Ιωσήφ Λουδοβίκος Άρμανσπεργκ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτα: Χειροκίνητη αναστροφή
αυτή η έκδοση είναι εντάξει
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
.[[Image:Josef Ludwig von Armansperg.jpg|thumb|right|150px|O Κόμης Ιωσήφ Λουδοβίκος Άρμανσμπεργκ]]
{{πηγές|17|01|2011}}
O '''Κόμης Ιωσήφ Λουδοβίκος Άρμανσμπεργκ''' ([[γερμανικά|γερμ.]] ''Joseph Ludwig Graf von Armansperg'') (16/[[28 Φεβρουαρίου]] [[1787]] - 22 Μαρτίου/[[3 Απριλίου]] [[1853]]) ήταν [[Βαυαρία|Βαυαρός]] πολιτικός και πρόεδρος του συμβουλίου της Αντιβασιλείας, το οποίο ορίστηκε να συνοδεύσει τον [[Όθων της Ελλάδας|Όθωνα]] στην [[Ελλάδα]] και να ασκήσει εξ ονόματός του την εξουσία ως την ενηλικίωσή του.


Γεννήθηκε στο Κάιντζιν της Κάτω Βαυαρίας και πέθανε στο Ντίγκεντορφ. Διακρίθηκε στη πατρίδα του υπηρετώντας σε διάφορες διοικητικές θέσεις αναλαμβάνοντας διπλωματικές αποστολές με επιτυχία. Εκλέχθηκε στη συνέχεια βουλευτής και αντιπρόεδρος της Βουλής διακριθείς ως ρήτορας και για τα φιλελεύθερα αισθήματά του. Αργότερα διετέλεσε επί βασιλείας Λουδοβίκου του Α΄ (του πατέρα του Όθωνα) υπουργός των Εσωτερικών, της Οικονομίας και των Εξωτερικών αναδιοργανώνοντας τις κρατικές υπηρεσίες, ανορθώνοντας έτσι την οικονομία της Βαυαρίας και πετυχαίνοντας την πρώτη τελωνειακή ένωση των κρατών της Γερμανίας που θεωρείται και η πρώτη που σημειώθηκε στην Ευρώπη, πλην όμως ήλθε σε σύγκρουση με τον κλήρο στη συνέχεια με την Βασιλική Αυλή οπότε εξαναγκάσθηκε και παραιτήθηκε. Τέλος το [[1828]] μή δεχθείς ν΄ αναλάβει πρέσβης στο Λονδίνο παρέμεινε μόνο σύμβουλος επικρατείας και γερουσιαστής. Το [[1832]] μετά από παράκληση του Βασιλέως της Βαυαρίας δέχθηκε να κατέβει στην Ελλάδα ως μέλος ης πενταμελούς Αντιβασιλείας της οποίας και του ανατέθηκε η προεδρία. Άλλα μέλη της Αντιβασιλέιας ήταν ο καθηγητής [[Γκεόργκ Μάουρερ]] και ο υποστράτηγος [[Καρλ Βίλεμ Έυδεκ]].
{{Πληροφορίες πολιτικού
|τιμητικό πρόθεμα =
|όνομα = Ιωσήφ Λουδοβίκος
|εικόνα = Joseph Ludwig von Armansperg.jpg
|μέγεθος_εικόνας = 220px
|λεζάντα =
|αξίωμα = [[Κατάλογος Αντιβασιλέων της Ελλάδας|Αντιβασιλέας της Ελλάδος]]
|έναρξη = 25 Ιανουαρίου 1833
|λήξη = 20 Μαΐου 1835
