Λεόντιος ο Βυζάντιος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 24: Γραμμή 24:


=== Περί Λεοντίου Βυζαντίου και "Λεοντίου Ιεροσολυμίτου" ===
=== Περί Λεοντίου Βυζαντίου και "Λεοντίου Ιεροσολυμίτου" ===
Στο έργο ''Επίλυσις'' ο '''Λεόντιος Βυζάντιος''' υποστηρίζει ότι η ανθρώπινη ψυχή ''πάσχει φυσικώς'' τη συνάφεια προς το σὠμα της εξαιτίας της θείας δυνάμεως. Δηλαδή κατά τον συγγραφέα, χωρίς την θεία αυτή δύναμη, η ψυχή δεν θα βρισκόταν ''φυσικώς'' συναφής προς το σώμα του ανθρώπου.<ref>PG 86 1940 Β (Μινί).</ref> Ερχόμενοι τώρα στο ''Κατά των Μονοφυσιτών'', ο συγγραφέας μας δίνει να εννοήσουμε ότι η ψυχή του ανθρώπου έχει δημιουργηθεί έτσι ώστε να βρίσκεται σε συνάφεια με το σώμα εξ ανάγκης, η οποία ανάγκη προκύπτει από την φυσική τους ένωση.<ref>PG (Μινί) 86, 6 1772 CD.</ref> Ερμηνεύοντας τα ως άνω χωρία ο M. Richard υποστηρίζει ότι για τον '''Λεόντιο τον Βυζάντιο''', δηλαδή τον συγγραφέα του ''Επίλυσις'', το σώμα και η ψυχή του ανθρώπου είναι ενωμένα όχι επειδή η ανάγκη γι' αυτήν την ένωση είναι εγγεγραμμένη στη φύση της ψυχής, αλλά λόγω μιας ανεξερεύνητης θείας αποφάσεως. Ερχόμενος δε ο Richard στο ''Κατά των Μονοφυσιτών'', ερμηνεύοντας, υποστηρίζει ότι για τον συγγραφέα, δηλαδή τον Λεόντιο τον "Ιεροσολυμίτη", η ψυχή κινείται προς το σώμα από μία μυστική συγγένεια, που είναι εγγεγραμμένη από τον Θεό στη φύση της. Κατά τον Richard δηλαδή, στο σημείο αυτό υπάρχει μια διαφοροποίηση, που αποδεικνύει ότι έχουμε να κάνουμε με δύο διαφορετικούς συγγραφείς.
Στο έργο ''Επίλυσις'' ο '''Λεόντιος Βυζάντιος''' υποστηρίζει ότι η ανθρώπινη ψυχή ''πάσχει φυσικώς'' τη συνάφεια προς το σὠμα της εξαιτίας της θείας δυνάμεως. Δηλαδή κατά τον συγγραφέα, χωρίς την θεία αυτή δύναμη, η ψυχή δεν θα βρισκόταν ''φυσικώς'' συναφής προς το σώμα του ανθρώπου.<ref>PG 86 1940 Β (Μινί).</ref> Ερχόμενοι τώρα στο ''Κατά των Μονοφυσιτών'', ο συγγραφέας μας δίνει να εννοήσουμε ότι η ψυχή του ανθρώπου έχει δημιουργηθεί έτσι ώστε να βρίσκεται σε συνάφεια με το σώμα εξ ανάγκης, η οποία ανάγκη προκύπτει από την φυσική τους ένωση.<ref>PG (Μινί) 86, 6 1772 CD.</ref> Ερμηνεύοντας τα ως άνω χωρία ο M. Richard υποστηρίζει ότι για τον '''Λεόντιο τον Βυζάντιο''', δηλαδή τον συγγραφέα του ''Επίλυσις'', το σώμα και η ψυχή του ανθρώπου είναι ενωμένα όχι επειδή η ανάγκη γι' αυτήν την ένωση είναι εγγεγραμμένη στη φύση της ψυχής, αλλά λόγω μιας ανεξερεύνητης θείας αποφάσεως. Ερχόμενος δε ο Richard στο ''Κατά των Μονοφυσιτών'', ερμηνεύοντας το απόσπασμα, υποστηρίζει ότι για τον συγγραφέα, δηλαδή τον Λεόντιο τον "Ιεροσολυμίτη", η ψυχή κινείται προς το σώμα από μία μυστική συγγένεια, που είναι εγγεγραμμένη από τον Θεό στη φύση της. Κατά τον Richard δηλαδή, στο σημείο αυτό υπάρχει μια διαφοροποίηση, που αποδεικνύει ότι έχουμε να κάνουμε με δύο διαφορετικούς συγγραφείς. Θα μπορούσε δε κάποιος να υποστηρίξει ότι η άποψη αυτή του Richard ενισχύεται και από το κάτωθι χωρίο του ''Κατά Νεστοριανών'', έργου το οποίο ο Richard επίσης αποδίδει στον Λεόντιο "Ιεροσολυμίτη" : ''ώσπερ και επί ανθρώπου ορώμεν, του μέν σώματος την γέννησιν εις το είναι εκ των γονέων έχοντος, της δε ψυχής ουκ εις το είναι απλώς (τούτο γαρ εκ Θεού έχει ως και ο πρωτόπλαστος Αδάμ), αλλ' εις το σύν τω διαπλασθέντι αυτή είναι σώματι, ού και χωρίς δύναται είναι''.<ref>''Κατά των Νεστοριανών'' IV, PG 86, 1685AB/</ref> (Στο απόσπασμα αυτό ο συγγραφέας επισημαίνει ότι ο άνθρωπος έχει την γέννηση του σώματος, την είσοδο δηλαδή του σώματος στο είναι από τους γονείς του, όμως όχι και την δημιουργία της ψυχής, όχι την είσοδο δηλαδή της ψυχής στο είναι, διότι αυτήν την έχει από τον Θεό, όπως και ο πρωτόπλαστος Αδάμ. Αυτό που έχει από τους γονείς του, κατά τον συγγραφέα, είναι την είσοδο της ψυχής στο να είναι μαζί με το σώμα που διαπλάστηκε γι' αυτήν. Διευκρινίζει δε ότι η ψυχή μπορεί να υπάρχει (''δύναται είναι'') και χωρίς το σώμα.).


