο στεατίτης επροτιμώντο έναντι του ελεφαντόδοντου ως υλικό ως τον 11ο αι. [6] Προς το παρόν δεν υπάρχουν άλλα καταγεγραμμένα έργα, που να παρουσιάζεται μία σύζυγος ενός Αυτοκράτορα, ούτε ένας συναυτοκράτορας χωρίς τον Αυτοκράτορα. [7]

Ωστόσο άλλοι σημειώνουν ότι το ανάγλυφο από ελεφαντόδοντο μοιάζει περισσότερο με άλλα έργα, που χρονολογούνται στο δεύτερο ήμισυ του 11ου αι., όπως το Τρίπτυχο Αρμπαβίλ και τουλάχιστον δύο άλλα βυζαντινά Τρίπτυχα, παρατηρώντας ότι τα ανάγλυφα του 10ου αι. ήταν πιο επίπεδα και χρησιμοποιούσαν λιγότερες εσοχές από αυτές που φαίνονται στο ελεφαντοστέινο του Ρωμανού. Οι τύποι των προσώπων και άλλες στυλιστικές λεπτομέρειες έχουν επίσης σχέση με έργα του τέλους του 11ου αι. [8]

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Parani, Maria G. "The Romanos Ivory and the New Tokali Kilise: Imperial Costume as a Tool for Dating Byzantine Art"(2001). Cahiers archéologiques. Fin de l'antiquité et moyen-âge vol. 49 (2001) p. 15-28
  2. Kalavrezou-Maxeiner, Ioli. "Eudokia Makrembolitissa and the Romanos Ivory." Dumbarton Oaks Papers 31: 305-25.
  3. Cutler, Anthony. “The Date and Significance of the Romanos Ivory,” in Byzantine East, Latin West: Art Historical Studies in Honor of Kurt Weitzmann, ed. Doula Mouriki et al. (Princeton: Department of Art and Archaeology, Princeton University, 1995), 605–10.
  4. Pariani, 21
  5. Cutler, Anthony. "A Byzantine Triptych in Medieval Germany and Its Modern Recovery." Gesta 37.1 (1998): 3-12.
  6. Cormack, Robin. Byzantine Art. Oxford: Oxford UP, 2000.
  7. Kalavrezou-Maxeiner, 310
  8. Kalavrezou-Maxeiner, 322-23