|μαζίμε = [[Γεώργιος Λουδοβίκος φον Μάουρερ]] ''(μέχρι Ιούλιο 1834)'' ''και'' [[Κάρολος Γουλιέλμος φον Χάιντεκ]] <br /> [[Έγκιντ φον Κόμπελ]] ''(από Ιούλιο 1834)''
|πρόεδρος =
|μονάρχης = [[Όθων της Ελλάδας|Όθων Α΄]]
|πρωθυπουργός = [[Κυβέρνηση Σπυρίδωνα Τρικούπη Φεβρουαρίου 1833]] ''και'' [[Κυβέρνηση Σπυρίδωνος Τρικούπη Απριλίου 1833]] ''και'' [[Κυβέρνηση Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου 1833]] ''και'' [[Κυβέρνηση Ιωάννη Κωλέττη 1834]] ''και'' [[Κυβέρνηση Άρμανσπεργκ 1835]] ''και'' [[Κυβέρνηση Ιγνάτιου φον Ρούντχαρτ 1837]]
|προκάτοχος = αξίωμα που δημιουργήθηκε
|διάδοχος = αξίωμα που καταργήθηκε
|αξίωμα2 = [[Πρωθυπουργός της Ελλάδας|Αρχιγραμματέας της Επικράτειας (Πρωθυπουργός)]]
|έναρξη2 = 9 Μαΐου 1835
|λήξη2 = 2 Φεβρουαρίου 1837
|μαζίμε2 =
|μονάρχης2 =[[Όθων Α΄ της Ελλάδας]]
|προκάτοχος2 = [[Κυβέρνηση Ιωάννη Κωλέττη 1834]]
|διάδοχος2 = [[Κυβέρνηση Ιγνάτιου φον Ρούντχαρτ 1837]]
|αξίωμα3 = [[Βασίλειο της Βαυαρίας|Υπουργός Εξωτερικών και Οικονομικών του Βασιλείου της Βαυαρίας]]
|έναρξη3 = 1828
|λήξη3 = 1831
|αξίωμα4 = [[Βασίλειο της Βαυαρίας|Υπουργός Εσωτερικών και Οικονομικών του Βασιλείου της Βαυαρίας]]
|έναρξη4 = 1826
|λήξη4 = 1828
|μονάρχης4 = [[Λουδοβίκος Α΄ της Βαυαρίας]]
|παρατσούκλι =
|ημερομηνία_γέννησης = {{ημερομηνία γέννησης|1787|02|16}}
|τόπος_γέννησης = [[Μπαντ Κέτστινγκ]], [[Κάτω Βαυαρία]]
|ημερομηνία_θανάτου = {{ημερομηνία θανάτου και ηλικία|1853|03|22|1787|02|16}}
|τόπος_θανάτου = [[Μόναχο]], [[Βαυαρία]]
|εθνικότητα = Γερμανική
|υπηκοότητα = Βαυαρική
|πολιτικό_κόμμα =
|σύζυγος = Therese von Weichs
|παιδιά = Λουίζα, Καρολίνα Αντονία, Καρολίνα και Μαρία Κατερίνα
|θρήσκευμα = Χριστιανός Καθολικός
|επάγγελμα =
|υπογραφή =
}}
O '''Ιωσήφ Λουδοβίκος Κόμης του Άρμανσπεργκ''' ([[Γερμανική γλώσσα|γερμανικά]]: ''Joseph Ludwig Graf von Armansperg'') (16/[[28 Φεβρουαρίου]] [[1787]] - 22 Μαρτίου/[[3 Απριλίου]] [[1853]]) ήταν [[Βαυαρία|Βαυαρός]] πολιτικός και πρόεδρος του συμβουλίου της [[Αντιβασιλεία Όθωνα 1833|Αντιβασιλείας]], που ορίστηκε από τις [[Μεγάλες Δυνάμεις]] να συνοδεύσει τον μέλλοντα Βασιλέα [[Όθων της Ελλάδας|Όθωνα]] στην [[Ελλάδα]] και να ασκήσει εξ ονόματός του την εξουσία ως την ενηλικίωσή του.