== Υποσημειώσεις. ==
== Υποσημειώσεις. ==

Έκδοση από την 14:54, 3 Απριλίου 2021

Ο Λεόντιος ο Βυζαντινός ή Λεόντιος ο Βυζάντιος ήταν θεολόγος και συγγραφέας, που έδρασε στο α΄ ήμισυ του 6ου αιώνα. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη τις τελευταίες δεκαετίες του 5ου αιώνα. Κατά τον Φρ. Λουφς το έτος γεννήσεώς του είναι το 480 ή 485, όμως η χρονολόγηση αυτή προκύπτει από την ταύτισή του με ομώνυμο Σκύθη μοναχό. Ο Φρατσέας δεν αποδέχεται την ταύτιση του Λουφς, όμως στηριζόμενος σε κάποια εσωτερικά δεδομένα των συγγραφικών έργων του Λεοντίου, αξιολογεί τη χρονολόγηση του Λουφς ως αρκετά αληθοφανή.[1] Πιθανώτατα το έτος 528 ο Λεόντιος ήταν περίπου 35-45 ετών. Ανέπτυξε τη δράση του επί των αυτοκρατόρων Ιουστίνου και Ιουστινιανού, σε μία περίοδο κατά την οποία η Ορθόδοξη Εκκλησία διεξήγε σφοδρό αγώνα για την επικράτηση των αποφάσεων της Συνόδου της Χαλκηδόνος, όντας ένθερμος υπερασπιστής της. Στο έργο του προσπάθησε να δώσει απαντήσεις σε καίρια θεολογικά προβλήματα, που προέκυψαν στο πλαίσιο ανάπτυξης της Ορθόδοξης θεολογικής πολεμικής απέναντι στους Νεστοριανούς και τους Μονοφυσίτες.[2] Τα γνωστά έργα του περιελήφθησαν στην Ελληνική Πατρολογία του Μινί (τ. 86, 1-2).

