Βυρσοδεψία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Απεικόνιση βυρσοδεψείου (1880)

Η βυρσοδεψία είναι η διαδικασία της επεξεργασίας του δέρματος των ζώων με στόχο την παραγωγή επεξεργασμένου δέρματος με αυξημένη ανθεκτικότητα και πιθανότατα χρώμα, κατάλληλο για την κατασκευή ειδών ένδυσης, υπόδησης, κλπ. Οι εγκαταστάσεις που πραγματοποιείται η επεξεργασία ονομάζονται βυρσοδεψεία. Η διαδικασία της επεξεργασίας περιλαμβάνει την μόνιμη μετατροπή της πρωτεϊνικής δομής του δέρματος με τη χρήση κατάλληλων χημικών, όπως είναι οι τανίνες. Πριν τη χημική επεξεργασία, το δέρμα αποτριχώνεται, απομακρύνεται το λίπος και αφήνεται να μουλιάσει σε αλατόνερο από 6 ώρες ως 2 μέρες. Τα βυρσοδεψεία ανά τους αιώνες βρίσκονταν στα περίχωρα των πόλεων και έξω από οικιστικές ζώνες καθώς συνοδεύονται από μια δυσάρεστη οσμή.

Στην Ελλάδα, τα βυρσοδεψεία ονομάζονταν και «ταμπάκικα», λέξη που προέρχεται από την τουρκική γλώσσα.[1]

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατεργασμένα δέρματα σε βυρσοδεψείο στο Μαρόκο
Επεξεργασία δέρματος στο βυρσοδεψείο του Μουσείου Υδροκίνησης στη Δημητσάνα

Η ελληνική λέξη βυρσοδεψία είναι σύνθετη και προέρχεται από το ουσιαστικό της Αρχαίας Ελληνικής «βύρσα» που σημαίνει «δέρμα ζώου», και το ρήμα «δέφω» που σημαίνει «μαλακώνω κάτι με τα χέρια».[2] Η βυρσοδεψία πιστεύεται ότι εξασκούνταν ήδη από το 7000Œ–3000 π.Χ. στην Ινδία,[3] ενώ υπάρχουν γραπτές αναφορές από τον Θεόφραστο, ο οποίος ήταν και ο πρώτος που αποπειράθηκε να καταγράψει και να κατανοήσει επιστημονικά τη διαδικασία.[4]

Η διαδικασία που ακολουθούνταν κατά τους αρχαίους χρόνους ήταν η παρακάτω: τα δέρματα έφταναν στο βυρσοδεψείο στεγνά και λερωμένα με χώμα. Αρχικά, μούλιαζαν σε νερό για να καθαρίσουν και να μαλακώσουν, ενώ τρίβονταν για να απομακρυνθεί το λίπος και τα απομεινάρια της σάρκας. Στη συνέχεια ο βυρσοδέψης έπρεπε να απομακρύνει το τρίχωμα. Αυτό γινόταν με την επάλειψη του δέρματος με κάποια αλκαλική ουσία ή απλά με την πολύμηνη παραμονή του δέρματος η οποία προκαλούσε και τη σήψη. Στη συνέχεια τα δέρματα εμβαπτίζονταν σε αλατόνερο και το τρίχωμα, το οποίο είχε στο μεταξύ χαλαρώσει, απομακρυνόταν με μαχαίρια. Αφού είχε απομακρυνθεί το τρίχωμα, ο βυρσοδέψης μαλάκωνε το δέρμα τρίβοντας πάνω του κοπριά ή μουλιάζοντας το δέρμα σε ένα διάλυμα από εντόσθια ζώου. Η παραπάνω διαδικασία αποτελούσε μια μορφή ζύμωσης που περιλάμβανε τα ένζυμα των βακτηρίων που περιείχε η κοπριά.

Στους μετέπειτα αιώνες, στη βυρσοδεψία χρησιμοποιήθηκαν δεψικές ύλες φυτικής προέλευσης όπως είναι το έλαιο κέδρου, ο φλοιός της βελανιδιάς, η στυπτηρία, οι οποίες απλώνονταν στα δέρματα ενώ αυτά τεντώνονταν με αποτέλεσμα να απορροφούν περισσότερες τανίνες και να αφυδατώνονται.

Μετά τη Βιομηχανική Επανάσταση και συγκεκριμένα μετά το 1840, στη βυρσοδεψία χρησιμοποιούνται διαλύματα τρισθενούς χρωμίου για την εμβάπτιση των δερμάτων.