Ο Άρμανσπεργκ έφθασε στην Ελλάδα, μαζί με τον Όθωνα και τα άλλα μέλη στις [[6 Φεβρουαρίου]] [[1833]], στο [[Ναύπλιο]] συνοδευόμενος από τη σύζυγό του και τις ωραίες κόρες του, με τη μεγαλύτερη εκ των οποίων ο Όθωνας δημιούργησε και ερωτική σχέση, επιτήδεια προστατευόμενη από την μητέρα της. Όταν όμως αυτό έγινε γνωστό ο Άρμανσμπεργκ κατηγορήθηκε έντονα από τους πολιτικούς του αντιπάλους για προσβολή στο πρόσωπο του Βασιλέως όταν υποκίνησε τον ιατρό του στέμματος Βίτμερ να πιστοποιήσει ότι η διανοητική και οργανική ιδιοσυστασία του Όθωνα δεν επέτρεπαν γάμο, προκειμένου αυτός να παραμείνει κυρίαρχος της διοίκησης της Ελλάδας.
== Βιογραφικά στοιχεία ==
Ο Άρμανσπεργκ γεννήθηκε στο [[Καίτζτινγκ]] (Kötzting) της [[Κάτω Βαυαρία]]ς και πέθανε στη έπαυλή του στο [[Ντίγκεντορφ]]. Καταγόταν από σπουδαίο παλαιό οίκο ευγενών και από 26 ετών εισήλθε σε κρατικές διοικητικές υπηρεσίες όταν έμπλεος υπέρ της γερμανικής ελευθερίας έσπευσε το 1813 να συναντήσει τον Βαυαρικό στρατό και να προσφέρει μεγάλες υπηρεσίες. Μετά τη συνομολόγηση ειρήνης στο [[Παρίσι]] ανατέθηκε σ' αυτόν η διοίκηση του διαμερίσματος των Βοσγίων και στη συνέχεια όλων των μεταξύ του [[Ρήνος|Ρήνου]] και [[Μεύσης|Μεύση]] χωρών.<br />
Όταν κλήθηκε στο συνέδριο της [[Βιέννη]]ς, υπερασπίσθηκε με πάθος τα συμφέροντα της Βαυαρίας.


Παρά ταύτα και για όσα αναφέρθηκαν προηγουμένως για τις επιτυχείς δραστηριότητες στη πατρίδα του ο Άρμανσμπεργκ ούτε τόσο ευγενής στους τρόπους του ήταν ούτε διπλωμάτης και βεβαίως ούτε υποστηρικτής των γραμμάτων και των τεχνών υπήρξε. Ο απολυταρχικός τρόπος της διακυβέρνησής του δημιούργησε έντονες αντιδράσεις, τόσο εντός του νεοσύστατου Βασιλείου, ειδικότερα όταν στράφηκε εναντίον των αγωνιστών της Ελληνικής Επανάστασης που διαφωνούσαν με την πολιτική του, ανάμεσα σε αυτούς και το [[Θεόδωρος Κολοκοτρώνης|Κολοκοτρώνη]], που φυλάκισε και οδήγησε σε μία σκηνοθετημένη δίκη με την κατηγορία της εθνικής προδοσίας, όσο και εκτός της Ελλάδας δημιουργώντας πλείστα διπλωματικά επεισόδια, κυρίως εθιμοτυπικά με την έκδηλη φιλοαγγλική πολιτική του. Μάλιστα ο Μάουερ έφθασε στο σημείο δημόσια να τον καταγγείλει ως "''διδάσκαλον της ραδιουργίας''".
Το [[1816]] και [[1817]] μετείχε στο έργο των επιτροπών του Ρήνου και του [[Δούναβης|Δούναβη]] απ' όπου και άρχισε να ασχολείται με διεθνή θέματα. Αργότερα διορίστηκε νομάρχης, θέση από την οποία οποία επέδειξε ιδιαίτερο ζήλο οικονομικής ανάπτυξης, γεγονός το οποίο, το 1820, τον οδήγησε στον διορισμό του ως διευθυντή του γενικού λογιστηρίου του κράτους. Στη συνέχεια εξελέγη βουλευτής, όμως για ελάχιστες ψήφους δεν εξελέγη πρόεδρος της βουλής, πέτυχε όμως τη θέση του αντιπροέδρου, όπου και διακρίθηκε ως σπουδαίος ρήτορας. Υπό την ειδικότητα αυτή ετέθη επικεφαλής της αντιπολίτευσης των συντηρητικών φιλελεύθερων υποστηρίζοντας ένθερμα τη δημιουργία δημοτικών συμβουλίων για πρώτη φορά στη χώρα.