Περί της ταυτότητας Λεοντίου του Βυζάντιου

Ο προσδιορισμός της ταυτότητος του Λεοντίου, δηλαδή του συγγραφέα των έργων που περιλαμβάνονται στην Πατρολογία του Μινί (Corpus Leontianum) είναι ένα δυσεπίλυτο πρόβλημα, που απασχόλησε την έρευνα από τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αι.. Κατόπιν αναλύσεως των έργων του Λεοντίου, ο Λουφς, σε εργασία που δημοσιεύτηκε το 1877, κατέληξε στην ταύτιση του Λεοντίου Βυζάντιου με τέσσερα πρόσωπα που έπαιξαν κάποιο ρόλο στην εκκλησιαστική ζωή του 6ου αι., δεχόμενος ότι το σύνολο των έργων του Corpus Leontianum είναι γνήσια έργα του ίδιου συγγραφέα.[3] Το 1944 ο Μαρσέλ Ρισάρ δημοσίευσε σειρά άρθρων σχετικά με το πρόσωπο του Λεοντίου Βυζάντιου. Ο Ρισάρ, ερχόμενος στο θέμα δύο αμφιβόλων έργων του συγγραφέα, των Κατά Μονοφυσιτών και Κατά Νεστοριανών, πρότεινε ότι ο γνήσιος συγγραφέας τους ήταν κάποιος συνώνυμος και σύγχρονος του Λεοντίου Βυζάντιου θεολόγος, που ονομάσθηκε Λεόντιος Ιεροσολυμίτης. Έτσι, σύμφωνα με τον Ρισάρ, τα γνήσια έργα του Λεοντίου Βυζάντιου είναι τα εξής : Λόγοι Γ΄ κατά Νεστοριανών και Ευτυχιανιστών, Επίλυση των υπό Σεβήρου προβεβλημένων συλλογισμών και Τριάκοντα κεφάλαια κατά Σεβήρου, ενώ τα Κατά των Μονοφυσιτών και Κατά των Νεστοριανών, πρέπει να αποδοθούν στον Λεόντιο τον Ιεροσολυμίτη. Για κάμποσα χρόνια, η έρευνα κινήθηκε ανάμεσα στις δύο προαναφερθείσες προτάσεις, δηλαδή ανάμεσα στην πρόταση του Λουφς και στην πρόταση του Ρισάρ. Υπάρχει ακόμα και η αναφορά του βυζαντινού ιστορικού Νικηφόρου Καλλίστου Ξανθόπουλου (περ. 1256-1335), ο οποίος τοποθετεί τον "μοναχό Λεόντιο" στα τέλη του 7ου-αρχές 8ου αι., καθώς υποστηρίζει ότι ήταν πολύ μεγαλύτερος στην ηλικία σύγχρονος του αγίου Γεωργίου Πισιδίας, ο οποίος έδρασε τον 8ο αι. (κοίμηση 787). Όμως ο Λουφς έχει καταδείξει ότι ο Ξανθόπουλος συχνά συγχέει ημερομηνίες του έκτου και εβδόμου αι., και συνεπώς η χρονολόγησή του είναι δύσκολο να θεωρηθεί αξιόπιστη.[4]

Η ταύτιση με τον "ωριγενιστή" Λεόντιο του Κυρίλλου Σκυθοπολίτη

Το έτος 531 οι Μονοφυσίτες είχαν εξεγερθεί λόγω των μέτρων που είχε λάβει εναντίον τους ο Πατριάρχης Αντιοχείας Εφραίμιος.[5] Ο Ιουστινιανός, προκειμένου να τους καθησυχάσει, επέτρεψε το φθινόπωρο του 531 στους εξορίστους Μονοφυσίτες επισκόπους και μοναχούς, να επιστρέψουν στα μοναστήρια τους. Στη συγκεκριμένη συγκυρία ο Ιουστινιανός ήταν αισιόδοξος,πιστεύοντας ότι οι διαφορές των Ορθοδόξων με τους Μονοφυσίτες θα μπορούσαν να γεφυρωθούν. Οργάνωσε, λοιπόν, μία θεολογική συζήτηση στην οποια θα παρίσταντο οι εκπρόσωποι των δύο θρησκευτικών ομάδων. Η συζήτηση έλαβε χώρα το 532, όμως δεν απέδωσε καρπούς λόγω της πεισματώδους στάσης των Μονοφυσιτών.[6] Στη συζήτηση έλαβε μέρος και κάποιος αποκρισιάριος ονόματι Λεόντιος, ο οποίος μάλιστα, πρότεινε στους Μονοφυσίτες και μία συμβιβαστική λύση. Κατά τον Φρ. Λουφς πρόκειται για τον συγγραφέα Λεόντιο τον Βυζάντιο, τον οποίο ταυτίζει ακόμα με ένα συνώνυμο μοναχό, Βυζάντιο στην καταγωγή, στον οποίον αναφέρεται ο Κύριλλος ο Σκυθοπολίτης στον Βίο του Αγίου Σάββα.