Βαρέλι βυρσοδεψίας στο Μουσείο Δέρματος στην Ιγουαλάδα

Τα ταμπάκικα στην Ελλάδα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από τον 19ο αιώνα και μέχρι το 1980, η βυρσοδεψία διαδραμάτισε ιδιαίτερο ρόλο στην οικονομία της Ελλάδας. Μεγάλα κέντρα βυρσοδεψίας αναπτύχθηκαν στα νησιά του Αιγαίου (Σύρος, Χίος, Σάμος, Ρόδος, Λέσβος), στην ηπειρωτική Ελλάδα (Λάρισα, Τρίπολη, Ιωάννινα, Άμφισσα, Πήλιο: Μακρινίτσα - Κουκουράβα). Τα ελληνικά βυρσοδεψεία εξειδικεύονταν στο σολόδερμα γι' αυτό και η εμφάνιση του καουτσούκ στις σόλες των παπουτσιών και στους ιμάντες των μηχανημάτων σηματοδότησε και την παρακμή της ελληνικής βυρσοδεψίας.

Χίος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η βυρσοδεψία στη Χίο ακμάζει ήδη από τις αρχές του 19ου αιώνα, οπότε και αριθμούνται περίπου 18 βυρσοδεψεία. Η Καταστροφή της Χίου από τον Οθωμανικό στρατό το 1822 ανάγκασε αρκετές οικογένειες βυρσοδεψών να μετοικήσουν σε νησιά των Κυκλάδων όπως η Σύρος, μεταφέροντας μαζί και την τέχνη τους.

Το σωματείο των βυρσοδεψών Χίου με την επωνυμία «Σύνδεσμος Εργατών Βυρσοδεψών Χίου» ήταν ιδιαιτέρως ισχυρό και ιδρύθηκε το 1918, μετά την Απελευθέρωση.[5] Λόγω του ρόλου της Χίου ως εμπορικό κέντρο η εκβιομηχάνιση της βυρσοδεψίας πραγματοποιήθηκε αρκετά νωρίς. Σε πρώτο στάδιο (πριν τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο), αποκτήθηκε εξοπλισμός για την μερική αυτοματοποίηση της διαδικασίας (μηχανικά περιστρεφόμενα βαρέλια, μηχανικά σφυριά), ενώ σε ένα δεύτερο στάδιο υιοθετήθηκε η δέψη με χρώμιο που επιτάχυνε τη διαδικασία της δέψης σε 3-4 μέρες. Κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο το απόθεμα των Χιώτικων σολοδερμάτων διατέθηκε για τις ανάγκες του ελληνικού στρατού, ενώ όσο απέμεινε το άρπαξαν οι Γερμανοί.

Το 1960 η Χίος παρήγαγε το 20-25% του συνόλου του ελληνικού σολοδέρματος, ενώ μετά τη δεκαετία του '60 επεκτάθηκε στην παραγωγή επανωδερμάτων.[6]

Σύρος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα βυρσοδεψεία της Σύρου βρίσκονταν στην Ερμούπολη, στο νότιο τμήμα του λιμανιού και ήταν παραδοσιακά διώροφα. Το πρώτο βυρσοδεψείο ιδρύεται από τον Χιώτη Παναγιώτη Καλουτά το 1828-1829.[7] Το δεύτερο βυρσοδεψείο ιδρύθηκε από τον Κρητικό Εμμανουήλ Σαλούστρο το 1834 και στεγαζόταν στην οδό Μανδηλαρά. Τα επόμενα χρόνια ακολούθησαν οι μονάδες των αδελφών Μαρινάκη, Α. Παππαδάμ, Ι. Κουρκουτάκη, Δ. Λιθαρόπουλου, Γ. Λαγουρού, Π. Γλύκα, Μ. Κορνηλάκη και Αλ. Γάγκου.[7] Το 1851 απαριθμούνται 12 βυρσοδεψεία, ενώ τα συριανά σολοδέρματα έχουν εκτοπίσει τα γαλλικά από την αγορά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Το 1879 η Σύρος κλονίζεται από ένα ισχυρό κύμα απεργιών που ακολουθεί την παγκόσμια νομισματική κρίση. Τα ξένα νομίσματα, και κυρίως τα Ρώσικα (με τα οποία αμοίβονταν κυρίως οι Έλληνες εργάτες) υποτιμούνται κατά 25-27%, ενώ αντίστοιχα η τιμή του ψωμιού ανεβαίνει κατά 25%, με συνολικές απώλειες 50% για τον εργάτη. Οι κινητοποιήσεις ξεκίνησαν από τους ναυτεργάτες, ενώ σύντομα και οι βυρσοδέψες ακολούθησαν. Σύμφωνα με την εφημερίδα Πατρίς (27/2/1879) τα αιτήματά τους ήταν η πληρωμή των ημερομισθίων σε διατιμημένο νόμισμα, η διατήρηση του ημερομισθίου προ διατίμησης (δηλαδή με προσθήκη 27%), η κατάργηση των κατ' αποκοπή συμφωνιών (κουτουράδες), η διανομή των εργασιών, η ελάττωση των ωρών εργασίας και η κατάργηση της απλήρωτης δίωρης εργασίας τις Κυριακές (αγγαρεία).