Μετά την ενηλικίωση του Όθωνα ανέλαβε πρόεδρος του Υπουργικού Συμβουλίου (αρχικαγκελάριος) στις [[20 Μαΐου]] [[1835]]. Κατά την μετάβαση του Όθωνα στη Βαυαρία προκειμένου να νυμφευθεί την [[Αμαλία της Ελλάδας|Αμαλία]] η διακυβέρνησή του ήταν ακόμη ποιο απολυταρχική. Έτσι όταν ο Όθωνας επέστρεψε συνοδευόμενος από τον Ρούντχαρτ αμέσως και παύτηκε από τη θέση του [[1837]] και του αξιώματός του, προς κατευνασμό τόσο των Ελλήνων όσο και εκ των έντονων, εναντίον του, διαβημάτων της Γαλλίας, της Αυστρίας και της Ρωσίας για την υπέρμετρα αγγλόφιλη πολιτική του. Ο Άρμανσμπεργκ στη συνέχεια επέστρεψε στη Βαυαρία με την οικογένειά του τον Μάρτιο του [[1837]] και τελώντας υπό τη δυσμένεια του στέμματος ιδιώτευε μέχρι του θανάτου του το [[1853]].
Όταν ανήλθε στον Βαυαρικό θρόνο ο πατέρας του Όθωνα, ο Λουδοβίκος Α΄, τον κάλεσε να αναλάβει την αναδιοργάνωση των δημοσίων υπηρεσιών του κράτους Έτσι όλοι σχεδόν οι διοργανωτικοί νόμοι που ακολούθησαν ήταν έργο του Άρμανσπεργκ, με συνέπεια να καταλάβει τη θέση του συμβούλου επικρατείας αναλαμβάνοντας και υπουργός των Οικονομικών και των Εσωτερικών. Ως υπουργός των Οικονομικών πέτυχε την τελωνειακή ένωση όλων των τότε γερμανικών χωρών, που θεωρείται και η πρώτη που σημειώθηκε στην Ευρώπη, και ταυτόχρονα την οικονομική ανόρθωση της Βαυαρίας.<br />
Παρά ταύτα αντιδρώντας συστηματικά στις διάφορες απαιτήσεις της Παπικής Αυλής της Ρώμης προκάλεσε το μίσος της παπικής [[καμαρίλα]]ς, του [[Μόναχο|Μονάχου]] και του συνόλου σχεδόν του καθολικού κλήρου, που αντιδρούσαν σε κάθε φιλελεύθερο νέο θεσμό που εισήγαγε. Κατάληξη αυτού του συνεχή πολέμου ήταν η απώλεια του χαρτοφυλακίου του. Ο βασιλιάς όμως για να τον ανταμείψει για το τεράστιο έργο που είχε επιτελέσει τον διόρισε πρέσβη στο [[Λονδίνο]], θέση που τελικά ο Άρμανσπεργκ δεν αποδέχθηκε προτιμώντας την οριστική απόσυρσή του από τα δημόσια πράγματα, ιδιωτεύοντας στα κτήματά του.<br />
Από το [[1828]] διατελούσε ισόβιος σύμβουλος επικρατείας, καθώς και ισόβιο μέλος της Γερουσίας της Βαυαρίας.