Το 535, κατόπιν της τελευτής του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Επιφανίου, στον πατριαρχικό θρόνο ανέρχεται ο επίσκοπος Τραπεζούντος Άνθιμος. Το ίδιο έτος ο πρώην Αντιοχείας Σεβήρος, που είχε καθαιρεθεί λόγω του Μονοφυσιτισμού του, ανταποκρίνεται σε πρόσκληση του Ιουστινιανού και μεταβαίνει στην Κωνσταντινούπολη.[7] Εκεί καταφέρνει να προσηλυτίσει τον Άνθιμο. Ο Άνθιμος σε επιστολή του προς τον Σεβήρο, αποκαλύπτει τις μονοφυσιτικές του πεποιθήσεις, προσπαθεί δε να πάρει με το μέρος του και τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Πέτρο.[8] Οι εξελίξεις γίνονται ραγδαίες, καθώς κατόπιν επίμονου αιτήματος της αυτοκράτειρας Θεοδώρας, ο Ιουστινιανός καλεί τον Μονοφυσίτη Σεβήρο (πρώην Αντιοχείας) στην Κωνσταντινούπολη, και τον φιλοξενεί στα ανάκτορα το 535. Σε αυτήν την κρίσιμη καμπή ο Πατριάρχης Αντιοχείας Εφραίμιος παρεμβαίνει δραστικά, απευθυνόμενος μαζί με τους Παλαιστινίους μοναχούς στον Πάπα Αγαπητό, ζητώντας την επέμβασή του για την αποκατάσταση της τάξης. Κατόπιν της επεμβάσεως του Αγαπητού ο Άνθιμος εκθρονίζεται (536) και στη θέση του εκλέγεται ο Μηνάς, ο οποίος αμέσως μετά την ενθρόνισή του συγκαλεί ενδημούσα σύνοδο, δια της οποίας καταδικάζεται ο Μονοφυσιτισμός. Σ' αυτή την ενδημούσα σύνοδο ξαναβρίσκουμε τα ίχνη του Λεοντίου Βυζαντίου (του αποκρισάριου της συζήτησης με τους Μονοφυσίτες του 532).[9]

Ας έρθουμε λοιπόν στο ζήτημα του εάν ο προαναφερθείς αποκρισάριος Λεόντιος Βυζάντιος είναι το ίδιο πρόσωπο με τον μοναχό Λεόντιο τον Βυζάντιο, τον οποίο ο Κύριλλος Σκυθοπολίτης μνημονεύει στον Βίο του Αγίου Σάββα. Στο κείμενό του ο Κύριλλος παρουσιάζει τον εν λόγω Λεόντιο ως έναν από τους μοναχούς που συναναστρέφονταν ένα "ωριγενιστή" Παλαιστίνιο μοναχό ονόματι Νόννο, τον οποίον κατηγορεί ότι συστηματικά προσπαθούσε να διασπείρει ωριγενιστικές αιρετικές απόψεις, και ότι συμμεριζόταν τις δοξασίες του Ωριγένη περί προϋπάρξεως. Ο Λεόντιος του κειμένου κατηγορείται από τον Κύριλλο για το ότι πρόσφερε στήριξη στον "ωριγενιστικό" κύκλο του Νόννου μέσα στο αυτοκρατορικό παλάτι, και εμφανίζεται σαν ένα ισχυρό στέλεχος του εν λόγω κύκλου. Ο Rügamer λοιπόν, αντικρούει την ταύτιση του "ωριγενιστή" Λεοντίου με τον συγγραφέα Λεόντιο τον Βυζάντιο, με το επιχείρημα ότι στα έργα του Λεοντίου του Βυζαντίου δεν εντοπίζονται ίχνη ωριγενιστικών απόψεων. Το επιχείρημά του δε το ενισχύει αναφερόμενος στην επίδραση που τα έργα του Λεοντίου άσκησαν στους μεταγενέστερους Πατέρες, αλλά και στην εικόνα του Λεόντιου που η παράδοση διατήρησε, αποδίδοντάς του τους χαρακτηρισμούς "πάνσοφος", "μακάριος" και "σχολαστικός".[10]

