Ελαιόπρινος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ελαιόπρινος
Φύλλα και καρπός του φυτού Ilex aquifolium (Ελαιόπρινος ο οξύφυλλος)[1]
Φύλλα και καρπός του φυτού Ilex aquifolium (Ελαιόπρινος ο οξύφυλλος)[1]
Συστηματική ταξινόμηση
Σύστημα: κατά CRONQUIST, 1981
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Magnoliophyta)
Ομοταξία: Δικοτυλήδονα (Magnoliopsida)
Τάξη: Οξυφυλλώδη (Aquifoliales)
Οικογένεια: Οξυφυλλοειδή (Aquifoliaceae)
DC. ex A.Rich.
Γένος: Ilex (Ελαιόπρινος - και Ίληξ ; )
L.
είδη

γύρω στα 600

Ο ελαιόπρινος (Λατ.: Ilex - Ίληξ), αναφερόμενος συχνά στα ελληνικά και ως λιόπρινο, αρκουδοπούρναρο, λαύρος και μηλοπούρναρο,[1] ή και ως «ου» (από το γαλλικό houx)[2], είναι γένος φυτών της οικογένειας των Οξυφυλλοειδών (Aquifoliaceae) που περιλαμβάνει πολυάριθμα είδη αειθαλών ή φυλοβόλλων θάμνων και δένδρων, με ευρεία εξάπλωση στην Ευρώπη, την Ασία και την βορειοδυτική Αφρική.

Περιγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Φέρουν απλά, οδοντωντά φύλλα με αγκαθωτές παρυφές και συνήθως είναι δίοικα δηλαδή φέρουν μονογενή αρσενικά και θηλυκά άνθη σε διαφορετικά φυτά. Ο καρπός τους βοτανολογικά είναι δρύπη που τρώγεται από τα πουλιά, αλλά είναι τοξικός και μπορεί να προκαλέσει έμετους, κενώσεις ή σε μεγάλες ποσότητες ακόμα και το θάνατο αν καταναλωθεί από τον άνθρωπο. Κάποια τροπικά είδη απειλούνται με εξαφάνιση.[3]

Ονοματολογικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ονομασία του γένους Ilex, που αποδίδεται στα ελληνικά σε ορισμένα βιβλία, κυρίως παλιά, ως ἴληξ ή ἴλεξ,[4] όπως και ἴλαξ,[εκκρεμεί παραπομπή] προέρχεται από το λατινικό ilex (ονόμ.) – ilicis (γεν.)[5] δηλαδή την αριά (Quercus ilex, Δρυς η αρία ή Ίληξ[6]), με την οποία τα φύλλα τους μοιάζουν μεταξύ τους.

Χρήσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Θάμνος ελαιόπρινου με κόκκινο καρπό.

Στον δυτικό πολιτισμό, το φυτό χρησιμοποιείται παραδοσιακά ως διακοσμητικό για τα Χριστούγεννα, ειδικά σε στεφάνια. Είναι το «ταίρι» του γκι (ιξός) και αποτελούν μαζί το παραδοσιακό χριστουγεννιάτικο δίδυμο. Το ξύλο του χρησιμοποιείται στην κατασκευή πεσσών για το σκάκι και επίσης για προσάναμμα. Πολλά φυτά χρησιμοποιούνται ευρέως ως διακοσμητικά σε κήπους και πάρκα. Από τα αποξηραμένα τριμμένα φύλλα του είδους Ilex paraguariensis, ιθαγενές της Νότιας Αμερικής, παρασκευάζεται το γνωστό αφέψημα ματέ ή «τσάι της Παραγουάης», που είναι και το εθνικό ποτό της χώρας.[7]

Φωτογραφίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Π.Α. (= Πάνος Αναγνωστόπουλος, καθηγ. Ανωτ. Γεωπονικής Σχολής) (1929). «ελαιόπρινος». Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν. 5. Αθήνα: Εκδοτικός Οίκος Ελευθερουδάκη. σελ. 188. 
  2. Sunset Western Garden Book, 1995:606–607
  3. Διεθνής Ένωση για την Προστασία της Φύσης και των Φυσικών Πόρων (IUCN) (2007): 2007 IUCN Red List of Threatened Species: Ilex[νεκρός σύνδεσμος]
  4. Κωνσταντίνος Οικονόμου (1828). Δοκίμιον περί της πλησιεστάτης συγγενείας της σλαβονο-ρωσσικής γλώσσης προς την ελληνικήν. 3. Αγία Πετρούπολη: Τυπογραφία της Ακαδημίας των Επιστημών. σελ. 128. Ανακτήθηκε στις 6 Σεπτεμβρίου 2022. 
  5. Βλέπε βικιλεξικό Ilex.
  6. «αριά». Εγκυκλοπαίδεια Δομή. 2. Αθήνα. 1974. σελ. 277. 
  7. «ματέ ή τσάι της Παραγουάης». Εγκυκλοπαίδεια Δομή. 10. Αθήνα. 1974. σελ. 160. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]