Το [[1832]] μετά από παράκληση του Βασιλέως της Βαυαρίας δέχθηκε να μεταβεί στην Ελλάδα ως μέλος της τριμελούς [[Αντιβασιλεία Όθωνα 1833|Αντιβασιλείας]], της οποίας του ανατέθηκε η προεδρία. Άλλα μέλη της Αντιβασιλείας ήταν ο καθηγητής [[Γεώργιος Λουδοβίκος φον Μάουρερ]] και ο υποστράτηγος [[Καρλ Βίλχελμ φον Χάιντεκ]].


{{Πρότυπο:Αντιβασιλείς της Ελλάδας}}
== Αντιβασιλεία ==
{{Πρότυπο:Πρωθυπουργοί της Ελλάδας}}
{{κύριο|Αντιβασιλεία Όθωνα 1833}}
[[Αρχείο:Vlahouchi house.jpg|thumb|240px|Το [[Μέγαρο Βλαχούτση]] όπου κατοίκησε ο Άρμανσμπεργκ στην Αθήνα]]
Ο Άρμανσπεργκ έφθασε στην Ελλάδα μαζί με τον Όθωνα και τα άλλα μέλη στις [[6 Φεβρουαρίου]] [[1833]] στο [[Ναύπλιο]], συνοδευόμενος από τη σύζυγό του και τις ωραίες κόρες του, με τη μεγαλύτερη εκ των οποίων ο Όθωνας δημιούργησε και ερωτική σχέση, επιτήδεια προστατευόμενη από τη μητέρα της. Όταν όμως αυτό έγινε γνωστό, ο Άρμανσπεργκ κατηγορήθηκε έντονα από τους πολιτικούς του αντιπάλους για προσβολή στο πρόσωπο του Βασιλέως, καθώς υποκίνησε τον ιατρό του στέμματος Βίτμερ να πιστοποιήσει ότι η διανοητική και οργανική ιδιοσυστασία του Όθωνα δεν επέτρεπαν γάμο, προκειμένου αυτός να παραμείνει κυρίαρχος της διοίκησης της Ελλάδας.


[[Κατηγορία:Πρωθυπουργοί της Ελλάδας|Αρμανσμπεργκ Ιωσήφ Λουδοβίκος]]
Παρόλα αυτά και για όσα αναφέρθηκαν προηγουμένως σχετικά με τις επιτυχείς δραστηριότητες στη πατρίδα του, ο Άρμανσπεργκ ούτε τόσο ευγενής στους τρόπους του ήταν ούτε διπλωμάτης και βεβαίως ούτε υποστηρικτής των γραμμάτων και των τεχνών υπήρξε. Ο απολυταρχικός τρόπος της διακυβέρνησής του δημιούργησε έντονες αντιδράσεις. Αφενός εντός του νεοσύστατου Βασιλείου, ειδικότερα όταν στράφηκε εναντίον των αγωνιστών της Ελληνικής Επανάστασης που διαφωνούσαν με την πολιτική του, ανάμεσα σε αυτούς και τον [[Θεόδωρος Κολοκοτρώνης|Κολοκοτρώνη]], που φυλάκισε και οδήγησε σε μία σκηνοθετημένη δίκη με την κατηγορία της εθνικής προδοσίας. Αφετέρου εκτός της Ελλάδας δημιουργώντας πλείστα διπλωματικά επεισόδια, κυρίως εθιμοτυπικά με την έκδηλη φιλοαγγλική πολιτική του. Μάλιστα ο Μάουρερ έφθασε στο σημείο δημόσια να τον καταγγείλει ως "''διδάσκαλον της ραδιουργίας''".
[[Κατηγορία:Γεννήσεις το 1787]]
[[Κατηγορία:Θάνατοι το 1853]]