Ο Φρατσέας όμως, αξιοποιεί κάποια στοιχεία που έχουν εντοπιστεί στη χειρόγραφη παράδοση των γραπτών του Λεοντίου, και συγκεκριμένα στον Βατικανό κώδικα 2195, προκειμένου να αποδείξει τη διασύνδεσή του με τα πρόσωπα και το περιβάλλον που περιγράφονται στα έργα του Κυρίλλου Σκυθοπολίτη, προσπαθεί δε να εξηγήσει την αντίφαση που εντόπισε, όπως προαναφέραμε ο Rügamer : το ότι από τη μία ο Κύριλλος παρουσιάζει τον Λεόντιο ως ένθερμο ωριγενιστή και από την άλλη στα γραπτά του Λεοντίου δεν εντοπίζονται ίχνη ωριγενιστικών απόψεων, αλλά αντίθετα εμφανίζονται τάσεις εναντιωνόμενες στον Ωριγενισμό. Σύμφωνα με τον Φρατσέα οι αρχές του 6ου αι. (εποχή κατά την οποία έδρασε ο Λεόντιος) ήταν η μία από τις δύο περιόδους κατά τις οποίες οι ωριγενιστικές έριδες έφθασαν στο απόγειό τους (η άλλη ήταν ο 4ος αι.). Ακριβώς οι ίδιες περίοδοι ήταν αυτές κατά τις οποίες ξέσπασαν οι θεολογικές διαμάχες ανάμεσα σε θεολόγους της Σχολής της Αντιοχείας από τη μία, και θεολόγους της Σχολής της Αλεξάνδρειας από την άλλη.[11] Ακόμα εξηγεί ότι ο Κύριλλος δεν υπήρξε αυτόπτης γνώστης των γεγονότων σχετικά με τον Λεόντιο, τα οποία περιγράφει. Στην πλειονότητά τους οι σχετικές πληροφορίες που δίνει προέρχονται από την προφορική παράδοση που διέσωζαν ηλικιωμένοι μοναχοί, καθόσον ο ίδιος έφθασε στην Μονή του Οσίου Σάββα μόλις στα τέλη του 543, τα έργα του δε γράφτηκαν το 554, ήτοι ένδεκα χρόνια μετά τον θάνατο του Λεοντίου. Ο Φρατσέας δίνει επίσης έμφαση στο γεγονός ότι οι πληροφορίες που δίνει ο Κύριλλος γύρω από το ωριγενιστικό κίνημα στην Παλαιστίνη, συνελέγησαν μετά τη δημοσίευση του διατάγματος του Ιουστινιανού κατά του Ωριγένη του 543. Υποστηρίζει δε ότι σε εκείνη την περίοδο "σφοδρού επισήμου αντιωριγενισμού", οι εκθέσεις των πληροφοριοδοτών του Κυρίλλου, καθώς και η θέση του ίδιου του Κυρίλλου ήταν επηρεασμένες από το γενικό κλίμα του αντι-ωριγενισμού που επικρατούσε.[12]

Περαιτέρω, ο Φρατσέας παρατηρεί ότι στα συγγράμματά του ο Κύριλλος Σκυθοπολίτης αφήνει στον αναγνώστη την εντύπωση ότι στον χώρο των μοναχών της Παλαιστίνης υπήρχαν δύο τάσεις διάφορες μεταξύ τους. Από τη μια ήταν η τάση εκείνων που έδιναν το βάρος στην καλλιέργεια της ταπείνωσης, της απλότητας, της αγρυπνίας, της κατανύξεως, της αρετής εν γένει χωρίς να εγκρίνουν την ενασχόληση με την κοσμική σοφία και την φλυαρία γύρω από τις θεωρίες των φιλοσόφων· από την άλλη δε η τάση εκείνων που δεν απέφευγαν την λογιότητα ούτε την αξιοποίηση της θύραθεν φιλοσοφίας για την ανάπτυξη της θεολογίας τους. Ήταν μέλη της δεύτερης τάσεως αυτοί που έγιναν δέκτες της κατηγορίας για την διάδοση των "ωριγενιστικών διδασκαλιών".[13] Συμπερασματικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι μοναχοί εκείνοι που χαρακτηρίζονταν ως "Ωριγενιστές" δεν ήταν κατ' ανάγκην συμμεριστές των αιρετικών ιδεών του Ωριγένη, αλλά ήταν εκείνοι οι μοναχοί που είχαν ως βασική ή έστω τακτική τους ασχολία το φιλοσοφείν, και συνεπώς είναι φυσιολογικό το ότι στην γλώσσα του Σκυθοπολίτη ο Λεόντιος συγκαταλέγεται ανάμεσα σ' αυτούς, μια που τα συγγράμματά του διαθέτουν κατά κόρον φιλοσοφικό χαρακτήρα.