Ομάδα 1000 περίπου βυρσοδεψών οργανώνει διαμαρτυρία στους δρόμους της Ερμούπολης, ενώ ορισμένοι απεργοσπάστες κατευθύνονται προς το βυρσοδεψείο του Σαλούστρου για να δουλέψουν. Το πλήθος επιβάλει τη διακοπή της εργασίας και επεμβαίνει η αστυνομία. Με ενισχύσεις σκαπανέων από την Αθήνα, αποκαθίσταται η τάξη και ξεκινούν οι συλλήψεις των πρωταιτίων. Ωστόσο η απεργία δεν σταματά και την επόμενη εβδομάδα τα αιτήματα των εργατών ικανοποιούνται.[8]

Προς τα τέλη του 19ου αιώνα ολοκληρώθηκε η εκμηχάνιση των βυρσοδεψείων της Σύρου γεγονός που επέτρεψε στη βιομηχανία να επιβιώσει, παρά την πτώχευση ενός από τα μεγαλύτερα βυρσοδεψεία της Σύρου, του Καλουτά, το 1893. Μέχρι το 1930 η βυρσοδεψία αποτελούσε τον δεύτερο σημαντικότερο βιομηχανικό κλάδο της Σύρου, όταν σταδιακά κυριάρχησε η κλωστοϋφαντουργία, ιδιαίτερα κάτω από τον ανταγωνισμό της Σάμου και της αθηναϊκής-πειραϊκής βυρσοδεψίας.

Το βυρσοδεψείο Μ.Κορνηλάκη είναι αυτό που διασώθηκε, Το συγκρότημα αποκαταστάθηκε το 2000 με μεγάλα τμήματα του εξοπλισμού του και αποτέλεσε ένα από τα κτίρια του Βιομηχανικού Μουσείο Ερμούπολης.[9]

Σάμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα ταμπάκικα στη Σάμο αρχικά βρίσκονταν στο Βαθύ, ενώ στο τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα μετακινήθηκαν στο Καρλόβασι. Τα ταμπάκικα του Καρλοβασίου άνθησαν από το 1880 ώς το 1930, ενώ η πρώτη φορά που αναφέρεται η ύπαρξη «βιομηχανικών καταστημάτων» ήταν το 1863 σε επίσημο έγγραφο της Σάμου.

Όπως σε όλη την Ελλάδα, αρχικά τα βυρσοδεψία ήταν εν πολλοίς χειροκίνητα, ενώ η μετάβαση στις ατμομηχανές αρχικά, και ύστερα στο πετρέλαιο και τον ηλεκτρισμό έκανε εφικτή τη μεγάλη παραγωγή. Στο Καρλόβασι εφαρμόζονταν η φυτική δέψη για την παραγωγή σολοδερμάτων, ενώ οι χημικές μέθοδοι εισήχθησαν αργότερα. Οι πρώτοι μύλοι που λειτούργησαν με ατμό χρησιμοποιήθηκαν στο Καρλόβασι το 1889-1990, όπου και ιδρύεται «Εταιρικός Σύνδεσμος» ειδικά για αυτό το σκοπό. Την ίδια χρονιά ιδρύονται το σωματείο «Αδελφότης βυρσοδεψών ο Προφήτης Ηλίας» με συμμετοχή εργατών και εργοδοτών, και το 1908 το σωματείο «Αδελφότητα Εργατών βυρσοδεψείων Ο Άγιος Παντελεήμων». Το κίνημα των εργατών βυρσοδεψίας της Σάμου ήταν ένα από τα πιο ισχυρά εκείνη την εποχή. Ο ανταγωνισμός μεγάλων κέντρων και η ελάττωση της ζήτησης σολοδέρματος, έφεραν και την παρακμή στα βυρσοδεψεία της Σάμου μετά το 1950.