[[de:Joseph Ludwig von Armansperg]]
Μετά την ενηλικίωση του Όθωνα ανέλαβε πρόεδρος του Υπουργικού Συμβουλίου (αρχικαγκελάριος) στις [[20 Μαΐου]] [[1835]]. Κατά την μετάβαση του Όθωνα στη Βαυαρία προκειμένου να νυμφευθεί την [[Αμαλία της Ελλάδας|Αμαλία]], η διακυβέρνησή του ήταν ακόμη πιο απολυταρχική. Έτσι όταν ο Όθωνας επέστρεψε συνοδευόμενος από τον Ρούντχαρτ αμέσως παύθηκε από τη θέση του [[1837]] και του αξιώματός του, προς κατευνασμό τόσο των Ελλήνων όσο και εκ των έντονων, εναντίον του, διαβημάτων της [[Γαλλία]]ς, της [[Αυστρία]]ς και της [[Ρωσία]]ς για την υπέρμετρα αγγλόφιλη πολιτική του. Ο Άρμανσπεργκ στη συνέχεια επέστρεψε στη Βαυαρία με την οικογένειά του τον Μάρτιο του [[1837]] και τελώντας υπό τη δυσμένεια του στέμματος ιδιώτευσε μέχρι τον θάνατό του το [[1853]].
[[en:Josef Ludwig von Armansperg]]

[[he:יוזף לודוויג פון ארמנספרג]]
==Βιβλιογραφία==
[[pt:Kómis Josef Ludwig von Armansperg]]
*Δέσποινα Κατηφόρη, «Σχέσεις J.-G.Eynard- J. von Armansperg », Δελτίον της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος, τομ.27, σελ.134-153

{{commonscat}}

{{Αντιβασιλείς της Ελλάδας}}
{{Πρωθυπουργοί της Ελλάδας}}
{{Authority control}}
{{DEFAULTSORT:Αρμανσπεργκ Ιωσηφ}}
[[Κατηγορία:Αντιβασιλείς της Ελλάδας]]
[[Κατηγορία:Βαυαροί]]
[[Κατηγορία:Πρωθυπουργοί της Ελλάδας]]
[[Κατηγορία:Πολιτογραφημένοι πολίτες της Ελλάδας]]

Έκδοση από την 18:37, 27 Σεπτεμβρίου 2020

.

O Κόμης Ιωσήφ Λουδοβίκος Άρμανσμπεργκ

O Κόμης Ιωσήφ Λουδοβίκος Άρμανσμπεργκ (γερμ. Joseph Ludwig Graf von Armansperg) (16/28 Φεβρουαρίου 1787 - 22 Μαρτίου/3 Απριλίου 1853) ήταν Βαυαρός πολιτικός και πρόεδρος του συμβουλίου της Αντιβασιλείας, το οποίο ορίστηκε να συνοδεύσει τον Όθωνα στην Ελλάδα και να ασκήσει εξ ονόματός του την εξουσία ως την ενηλικίωσή του.

Γεννήθηκε στο Κάιντζιν της Κάτω Βαυαρίας και πέθανε στο Ντίγκεντορφ. Διακρίθηκε στη πατρίδα του υπηρετώντας σε διάφορες διοικητικές θέσεις αναλαμβάνοντας διπλωματικές αποστολές με επιτυχία. Εκλέχθηκε στη συνέχεια βουλευτής και αντιπρόεδρος της Βουλής διακριθείς ως ρήτορας και για τα φιλελεύθερα αισθήματά του. Αργότερα διετέλεσε επί βασιλείας Λουδοβίκου του Α΄ (του πατέρα του Όθωνα) υπουργός των Εσωτερικών, της Οικονομίας και των Εξωτερικών αναδιοργανώνοντας τις κρατικές υπηρεσίες, ανορθώνοντας έτσι την οικονομία της Βαυαρίας και πετυχαίνοντας την πρώτη τελωνειακή ένωση των κρατών της Γερμανίας που θεωρείται και η πρώτη που σημειώθηκε στην Ευρώπη, πλην όμως ήλθε σε σύγκρουση με τον κλήρο στη συνέχεια με την Βασιλική Αυλή οπότε εξαναγκάσθηκε και παραιτήθηκε. Τέλος το 1828 μή δεχθείς ν΄ αναλάβει πρέσβης στο Λονδίνο παρέμεινε μόνο σύμβουλος επικρατείας και γερουσιαστής. Το 1832 μετά από παράκληση του Βασιλέως της Βαυαρίας δέχθηκε να κατέβει στην Ελλάδα ως μέλος ης πενταμελούς Αντιβασιλείας της οποίας και του ανατέθηκε η προεδρία. Άλλα μέλη της Αντιβασιλέιας ήταν ο καθηγητής Γκεόργκ Μάουρερ και ο υποστράτηγος Καρλ Βίλεμ Έυδεκ.