Άλλος ερευνητής που αρνείται επίμονα την ταύτιση του Λεοντίου του Βυζάντιου με τον συνώνυμο μοναχό που αναφέρεται στα συγγράματα του Κυρίλλου είναι ο Eduard Schwartz. O Κύριλλος στα συγγράμματά του χρησιμοποιεί για τον "ωριγενιστή" μοναχό όχι μόνο το όνομα Λεόντιος, αλλά και την επωνυμία Βυζάντιος, και επισημαίνει ότι ήταν Βυζάντιος στην καταγωγή (Βυζάντιος τω γένει). Ο Schwartz, προσπαθώντας να αποδείξει ότι ο "ωριγενιστής" Λεόντιος δεν πρέπει να ταυτίζεται με τον συγγραφέα Λεόντιο, επισημαίνει ότι στην αρχή κάθε έργου του Λεοντίου στον Βατικανό κώδικα 2195, αλλά και στον Laudianus 92 αναγράφεται : του μακαρίου Λεοντίου του ερημίτου, χωρίς να αναγράφεται η επωνυμία Βυζάντιος. Υποστηρίζει λοιπόν, ότι ο συγγραφέας των έργων πρέπει να αποκαλείται Λεόντιος και σε καμμία περίπτωση Λεόντιος ο Βυζάντιος.[14] Εδώ ο Φρατσέας αντιτείνει ότι το επωνύμιο Βυζάντιος, που φέρει ο συγγραφέας των έργων, απαντάται ενωρίτερα από τα εν λόγω χειρόγραφα, που είναι πολύ υστερότερα της εποχής του Λεοντίου (10ος-11ος αι.). Αναφέρει, για παράδειγμα, τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, ο οποίος στα έργα του συμπεριλαμβάνει εκτεταμένα αποσπάσματα από τα κείμενα του Λεοντίου και ο οποίος τον αναφέρει και ονομαστικά ("Λεόντιος ο Βυζάντιος"). Η μαρτυρία δε του αγίου Ιωάνννη του Δαμασκηνού έχει πολύ μεγάλη βαρύτητα, αφού ο Πατέρας αυτός έζησε στη Μονή του Οσίου Σάββα, στο ίδιο δηλαδή περιβάλλον στο οποίο έζησαν και ο Λεόντιος ο Βυζάντιος και ο Κύριλλος Σκυθοπολίτης.[15]

Περί της συμμετοχής του Λεοντίου Βυζαντίου στη συζήτηση του 532 με τους Μονοφυσίτες

Το έτος 531 ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός επιτρέπει στους Μονοφυσίτες επισκόπους και μοναχούς να επιστρέψουν στις μονές τους και ακόμα επιτρέπει στους κυριωτέρους ηγέτες του Μονοφυσιτισμού να έλθουν στην Κωνσταντινούπολη. Ο αυτοκράτορας, επιθυμώντας να δώσει τέλος στην έριδα, από την οποία κινδύνευε η ενότητα της αυτοκρατορίας, θέλησε να αξιοποιήσει την παρουσία στην βασιλίδα πόλη των Μονοφυσιτών επισκόπων, για να οργανώσει μία θεολογική συζήτηση μεταξύ Ορθοδόξων και Μονοφυσιτών. Η συζήτηση έλαβε χώρα το 532, μερικούς μήνες μετά τη Στάση του "Νίκα". Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Ιννοκεντίου Μαρωνίας, ανάμεσα στους Ορθοδόξους που πήραν μέρος στην συνάντηση, μαζί με τον Πάπα Ευσέβιο και τον Υπάτιο Εφέσου ήταν ο Λεόντιος ο μοναχός και αποκρισιάριος "των υπό την αγίαν πόλιν πατέρων".[16] Η πλειονότητα των ερευνητών δέχθηκε ότι ο μοναχός Λεόντιος που αναφέρεται από τον Ιννοκέντιο Μαρωνίας είναι ο συγγραφέας Λεόντιος Βυζάντιος. Εναντίον της ταυτίσεως αυτής τοποθετήθηκαν, πρώτα ο L. Duchesne, και έπειτα ο M. Richard, ο οποίος δέχθηκε ότι ο Ιννοκέντιος Μαρωνίας αναφέρεται όχι στον Λεόντιο τον Βυζάντιο, αλλά σε άλλον Λεόντιο, τον Λεόντιο τον "Ιεροσολυμίτη".