Υπέστησαν σοβαρές ζημιές από τον σεισμό μεταξύ Σμύρνης και Σάμου που σημειώθηκε στις 30 Οκτωβρίου 2020.[10]

Τρίπολη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα ταμπάκικα της Τρίπολης εκτείνονταν από την πλατεία Αγίου Βασιλείου και την πλατεία Δεληγιάννη Κανέλλου, μέχρι την οδό Ταξιαρχών. Το Σωματείο Βυρσοδεψών Τριπόλεως ιδρύθηκε το 1904 από την οικογένεια Ταμπάκη και παρέμεινε ενεργό για αρκετά χρόνια. Μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο η βυρσοδεψία στην Τρίπολη παρήκμασε κυρίως λόγω του μεγάλου κόστους παραγωγής και των νέων μεθόδων επεξεργασίας που κατέστησαν τα δέρματα κατεργασμένα με βελανιδιά, ξεπερασμένα. Μετά το 1960, η βιομηχανία σχεδόν εξαφανίστηκε ενώ οι περισσότερες οικογένειες βυρσοδεψών έκαναν μεταστροφή στη δερματεμπορία.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Mpampiniōtēs, Geōrgios D. Etymologiko lexiko tēs neas ellēnikēs glōssas : istoria tōn lexeōn ; me scholia kai enthetous pinakes ; egkyrē epistēmonikē plēroforēsē gia tēn proeleusē tōn lexeōn ... (Deuterē ekdosē έκδοση). Athēna. ISBN 9789609582001. 827952355. 
  2. 1886-1954., Hofmann, J. B. Johann Baptist, (2009). Etymologikon lexikon tēs archaias ellēnikēs (2ē ekd έκδοση). Athēna: Dēm. N. Papadēma. ISBN 9789602065839. 880473253. 
  3. M., Fagan, Brian· 1948-, Beck, Charlotte, (1996). The Oxford companion to archaeology. New York: Oxford University Press. ISBN 9780195076189. 35178577. 
  4. Theophrastus., Hort, Arthur, Sir, (1916–1926). Enquiry into plants and minor works on odours and weather signs. Cambridge, Mass.: Harvard University Press. ISBN 0674990773. 6390599. 
  5. «Τι ήταν τα Ταμπάκικα; - Απλωταριά». Απλωταριά. 2014-04-01. http://www.aplotaria.gr/tampakika-chios/. Ανακτήθηκε στις 2017-08-19. 
  6. Γιακούπη, Πελαγία (2017). Ο κύκλος της επεξεργασίας του δέρματος στο βορειοανατολικό Αιγαίο. Διπλωματική εργασία (PDF). ΑΝΩΤΑΤΟ EΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΠΕΙΡΑΙΑ Τ.Τ. ΤΜΗΜΑ: ΚΛΩΣΤΟΫΦΑΝΤΟΥΡΓΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ Τ.Ε. 
  7. 7,0 7,1 «Επετειακό λεύκωμα των 20 ετών του Βιομηχανικού Μουσείου Ερμούπολης (2000–2020)» (pdf). www.syros-ermoupolis.gr. σελ. 26. 
  8. «Το εργατικό κίνημα και οι απεργίες στη Σύρο το 1879 - Το Περιοδικό». Το Περιοδικό. 2017-08-07. http://www.toperiodiko.gr/%CF%84%CE%BF-%CE%B5%CF%81%CE%B3%CE%B1%CF%84%CE%B9%CE%BA%CF%8C-%CE%BA%CE%AF%CE%BD%CE%B7%CE%BC%CE%B1-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%BF%CE%B9-%CE%B1%CF%80%CE%B5%CF%81%CE%B3%CE%AF%CE%B5%CF%82-%CF%83%CF%84%CE%B7/#.WZg8TK0YqRs. Ανακτήθηκε στις 2017-08-19. 
  9. Αγριαντώνη, Χριστίνα (επιμ.)· Μπελαβίλας, Νίκος (επιμ.) (1998). Ιστορικός Βιομηχανικός Εξοπλισμός στην Ελλάδα. Αθήνα: Εκδόσεις Οδυσσέας και Πανεπιστημιακές Εκδόσεις ΕΜΠ. σελ. βλ. κεφάλαιο "Βυρσοδεψία". ISBN 9789602103302. 
  10. «Το ταμπάκικο». Μουσείο Βυρσοδεψίας. 2009-04-01. https://karlovasi.wordpress.com/tabakiko/. Ανακτήθηκε στις 2017-08-20.