Ο Άρμανσπεργκ έφθασε στην Ελλάδα, μαζί με τον Όθωνα και τα άλλα μέλη στις 6 Φεβρουαρίου 1833, στο Ναύπλιο συνοδευόμενος από τη σύζυγό του και τις ωραίες κόρες του, με τη μεγαλύτερη εκ των οποίων ο Όθωνας δημιούργησε και ερωτική σχέση, επιτήδεια προστατευόμενη από την μητέρα της. Όταν όμως αυτό έγινε γνωστό ο Άρμανσμπεργκ κατηγορήθηκε έντονα από τους πολιτικούς του αντιπάλους για προσβολή στο πρόσωπο του Βασιλέως όταν υποκίνησε τον ιατρό του στέμματος Βίτμερ να πιστοποιήσει ότι η διανοητική και οργανική ιδιοσυστασία του Όθωνα δεν επέτρεπαν γάμο, προκειμένου αυτός να παραμείνει κυρίαρχος της διοίκησης της Ελλάδας.

Παρά ταύτα και για όσα αναφέρθηκαν προηγουμένως για τις επιτυχείς δραστηριότητες στη πατρίδα του ο Άρμανσμπεργκ ούτε τόσο ευγενής στους τρόπους του ήταν ούτε διπλωμάτης και βεβαίως ούτε υποστηρικτής των γραμμάτων και των τεχνών υπήρξε. Ο απολυταρχικός τρόπος της διακυβέρνησής του δημιούργησε έντονες αντιδράσεις, τόσο εντός του νεοσύστατου Βασιλείου, ειδικότερα όταν στράφηκε εναντίον των αγωνιστών της Ελληνικής Επανάστασης που διαφωνούσαν με την πολιτική του, ανάμεσα σε αυτούς και το Κολοκοτρώνη, που φυλάκισε και οδήγησε σε μία σκηνοθετημένη δίκη με την κατηγορία της εθνικής προδοσίας, όσο και εκτός της Ελλάδας δημιουργώντας πλείστα διπλωματικά επεισόδια, κυρίως εθιμοτυπικά με την έκδηλη φιλοαγγλική πολιτική του. Μάλιστα ο Μάουερ έφθασε στο σημείο δημόσια να τον καταγγείλει ως "διδάσκαλον της ραδιουργίας".

Μετά την ενηλικίωση του Όθωνα ανέλαβε πρόεδρος του Υπουργικού Συμβουλίου (αρχικαγκελάριος) στις 20 Μαΐου 1835. Κατά την μετάβαση του Όθωνα στη Βαυαρία προκειμένου να νυμφευθεί την Αμαλία η διακυβέρνησή του ήταν ακόμη ποιο απολυταρχική. Έτσι όταν ο Όθωνας επέστρεψε συνοδευόμενος από τον Ρούντχαρτ αμέσως και παύτηκε από τη θέση του 1837 και του αξιώματός του, προς κατευνασμό τόσο των Ελλήνων όσο και εκ των έντονων, εναντίον του, διαβημάτων της Γαλλίας, της Αυστρίας και της Ρωσίας για την υπέρμετρα αγγλόφιλη πολιτική του. Ο Άρμανσμπεργκ στη συνέχεια επέστρεψε στη Βαυαρία με την οικογένειά του τον Μάρτιο του 1837 και τελώντας υπό τη δυσμένεια του στέμματος ιδιώτευε μέχρι του θανάτου του το 1853.