Περί της συμμετοχής του Λεοντίου του Βυζαντίου στην ενδημούσα σύνοδο του 536

Όλοι οι ερευνητές δέχονται ότι ο "αποκρισιάριος" Λεόντιος της συζήτησης του 532 με τους Μονοφυσίτες είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Λεόντιο που υπήρξε μέλος της αντιπροσωπείας των Παλαιστινίων πατέρων, που έλαβε μέρος στην ενδημούσα σύνοδο που συνεκάλεσε ο Πατριάρχης Μηνάς το 536, για να καταδικάσει τον πρώην Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Άνθιμο, τον Πέτρο Απαμείας, τον Σεβήρο Αντιοχείας και τον μοναχό Ζωόρα (Μονοφυσίτη μοναχό). Ο Κύριλλος Σκυθοπολίτης δεν δίνει πληροφορίες για τον Λεόντιο για το διάστημα από τον Σεπτέμβριο του 531 -τότε ο όσιος Σάββας τον άφησε στην Κωνσταντινούπολη- μέχρι το 536, που τον παρουσιάζει ξανά στην Κωνσταντινούπολη. Ο Φρατσέας κάνει την υπόθεση ότι ο Λεόντιος σε αυτό το διάστημα θα μπορούσε να έχει επιστρέψει στην Παλαιστίνη και να μετέβη εκ νέου στην Κωνσταντινούπολη, προκειμένου να λάβει μέρος στην ενδημούσα σύνοδο του Πατριάρχη Μηνά. Συμπληρώνει δε ότι δεν μπορούμε να αποκλείσουμε και το ότι παρέμεινε όλο αυτό το διάστημα στην βασιλίδα, όπως συνέβη και με τους Δομετιανό, Θεόδωρο Ασκιδά και Υπάτιο Εφέσου, οι οποίοι έμεινα συνεχεια στην Κωνσταντινούπολη.[17]

Περί Λεοντίου Βυζαντίου και "Λεοντίου Ιεροσολυμίτου"

Στο έργο Επίλυσις ο Λεόντιος Βυζάντιος υποστηρίζει ότι η ανθρώπινη ψυχή πάσχει φυσικώς τη συνάφεια προς το σὠμα της εξαιτίας της θείας δυνάμεως. Δηλαδή κατά τον συγγραφέα, χωρίς την θεία αυτή δύναμη, η ψυχή δεν θα βρισκόταν φυσικώς συναφής προς το σώμα του ανθρώπου.[18] Ερχόμενοι τώρα στο Κατά των Μονοφυσιτών, ο συγγραφέας μας δίνει να εννοήσουμε ότι η ψυχή του ανθρώπου έχει δημιουργηθεί έτσι ώστε να βρίσκεται σε συνάφεια με το σώμα εξ ανάγκης, η οποία ανάγκη προκύπτει από την φυσική τους ένωση.[19] Ερμηνεύοντας τα ως άνω χωρία ο M. Richard υποστηρίζει ότι για τον Λεόντιο τον Βυζάντιο, δηλαδή τον συγγραφέα του Επίλυσις, το σώμα και η ψυχή του ανθρώπου είναι ενωμένα όχι επειδή η ανάγκη γι' αυτήν την ένωση είναι εγγεγραμμένη στη φύση της ψυχής, αλλά λόγω μιας ανεξερεύνητης θείας αποφάσεως. Ερχόμενος δε ο Richard στο Κατά των Μονοφυσιτών, ερμηνεύοντας το απόσπασμα, υποστηρίζει ότι για τον συγγραφέα, δηλαδή τον Λεόντιο τον "Ιεροσολυμίτη", η ψυχή κινείται προς το σώμα από μία μυστική συγγένεια, που είναι εγγεγραμμένη από τον Θεό στη φύση της. Κατά τον Richard δηλαδή, στο σημείο αυτό υπάρχει μια διαφοροποίηση, που αποδεικνύει ότι έχουμε να κάνουμε με δύο διαφορετικούς συγγραφείς. Θα μπορούσε δε κάποιος να υποστηρίξει ότι η άποψη αυτή του Richard ενισχύεται και από το κάτωθι χωρίο του Κατά Νεστοριανών, έργου το οποίο ο Richard επίσης αποδίδει στον Λεόντιο "Ιεροσολυμίτη" : ώσπερ και επί ανθρώπου ορώμεν, του μέν σώματος την γέννησιν εις το είναι εκ των γονέων έχοντος, της δε ψυχής ουκ εις το είναι απλώς (τούτο γαρ εκ Θεού έχει ως και ο πρωτόπλαστος Αδάμ), αλλ' εις το σύν τω διαπλασθέντι αυτή είναι σώματι, ού και χωρίς δύναται είναι.[20] (Στο απόσπασμα αυτό ο συγγραφέας επισημαίνει ότι ο άνθρωπος έχει την γέννηση του σώματος, την είσοδο δηλαδή του σώματος στο είναι από τους γονείς του, όμως όχι και την δημιουργία της ψυχής, όχι την είσοδο δηλαδή της ψυχής στο είναι, διότι αυτήν την έχει από τον Θεό, όπως και ο πρωτόπλαστος Αδάμ. Αυτό που έχει από τους γονείς του, κατά τον συγγραφέα, είναι την είσοδο της ψυχής στο να είναι μαζί με το σώμα που διαπλάστηκε γι' αυτήν. Διευκρινίζει δε ότι η ψυχή μπορεί να υπάρχει (δύναται είναι) και χωρίς το σώμα.).

Υποσημειώσεις.

  1. Φρατσέας, Ηλίας. «"Ο Λεόντιος Βυζάντιος : βίος και συγγράμματα : κριτική θεώρηση"». Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών. 
  2. Φρατσέας σ. 14.
  3. Leontius von Byzanz und die gleichnamigen Schriftsteller der griechischen Kirche. Das Leben und die polemischen Werke des Leontius von Byzanz, (Leipzig 1887).
  4. Β. Daley, "Leontius of Byzantium. Complete Works", Oxford University Press, 2017, σ. 5 υποσ. 24.
  5. Φρατσέας, σ. 12.
  6. Ό. π..
  7. Φρατσέας σ. 89.
  8. Καραγιαννόπουλος, Ιωάννης (1980). "Ιστορία Βυζαντινού Κράτους. Τόμος Α΄: Ιστορία πρωΐμου Βυζαντινής περιόδου (325-565)". Θεσσαλονίκη: Σάκκουλας. σελ. 493-494. 
  9. Φρατσέας σ. 13.
  10. Rugamer, P. Wilhelm (1894). "Leontius von Byzanz. Ein Polemiker aus dem Zeitalter Justinians. Inaugural Dissertation". Wurzburg. σελ. 59. 
  11. Φρατσέας σ. 64.
  12. Φρατσέας σσ. 66-67.
  13. Φρατσέας σσ. 73-74.
  14. Schwartz, Eduard (1939). ""Kyrillos von Skythopolis" von Eduard Schwartz (Texte und Untersuchungen zur Geschichte der altchristlichen Literatur 49. Band, 2. Heft)". Leipzig. σελ. 388 (389) σημ. 2. 
  15. Φρατσέας σ. 59.
  16. "De collatione cum Severianis habita", "Acta Conciliorum Oecomenicorum", ed. E. Schwartz, Berlin, 1914, IV2, 170, 5-6.
  17. Φρατσέας σ. 101.
  18. PG 86 1940 Β (Μινί).
  19. PG (Μινί) 86, 6 1772 CD.
  20. Κατά των Νεστοριανών IV, PG 86, 1685AB/